«Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩ» του Philipp Bagus master της οικονομίας του Universidad Rey Juan Carlos της Μαδρίτης.
«Η θυσία του γερμανικού μάρκου ήταν η απόλυτη ικανοποίηση της γερμανικής πολιτικής ελίτ και άρχουσας τάξης.
Όπως είχε επισημάνει ο Hans-Hermann Hoppe, στις κοινωνίες μας υπάρχει μια άρχουσα τάξη (διευθυντήριο), που χρησιμοποιεί το κράτος, ως μέσο για την εκμετάλλευση του υπόλοιπου πληθυσμού.
Το κράτος κατέχει το μονοπώλιο του καταναγκασμού και λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις στις συγκρούσεις σε μια δεδομένη περιοχή. Έχει την εξουσία να επιβάλει φόρους και να παρεμβαίνει κατά την κρίση του.
Η άρχουσα τάξη, εκμεταλλεύεται, δρα παρασιτικά, μη παραγωγικά, και έχει μια
ισχυρή ταξική συνείδηση. Χρειάζεται μια ιδεολογία για να δικαιολογεί τις πράξεις της και να αποτρέπει τις εξεγέρσεις της εκμεταλλευόμενης τάξης.
Η εκμεταλλευόμενη τάξη αποτελεί την πλειοψηφία, παράγει πλούτο, έχει κατηχηθεί στην υποταγή προς την άρχουσα τάξη, και δεν έχει καμία ιδιαίτερη ταξική συνείδηση.»
«Οι πτωχεύσεις κυρίαρχων κρατών μπορούν να ρίξουν μαζί τους και τις κυβερνήσεις. Με λίγα λόγια, η εισαγωγή του ευρώ δεν πραγματοποιήθηκε για το ιδανικό της ελευθερίας και της ειρήνης. Αντιθέτως, το ευρώ δεν ήταν απαραίτητο για την ελευθερία και την ειρήνη. Στην πραγματικότητα, το ευρώ έφερε συγκρούσεις. Η εισαγωγή του είχε να κάνει αποκλειστικά με τη δύναμη και το χρήμα.»
● Από το 5Ο κεφάλαιο: ΓΙΑΤΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕ ΤΟ ΜΑΡΚΟ
Αν το ευρώ δημιουργεί τόσα πολλά προβλήματα στη Γερμανία, πως είναι δυνατόν αυτή να συμφώνησε με την εισαγωγή του; Η αλήθεια είναι πως η πλειοψηφία του πληθυσμού ήθελε να διατηρήσει το μάρκο ( κάποιες δημοσκοπήσεις έδειχναν πως μέχρι και το εβδομήντα τοις εκατό των Γερμανών ήθελαν να κρατήσουν το μάρκο). Γιατί οι πολιτικοί δεν προσχώρησαν στη γνώμη της πλειοψηφίας;
Η πιο εύκολη εξήγηση είναι ότι, η γερμανική κυβέρνηση θυσίασε το μάρκο για να ανοίξει ο δρόμος για την επανένωση το 1990. Αφού έπεσε το Τείχος, αμέσως μετά ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την ενοποίηση, σε αυτές συμμετέχουν εκπρόσωποι από τις δύο Γερμανίες και τους νικητές συμμάχους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Σοβιετική Ένωση.
Η Γερμανία εξακολουθούσε να υπόκειται σε ξένη κυριαρχία. Δεν είχε υπογραφεί κάποια συνθήκη ειρήνης μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Συμφωνία του Potsdam του Αυγούστου, 1945, προέβλεπε ότι κάποια συνθήκη ειρήνης θα υπογράφονταν όταν εγκαθιδρύονταν η κατάλληλη κυβέρνηση. Αλλά τέτοια συνθήκη δεν υπογράφτηκε ποτέ. Η Γερμανία δεν απολάμβανε πλήρη κυριαρχία διότι οι σύμμαχοι είχαν ειδικά δικαιώματα ελέγχου έως την υπογραφή της συμφωνίας «Δύο Συν Τέσσερα» το 1991.
Το 1990, η Σοβιετική Ένωση είχε ακόμη στρατεύματα παρατεταγμένα στην Ανατολική Γερμανία, ενώ οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία είχε στρατεύματα στο Δυτικό τμήμα. Και οι τέσσερις κατοχικές δυνάμεις είχαν πυρηνικά όπλα και ήταν πολύ ανώτερες στρατιωτικά από τη Γερμανία. Χωρίς την έγκριση αυτών των τεσσάρων δυνάμεων, μια ενοποίηση της Γερμανίας δε θα ήταν δυνατή.
Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Βρετανίας συγκεκριμένα φοβόντουσαν τη δύναμη μιας ενωμένης Γερμανίας, η οποία θα μπορούσε εύκολα να απαιτήσει τη θέση της στη δομή της εξουσίας της Ευρώπης: είναι η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα, η ισχυρότερη οικονομικά, και βρίσκεται στη στρατηγική καρδιά της Ευρώπης.
Για να αναχαιτιστεί αυτή η δύναμη, η Συμφωνία «Δύο Συν Τέσσερα», ή Συνθήκη για την Τελική Ρύθμιση όσον αφορά τη Γερμανία, διευκρίνισε ότι η γερμανική κυβέρνηση έπρεπε να παραιτηθεί όλων των διεκδικήσεών επί των εδαφών που έχασε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Επιπλέον, η Γερμανία έπρεπε να πληρώσει είκοσι ένα δισεκατομμύρια γερμανικά μάρκα στη Σοβιετική Ένωση για να αποσύρει τα στρατεύματά της από το Ανατολικό τμήμα. Η γερμανική κυβέρνηση έπρεπε να μειώσει το μέγεθος του στρατού της και να ανανεώσει την παραίτησή της από την κατοχή ή έλεγχο πάνω σε πυρηνικά, βιολογικά και χημικά όπλα.
Πολύ πιο τρομαχτική από το γερμανικό στρατό, που αποτελούνταν κυρίως από πεζικό, προορισμένο στο να επιβραδύνει μια πιθανή σοβιετική επίθεση κατά του ΝΑΤΟ — ήταν η Bundesbank.
Η Bundesbank επανειλημμένα ανάγκαζε άλλα έθνη να περιορίζουν το τύπωμα χρήματος ή να αναθεωρήσουν τις συναλλαγματικές τους ισοτιμίες. Όσο και να μοιάζει απίθανο, φαίνεται πως η Γερμανία αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το μάρκο και τη νομισματική της επικυριαρχία με αντάλλαγμα την ενοποίηση.
Ο Πρώην Πρόεδρος της Γερμανίας, Richard von Weizsacker, υποστήριξε ότι το ευρώ θα ήταν «τίποτε παραπάνω από το κόστος της επανένωσης». Ο πρώην υπουργός εξωτερικών Hans-Dietrich Genscher δήλωσε μετά την εισαγωγή του ευρώ ότι, τα γεγονότα αποτελούσαν την εκπλήρωση των υποσχέσεων που έκανε ο ίδιος κατά τη διαδικασία της γερμανικής ενοποίησης.
Ο Kohl θεώρησε το ευρώ ως θέμα ειρήνης και πολέμου. Μετά την επανένωση, ο Kohl θέλησε να κατασκευάσει μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη γύρω από τη Γαλλία και τη Γερμανία.
Ο Kohl επιθυμούσε να κερδίσει θέση στο βιβλίο της ιστορίας, ως ο οικοδόμος της επανένωσης της Γερμανίας, και της πολιτικής ένωσης στην Ευρώπη. Για να πετύχει, χρειάζονταν τη συνεργασία του Γάλλου πρωθυπουργού, Mitterrand.
Ο Francois Mitterrand και η Margaret Thatcher είχαν τρομοκρατηθεί από την ιδέα μιας ενωμένης, «ισχυρής» Γερμανίας. Η Γερμανία έπρεπε να χάσει το πιο δυνατό της όπλο. Οι γείτονες ανησυχούσαν για ανανέωση της γερμανικής επιθετικότητας. Η νομισματική ένωση ήταν η λύση σε αυτή την απειλή, όπως είπε ο Mitterrand στη Thatcher μετά την ενοποίηση της Γερμανίας: «Δίχως ένα ενιαίο νόμισμα είμαστε όλοι, και εσείς και εμείς, κάτω από γερμανικό έλεγχο. Όταν αυξάνουν τα επιτόκιά τους, θα πρέπει να ακολουθούμε και να κάνετε και εσείς το ίδιο, παρόλο που δε συμμετέχετε στο νομισματικό μας σύστημα. Μπορούμε να συμμετάσχουμε μόνο εάν υπάρχει μια Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όπου θα αποφασίζουμε μαζί.»
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Η Γαλλία ήταν στρατιωτικά και πολιτικά το πιο ισχυρό έθνος στην ευρωπαϊκή ήπειρο
μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ηγέτες της Γαλλίας χρησιμοποίησαν το γεγονός αυτό, για να αποκτήσουν επιρροή πάνω στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και για να μειώσουν την πολιτική επιρροή του αιωνίου τους αντιπάλου, της Γερμανίας. Η Γαλλία εκπροσωπείται στην ΕΕ δυσανάλογα με το μέγεθός της, τον πληθυσμό της και το ΑΕΠ της σε σύγκριση με τη Γερμανία. Η γαλλική κυβέρνηση ήθελε πάντα να απαλλαγεί από την επιρροή της Bundesbank. Το ενιαίο νόμισμα θεωρήθηκε ως ευκαιρία για να ενισχύσει τη θέση της και να οδηγήσει την Ευρώπη προς την προοπτική μιας αυτοκρατορίας με επικεφαλή τη γαλλική άρχουσα τάξη.
