Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Υπάρχει τόση πολιτική και πολιτισμική αθλιότητα στη χώρα μας σχετικά με το φαινόμενο της διαπλοκής, που πραγματικά και εγώ ακόμη που την περιγράφω δεν μπορώ να την χωνέψω! Ποτέ δεν μπόρεσα να αφομοιώσω πλήρως την μέχρις αναισθησίας ανοχή του ελληνικού λαού στην διαπλοκή, παρόλο που κατανοώ σε ικανοποιητικό μάλλον βαθμό, τα αίτια αυτής της στάσης. Βλέπετε, άλλο πράγμα είναι να ερμηνεύεις φαινόμενα και να περιγράφεις τον μηχανισμό που τα παράγει και άλλο να χωνεύεις την διαδικασία αναπαραγωγής τους.
Σε ένα κεφαλαιοκρατικό κράτος πατρωνίας, η διαπλοκή είναι ίσως το φυσικότερο πολιτικό φαινόμενο που θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει, αλλά το ζήτημα είναι πώς τούτο δρα σε επίπεδο πολιτικής και κοινωνικής ψυχολογίας. Πώς διαμορφώνει πολιτικές συνειδήσεις, ανίκανες να ασκήσουν κριτική στη δομή που ουσιαστικά συστήνει την ύπαρξη τους. Πώς ο πολίτης - και ο πολιτικός ασφαλώς - καταλήγει να σκέφτεται και να ενεργεί πολιτικά μέσω του λόγου και της διαλεκτικής των διαπλεκομένων (της οργανικής σύζευξης συμφερόντων που ορίζουν την κυρίαρχη πολιτική σφαίρα σε συνάρτηση με εκείνη της οικονομίας και των επιμέρους κοινωνικών λειτουργιών).
Η απάντηση είναι απλή, αλλά ταυτόχρονα δυσνόητη ή αποκρουστική για τον πολίτη που είναι ενταγμένος στο πελατειακό σύστημα: Η ενότητα του ατόμου πού διασπάται στις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες, αποκαθίσταται φαντασιακά μέσω του διαπλεκόμενου λόγου στην περίπτωση της Ελλάδας. Δηλαδή, η διαπλοκή συμβάλει καθοριστικά στην φαντασιακή επανένωση του ατόμου με το κοινωνικό περιβάλλον του που έχει διαταραχθεί πρωτογενώς εξαιτίας του πολιτισμού της νεοφιλελεύθερης αγοράς που δομεί την αντίληψη της ταυτότητας και του ιδιαιτέρου συμφέροντος σε ένα πλαίσιο αντιφατικό: εντός του πελατειακού συστήματος. Η διαπλοκή φροντίζει για τον εναρμονισμό της νεοφιλελεύθερης αγοράς με την κομματική αγορά, με άλλα λόγια, και στον βαθμό που το πετυχαίνει, μοιάζει να υποστηρίζει την ύπαρξη του πολίτη, ο οποίος αντιλαμβάνεται, ή απλώς αισθάνεται τον εαυτό του μέρος αυτής της δομής. Έτσι η διαπλοκή καταλήγει να εμφανίζεται ως υπαρξιακός παράγων για τον κάθε πολίτη που είναι, ή θα ήθελε να είναι, στοιχείο του πελατειακού συστήματος.
Αφού λοιπόν η διαπλοκή στη χώρα μας αποτελεί τον κύριο μηχανισμό θέσπισης του «μάγματος των κοινωνικών σημασιών», πώς είναι δυνατόν να συνειδητοποιηθεί βαθύτερα η κοινωνικοπολιτική λειτουργία της από εκείνους που είναι φορείς του σημειολογικού συστήματος που τους καθιστά υποκείμενα με ένα αταξικό, απολιτικό, μαζικό, αγοραίο τρόπο; Από τη άλλη, όσοι διακατέχονται από βαθύτερη ταξική συνείδηση, πώς να δώσουν ιδιαίτερη σημασία στο φαινόμενο της διαπλοκής, από την στιγμή κατά την οποία αυτό εντάσσεται στη γενική κριτική τους και αντίδρασή τους στον καπιταλισμό; Και όμως, η διαπλοκή πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά, ιδιαίτερα στη χώρα μας, καθώς δεν αποτελεί ένα γενικό φαινόμενο του καπιταλισμού, αλλά λειτουργική έκφραση του πελατειακού συστήματος ηγεμονίας. Προφανώς το κεφαλαιοκρατικό κράτος είναι αναγκαία συνθήκη για την γέννηση της διαπλοκής, αλλά όχι και ικανή. Απαιτείται παράλληλα και ένα πολιτειακό και κοινωνικό μοντέλο που θα βασίζεται στην πατρωνία.
Όλα τα παραπάνω εξηγούν την «χαλαρή»αντίδραση των Ελλήνων, αλλά και των πολιτικών φορέων που τους αντιπροσωπεύουν στο κοινοβούλιο, ενώπιον του νέου κρούσματος σύγκρουσης διαπλεκομένων παραγόντων, ήτοι τις αλληλοκατηγορίες που εκτοξεύουν μεταξύ τους ο ΔΟΛ και το περιβάλλον Γιώργου Παπανδρέου. Μετά την αποστροφή του κ. Παπανδρέου κατά την εισήγηση του στο Πολιτικό Συμβούλιο του ΠαΣοΚ, λέγοντας ότι «δεν ήμασταν όσο έπρεπε αποφασιστικοί απέναντι σε ένα σύστημα πελατειακό, αντιπαραγωγικό, κομπραδόρικο, το οποίο ευθύνεται για την εθνική κρίση…». Και μετά την συγκεκριμενοποίηση της εμπλοκής Ψυχάρη σε υπόθεση αντεκδίκησης προς τον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος, σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του Π. Μπεγλίτη, δεν δέχθηκε να παρέμβει υπέρ του μεγαλοπαράγοντα του ΔΟΛ για την εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων του Οργανισμού, ο πρόεδρος του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη φρόντισε να ρίξει μια μπηχτή που ξεδιάντροπα αποδίδει τις συγκεκριμένες διαπλεκόμενες σχέσεις, λέγοντας: «Ο υπό αποχώρηση πρόεδρος του ΠαΣοΚ παρακαλείται να δηλώσει υπό ποιες συνθήκες συναντηθήκαμε τελευταία φορά στο Μέγαρο Μαξίμου και γιατί ζητήθηκε να πάμε από την πίσω πόρτα του κτιρίου. Και ποιος ζήτησε κάτι από τον άλλο!»
Σαν να μην έφταναν δηλαδή οι μπροστινές πόρτες μέσω των οποίων συναλλάσσονται οι διαπλεκόμενοι - ακόμα και με μεταμεσονύχτιες τροπολογίες - οι οποίες είναι ανοιχτές διάπλατα και τις οποίες δεν αμφισβητεί κανείς στα σοβαρά, έρχονται τώρα και οι «πίσω πόρτες» να ρίξουν την σκιά τους στο φαινόμενο, που ο γράφων απελπιστικά μόνος, θεωρεί την κύρια αιτία της πολυσύνθετης κρίσης που διέρχεται η χώρα, αλλά και το βασικό αίτιο της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας των πολιτών να αντιδράσουν αποτελεσματικά ενώπιον του κινδύνου καταστροφής της χώρας και εξαθλίωσης της κοινωνίας. Αλήθεια, γιατί ο Γ. Παπανδρέου ζήτησε να πάνε από την πίσω πόρτα και όχι από την μπροστινή, από την οποία παρελαύνουν καμαρωτά-καμαρωτά όλοι οι εκπρόσωποι της διαπλοκής; Το περίεργο, στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας, δεν είναι η συναλλαγή πολιτικής εξουσίας με τους βαρόνους (νταβάδες) των ΜΜΕ και όχι μόνον, αλλά ότι χρησιμοποιήθηκε η πίσω πόρτα! Γιατί η πίσω πόρτα, την στιγμή που τα πορτοπαράθυρα της διαπλοκής είναι ανοιχτά; Μήπως για να μην συναντηθούν οι βαρόνοι με κάποιους άλλους που έβγαιναν από την κύρια είσοδο, ή μήπως παρεξηγηθεί εκείνος που αρνήθηκε την πρόσκληση διότι είχε πικραθεί από την στάση του κ. Παπανδρέου λίγο νωρίτερα; Σημασία έχει ότι ο κ. Ψυχάρης συνδέει την διαπλοκή με την «πίσω πόρτα» για να λάβει αυτή συνωμοτικές διαστάσεις, ενώ στην πραγματικότητα τούτη έχει εδώ και χρόνια υπερβεί τα όρια της συνωμοσίας. Είναι το καθεστώς της Ελλάδας.
Όταν κάποιος ορίζει τον εαυτό του ως αντικαθεστωτικό στην Ελλάδα, πρωτίστως οφείλει να τον ορίζει ως μαχητή εναντίον της διαπλοκής. Δεν γίνεται, όσο κι αν προφασίζεσαι ότι αγωνίζεσαι για τα λαϊκά συμφέροντα, να θεωρείσαι αντικαθεστωτικός, την στιγμή που είτε συνδέεσαι με διαπλεκόμενα συμφέροντα, είτε αποτελείς πολιτικό προϊόν τους, ή απλώς δείχνεις να μην δίνεις ιδιαίτερη σημασία στην πρακτική τους. Εάν είσαι στοιχείο της διαπλοκής, τότε αντηχεί μάλλον ως φάρσα η σύνδεση της αναφερόμενης αντικαθεστωτικής σου ταυτότητας με την αντικαπιταλιστική ιδεολογία. Αυτό είναι κρίσιμο να το ξεκαθαρίσουμε τούτη την περίοδο, όπου η παραπλάνηση του λαού έχει γίνει κανόνας από εκείνους που επιχειρούν άμεσα ή έμμεσα να μην θιγεί η πολιτική δομή του καθεστώτος, που δεν είναι άλλη από την διαπλοκή. Ο πιο εύκολος τρόπος για να μην θιγεί αυτή η δομή είναι η περιστασιολογία, το κουτσομπολιό και οι ψευδοκαταγγελίες επιμέρους σκανδάλων, που σε επιλεγμένες περιπτώσεις έρχονται προς διερεύνηση στην βουλή, απλώς για να διασκεδαστεί το φαινόμενο που τα παράγει: οι διαπλεκόμενες σχέσεις.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα δεν έχει καμία απολύτως πιθανότητα να μεταβληθεί, έτσι ώστε η χώρα μέσω της κρίσης να καταλήξει σε ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο, που θα προνοεί για τον εκδημοκρατισμό και την αναδιοργάνωση παραγωγής και διοίκησης, εάν προηγουμένως δεν καταστραφεί η δομή της διαπλοκής. Δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να επισυμβεί, όπως αντιλαμβάνεστε, στο πλαίσιο λειτουργίας της πλειονότητας του υφιστάμενου πολιτικού προσωπικού και της γενικότερης πολιτειακής οργάνωσης. Το βάθος του διαχρονικού σκανδάλου της τρομερής λαθρεμπορίας πετρελαίου δείχνει εμφατικά την εμπλοκή όλων των οργάνων του κράτους σε ένα σύστημα που όχι απλώς παράγει άνομο πλούτο, αλλά κυρίως συστήνει μία μορφή οικονομικής συμπεριφοράς που ορίζει λάθρες κοινωνικές σχέσεις. Οι τελευταίες είναι αυτές ακριβώς που αναπαράγουν την διαπλοκή και καθορίζουν την αντιδημοκρατική αλληλεξάρτηση των τριών θεσμοθετημένων, αλλά ποτέ ανεξαρτητοποιημένων εξουσιών, με την κοινωνία των πολιτών και μεγαλοεπιχειρηματικά οικονομικά συμφέροντα, τα οποία ασφαλώς ελέγχουν την διαμόρφωση της κοινής γνώμης.
Προφανώς, αποτελεί μάλλον άλλου τύπου ψευδαίσθηση και παραπλάνηση να θεωρήσει κανείς ότι τα πορτοπαράθυρα της διαπλοκής θα κλείσουν με την παρέμβαση της τρόικας ή οποιουδήποτε ξένου παράγοντα. Και μόνον ότι σκέφτεται κάποιος έτσι, δείχνει τον βαθμό που η διαπλοκή καθορίζει τον σημειολογικό κώδικα της πολιτικής του στάσης. Δυστυχώς για όλους μας, η διαπλοκή αντιμετωπίζεται μόνον με επανάσταση ή με απόφαση της ευρύτερης αριστεράς (διαπλεκόμενης και μη) και των γνήσια προοδευτικών ανθρώπων στην χώρα μας να συμπράξουν πολιτικά, προσφέροντας ένα κυβερνητικό πρόγραμμα ριζοσπαστικού δημοκρατικού μετασχηματισμού, που θα προνοεί κατ’ αρχήν για την θεσμική κάθαρση. Εννοώντας τους θεσμούς με την πραγματική κοινωνιολογική τους απεικόνιση και όχι με αυτήν που εμφανίζεται να περιγράφεται από τους κανόνες δικαίου, τους οποίους εδώ και χρόνια έχει εξευτελίσει η διαπλεκόμενη λειτουργία. Φίλοι, στην χώρα δεν απαιτείται θεσμικός εκσυγχρονισμός (μεταρρύθμιση), καθώς και μεταρρυθμιζόμενη η διαπλοκή, διαπλοκή θα παραμείνει και μάλιστα νομιμοποιημένη.
Έχουμε ανάγκη να μεταβάλουμε ολόκληρο το θεσμικό οικοδόμημα που ορίζει την πολιτεία και την οικονομία και κυρίως να εκδημοκρατικοποιήσουμε τους κοινωνικοποιητικούς μηχανισμούς που ορίζουν εν τέλει την πολιτική φύση των θεσμών. Αυτό ασφαλώς δεν γίνεται από την μια μέρα στην άλλη, αλλά απαιτείται πολύς χρόνος και μία εντελώς διαφορετική κουλτούρα που δεν παράγεται με έναν αφηρημένο ιδεολογικά τρόπο (δόγμα). Χρειάζεται να κατανοήσουμε όλοι την ανάγκη να υπερβούμε τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το συμφέρον μας και να συνδέσουμε την πρόοδο της χώρας με μία διαφορετική, μη-ατομικιστική φαντασίωση του κοινωνικού μας εαυτού. Τούτο είναι που προσδίδει σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά σε έναν νέο εθνικισμό (δημοκρατικό αυτή την φορά), ο οποίος είναι απαραίτητος για την υπέρβαση της σημερινής κρίσης, προτού αυτή καταστρέψει κάθε πιθανότητα δημοκρατικής ανασυγκρότησης του κράτους.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.