Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *
Μια και η διαδικτυακή μου περιπέτεια στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται, θα ήθελα εκτός από τις ευχαριστίες μου προς τους bloggers που με φιλοξένησαν όλα αυτά τα χρόνια και προς όλους τους υπόλοιπους αναγνώστες που με τίμησαν με την προσοχή και την κριτική τους, να καταθέσω κάποια κρίσιμα συμπεράσματα ως προς την ελληνική κρίση. Πρόκειται για τον σημειολογικό αντικατοπτρισμό της ελληνικής κρίσης στο διεθνές σύστημα, όπως αυτός διαμορφώνεται στην συγκυρία και των αδυναμιών του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας των πολιτών να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τα συμφέροντα του ελληνικού λαού.
Πριν περάσω στα συμπεράσματα δεν μπορώ να αποφύγω την πρόκληση, λέγοντας ότι πριν από έναν ολόκληρο χρόνο, όταν αποκάλυψα πως υπάρχει σχέδιο για διπλό νομισματικό σύστημα στην Ελλάδα και ζήτησα κόμματα και κοινωνία να στοχαστούν επ’ αυτού και να αντιδράσουν για να προλάβουμε αυτήν την χείριστη εξέλιξη στην ελληνική κρίση, δέχτηκα μία απίστευτη επίθεση από φορείς του καθεστώτος, ακόμη και από κρατικές υπηρεσίες. Σήμερα την πρόταση φέρνει στον δημόσιο διάλογο ο κατ’ εξοχήν «λαγός» της κυβέρνησης Γιώργος Καρατζαφέρης. Κυρίες και κύριοι, ιδού τι παίζεται πίσω από την πλάτη σας. Αναλογιστείτε σε τι παγίδα σας έχουν βάλει, ζητείστε συγνώμη, αν έχετε κουράγιο, από όσους προσπαθήσαμε να συμβάλουμε στο να ριχτεί φως στην κρίση, ενώ κάποιοι από εσάς μας υβρίζατε και συνεχίζετε ηλιθιωδώς να μας αποκαλείτε συνωμοσιολόγους κι αν θέλετε, ρίξτε μια ματιά στις παρακάτω αράδες που ενδεχομένως απομυθοποιούν σφαιρικότερα την διάσταση της κρίσης. Μπορεί κι εσείς, όπως κι εγώ να σπάσετε τον … καθρέφτη!
Η οικονομική κρίση έχει πολιτικά και διεθνοπολιτικά αίτια. Διακρίνεται από στοιχεία που ναι μεν γενικά θα μπορούσαν να αναχθούν στις περιοδικές κρίσεις του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, αλλά παράλληλα εμφανίζει σημαντικές πολιτικές ιδιαιτερότητες, οι οποίες θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά και ξεχωριστά από την θεωρία της συσσώρευσης. Δίχως αυτό να σημαίνει ότι αντιλαμβάνομαι την θεωρία αυτή ως μια μη-χρηματική θεωρία. Το αντίθετο, πάντοτε παρακολουθώ την διαλεκτική σχέση που ορίζει την διαδικασία παραγωγής του κεφαλαίου και την διαδικασία κυκλοφορίας του, όπως υπονοεί και ο Μαρξ, αλλά παράλληλα σχολιάζω την διάσταση της πολιτικής ισχύος πάνω στη παραγωγή του κεφαλαίου ή/και στον χρηματικό κύκλο.