Η κεντρική τράπεζα της Γαλλίας βρίσκονταν κάτω από τον άμεσο έλεγχο της κυβέρνησης μέχρι το 1993 και είχε χρησιμοποιηθεί ως μέσο για να χρηματοδοτούνται οι κυβερνητικές σπατάλες. Η Bundesbank ήταν ένα εμπόδιο σε αυτές τις προσπάθειες. Η Bundesbank έβαζε ένα φρένο στο γαλλικό πληθωρισμό. Το γερμανικό μάρκο ήταν, κατά μια έννοια, το νέο πρότυπο στον απόηχο του χρυσού.
Ο Mitterrand σχολίασε στο Συμβούλιο των Υπουργών το 1988: «η Γερμανία είναι ένα μεγάλο κράτος, αποκλεισμένη από ορισμένα χαρακτηριστικά της εθνικής κυριαρχίας, απολαμβάνει ένα μειωμένο διπλωματικό καθεστώς. Η Γερμανία αντισταθμίζει την αδυναμία της αυτή, μέσω της οικονομικής της δύναμης. Το γερμανικό μάρκο είναι κατά κάποιο τρόπο η πυρηνική της δύναμη.»
Ο Mitterrand, πρόεδρος της Γαλλίας από το 1981 ως το 1995, δεν καλοέβλεπε τη Γερμανία από τα νιάτα του και απεχθάνονταν τον καπιταλισμό. Ο Γάλλος πατριώτης ήταν ένας φανατικός υπέρμαχος του σοσιαλιστικού οράματος της Ευρώπης και στόχευε την πολιτική του προς την προάσπιση της Γαλλίας απέναντι στην οικονομική υπεροχή του ανατολικού της γείτονα. Η υπεροχή της Γερμανίας βασίζονταν στο νόμισμα.
Η πρόθεση του Mitterrand ήταν να χρησιμοποιήσει τη νομισματική δύναμη της Γερμανίας προς όφελος της γαλλικής κυβέρνησης. Η γαλλική κυβέρνηση θα μπορούσε να δώσει στη Γερμανία εγγυήσεις ασφαλείας, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή της στη γερμανική νομισματική δύναμη. Όταν μιλούσε για γαλλικές ατομικές βόμβες μικρής εμβέλειας που θα μπορούσαν να εκραγούν μόνο στη Γερμανία κατά το τέλος της δεκαετίας του 1980, ο τότε σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Mitterrand, Jacques Attali, προς έκπληξη των γερμανών διαπραγματευτών, αναφέρθηκε σε μια γερμανική ατομική βόμβα: το μάρκο.
Η γαλλική κυβέρνηση προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική της δύναμη για να κερδίσει νομισματικές υποχωρήσεις.
Με αντάλλαγμα την ενοποίηση της Γερμανίας, οι αντίπαλοι του γερμανικού μάρκου μπορούσαν να πιέσουν τη γερμανική κυβέρνηση να το εγκαταλείψει.
Πρώτα ο Mitterrand ήθελε να αποτρέψει τη γερμανική ενοποίηση ολοκληρωτικά: «Δε χρειάζεται να κάνω κάτι για να τη σταματήσω – οι σοβιετικοί θα το κάνουν αυτό για μένα. Δε θα επιτρέψουν ποτέ αυτήν τη μεγαλύτερη Γερμανία ακριβώς απέναντί τους.» Όταν η Σοβιετική Ένωση δεν το σταμάτησε, ο Mitterrand άδραξε την ευκαιρία και είδε τον Kohl ως ένα σύμμαχο για το ευρώ. Φοβήθηκε πως αν παραιτούνταν ο Kohl, η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να απειλήσει την ειρήνη στην Ευρώπη για μια ακόμη φορά. Και οι δύο πολιτικοί θεώρησαν το ενιαίο νόμισμα ως το μέσο για την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής πολιτικής ισορροπίας μετά την επανένωση. Γενικά, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί πίστευαν ότι μια νομισματική ένωση θα ήλεγχε την ανερχόμενη δύναμη της ενωμένης Γερμανίας. Ο Giscard d’ Estaing υποστήριξε ότι μια αποτυχία της νομισματικής ένωσης θα οδηγούσε σε μια γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη.
Οι εντάσεις οξύνθηκαν όταν ο Kohl δεν αναγνώρισε τα σύνορα της ενοποιημένης
Γερμανίας και της Πολωνίας, η οποία είχε αποκτήσει σημαντικό έδαφος από τη Γερμανία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Mitterrand απαίτησε ένα ενιαίο νόμισμα, φοβούμενος πως σε άλλη περίπτωση ο κόσμος θα επέστρεφε στην κατάσταση του1913. Ως απάντηση σε αυτήν την τεράστια απειλή και στην διαφαινόμενη απομόνωση μεταξύ της συμμαχίας της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Σοβιετικής Ένωσης, ο Kohl συμφώνησε να ορίσει μια ημερομηνία για μια διάσκεψη σχετικά με το ενιαίο νόμισμα στο δεύτερο μισό του 1990. Δήλωσε μάλιστα πως το ενιαίο νόμισμα θα είναι ζήτημα ειρήνης και πολέμου. Η συμφωνία του Kohl σε ένα σχέδιο προς την εισαγωγή ενός ενιαίου νομίσματος τελικά κατεύνασε το φόβο της Γαλλίας για μια ενωμένη Γερμανία.
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΑΡΧΟΥΣΑ ΤΑΞΗ
Η θυσία του γερμανικού μάρκου ήταν η απόλυτη ικανοποίηση της γερμανικής πολιτικής ελίτ και άρχουσας τάξης. Όπως είχε επισημάνει ο Hans-Hermann Hoppe, στις κοινωνίες μας υπάρχει μια άρχουσα τάξη (διευθυντήριο), που χρησιμοποιεί το κράτος, ως μέσο για την εκμετάλλευση του υπόλοιπου πληθυσμού. Το κράτος κατέχει το μονοπώλιο του καταναγκασμού και λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις στις συγκρούσεις σε μια δεδομένη περιοχή. Έχει την εξουσία να επιβάλει φόρους και να παρεμβαίνει κατά την κρίση του.
Η άρχουσα τάξη εκμεταλλεύεται, δρα παρασιτικά, μη παραγωγικά, και έχει μια
ισχυρή ταξική συνείδηση. Χρειάζεται μια ιδεολογία για να δικαιολογεί τις πράξεις της και να αποτρέπει την εξέγερση της εκμεταλλευόμενης τάξης.
Η εκμεταλλευόμενη τάξη αποτελεί την πλειοψηφία, παράγει πλούτο, έχει κατηχηθεί στην υποταγή προς την άρχουσα τάξη, και δεν έχει καμία ιδιαίτερη ταξική συνείδηση.
Κάθε κράτος έχει τη δικιά του άρχουσα τάξη και συνδεόμενες ομάδες συμφερόντων που ασκούν πιέσεις. Να γιατί, η άρχουσα τάξη στη Γερμανία και η άρχουσα τάξη στη Γαλλία, μπορεί να έχουν περισσότερα κοινά από ό,τι η γερμανική άρχουσα τάξη και η εκμεταλλευόμενη τάξη στη Γερμανία. Επί της ουσίας, η Γερμανική άρχουσα τάξη και η εκμεταλλευόμενη τάξη στην Γερμανία, έχουν απολύτως αντίθετα συμφέροντα. Ενώ αντιθέτως υπάρχουν πολλοί τομείς, στους οποίους η γαλλική και η γερμανική άρχουσα τάξη, όχι μόνο δεν είναι ανταγωνιστές, αλλά πραγματικά να απολαμβάνουν την συνεργασία μεταξύ τους.
Και οι δύο άρχουσες τάξεις θέλουν εξουσία, θέλουν να επεκτείνουν τη δύναμή τους έναντι των πολιτών τους, θέλουν μια κυρίαρχη ιδεολογία που να εξυπηρετεί να συντηρεί την εξουσία του κράτους.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί η γερμανική άρχουσα τάξη, δηλαδή οι πολιτικοί, οι τράπεζες, και οι επιχειρήσεις που συνδέονταν με αυτές– κυρίως εξαγωγείς – ευνοούσαν την εισαγωγή του ευρώ. Υπήρχαν πολλοί τρόποι που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από το ενιαίο νόμισμα:
1. Η άρχουσα τάξη κατά πάσα πιθανότητα δε λυπήθηκε που απαλλάχτηκε από την πολύ συντηρητική Bundesbank. Η Bundesbank είχε ενεργήσει πολλές φορές ενάντια στα συμφέροντα και τους ισχυρισμούς των πολιτικών.
2. Ορισμένες γερμανικές ομάδες συμφερόντων στήριξαν, για να κάνουν κέρδη
για τους εαυτούς τους. Πράγματι, η εισαγωγή του ευρώ έσωσε το ευρωπαϊκό σχέδιο του συγκεντρωτισμού της κρατικής εξουσίας. Η εναρμόνιση των κανόνων εργασίας ωφέλησε τους Γερμανούς συνδικαλιστές εργαζόμενους. Τα υψηλά πρότυπα εργασίας στη Γερμανία ήταν εφικτά λόγω της υψηλής παραγωγικότητας των Γερμανών εργατών. Οι εργάτες σε άλλες χώρες όπως η Πορτογαλία ή η Ελλάδα, μειονεκτούν. Για να ανταγωνιστεί με το Γερμανό εργάτη, ο Πορτογάλος χρειάζονταν χαμηλότερα πρότυπα εργασίας, που μείωναν το κόστος της δουλειάς του. Η εναρμόνιση περιβαλλοντικών προτύπων επίσης ωφέλησε τις γερμανικές εταιρίες επειδή ήταν ήδη οι πιο αποτελεσματικές περιβαλλοντολογικά. Οι ανταγωνιστικές εταιρίες από άλλες χώρες με χαμηλότερα πρότυπα έπρεπε να υιοθετήσουν αυτά τα πιο ακριβά πρότυπα. Οι γερμανικές εταιρίες πρωτοστατούσαν στις περιβαλλοντικές και άλλες τεχνολογίες και κέρδιζαν από αυτή τη ρύθμιση. Η επιβολή των γερμανικών τεχνολογικών προτύπων στην ΕΕ, έδωσε στους Γερμανούς εξαγωγείς ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
3. Οι Γερμανοί εξαγωγείς ωφελήθηκαν από το πληθωριστικό ευρώ με διπλό τρόπο. Οι άλλες χώρες της ευρωζώνης δε μπορούσαν πλέον να υποτιμούν το νόμισμά τους για να κερδίζουν την ανταγωνιστικότητα. Στην πραγματικότητα, οι κρίσεις νομίσματος και οι ξαφνικές υποτιμήσεις είχαν θέσει σε κίνδυνο τους Γερμανούς εξαγωγείς. Μια νομισματική κρίση επίσης έθετε την κοινή αγορά σε κίνδυνο. Με ένα ενιαίο νόμισμα, η υποτίμηση δε θα ήταν πλέον δυνατή. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Romano Prodi χρησιμοποίησε αυτό το επιχείρημα για να πείσει τους Γερμανούς πολιτικούς να επιτρέψουν στην υπερχρεωμένη Ιταλία να ενταχθεί στη νομισματική ένωση: «Υποστηρίξτε την ένταξή μας και θα αγοράζουμε τις εξαγωγές σας.»
4. Η γερμανική πολιτική τάξη ήθελε να αποφύγει την πολιτική και οικονομική κατάρρευση. Πολλές χώρες της Ευρώπης βρίσκονταν στο χείλος της χρεοκοπίας στη δεκαετία του 1990. Καθώς η άρχουσα τάξη δεν ήθελε να χάσει δύναμη, ήταν πρόθυμη να δώσει μερικό έλεγχο του νομισματοκοπείου με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους. Οι χώρες με μικρότερο χρέος όπως η Γερμανία, θα διασφάλιζαν την εμπιστοσύνη των πιστωτών έτσι ώστε το συνολικό μέγεθος του ευρωπαϊκού χρέους θα μπορούσε να συντηρηθεί ή ακόμα και να επεκταθεί. Αυτό σίγουρα εξηγεί το ενδιαφέρον των υπερχρεωμένων χωρών, που βρίσκονταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
ΑΛΛΑ ΓΙΑΤΊ ΝΑ ΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΟ ΡΟΛΟ ΤΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ;
Η χρεοκοπία των ευρωπαϊκών κρατών, κάτι που θα είχε αρνητικές συνέπειες για τη γερμανική άρχουσα τάξη, μπορούσε να αποτραπεί, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα. Η κατάρρευση ενός ή περισσότερων χωρών θα οδηγούσε σε ύφεση. Λόγω του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας στην Ευρώπη, μια ύφεση θα χτυπούσε τους μεγάλους εξαγωγείς και τις καταξιωμένες εταιρίες ακόμη και στη Γερμανία. Τα φορολογικά έσοδα θα έπεφταν, και η στήριξη του πληθυσμού θα μειωνόταν.
Επιπλέον, η χρεοκοπία μιας χώρας πιθανότατα θα επηρέαζε αρνητικά το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, και θα είχε μια επίδραση «ντόμινο» σε τράπεζες σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβάνοντας και τη Γερμανία. Η συνδεσιμότητα του διεθνούς οικονομικού συστήματος θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάρρευση των γερμανικών τραπεζών, στενών σύμμαχων της γερμανικής άρχουσας τάξης, και ισχυρών υποστηρικτών του ενιαίου νομίσματος.
Οι πτωχεύσεις κυρίαρχων κρατών μπορούν να ρίξουν μαζί τους και τις κυβερνήσεις. Με λίγα λόγια, η εισαγωγή του ευρώ δεν πραγματοποιήθηκε για το ιδανικό της ελευθερίας και της ειρήνης. Αντιθέτως, το ευρώ δεν ήταν απαραίτητο για την ελευθερία και την ειρήνη. Στην πραγματικότητα, το ευρώ έφερε συγκρούσεις.
Η εισαγωγή του είχε να κάνει αποκλειστικά με τη δύναμη και το χρήμα.
● Από το 6Ο κεφάλαιο: ΤΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ Ε.Κ.Τ.
Ας ρίξουμε για μια στιγμή την προσοχή μας στην ακαταμάχητη εξουσία που ασκεί η ΕΚΤ στη ζωή των ανθρώπων της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Κανένας οργανισμός δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει στα χέρια του παρόμοια εξουσία σε μια ελεύθερη κοινωνία. Αν και η τεράστια συγκέντρωση εξουσίας της σοβιετικής περιόδου πλέον ανήκει στο παρελθόν, η ΕΚΤ εξακολουθεί να ασκεί καθολικό έλεγχο στη νομισματική σφαίρα, αυτή έχει τη δύναμη να δημιουργεί χρήμα και κατά συνέπεια να ορίζει τη μοίρα της κοινωνίας.
Φανταστείτε να είχατε τη δύναμη που έχει η ΕΚΤ. Είστε ο μοναδικός άνθρωπος που παράγει χρήμα, ας πούμε ότι μπορείτε απλά να τυπώσετε το χρήμα στον υπολογιστή σας ή πιο απλά ότι μπορείτε να διαχειριστείτε τον τραπεζικό σας λογαριασμό διαδικτυακά και να προσθέσετε όποιο ποσό θέλετε σε αυτόν. Όλοι αναγκάζονται να δεχτούν τα χρήματα που παράγετε. Η εξουσία σας είναι συγκρίσιμη με αυτή του διαβόητου δαχτυλιδιού του Tolkien. Θα τη χρησιμοποιούσατε αυτήν τη δύναμη; Ο πειρασμός είναι σχεδόν ακατανίκητος. Μπορεί πραγματικά, να προσπαθήσετε να τη χρησιμοποιήσετε για το καλό. Το αποτέλεσμα όμως θα ήταν μια μόνιμη ροή αγαθών και υπηρεσιών προς εσάς, την οικογένειά σας, τους φίλους σας, ως αντάλλαγμα για τα χρήματα που μόλις δημιουργήσατε. Αυτό θα οδηγούσε σε μια τάση για αύξηση των τιμών. Αν θέλατε να αγοράσετε μία BMW, θα δημιουργούσατε καινούρια χρήματα. Βεβαίως θα μπορούσατε να κάνετε καλύτερη προσφορά από αυτόν που θα ήθελε επίσης να αγοράσει το αυτοκίνητο. Οι τιμές ανεβαίνουν. Έτσι εσείς αγοράζετε την BMW και όχι ο άλλος. Ο έμπορος αυτοκινήτων μπορεί τώρα να χρησιμοποιήσει τα επιπλέον χρήματα για να αγοράσει ένα παλτό στη γυναίκα του, ανεβάζοντας τις τιμές των παλτών. Το εισόδημα του παραγωγού παλτών είναι τώρα υψηλότερο και ξεκινά να ξοδεύει. Σταδιακά, τα νέα χρήματα επεκτείνονται μέσα στην οικονομία, ανεβάζοντας τις τιμές και αλλάζοντας τη ροή των αγαθών και υπηρεσιών προς όφελος των πρώτων ληπτών του νέου χρήματος.
Παρόλο που ο πειρασμός της χρήση αυτής της δύναμης του νομισματοκοπείου είναι
θεωρητικά ακατανίκητος, πρέπει να προσέχετε μην το παρακάνετε για διάφορους λόγους. Οι άνθρωποι μπορεί να αρχίσουν να αντιστέκονται και να προσπαθήσουν να καταστρέψουν τη δύναμή σας, όταν δουν πως εσείς απλώς τυπώνετε χρήμα και γινόσαστε πλουσιότερος καθώς αυτοί γίνονται φτωχότεροι, μπορεί να εξεγερθούν. Πριν φτάσετε σε αυτό το σημείο μπορεί να θελήσετε να περιορίσετε την παραγωγή χρήματος. Αλλά υπάρχουν και άλλα μέσα για να αραιώσετε αυτήν την πηγή αναταραχής και αντίστασης. Θα μπορούσατε να αναπτύξετε μια στρατηγική που κρύβει τη δημιουργία χρήματος και δημιουργεί αντιπερισπασμό. Μπορείτε να μεταφέρετε τα καινούρια κεφάλαια με διάφορους τρόπους μέσα σε ένα πολύπλοκο σύστημα του οποίου οι μηχανισμοί είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητοί. (Θα δούμε σε λίγο πως το κάνει αυτό η ΕΚΤ.) Μπορείτε επίσης να προσπαθήσετε να πείσετε τους ανθρώπους ότι αυτή η δομή είναι καλή για αυτούς. Μπορείτε να ισχυριστείτε ότι αυτό που κάνετε θα σταθεροποιήσει τις τιμές, ή ότι ανιδιοτελώς προσπαθείτε να τονώσετε την απασχόληση. (Αυτοί είναι, παρεμπίπτοντος, οι επίσημοι στόχοι της ΕΚΤ.)
Οι άνθρωποι μπορεί πραγματικά να αρχίσουν να σας συμπαθούν και να υποστηρίζουν ότι χωρίς εσάς, το οικονομικό σύστημα θα καταρρεύσει. Επικεντρώστε την επιχειρηματολογία σας, σε κάποια σημαντική συνέπεια της δημιουργίας χρήματος, και όχι στη δημιουργία χρήματος καθεαυτού: πείτε πως ελέγχετε τα επιτόκια για το όφελος της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, δώστε έμφαση στην επίδραση των πολιτικών σας (αλλαγές των επιτοκίων, για παράδειγμα) και όχι στο τι κάνετε για να καθορίσετε τα επιτόκια (παραγωγή χρήματος). Υποστηρίξτε ότι μειώνετε τα επιτόκια για να γίνουν εφικτές οι περισσότερες επενδύσεις και η αύξηση της απασχόλησης. Χρησιμοποιείστε αλληγορία: η παραγωγή χρήματος είναι το απαραίτητο λιπαντικό για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας. Αναπτύξτε θεωρίες που να υποστηρίζουν το σύστημά σας. Προσλάβετε οικονομολόγους για να σας υποστηρίξουν και να αναπτύξουν τις αντίστοιχες οικονομικές θεωρίες, ακόμα και αν οι υπερβολές τους (πτήσεις, αυτοκίνητα και πάρτι) σας κοστίσουν λίγα ακόμη (καινούρια) δολάρια (ή ευρώ). Ένα από τα πράγματα που μπορείτε να ισχυριστείτε είναι ότι αυτό που κάνετε είναι απαραίτητο για να αποτραπεί η καταστροφή της
πτώσης των τιμών. Ακόμη ένα είναι ότι το τραπεζικό σύστημα χρειάζεται νέα χρήματα αλλιώς θα καταρρεύσει, με αποκαλυπτικές συνέπειες.
Θα έχετε επιτύχει το σκοπό σας όταν τα θύματα και οι χαμένοι του συστήματος θα αρχίσουν πραγματικά να σκέφτονται πως κάνετε κάτι καλό για αυτούς δημιουργώντας χρήμα.
Τώρα θα πρέπει να είσαστε προσεκτικοί έτσι ώστε να μην διαταράξετε επικίνδυνα την οικονομία με την παραγωγή χρήματος. Δε θέλετε υπερβολικό χάος. Θα θέλετε ακόμη να μπορείτε να αγοράσετε μια BMW και να απολαύσετε κάποια τεχνολογική πρόοδο. Αν οι άνθρωποι σταματήσουν να αποταμιεύουν και να επενδύουν λόγω του πληθωρισμού, η παραγωγή αυτοκινήτων δε θα συνεχιστεί. Αν η αβεβαιότητα αυξηθεί πολύ, θα πρέπει να παραιτηθείτε πολλών πλεονεκτημάτων. Σίγουρα δε θέλετε ούτε υπερπληθωρισμό, αλλά ούτε μια κατάρρευση του οικονομικού συστήματος, πλέον κανείς δε θα θέλει τα φρεσκοτυπωμένα χρήματά σας. Η δύναμή σας θα έχει χαθεί. Όπως αναφέρθηκε πριν, είναι επίσης στο συμφέρον σας να καλύπτετε τα ίχνη σας. Αυτό μπορεί να γίνει με την τοποθέτηση ενός πολύπλοκου οικονομικού συστήματος που είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό. Μπορεί να δώσετε προνόμια σε μερικούς με αντάλλαγμα την αιώνια φιλία τους και τη βοήθειά τους. Το προνόμιο συνίσταται στο να τους επιτραπεί να συμμετάσχουν στο μονοπώλιό σας δίνοντάς τους κάποιο περιθώριο, να επιχειρήσουν στη «βοηθητική» παραγωγή χρήματος. Αυτά τα άτομα, μπορούμε να τα αποκαλέσουμε τραπεζίτες κλασματικών αποθεμάτων, δε μπορούν να τυπώσουν χρήματα οι ίδιοι, άλλα αν κρατούν χρηματικά αποθέματα μαζί σας, θα τους επιτρέπεται να παράγουν υποκατάστατα, καταθέσεις όψεως, για παράδειγμα, πάνω σε αυτά τα αποθέματα.
Οι τραπεζίτες και οι κυβερνήτες.
Οι συνδέσεις μεταξύ των κεντρικών τραπεζιτών, των τραπεζιτών, και της κυβέρνησης
δεν είναι επιφανειακές. Αποτελούν μια επίλεκτη ομάδα που συνεργάζεται στενά. Οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί σπανίως κρίνουν ο ένας τον άλλον. Συχνά δειπνούν και συζητάνε κεντρική τράπεζα αγοράζει, σε μεγάλο βαθμό, κυβερνητικά ομόλογα, χρηματοδοτώντας την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση πληρώνει τόκους πάνω σε αυτά τα ομόλογα, οι οποίοι αυξάνουν τα κέρδη της κεντρικής τράπεζας. Αυτά τα κέρδη της κεντρικής τράπεζας μετά μεταφέρονται στην κυβέρνηση. Όταν τα ομόλογα λήγουν, η κυβέρνηση δε χρειάζεται να πληρώσει ούτε το αρχικό ποσό, επειδή η κεντρική τράπεζα αγοράζει ένα νέο ομόλογο που εξυπηρετεί την πληρωμή του παλιού – το χρέος κάνει κύκλο. Σε χαμηλότερο επίπεδο, είναι το σύστημα franchise σε δράση. Οι τράπεζες έχουν το προνόμιο να δημιουργούν χρήματα. Οι τράπεζες επίσης αγοράζουν κυβερνητικά ομόλογα, ή τα χρησιμοποιούν ως εγγύηση για να λάβουν δάνεια από την κεντρική τράπεζα. Οι τράπεζες όχι μόνο χρηματοδοτούν την κυβέρνηση με τα νέα χρήματα ,ένα πολύ σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων τους είναι να δίνουν δάνεια σε καταναλωτές και επιχειρηματίες. Παρόλα αυτά, το τραπεζικό σύστημα ποτέ δεν προδίδει την κυβέρνηση και χρηματοδοτεί τα χρέη της. Επιβραβεύεται από την κεντρική τράπεζα που αγοράζει τα κυβερνητικά ομόλογα απευθείας από το τραπεζικό σύστημα, ή τα δέχεται ως εγγύηση για νέα δάνεια στο τραπεζικό σύστημα.
Στο τέλος- τέλος, η εικόνα είναι απλή. Ένα νομισματοκοπείο παράγει τεράστιους πειρασμούς: έχοντας τη δυνατότητα να αγοράσει ψήφους ή να εκπληρώσει πολιτικά όνειρα, για παράδειγμα. Χρησιμοποιώντας το νομισματοκοπείο, η αναδιανομή ευνοεί την κυβέρνηση και τους πρώτους λήπτες του νέου χρήματος εις βάρος των υπολοίπων. Το καθεστώς αυτό είναι προνοητικά κρυμμένο από την κυβέρνηση, διαχωρίζοντας θεσμικά τη ροή του χρήματος. Η κεντρική τράπεζα ιδρύεται ως «ανεξάρτητη», αλλά αγοράζει κυβερνητικά ομόλογα και μεταφέρει τα κέρδη πίσω στην κυβέρνηση. Οι τράπεζες, σε ένα σύστημα franchise, συμμετέχουν στα πλεονεκτήματα της παραγωγής χρήματος και με τη σειρά τους βοηθούν στη χρηματοδότηση της κυβέρνησης. Όσο πολύπλοκο και να είναι το σύστημα και οι διασυνδέσεις του, επί της ουσίας δεν είναι τίποτε περισσότερο, από ένα άτομο που τυπώνει χρήμα και το χρησιμοποιεί προς όφελός του.
Ο Philipp Bagus, με πάρα πολύ απλό τρόπο, περιγράφει την ζοφερή κατάσταση που επικρατεί στους κόλπους της Ευρώπης, την δύναμη της αυθαιρεσίας όταν οι κοινωνίες είναι φοβικές και ανέχονται μια επίπλαστη πραγματικότητα να τους απομυζά. Λίγο –πολύ, όλοι αντιλαμβανόμαστε την διαπλοκή, την ένοχη σιωπή ή τον «όρκο της σιωπής», μεταξύ Τραπεζών – Κυβερνήσεων- Επιχειρηματιών, αλλά σπάνια περιγράφονται με τρόπο τόσο πιστικό, κατανοητό και εύληπτο για τον απλό άνθρωπο. Η Ελληνική πραγματικότητα τον δικαιώνει τον συγγραφέα με τρόπο απόλυτο!
Βέροια 13/3/2012 Ουρσουζίδης Ν. Γιώργος
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.