- Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *
Όπως ίσως παρατηρείτε μια χαρά κατασκευάζεται στην Ελλάδα το κλίμα εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Κίνηση που όμως συνεπάγεται και την προσωρινή έστω απομάκρυνσή μας από την ΕΕ, με (συνολικές) συνέπειες για εμάς και την ίδια την Ένωση που δύσκολα θα μπορούσε κανείς να προσεγγίσει με σχετική ακρίβεια. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η πολιτικο-επιχειρηματική τάξη της χώρας διαμορφώνει τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και τις επικοινωνιακές νομιμοποιήσεις που θα εμφανίσουν την έξοδο μας από τη ζώνη του ευρώ ως «ευλογία» ή λύτρωση από το διαρκές βασανιστήριο της προσαρμογής σε ένα αντιαναπτυξιακό μοντέλο διαρκούς φτωχοποίησης.
Το ΔΝΤ απέτυχε ή η κυβέρνηση απέτυχε (εξαρτάται από το ποιος το λέει) στη μεταμόρφωση της Ελλάδας με αποτέλεσμα η δραματική επιβάρυνση των δημοσιονομικών μεγεθών και η ασφυξία στην αγορά να προκαλούν πλέον χαοτικές καταστάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αποσυντονίζουν όλους τους κρατικούς θεσμούς και απορρυθμίζουν τους κοινωνικούς, διαπιστώνουν τώρα όσοι βυθισμένοι στην άγνοια και τον καιροσκοπισμό τους λοιδορούσαν όλους όσους εγκαίρως προειδοποιούσαμε για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες αυτής της στρατηγικής. Κάποιοι μάλιστα που τολμήσαμε να προτείνουμε μια διαφορετική στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης, χαρακτηριστήκαμε ως «υπονομευτές του ευρώ», από εκείνους που υπονόμευαν τη θέση της χώρας, κερδίζοντας χρόνο για να διασφαλίσουν τις «οικονομίες» τους σε βάρος της οικονομίας της χώρας, ασφαλώς! Το ευτράπελο είναι ότι η δική μας στρατηγική θα μπορούσε, αν ακολουθείτο εγκαίρως - πριν προσανατολιστούμε προς τον «ελληνικό μηχανισμό σωτηρίας» - να εξαναγκάσει τους Γερμανούς να αντιμετωπίσουν δομικά το πρόβλημα στην ευρωζώνη και να καταλήξουν σε γενικές πολιτικές στήριξης του νομίσματος, αντί «στήριξης» σε δημοσιονομικά εκτροχιασμένες χώρες.
Η δική μας κατασυκοφαντημένη στρατηγική παρότι δεν αντιμετώπιζε το ευρώ ως «ιερά συνθήκη», ως τον θεμελιώδη θεσμό της Ένωσης, κατέτεινε στη διατήρηση του κοινού νομίσματος στο πλαίσιο όμως μια άλλης οικονομικής και νομισματικής πολιτικής που θα επέτρεπε μεγαλύτερη ευλυγισία – με κοινά συμπεφωνημένους όμως στόχους - στις επιμέρους οικονομίες της ευρωζώνης. Αυτά άρχισαν να τα προπαγανδίζουν οι καθεστωτικοί στην Ελλάδα, αφού πρώτα έγινε η ζημιά (έκαναν την ζημιά). Όταν πλέον μια τέτοια προοπτική είχε εξασθενήσει σοβαρά και ως προτιμότερη λύση για όλους στην ευρωζώνη άρχισε να φαντάζει η απομάκρυνση της Ελλάδας από αυτήν.
Μόνον αφελείς και άσχετοι με την οικονομική επιστήμη και την ευρωπαϊκή πολιτική πραγματικότητα θα μπορούσαν ποτέ να υποστηρίξουν ότι διάφοροι «μηχανισμοί» , που σε καμία περίπτωση δεν αντιμετώπιζαν αποφασιστικά το ζήτημα του εθνικού χρέους, θα μπορούσαν να προσφέρουν ολοκληρωμένη λύση. Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση με αφάνταστα επιπόλαιες συμπεριφορές συνέβαλε στην επιτάχυνση της διαδικασίας που τελικά οδήγησε στην πιστωτική κρίση και στην έξοδο της Ελλάδας από τις (θεσμικές) χρηματαγορές, η οποιαδήποτε λύση έπρεπε να έχει ως αφετηρία την ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος, που δεν ήταν άλλο από το χρέος. Δυστυχώς όμως το καθεστώς ενδιαφέρθηκε για την συντήρηση του και όχι για την πρόοδο και την ευημερία του ελληνικού λαού. Σήμερα, που οι συνέπειες της απορρύθμισης, της «θεραπείας σοκ» δηλαδή, έριξαν την χώρα σε δραματική ύφεση και μεγάλα στρώματα του πληθυσμού στην απελπισία, οι διαπλεκόμενοι και οι αφελείς που τους ακολουθούν μοιάζει να αγανακτούν και να αναζητούν οι ίδιοι λύτρωση εκτός ευρωζώνης, μια και οι «κακοί» Γερμανοί δεν συμμορφώνονται στις παροτρύνσεις των ΗΠΑ και τις επιθυμίες της χρηματοπιστωτικής ελίτ.