Με αυτή την έννοια θεωρώ ότι σήμερα έχουμε να κάνουμε με μια μορφή κρίσης που θίγει το σύγχρονο οικονομικό πρότυπο της παγκοσμιοποίησης, τείνοντας να οδηγήσει, είτε σε νέες μορφές παγκόσμιας πολιτικής οργάνωσης υπό την ηγεμονία της χρηματοπιστωτικής ελίτ, είτε σε σοβαρή κρίση πολιτικής νομιμοποίησης του μονοπολικού συστήματος παγκόσμιας εξουσίας, που ενσωματώνει τον νεοφιλελευθερισμό ως πολιτισμικό πρότυπο και πολιτικο-οικονομική πρακτική καθώς και τον μονεταρισμό ως στοιχείο αυτού. Ο τελευταίος κωδικοποιείται εντός της ευρωζώνης με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ενός εκ των δύο πυλώνων του ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου). Η οικονομική κρίση στην ευρωζώνη, δηλαδή, θα μπορούσε στενά πολιτικά να ορισθεί ως κρίση του Συμφώνου Σταθερότητας, η οποία αντανακλά το πρόβλημα της πολιτικής οργάνωσης στην ΕΕ και τούτο συνδυάζεται με την πίεση για αναθεώρηση του παγκόσμιου συστήματος, με την έννοια της μετάβασης από την «unipolarity» σε έναν «multipolar» κόσμο η καλλίτερα σε ένα «uni-multipolar» υπό την «πράα» ηγεσία του αμερικανοεβραϊκού λόμπυ. Μετάβαση που συνοδεύεται από την εγκατάλειψη της αντίληψης ότι η αγορά δεν αποτυγχάνει ποτέ και την σχετικοποίηση των αντιπληθωριστικών πολιτικών. Η ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας που ξεκίνησε το 2007 και έλαβε διαστάσεις από το φθινόπωρο του 2008 με την κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία μετεξελίχθηκε σε δημοσιονομική κρίση τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ, οδηγεί ήδη σε υποχώρηση των άκαμπτων μονεταριστών τύπου Μίλτον Φρίντμαν και στην άνοδο των λεγόμενων νεο-κεϋνσιανών. Οι τελευταίοι εκπονούν διορθωτικές πολιτικές παρέμβασης στις αγορές, εκεί όπου παρουσιάζονται τάσεις οικονομικής αρρυθμίας, «φούσκες» και μείωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος εξαιτίας μειωμένων προσδοκιών κερδοφορίας. Αυτή η σχολή κυριαρχεί σήμερα στις ΗΠΑ – μετά την αλλαγή ηγεσίας στην FED - ενώ η συμβολική χθεσινή «συναίνεση» Ομπάμα –Μέρκελ, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τουλάχιστον σε μικροοικονομικό επίπεδο θα υπάρξουν μεταβολές στην ΕΕ με κατεύθυνση την συμμετοχή εργαζομένων (λαού γενικότερα) και επενδυτών (απώλεια εισοδήματος ή κερδών αντίστοιχα) στις διορθώσεις της αγοράς με δημοσιονομικά / πιστωτικά (συμφωνίες κατακράτησης ομολόγων) μέσα αντίστοιχα, όταν η έλλειψη εμπιστοσύνης της χρηματαγοράς τείνει να προκαλέσει κρίση στο τραπεζικό σύστημα. Με μια κουβέντα θα έλεγα ότι ΗΠΑ και Γερμανία καταλήγουν στην εφαρμογή ενός μοντέλου που ασπάζεται γενικά την κεϋνσιανή κοινωνικοοικονομική παράδοση, χρησιμοποιώντας όμως νεοφιλελεύθερα χρηματοπιστωτικά εργαλεία και αντίστοιχες στρατηγικές, ώστε σταδιακά να καταλήξουμε σε σχετικοποίηση του «Ordoliberalismus», του γερμανικού νεοφιλελεύθερου μοντέλου (διακριτού από τον παγκόσμιο φιλελευθερισμό) υπέρ του ρυθμιστικού ρόλου των κεντρικών τραπεζών. Έχουμε δηλαδή μικρή ή μεγαλύτερη αλλοίωση του δόγματος της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» που αποτελεί το θεμέλιο ανάπτυξης στην Γερμανία, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας στις περιοχές και στα κράτη, όπου η ύφεση λαμβάνει δομικά χαρακτηριστικά, όπως στην Ελλάδα. Μόνον που η χαλάρωση θα είναι εξατομικευμένη, εξειδικευμένη και θα συνοδεύεται με δρακόντεια μέτρα συμμόρφωσης σε μια αυστηρή διαδρομή δημοσιονομικής αναπροσαρμογής στο πρότυπο της διαδικασίας παραγωγής του κεφαλαίου, όπως ορίζεται από την γερμανική ιδέα περί ανταγωνιστικότητας και σε εκείνο της διαδικασίας κυκλοφορίας του κεφαλαίου, όπως ορίζεται στη συγκυρία από τους θεσμούς που ίδρυσε και ελέγχει το χρηματοπιστωτικό λόμπυ. Η συνθήκη αυτή λύνει και την προστριβή μεταξύ ΕΕ και ΔΝΤ στο ελληνικό ζήτημα.
