Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *
Σαν αντήχηση με καθυστέρηση σημαντικά μεγαλύτερη του ενός έτους έρχονται τα λόγια ξένων παραγόντων να συναντήσουν τα δικά μας: «Το θέμα δεν είναι αν η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, η Ελλάδα έχει ήδη χρεοκοπήσει, το μόνο ερώτημα είναι το πώς και πότε θα πραγματοποιηθεί το αναπόφευκτο κούρεμα, καθώς και πώς θα περιοριστούν οι παράπλευρες επιπτώσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη», δηλώνει τώρα με τη σειρά του ο Πέερ Στάινμπρουκ, ο σοσιαλδημοκράτης πρώην υπουργός Οικονομικών, που προαλείφεται για υποψήφιος καγκελάριος με τη σημαία του SPD. Αυτή η δήλωση συνοδευόμενη από την εκτίμηση του ιδίου ότι θα απαιτηθεί καμιά δεκαετία για να βγει πλήρως η Ελλάδα στη χρηματαγορά, συμπίπτει ασφαλώς με αυτά που γράφαμε πριν η κυβέρνηση και οι «ρεαλιστές» διαπλεκόμενοι σύμμαχοί της καταφύγουν στον μονόδρομο της τρόικας, τον οποίο οι ίδιοι εκβιαστικά κατασκεύασαν.
Αν οι καθεστωτικοί «ρεαλιστές» διακατέχονταν από πραγματικό ρεαλισμό και όχι από αθεράπευτο καιροσκοπισμό και απληστία, θα προσέθετα, θα φρόντιζαν να αντιμετωπίσουν την απειλή της πιστωτικής κρίσης με ένα καλοδομημένο σχέδιο επαναδιαπραγμάτευσης του δημόσιου χρέους και αναδιάρθρωσης - με αντίστοιχη προσαρμογή - του ιδιωτικού. Οι Γερμανοί τους το πρότειναν αργότερα όταν διεξάγονταν συζητήσεις με κυβερνητικούς αξιωματούχους για τον «μηχανισμό στήριξης», διασφαλίζοντας μάλιστα την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, υπό τους ίδιους όρους που το επιχειρούν και σήμερα.
Ο κ. Παπανδρέου, επίσης, γνώριζε πολύ καλά την «θεωρία» του πράγματος, καθώς δήλωνε στον ιταλικό τύπο ότι «την αναδιάρθρωση ή την κάνεις στην αρχή ή καθόλου». Όλοι ξέρανε τί έπρεπε να πράξουν για να διασφαλίσουν τα συμφέροντα της χώρας, αλλά επέλεξαν να υπηρετήσουν αποκλειστικά το συγκυριακό δικό τους συμφέρον: να βγάλουν και το υπόλοιπο των «αρπαχτών τους» στο εξωτερικό, να διαμορφώσουν ένα μοναδικό παιχνίδι κερδοσκοπίας με τα ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά, να προκαλέσουν θεσμική αποσταθεροποίηση, να επιφέρουν τεράστια κοινωνική αναστάτωση, να τροφοδοτήσουν συμπλέγματα και το μίσος μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων του πληθυσμού, αλλά και στο εσωτερικό αυτών των ομάδων, να εξευτελίσουν απολύτως την πολιτική και διοικητική δυναμική της χώρας, να υπερτονίσουν την διάσταση της διαφθοράς – την οποία οι ίδιοι καλλιέργησαν - να τα κάνουν γενικότερα όλα μπάχαλο και ρημαδιό, για να διασωθεί η ήδη εξευτελισμένη και ανυπόληπτη πολιτικομεγαλοεπιχειρηματική τάξη της χώρας μας.
Θυμάστε το τραγουδάκι: «Τώρα κλαις γιατί κλαις, συ δεν είσαι που γέλαγες χτες, μόνη σου έχεις γκρεμίσει όσα εγώ είχα χτίσει, τώρα τάχα γιατί κλαις…». Ως υπόκρουση της πολύ καθυστερημένης αντήχησης των λόγων του γράφοντος μοιάζει αυτό το στιχάκι! Μπα, δεν κλαίνε, εσύ και εγώ κλαίμε φίλε αναγνώστη, οι διαπλεκόμενοι μπορεί να είναι αγχωμένοι, αλλά ξέρουν ότι δίχως λαό ενωμένο και αποφασισμένο να πάρει την τύχη (του) στα χέρια του, μονά- ζυγά θα είναι δικά τους. Για αυτό κάνουν ότι μπορούν, ώστε να προκαλέσουν διχόνοια, μνησικακία, φθόνο μεταξύ των ιδιαίτερων ομάδων των δύο-τρίτων της κοινωνίας. Το τρομερό μάλιστα είναι ότι η αριστερά δεν κάνει απολύτως τίποτα ώστε στρατηγικά να περιορίσει αυτό το κακό, αυτόν τον δαίμονα. Μοιάζει σαν και αυτοί να έχουν συμμαχήσει μυστικά μαζί του ή να είναι απολύτως χαμένοι στον μικρόκοσμό τους, ανίκανοι να καταλάβουν την πρόκληση των καιρών.
Τώρα, η «μηχανή» που στήθηκε σε βάρος της ελληνικής κοινωνίας αρχίζει να αποκαλύπτεται ακόμη και στα μάτια των θεόστραβων πελατών του καθεστώτος. Τώρα που το καπάκι ανοίγει αναγκαστικά από τους απέξω, θα καταλάβετε πόσο δίκιο είχαμε σε όλα: και ως προς τις εκτιμήσεις και ως προς τις προτάσεις. Μόνον που τώρα αμφιβάλω αν θα μπορούσαμε να σώσουμε οτιδήποτε παραμένοντας στην ευρωζώνη. Πόσο μάλλον αν αυτό συνδυαστεί με την συγκυριακή υιοθέτηση ενός διπλού νομισματικού συστήματος! Τώρα δεν υπάρχει ζωή με ευρώ στην Ελλάδα, φίλοι. Ξεχάστε το! Δεν γίνεται πλέον με αυτό δυναμικό αναπτυξιακό παιχνίδι. Όλοι το ξέρουν, αλλά δεν συμφέρει να το ομολογήσουν, φυσικά! Είμαι μάλιστα απολύτως βέβαιος ότι η επιστροφή σε ένα εθνικό νομισματικό σύστημα, εί δυνατόν συνδεδεμένο με το ευρώ, ήταν η επιθυμία της ελληνικής ελίτ από την αρχή της πιστωτικής κρίσης. Και αυτό όχι με τον «Constructivism» που αποτελεί την πιο συνηθισμένη μεθοδολογία πολιτικής κριτικής που χρησιμοποιώ, αλλά με τον «νεορεαλισμό», που είναι η δική τους πολιτική λογική δομή προσέγγισης των πραγμάτων .
Οι διαπλεκόμενοι συνειδητά μπήκαν στο παιχνίδι που κατέληξε στην πιστωτική κρίση για να την διαχειριστούν επ' ωφελεία τους, μετατρέποντάς την σε εθνική κρίση. Το κύριο χαρακτηριστικό της «εθνικοποίησης» της κρίσης είναι η εκτίναξη της ανεργίας. Αυτός είναι ο μηχανισμός καταστροφικής καθυπόταξης των λαών. Όσοι προκαλούν εθνική κρίση, αποφεύγοντας παράλληλα την επαναστατικοποίηση της κοινωνίας και την πολιτική δόμηση μιας στρατηγικής ηγεμονίας των προοδευτικών-λαϊκών δυνάμεων, βγαίνουν μακροπρόθεσμα πολλαπλά κερδισμένοι. Αντί η αλήθεια να τους κυκλώσει, να τους σφίξει και να τους πνίξει, κυκλώνουν αυτοί την αλήθεια και την μετατρέπουν σε φάρσα.
Την αρχή αυτής της φάρσας ζούμε τούτες τις μέρες ολοκλήρωσης του διεθνούς παιγνίου, που αφορά στο μέλλον της χώρας μας. Το κακό είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η ελληνική κοινωνία υπήρξε εντελώς απούσα σε αυτό το παιχνίδι οιονεί διαπραγμάτευσης της τύχης μας. Και συνεχίζει να απέχει περιμένοντας τα νέα από την Εσπερία!
Τραγικό «λάθος» κάνουμε. Μόνον που δεν πρόκειται ακριβώς για λάθος. Είναι το αποτέλεσμα του νεοελληνικού πολιτισμού, κυρίως έτσι όπως διαμορφώθηκε από τα μέσα του 1990. Ποτέ μια επαρχιώτικη, συμπλεγματική κουλτούρα, μπολιασμένη με το «αμερικανικό όνειρο» και την μικροαστική αποκοτιά, δεν θα μπορούσε να συμβάλει στην πολιτικοποίηση με όρους αυτοκυβέρνησης και δημοκρατικής εξέλιξης. Όταν «ακούω» τα παιδιά του νεοφιλελευθερισμού να αγανακτούν, πολύ το διασκεδάζω αλλά στο τέλος τρομάζω. Λέγοντας «θέλουμε τεχνοκράτες, κάτω οι πολιτικοί», αντιλαμβάνομαι ότι στη πραγματικότητα αναζητούν μια ολιγαρχική, αυταρχική δομή για να τους διοικήσει. Όλο και περισσότεροι αγανακτισμένοι αναζητούν μια μορφή χούντας. Η παραμονή στο ευρώ υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί για την πατρίδα μας, θα νομιμοποιήσει αυτή την τάση. Η μερική έξοδος μας από την ΕΕ, από την άλλη, δεν είναι βέβαιο ότι θα αποτρέψει μια αντιδημοκρατική εξέλιξη. Όλα εξαρτώνται από τις στρατηγικές κινήσεις της ευρύτερης αριστεράς στην σκακιέρα της εσωτερικής πολιτικής, αλλά και από την αμερικανική πλευρά που καθοδηγεί ένα κρίσιμο πολιτικά μέγεθος της δεξιάς, το οποίο παραπλανητικά ή ασυνείδητα, μετά την κατάρρευση του διπολισμού, εμφανίζεται ρωσόφιλο.
Το παιχνίδι είναι ακόμη ανοιχτό, δίχως όμως «στρατηγούς» από τη βάση δεν υπάρχει καμία πιθανότατα θετικής έκβασης για τον ελληνικό λαό. Το κρίσιμο πολιτικά ερώτημα δεν είναι πλέον ασφαλώς αν η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, ή ακόμη πώς και πότε, αλλά ποιά θα μπορούσε να είναι η ενωτική απάντηση του ελληνικού λαού στην εθνική κρίση με αντικυβερνητικά και δημοκρατικά κριτήρια. Δεν ωφελεί να δοκιμάσω ξανά να απαντήσω προσωπικά στο ερώτημα. Αυτό είναι κατασκευασμένο να απαντηθεί από την πολιτική, ενωτική δράση όσων ισχυρίζονται ότι διακατέχονται από προοδευτικό πατριωτισμό. Δυστυχώς, αν όλοι ετούτοι δεν απασχοληθούν σοβαρά αυτό το σαββατοκύριακο με το παραπάνω ερώτημα, οδηγούμενοι από Δευτέρα σε εντελώς διαφορετική πολιτική δράση με αλτρουισμό και δίχως ιδιοτέλεια, το «δυστυχώς επτωχεύσαμε κρατικώς» θα πρέπει να ερμηνευθεί ως «δυστυχώς μπατιρίσαμε γενικώς και κυρίως πολιτικώς και πολιτισμικώς».
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.