Αφού δεν φεύγουν οι Γερμανοί από την πολιτική του σκληρού ευρώ – ή από το ευρώ (το ίδιο είναι) - ας φύγουμε εμείς από την ευρωζώνη, προτείνουν τώρα οι μέχρι πρότινος ευρωλάγνοι, οι οποίοι μάλιστα κατασκεύαζαν και επίπλαστες πολιτικές διαχωριστικές μεταξύ «οπαδών του ευρώ» και «οπαδών της δραχμής». Μόνον που τώρα το παιχνίδι της διαπλεκόμενης πολιτικο-επιχειρηματικής τάξης της χώρας μας ξέφτισε και αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις τους που ήταν εξαρχής η συντεταγμένη απομάκρυνση της χώρας από την ΕΕ με παράλληλη σύσφιξη των σχέσεών μας με το αμερικανοεβραϊκό λόμπυ. Γνώριζαν από την αρχή ότι η οδός που επέλεξε η Ελλάδα για να «υποστηρίξει» τα συμφέροντά της στην ΕΕ, οδηγούσε πιθανότατα σε έξοδο από την Ένωση, αν δεν επιτυγχάνετο στο μεταξύ η μετάλλαξη της ευρωζώνης σε ένα είδος παραρτήματος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας.
Τα δεδομένα αυτή τη στιγμή είναι σαφή: Η Ελλάδα δεν μπορεί να διασωθεί, δίχως το χρήμα των φορολογουμένων της ΕΕ και κυρίως αυτών της ευρωζώνης. Μέχρι τώρα οι Γερμανοί επέλεξαν την στρατηγική των εγγυήσεων ευελπιστώντας ότι θα δοθεί χρόνος ώστε να ενισχυθεί η κεφαλαιακή βάση των ευρωπαϊκών τραπεζών και να μην κινδυνέψουν από μια ενδεχόμενη στάση πληρωμών της Ελλάδας. Η ανακεφαλαιοποίηση όμως αυτή μέχρι τώρα δεν πάει καλά, διότι ελάχιστοι είναι οι τραπεζίτες που μπορούν να δουν μακρύτερα από τα εφήμερα κέρδη τους. «Τώρα, δεν μένει παρά να πάρουμε το ρίσκο και να επιλέξουμε την απευθείας στήριξη των τραπεζών μας που είναι εκτεθειμένες σε ελληνικά ομόλογα, αντί να τρέχουμε πίσω από την αγορά, η οποία έχει ήδη ξεγράψει την Ελλάδα», μου εκμυστηρεύτηκε ένα μέλος του οικονομικού επιτελείου των Βρυξελλών.
Με δύο λόγια αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να προσδοκά πλέον κανενός είδους «διάσωση». Η ελληνικές τράπεζες θα βοηθηθούν, υπό προϋποθέσεις, όχι όμως άμεσα το ελληνικό δημόσιο. Το τελευταίο πακέτο διάσωσης, που ενέκρινε η Σύνοδος είναι ένα πρόχειρο σχέδιο, το οποίο εξυπηρετούσε σχεδόν αποκλειστικά επικοινωνιακές ανάγκες της στιγμής που εκπονήθηκε – όπως είχαμε τότε γράψει. Το σχέδιο αυτό για να είναι βιώσιμο θα πρέπει να τροποποιηθεί ριζικά, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που ίσως κοστολογηθεί ως υπερβολικά ακριβό. Σε μια τέτοια περίπτωση η απευθείας στήριξη των τραπεζών της ευρωζώνης, ίσως κριθεί ως μονόδρομος. Από σήμερα λοιπόν τα ψέματα στην Ελλάδα σιγά-σιγά τελειώνουν και μαζί με αυτά και η επιχείρηση να διασκεδαστεί η ανάγκη σοβαρής αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους και τακτοποίησης του ιδιωτικού.