Με αυτή την έννοια προβλέπω σημαντική αλλαγή και στο «μνημόνιο», το οποίο θα ξεφύγει από την συνταγή του ΔΝΤ για να ενσωματώσει στοιχεία δραματικής μεταβολής στην διαδικασία παραγωγής χρήματος στη χώρα και όχι απλώς στην διαδικασία κυκλοφορίας του. Θα υπάρξει δηλαδή μια απολύτως νέα πολιτικο-οικονομική οργάνωση στην Ελλάδα και όχι απλώς θεραπεία του ελλείμματος και αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα. Πλέον την αναθεώρηση του «μνημονίου» θα επιβάλουν Γερμάνια και ΗΠΑ από κοινού στη βάση ενός νεο-κεϋνσιανικού μοντέλου, το οποίο δεν θα προκαλεί όμως πρόβλημα στο γερμανικό πρότυπο της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς», το οποίο αναγκαστικά θα χαλαρώσει σταδιακά ώστε να επιτρέψει την μεγέθυνση της αγοράς στην Γερμανία και στην σταδιακή εξισορρόπηση της ισοτιμίας Ευρώ-Δολαρίου. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα δεθεί με ένα νέο μακροχρόνιο «μνημόνιο» με κύριο όπλο την απειλή πιστωτικής κατάρρευσης και ότι θα υπάρξει περαιτέρω σταδιακή αναθεώρηση της ΟΝΕ, ώστε η ΕΚΤ να αποκτήσει αρμοδιότητες που θα ομοιάζουν με εκείνες της FED. Η ολοκλήρωση αυτής της φάσης θα οδηγήσει στην συνταγματοποίηση της οικονομικής συμπεριφοράς της Ελλάδας, η οποία θα επανέλθει ολοκληρωτικά στις χρηματαγορές μόνον αφού προηγουμένως, μέσω σταδίων αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους και θεραπείας του ιδιωτικού, καταλήξουμε να κριθεί το χρέος εξυπηρετήσιμο μακροχρονίως. Στο μεταξύ θα ιδιωτικοποιηθούν ακόμη και τα …βράχια στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα η χώρα να μετατραπεί σε επιχείρηση η οποία θα διαφημίζεται ως μια κρατική «industrial democracy» - δίχως ασφαλώς σοβαρή βιομηχανία με την κλασσική έννοια - και μετακεϋνσιανό παράδειγμα «άμεσης δημοκρατίας», όπου επιτέλους οι εργαζόμενοι θα συμμετέχουν μέσω δικτατορικών μορφών «συναίνεσης», στις αποφάσεις της πολιτικο-επιχειρηματικής ελίτ, για να μην πεθάνουν από την πείνα και να μην μείνουν διαπαντός άνεργοι!!! Στο σημείο αυτό ο τέταρτος δρόμος της μετασοσιαλδημοκρατίας θα έχει συναντηθεί με τον νεοφιλελευθερισμό του Φρίντμαν, βάζοντας και οι δύο νερό στο κρασί τους και δηλητήριο στην προοδευτική εξέλιξη της κοινωνίας.
Εκεί ακριβώς θα μπορούσε να κάνει πάρτι η διαπλοκή, αφού έχει ξεπαστρέψει τα παράσιτα του πελατειακού κράτους στο δημόσιο, τα οποία την καταδυνάστευαν τα τελευταία χρόνια της μεταπολίτευσης! Όλα τούτα στο βαθμό που πραγματοποιηθούν θα επιφέρουν την απόλυτη περιθωριοποίηση των λαϊκών αγώνων και των πολιτικών φορέων τους, την εξαφάνιση του πολιτικού λόγου και τον αποκλεισμό μεγάλων ομάδων του πληθυσμού, που όμως τυπικά θα εμφανίζονται να απολαμβάνουν όσο ποτέ άλλοτε ανθρώπινα και αστικά δικαιώματα. Τότε θα ζήσουμε την χειρότερη δημοκρατική φαντασίωση από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους και θα προσευχόμαστε για την παγκόσμια διακυβέρνηση, η οποία θα εμφανίζεται από τους φορείς της επιχειρηματικής και κρατικής προπαγάνδας ως ο μονόδρομος που θα ανακουφίσει τα φτωχά και ανάδελφα έθνη. Στο σημείο αυτό θα έχουμε πιθανότατα μια ακόμη σύγκρουση Γερμανών και ΗΠΑ και αυτή τη φορά ίσως η κρίση πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, καθώς θα μπλέξουν και άλλες «polar powers». Τότε η χώρα μας, ισορροπώντας σε δύο πόδια (ΗΠΑ-Γερμανία), είναι πρόδηλο ότι θα χάσει εκ νέου την ισορροπία της.
Εκτιμώντας όλα τα παραπάνω - τα οποία, συγχωρήστε με, δεν θα μπορούσα εξαιτίας του περιορισμένου χώρου να αναπτύξω περισσότερο εδώ, αν και το έκανα τα τελευταία 4 χρόνια, σχολιάζοντας επιμέρους σημεία του σημερινού μου σημειώματος - έκανα προτάσεις που αποσκοπούσαν στην πολιτική αντιμετώπιση της κρίσης αρκετά πριν την εκδήλωσή της και στη συνέχεια. Το κριτήριο μου ήταν η αυτοκυβέρνηση και η πολιτική χειραφέτηση της ελληνικής κοινωνίας με κανόνα την ισότητα και την διαρκή ανάπτυξη του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Αυτό βασιζόταν στη πίστη μου ότι η δημοκρατία δεν έρχεται σε αντίθεση με τον φιλελευθερισμό, αλλά αντίθετα μπορούν και τα δύο να αναπτύσσονται παράλληλα στο πολιτικό πλαίσιο του ριζοσπαστικού δημοκρατικού πλουραλισμού. Δυστυχώς, αν και αρκετοί φίλοι προσέγγισαν με ενδιαφέρον αυτή την ιδέα, το πολιτικό σύστημα ήταν αδύνατο να αφομοιώσει την λογική του «πολιτικού αγωνισμού» και τις προϋποθέσεις ανάπτυξης μιας ριζοσπαστικής δημοκρατίας ικανής να προλαβαίνει κρίσεις σαν και αυτή που βιώνουμε στις μέρες μας. Ουσιαστικά πρότεινα μια μέθοδο μεταβολής της δομής του καθεστώτος, μέσω μιας διαφορετικής διαδικασίας πολιτικής νομιμοποίησης και οικονομικής οργάνωσης, που προαπαιτούσε την εγκατάλειψη του πελατειακού κρατισμού και του κομματισμού, τον εκσυγχρονισμό της αριστεράς ως παρεμβατική μορφή και του συνδικαλισμού, καθώς και την συνειδητοποίηση ότι στους μεταμοντέρνους καιρούς απαιτούνται μεταμοντέρνες προσεγγίσεις του μαρξισμού, για να υπάρξει απτό πολιτικό αποτέλεσμα υπέρ των δυο τρίτων της κοινωνίας.
Όταν πλέον το καθεστώς στην Ελλάδα, δια του κ. Παπανδρέου, εγκλώβισε με απίστευτη ελαφρότητα και προθυμία τη χώρα στο φάσμα της χρεοκοπίας, εισηγήθηκα την συγκρότηση ενός κοινωνικού και ακόμη καλλίτερα κοινωνικοπολιτικού μετώπου που θα πρότεινε ένα σχέδιο διαπραγμάτευσης με την ΕΕ, ώστε μετά από μια ριζική αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους να συνάψουμε ένα 8ετές συμβόλαιο με την ΕΕ, το οποίο θα επέτρεπε την χρηματοδότηση και αναδιοργάνωση της χώρας, δίχως κοινωνική καταστροφή και με σοβαρές αναπτυξιακές προοπτικές. Στο τέλος η Ελλάδα, μέσω αυτής της στρατηγικής, θα είχε προσαρμοστεί στο γενικό πλαίσιο του νεο-κεϋνσιανικού μοντέλου της ΕΕ, το οποίο πιθανότατα θα δεχόταν πλήθος διαφοροποιήσεων, δίχως όμως οι μεταρρυθμίσεις να καταστρέψουν την δημοκρατική πολιτική και την κοινωνία και να καταλύσουν την λαϊκή κυριαρχία. Θα ήταν απλώς ένας στρατηγικός ελιγμός της προοδευτικής κοινωνίας και της αριστεράς, μια στρατηγική υποχώρηση, αν θέλετε, της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, ώστε να ξεπεραστεί η κρίση με τις μικρότερες δυνατές απώλειες για την χώρα και τα χαμηλά και μεσαία στρώματα του πληθυσμού. Θα ήταν ένας μετριοπαθής, αλλά όχι συντηρητικός δρόμος ανάταξης της χώρας και επανατοποθέτησης της στο διεθνές σύστημα. Συντηρητική επαναδιαπραγμάτευση ζητεί ο κ. Αντώνης Σαμαράς που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που περιγράφω ως μετριοπαθή-αριστερή προσέγγιση. Ο κ. Σαμαράς επιδιώκει διαφορετικό μίγμα στη συνταγή του μνημονίου, ενώ εγώ ομιλώ για εντελώς διαφορετική στρατηγική στη προσέγγιση της κρίσης, απαίτηση απαλλαγής από ένα μεγάλο βάρος του χρέους και κατόπιν σύνταξη ενός συμβολαίου με την ΕΕ, που θα επέτρεπε στο δημόσιο να γίνει ο κύριος φορέας της ανάπτυξης, καθώς ο ιδιωτικός είναι ανύπαρκτος επενδυτικά, χαρακτηριζόμενος από κρατικοδίαιτη κουλτούρα. Οι περισσότεροι μεγαλοεπιχειρηματίες πλούτισαν από το έλλειμμα και τα κονδύλια της ΕΟΚ, από καταχρήσεις και καρτέλ με τις πλάτες των κυβερνήσεων, καθώς και από την φοροκλοπή και φοροαπαλλαγή και όχι από τις ανταγωνιστικές επιδόσεις των επιχειρήσεων τους.