Το πολιτικό σύστημα στη χώρα μας δεν μπορεί πλέον να σφυρίζει αδιάφορα και να σαχλαμαρίζει ανέξοδα, θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα της επαναδιαπραγμάτευσης του δημόσιου χρέους, χρησιμοποιώντας ασφαλώς ως δικαιολογία την άσχημη εξέλιξη των βασικών δημοσιονομικών μεγεθών από την εφαρμογή των μέτρων του μνημονίου με την τρόικα. Άλλωστε, η κυβέρνηση πιθανότητα να διαθέτει ήδη σχετικές προτάσεις αναδιάρθρωσης του χρέους από την Cleary, Gottlieb, Steen and Hamilton LLP, στην οποία έχει αναθέσει τη συνολική μελέτη αναδιάρθρωσης του χρέους.
Θα ήταν αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι στο πλαίσιο αυτής της μελέτης δεν εξετάζεται από έμπειρους στις πτωχεύσεις δικηγόρους η πιθανότητα ενεργοποίησης του άρθρου 50 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο συγκεκριμένα αναφέρει: (1) Κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να αποχωρήσει από την Ένωση, σύμφωνα με τους εσωτερικούς συνταγματικούς του κανόνες. (2) Το κράτος μέλος που αποφασίζει να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Υπό το πρίσμα των προσανατολισμών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ένωση προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και συνάπτει με το εν λόγω κράτος συμφωνία που καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την αποχώρησή του, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση. Η διαπραγμάτευση της συμφωνίας αυτής γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 218, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συμφωνία συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. (3) Οι Συνθήκες παύουν να ισχύουν στο εν λόγω κράτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση που μνημονεύεται στην παράγραφο 2, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, αποφασίσει ομόφωνα την παράταση της προθεσμίας αυτής. (4) Για τους σκοπούς των παραγράφων 2 και 3, το μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το αποχωρούν κράτος μέλος δεν συμμετέχει ούτε στις συζητήσεις ούτε στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή του Συμβουλίου που το αφορούν. Η ειδική πλειοψηφία ορίζεται βάσει του άρθρου 238, παράγραφος 3, στοιχείο β), της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (5) Εάν το κράτος που αποχώρησε από την Ένωση ζητήσει την εκ νέου προσχώρησή του, η αίτηση αυτή υπόκειται στη διαδικασία του άρθρου 49. - Το (49) αναφέρεται στις διαδικασίες ένταξης ενός κράτους στην ΕΕ.
Σημείωσα ολόκληρο το άρθρο 50, ώστε να αποκτήσετε μια ολοκληρωμένη εικόνα για το ζήτημα, λαμβάνοντας υπόψη σας ότι αυτό προστέθηκε στην τελευταία αναθεώρηση της συνθήκης του Μάαστριχ, μάλλον επειδή… είχαν γνώση οι φύλακες! Άρα, η ευρωζώνη μπορεί να βγάλει έτσι την Ελλάδα από τα πόδια της, και να ξελαφρώσει από την πίεση των αγορών και την διαρκή απειλή για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα υποσχόμενη σημαντική οικονομική βοήθεια, εάν η χώρα κάνει χρήση του άρθρου αυτού. Τούτο εμφανίζεται σήμερα από κάμποσους δεξιούς, αλλά και «αριστερούς», ως συμφέρουσα λύση για την ευρωζώνη και προσπαθεί να παρουσιαστεί ως η καλύτερη λύση για την Ελλάδα σε συνδυασμό με την εφαρμογή ενός προσωρινού διπλού νομισματικού συστήματος. Έτσι η Ελλάδα θα λυτρωνόταν φαινομενικά καθώς θα κέρδιζε χρόνο για τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, αντιμετωπίζοντας παράλληλα το πρόβλημα της ύφεσης, ενώ θα μπορούσε να ακολουθεί μια σχετικά ανεξάρτητη νομισματική και συναλλαγματική πολιτική, πιθανότατα δίχως άμεσες πιέσεις για παραχώρηση εμπράγματων εγγυήσεων.