Η ιδέα και η μέθοδος διαπραγμάτευσης με την ΕΕ που πρότεινα πιστεύω ότι ήταν (είναι) ο μόνος μη-επαναστατικός δρόμος που διασφαλίζει την κοινωνία και την εθνική αξιοπρέπεια, με απολύτως εφικτή αν και δύσκολη μεθοδολογία. Η άλλη οδός την οποία δεν απέρριψα, ούτε πρόκειται ποτέ να απορρίψω ήταν/είναι η σοσιαλιστική επανάσταση – μόνον που αυτή δεν νομίζω ότι έχει βάση στην σημερινή Ελλάδα, αν εξαιρέσει κανείς το μυαλό και την ψυχή αρκετών συμπολιτών μας. Προδήλως, αν Γερμανία και ΗΠΑ ηρνούντο να συναινέσουν σε έναν ελληνικό δρόμο εφαρμογής νεο-κεϋνσιανικών αρχών, ο οποίος όμως θα άφηνε ανοιχτό το περιθώριο σημαντικής σταδιακής αναδιανομής από πάνω προς τα κάτω και θα επέτρεπε την ριζική αναθεώρηση του ορισμού της σχέσης δημοσίου-ιδιωτικού τομέα στην πατρίδα μας και ασκούσαν «πολεμικές» πιέσεις, τότε η μόνη λύση θα ήταν η έξοδος μας από την ΕΕ και τους θεσμούς ασφαλείας της Δύσης, με δική τους ευθύνη ασφαλώς. Δεν πιστεύω όμως ότι θα αποτολμούσαν να πετάξουν έξω από την Δυτική αυλή την Ελλάδα. Τότε η κρίση η δική τους θα ήταν σαφώς μεγαλύτερη από την δική μας. Φίλοι, η πολιτικο-επιχειρηματική τάξη της χώρας και οι οικογένειες που κυβερνούν είναι ταπεινοί και εξευτελισμένοι πελάτες της Δύσης. Τους ξέρουν καλά και τους κάνουν ότι θέλουν. Η χώρα χρειαζόταν μια φρέσκια προοδευτική ηγεσία που δεν θα είχε πελατειακές σχέσεις με κανέναν και θα μπορούσε να διαπραγματευτεί σκληρά με τις πλάτες της ευρύτερης αριστεράς. Μου λέτε ότι και η αριστερά είναι μέρος του συνολικού πολιτικού ειδώλου στην πατρίδα μας. Το ξέρω, αλλά δεν γνωρίζω καμία άλλη δύναμη που θα μπορούσε να προσφέρει πολλαπλασιαστική ισχύ σε μια διαπραγμάτευση με τους εταίρους και δανειστές μας. Ασφαλώς και η κοινωνία των πολιτών θα μπορούσε να συμβάλλει αν πολιτικοποιείτο προοδευτικά.
Η μετριοπαθής αυτή στάση που πρότεινα, δεν αποτέλεσε ποτέ στοιχείο δημόσιου διαλόγου, άσε που από πολλούς θεωρήθηκε ως εξτρεμιστικά ανεδαφική ή απλώς εξτρεμιστική. Στον δημόσιο λόγο κυριάρχησε ο πραγματικά εξτρεμιστικός μονόδρομος του καθεστώτος που καταλήγει στο ξεπούλημα και την απόλυτη υποδούλωση της χώρας στις Δυτικές προστάτιδες δυνάμεις, στον εξανδραποδισμό της κοινωνίας και στην δραματική φτωχοποίηση των Ελλήνων, διανθισμένος με
υπερεθνικιστικές κορώνες, αριστεριστικά ξεσπάσματα και αυθεντικό σοσιαλιστικό αντίλογο, τον οποίο σέβομαι απολύτως, αλλά δεν θεωρώ ότι θα μπορούσε να προσφέρει παραγωγικά στο πλαίσιο άσκησης διεθνούς πολιτικής και οικονομικής πολιτικής που ήταν και είναι το κρίσιμο ζητούμενο. Με δύο λόγια, απέναντι στον «εγκληματικό» μονόδρομο του καθεστώτος υψώθηκαν οι μάλλον παραπλανητικές υπερεθνικιστικές και αριστεριστικές κραυγές και η απολύτως σεβαστή, αλλά μάλλον υπερβατική στη συγκυρία, ιδεολογική προσέγγιση του κομμουνισμού και του αναρχισμού. Έτσι το καθεστώς των μεταπρατών στην Ελλάδα, που γνωρίζει μόνον από αρπαχτές και ξεπούλημα, βρέθηκε ουσιαστικά δίχως σοβαρό αντίλογο, δίχως μια πρόταση την οποία θα μπορούσαν να υποστηρίξουν όλες οι γνήσια προοδευτικές δυνάμεις, προσωπικότητες και τα δύο τρίτα της κοινωνίας ως ένα μεταβατικό μονοπάτι για την κοινωνική και πολιτική χειραφέτηση της χώρας,.
Αποτύχαμε, φίλοι, να προσφέρουμε μια συνολική πρόταση από αριστερά, αν και δεν λείπουν αξιόλογες επιμέρους προτάσεις και πολύ ενδιαφέροντα σημεία με ρεαλιστικότατη εφαρμογή από όλους σχεδόν τους φορείς της αριστεράς και από ομάδες που αποσπάστηκαν ή τείνουν να αποσπαστούν από το ΠΑΣΟΚ. Πρόταση για αριστερή μεταρρύθμιση ως βάση διαπραγμάτευσης με την ΕΕ και το διεθνές σύστημα γενικότερα, δεν δομήσαμε και έτσι πιστεύω ότι αφήσαμε το καθεστώς να κάνει παιχνίδι με κύριο αντίπαλο τον αγανακτισμένο εαυτό του. Άρα, από τον μόνον που κινδυνεύει να ηττηθεί πολιτικά το ταπεινωμένο και κοινωνικά ηττημένο καθεστώς της ρεμούλας και της διαπλοκής στη χώρα, είναι ο αγανακτισμένος του εαυτός. Σε αυτόν θέλω να ελπίζω, ευχόμενος την ενδυνάμωση της ευρύτερης αριστεράς, αν και δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων – τουλάχιστον μέχρις στιγμής - όπως θα έλεγε και ο τηλεπαρουσιαστής. Είθε οι αγανακτισμένοι να μεταφέρουν την πολιτική ισχύ προς τα αριστερά και στις εκλογές να μην επιβραβεύσουν και από πάνω τον δικομματισμό, δεξιούς λαϊκιστές και μυστήριους καιροσκόπους, που βρήκαν έδαφος για ξεσάλωμα και για κινήσεις αντιπερισπασμού. Σκουριασμένη η αριστερά, δεν λέω, αλλά που ξέρεις, με έναν νέο λαϊκό έρωτα μπορεί και να ξεσκουριάσει.
Όσοι αντέξατε την ανάγνωση μέχρι εδώ θα καταλάβατε ότι αγανάκτησα με το είδωλο της πολιτικής στην Ελλάδα και έσπασα τον καθρέφτη μου. Σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνατε να προσέξετε τις απόψεις μου και μην ξεχνάτε ότι υπάρχουν πολύ πιο όμορφα και ασφαλώς ενδιαφέροντα πράγματα από την πολιτική, αρκεί να τα ελέγχει κανείς κάθε φορά ως σχέσεις εξουσίας, για να ξέρουμε που βρισκόμαστε και για πού τραβάμε….
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.