Έτσι χρυσώνεται το χάπι εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, παραγνωρίζοντας την αλήθεια ό,τι σε αυτή την περίπτωση οι Έλληνες θα έχουν πληρώσει δυο φορές το «μάρμαρο» του εγχειρήματος του ευρώ. Η «λύση» αυτή που οδηγεί την Ελλάδα εκτός ΕΕ και όχι απλώς εκτός ευρωζώνης, είναι ασφαλώς πολλαπλά επιζήμια για την ελληνική κοινωνία. Στις συνέπειες της εσωτερικής υποτίμησης θα προστεθούν αργότερα και αυτές από την εξωτερική υποτίμηση, παρότι υπάρχει πάντοτε το θεωρητικό ενδεχόμενο, οι χώρες της ζώνης του ευρώ να συμφωνήσουν να παράσχουν βοήθεια προκειμένου να υποστηρίξουν την συναλλαγματική ισοτιμία σύμφωνα με το άρθρο 123/124 της Συνθήκης. Η ανισότητα στη χώρα θα αυξηθεί γεωμετρικά και όσοι έχουν βγάλει τα ευρώ τους στο εξωτερικό με τις πλάτες της κυβέρνησης θα ανοίγουν σαμπάνιες και θα πίνουν στην υγεία των λαϊκών στρωμάτων, που πλέον θα εργάζονται υπό συνθήκες ίσως χειρότερες από εκείνες Κινέζων συναδέλφων τους. Θα έχουμε να κάνουμε με μια χώρα δύο ταχυτήτων: την «ευρωελλάδα» και την «δραχμοελλάδα». Με την πίεση μάλιστα για νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις ακόμη πιο έντονη, καθώς η Τράπεζα της Ελλάδος θα ήταν υποχρεωμένη κάτω από αντίξοες συνθήκες να σταθεροποιήσει το (νέο)νόμισμα, το οποίο θα επηρεάζετο άμεσα από τη διακύμανση του ευρώ και τις πληθωριστικές πιέσεις στο εσωτερικό, ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η κυκλοφορία χρήματος στην εσωτερική αγορά.
Το ζήτημα αυτό είναι τεράστιο και θα πρέπει να ανοίξει δίχως ταμπού και προπαγανδιστικά συνθήματα, ώστε οι πολίτες να ενημερωθούν σφαιρικά και απροκατάληπτα. Η Ελλάδα διέπραξε τραγικό σφάλμα όταν εντάχθηκε στην ευρωζώνη, το οποίο θα πρέπει να καταλογιστεί στο ακέραιο σε όσους πολιτικά στήριξαν το μέλλον τους σε αυτό το εγχείρημα και σε όσους κερδοσκόπησαν μέσω αυτού μια ολόκληρη δεκαετία. Θα ήταν όμως μια απολύτως καταθλιπτική ολοκλήρωση αυτής της τραγωδίας αν εγκαταλείψουμε αυτή τη στιγμή άρον-άρον την ΕΕ, με το δέλεαρ ενός υποτιθέμενου ευρωπαϊκού «σχεδίου Μάρσαλ». Η Ελλάδα τώρα πια δεν θα πρέπει να βγει από την ευρωζώνη σε καμία περίπτωση. Εκτός εάν υπάρξουν γενικότερες μεταβολές διάσπασης της ζώνης, οπότε το συζητάμε. Η χώρα πρέπει να παίξει επιτέλους το δικό της διαπραγματευτικό χαρτί με την ΕΕ, συμμαχώντας με όλες τις χώρες της περιφέρειας και με τις προοδευτικές-λαϊκές δυνάμεις σε αυτές.
Μόνον που αυτό το χαρτί δεν θα μπορούσε ποτέ να το παίξει η «κατακαμένη» διαπλοκή και οι φορείς της. Η έξοδος από την ευρωζώνη αν δεν συνοδευτεί από ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος και με μια πορεία σταδιακού σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας με πλουραλισμό, ελευθερία, δημοκρατική συμμετοχή στα κοινά, απόλυτη διαφάνεια, καταπολέμηση μονοπωλίων και τραστ κάθε μορφής, τεχνολογικό και νομοθετικό εκσυγχρονισμό στο πλαίσιο βιο-οικονομικών αρχών (σεβασμός στο περιβάλλον και τον άνθρωπο), θα αποτελέσει την απαρχή νέων δεινών όχι μόνον για τον ελληνικό λαό, αλλά - επιτρέψτε μου να πω - για ολόκληρο τον Ελληνισμό.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Πολύ καλλή η ανάλυσή σου. Δεδομένου όμως του ισχύοντος πολιτικού κατεστημένου και της βλακείας του ελληνα ψηφοφόρου δεν μπορώ όμως να φανταστώ άλλη εξέλιξη ή έξοδος από την ευρωζώνη ή γερμανοποίηση. Το πολιτικό σύστημα όμως για να διασωθεί θα προτιμήσει την πρώτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή