«Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩ»                                                                                             του  Philipp Bagus master της οικονομίας του Universidad Rey Juan Carlos της Μαδρίτης.
    «…Τα οφέλη από το μονοπώλιο  παραγωγής χρήματος καταλήγουν στον παραγωγό τους, δηλαδή τις Κεντρικές Τράπεζες και στα αφεντικά τους - τις κυβερνήσεις. Τα οφέλη για τις κυβερνήσεις είναι ξεκάθαρα. Τους δίνεται έτσι η δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις δαπάνες τους με νέα χρήματα. Το κόστος μεταφέρεται πάνω στους πολίτες, με τη μορφή χαμηλότερης ποιότητας χρήματος και χαμηλότερης αγοραστικής δύναμης.»



«…Η έννοια της «τραγωδίας των κοινών» μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία και σε άλλους τομείς, όπως το πολιτικό σύστημα. Ο Hans-Hermann Hoppe εφάρμοσε την έννοια στη δημοκρατία. Σε μια δημοκρατία η πρόσβαση  στην κυβέρνηση είναι ανοικτή σε όλους. Η κυβέρνηση – κυβερνήτης - αποκτά  πρόσβαση στις ιδιοκτησίες όλης της χώρας , με την βοήθεια της καταναγκαστικής μηχανής που λέγεται κράτος…»
«…Είχε γίνει κατανοητό ότι από τη στιγμή που μια χώρα εισήγαγε το ευρώ, δε θα έφευγε ποτέ από την ΟΝΕ. Το ευρώ πολύ σωστά αντιμετωπίζεται ως πολιτικό σχέδιο, και ένα βήμα προς την πολιτική ενοποίηση. Ο Jacques Delors το έθεσε ωμά το Φεβρουάριο του 1995:  «ΟΝΕ σημαίνει, ότι η Ένωση αναγνωρίζει τα χρέη όλων των κρατών που βρίσκονται στην ΟΝΕ.»
«|…Οι ευρωπαϊκές τράπεζες   αγοράζουν τα ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα (πάντα με πριμοδότηση σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα) και  χρησιμοποιούν τα ομόλογα αυτά, προκειμένου να λάβουν δάνεια με χαμηλότερο επιτόκιο από την ΕΚΤ, ένα τοις εκατό (1%), να  μια εξαιρετικά κερδοφόρα «δουλειά» !!!»





 Από το 8Ο κεφάλαιο:    Η   ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ   ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ   ΕΝΩΣΗ
ΣΑΝ  ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ  ΣΥΣΤΗΜΑ


ΧΑΡΤΙΝΟ  ΧΡΗΜΑ  ΚΑΙ  ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ  ΔΑΠΑΝΕΣ
     Οι εξωτερικές δαπάνες και τα οφέλη που προκύπτουν, είναι αποτέλεσμα των ανεπαρκώς ορισμένων και ανεπαρκώς υπερασπιζόμενων δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας. Ένας ιδιοκτήτης δεν απολαμβάνει το πλήρες όφελος από την εκμετάλλευση της ιδιοκτησίας του. Δεδομένου ότι ο  οικονομικός παράγων (διαχειριστής), δεν είναι πλήρως υπεύθυνος για τις συνέπειες των πράξεών του, δεν λαμβάνει υπόψη του τις συνολικές  συνέπειες των ενεργειών του.
    Ένα παράδειγμα γι αυτά τα (εξωτερικά) οφέλη, μπορεί να είναι ένας ιδιοκτήτης μιας μηλιάς, του οποίου τα δικαιώματα ιδιοκτησίας πάνω στα μήλα που παράγει το δέντρο δεν είναι εξασφαλισμένα. Οι περαστικοί απλά κόβουν όσα μήλα φτάνουν. Αυτή η συμπεριφορά επιτρέπεται από την κυβέρνηση. Ο ιδιοκτήτης της μηλιάς πιθανώς να είχε παραμελήσει το δέντρο, ή ακόμη να το έκοβε για να κάψει το ξύλο του. Όμως σίγουρα, θα είχε ενεργήσει διαφορετικά, αν απολάμβανε κατ΄ αποκλειστικότητα, την παραγωγή του δέντρου του.  
Με παρόμοιο τρόπο ο κάθε ιδιοκτήτης μπορεί να υποστεί κάποιο εξωτερικό κόστος. Το εξωτερικό κόστος (δαπάνη) προκύπτει από την απουσία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Το εξωτερικό κόστος δεν επιβαρύνει τον ιδιοκτήτη, άλλα τους άλλους.   Ένα παράδειγμα εξωτερικού κόστους θα ήταν ένας ιδιοκτήτης  εργοστασίου το οποίο αδειάζει τα λύματά του σε κάποια λίμνη. Αυτή η λίμνη μπορεί να ανήκει σε κάποιον τρίτο, αλλά η κυβέρνηση δεν υπερασπίζεται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας του ιδιοκτήτη της λίμνης, επειδή θεωρεί το εργοστάσιο ουσιαστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη. Σε αυτό το σενάριο ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου δε χρειάζεται να αναλάβει όλο το κόστος παραγωγής των προϊόντων του, αλλά μπορεί να εξωτερικεύσει ένα κομμάτι του προς τους τρίτους, ρίχνοντας τα λύματα στη λίμνη. Εάν όμως, ο ιδιοκτήτης υποχρεώνονταν να πληρώσει για την αποκομιδή τους, πιθανώς θα είχε δράσει διαφορετικά. Μπορεί να παρήγαγε λιγότερο, ή να λειτουργούσε με τρόπο που να αποφεύγει τους ρύπους. Από τη στιγμή που τα δικαιώματα ιδιοκτησίας της λίμνης δεν υπερασπίζονται επαρκώς ή δεν έχουν οριστεί με σαφήνεια (στην περίπτωση της δημοσίας λίμνης), ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου απαλλάσσεται από την ευθύνη για ένα μέρος των δαπανών που του αναλογούν. Σαν συνέπεια αυτού, υπάρχει περισσότερη ρύπανση στην λίμνη, από ότι θα υπήρχε στην αντίθετη περίπτωση.
       Κατά τον 20ο αιώνα, οι κυβερνήσεις απορρόφησαν και μονοπώλησαν την παραγωγή του χρήματος. Ο ιδιωτικός χρυσός με σαφώς καθορισμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας αντικαταστήθηκε με δημόσιο χάρτινο χρήμα. Αυτό το μονοπώλιο χρήματος, από μόνο του, σημαίνει παράβαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Οι κεντρικές τράπεζες μόνο, μπορούσαν να παράγουν χρήματα βάσης, δηλαδή χαρτονομίσματα ή αποθεματικά στην κεντρική τράπεζα. Τα δικαιώματα ιδιοκτησίας επίσης παραβιάζονται διότι το χάρτινο χρήμα είναι και το νόμιμο χρήμα, όλοι είναι υποχρεωμένοι να το δέχονται για πληρωμές δανείων και η κυβέρνηση δέχεται μόνο το νόμιμο χάρτινο χρήμα για τις πληρωμές των φόρων.
         Τα οφέλη από το μονοπώλιο  παραγωγής χρήματος καταλήγουν στον παραγωγό τους, δηλαδή τις κεντρικές τράπεζες και στα αφεντικά τους - τις κυβερνήσεις. Το εξωτερικό κόστος με τη μορφή των αυξανόμενων τιμών, επιβάλλεται σε όλους τους χρήστες του χάρτινου χρήματος. Οι πρόσθετες νομισματικές μονάδες όχι μόνο τείνουν να ανυψώνουν τις τιμές, αλλά και η ποιότητα του χρήματος πέφτει επίσης.   Φανταστείτε ότι μόλις είκοσι τοις εκατό (20%), από τη νομισματική βάση στηρίζεται σε αποθέματα χρυσού.  Η κεντρική τράπεζα αγοράζει κυβερνητικά ομόλογα, εξασφαλισμένα με υποθήκες και άλλα αξιόγραφα, και συνεχώς αυξάνει τον τραπεζικό δανεισμό, με άμεση συνέπεια την πτώση της μέσης -ποιότητας του χρήματος. Μετά από παρόμοιες επεκτατικές πολιτικές, μόνο το δέκα τοις εκατό (10%), πλέον του χρήματος βάσης στηρίζεται σε χρυσό, το υπόλοιπο ενενήντα τοις εκατό (90%), στηρίζεται από περιουσιακά στοιχεία χαμηλότερης ποιότητας (υψηλού ρίσκου).
       Τα αποθεματικά χρυσού μπορούν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη σε ένα νόμισμα και μπορούν να αξιοποιηθούν σε καταστάσεις πανικού για την προστασία του. Λόγω της παραβίασης των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στην παραγωγή χρήματος βάσης, οι κυβερνήσεις μπορούν να αποκτούν κέρδη από αυτήν, και παράλληλα να εξωτερικεύουν κάποια κόστη. Τα οφέλη για τις κυβερνήσεις είναι ξεκάθαρα. Τους δίνεται η δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις δαπάνες τους με νέα χρήματα, μεταφέροντας το κόστος  πάνω στην πλάτη των πολιτών, με τη μορφή χαμηλότερης ποιότητας χρήματος και χαμηλότερης αγοραστικής δύναμης.

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
        Ένα άλλο επίπεδο ασαφών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στο νομισματικό σύστημα, είναι η «τραγωδία των κοινών» στο τραπεζικό σύστημα. Η «τραγωδία των κοινών», όρος που επινοήθηκε από τον Garrett Hardin, είναι μια ειδική περίπτωση του προβλήματος του εξωτερικού κόστους. Όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, το εξωτερικό κόστος συνήθως προκύπτει όταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας δεν ορίζονται με σαφήνεια ή δεν προστατεύονται επαρκώς, και όταν κάποιος προνομιούχος ιδιοκτήτης μπορεί να εξωτερικεύει το κόστος του σε άλλους. Αυτή είναι η περίπτωση του ιδιοκτήτη εργοστασίου που του επιτρέπεται να αδειάζει τους ρύπους του σε μια ξένη ιδιωτική λίμνη ή η περίπτωση της κεντρικής τράπεζας που παράγει νόμιμο χρήμα βάσης υποστηριζόμενη από το κράτος.
       Στην «τραγωδία των κοινών», ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό προστίθεται στο πρόβλημα εξωτερικού κόστους, όχι ένας, άλλα πολλοί παράγοντες που αξιοποιούν μια ιδιοκτησία, μπορούν να εξωτερικεύσουν το κόστος σε άλλους.
        Όχι μόνο ένας ιδιοκτήτης εργοστασίου, αλλά πολλοί μπορούν να πετάξουν τους ρύπους τους σε μια ιδιωτική λίμνη που ανήκει σε τρίτους. Παρομοίως, περισσότερες από μία τράπεζα μπορούν να παράγουν ανυπόστατα πιστοποιητικά χρήματος.
        Τα παραδοσιακά παραδείγματα της «τραγωδίας των κοινών», είναι οι κοινόχρηστοι τομείς, όπως οι δημόσιες παραλίες, ή τα ψάρια στον ωκεανό. Ας δούμε τα κίνητρα για έναν ψαρά. Από την αλιεία, ο ψαράς λαμβάνει τα οφέλη με τη μορφή των ψαριών, όμως το κόστος της μείωσης των ψαριών λόγω της αλιείας, επιβαρύνει όλους τους χρήστες. Αν υπήρχαν δικαιώματα ιδιοκτησίας που προστάτευαν τα ψάρια, ο ιδιοκτήτης θα επιβαρύνονταν  πλήρως το κόστος της μείωσης του πληθυσμού τους. Θα ενδιαφέρονταν για τη μακρόχρονη διατήρησή τους. Δε θα του άνηκε μόνο η παρούσα χρήση τους (τα ψάρια που ψάρεψε), άλλα επίσης και η αξία του κεφαλαίου τους. Ο ιδιοκτήτης ξέρει πως κάθε ψάρι που πιάνει μπορεί να μειώσει τον αριθμό των ψαριών στο μέλλον. Εξισορροπεί το κόστος και το όφελος του ψαρέματος και αποφασίζει κατά συνέπεια τον αριθμό των ψαριών που θέλει να ψαρέψει. Τον ενδιαφέρει η αξία του κεφαλαίου και η μακρόχρονη διατήρηση των ψαριών.
         Η κατάσταση αλλάζει δραματικά, όταν τα ψάρια είναι δημόσια ιδιοκτησία. Εμφανίζεται το κίνητρο για υπεραλίευση, δηλαδή υπερεκμετάλλευση του πόρου, ενώ τα οφέλη προκύπτουν άμεσα και καθολικά, το κόστος μεταφέρεται σε όλους. Όλα τα οφέλη καταλήγουν στον ψαρά, καθώς η ζημιά που προκύπτει από τη μείωση του πληθυσμού των ψαριών τη μοιράζονται όλοι. Στην πραγματικότητα, υπάρχει κίνητρο να ψαρέψει κανείς όσο πιο γρήγορα γίνεται, έχοντας τη γνώση των κινήτρων και για τους άλλους ψαράδες. Αν δεν ψαρέψω εγώ, κάποιος άλλος θα ψαρέψει και θα λάβει τα οφέλη, ενώ εγώ θα κληθώ να υποστώ το κόστος από την μείωση του πληθυσμού των ψαριών.  
          Η έννοια της «τραγωδίας των κοινών» μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία και σε άλλους τομείς, όπως το πολιτικό σύστημα. Ο Hans-Hermann Hoppe εφάρμοσε την έννοια στη δημοκρατία. Σε μια δημοκρατία η πρόσβαση  στην κυβέρνηση είναι ανοικτή σε όλους. Η κυβέρνηση – ό κυβερνήτης- αποκτά  πρόσβαση στις ιδιοκτησίες όλης της χώρας , με την βοήθεια της καταναγκαστικής μηχανής που λέγεται κράτος. Τα οφέλη από τον προσεταιρισμό της ιδιωτικής περιουσίας τα απολαμβάνει η κυβέρνηση, ενώ το κόστος επιβαρύνει το σύνολο του πληθυσμού. Μετά από μια θητεία, δίνεται η δυνατότητα και σε άλλους πολιτικούς να αποκτήσουν τον έλεγχο της καταναγκαστικής μηχανής. Έτσι, υπεισέρχεται το κίνητρο να εκμεταλλευτεί κανείς το προνόμιο της καταναγκαστικής μηχανής, όσο περισσότερο είναι εφικτό, και για όσο χρονικό διάστημα είναι στην εξουσία.
         Μια άλλη προσοδοφόρα εφαρμογή της «τραγωδίας των κοινών» είναι ο νομισματικός τομέας. Στο μοντέρνο τραπεζικό σύστημά μας, όπου τα δικαιώματα ιδιοκτησίας είναι ασαφή και δεν προστατεύονται επαρκώς, οποιαδήποτε τράπεζα μπορεί να παράγει ανυπόστατα πιστοποιητικά χρήματος, δηλαδή ανυποστήρικτες καταθέσεις όψεως, με την επέκταση των πιστώσεων.  
         Στον τραπεζικό τομέα, στις συμβάσεις καταθέσεων, δεν τηρούνται οι παραδοσιακές αρχές του δικαίου. Δεν είναι σαφές αν οι πελάτες των τραπεζών στην πραγματικότητα δανείζουν χρήματα στις τράπεζες ή αν πραγματοποιούν γνήσιες καταθέσεις. Οι γνήσιες καταθέσεις απαιτούν την πλήρη διαθεσιμότητα των χρημάτων προς τον καταθέτη. Στην πραγματικότητα, η πλήρης διαθεσιμότητα μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι διαθέτουν καταθέσεις όψεως. Ωστόσο, στις  τράπεζες έχει χορηγηθεί το νομικό δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα χρήματα που κατατίθενται σε αυτές. Ως εκ τούτου, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας στα χρήματα που είναι  κατατεθειμένα  σε αυτές, είναι ασαφή. Οι τράπεζες που κάνουν χρήση του νόμιμου προνομίου τους, της ασαφούς διευκρίνισης των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στις καταθέσεις, έτσι μπορούν να πραγματοποιήσουν πολύ μεγάλα κέρδη. Μπορούν να δημιουργήσουν καταθέσεις από το τίποτα, και να δώσουν δάνεια για να απολαμβάνουν τους τόκους. Ο πειρασμός να επεκταθεί η πίστωση είναι σχεδόν ακατανίκητος.  Αυτή η πιστωτική επέκταση συνεπάγεται το τυπικό χαρακτηριστικό που βρίσκουμε στην «τραγωδία των κοινών», στο λεγόμενο εξωτερικό κόστος.  
        Η περαιτέρω εκμετάλλευση του κοινού πόρου σταματά μόνο όταν το κόστος γίνεται μεγαλύτερο από τα οφέλη, δηλαδή όταν τα ψάρια είναι τόσο λίγα που η αναζήτηση τους δεν είναι πλέον επικερδής, (το παράδειγμα με τον ψαρά).
        Παρομοίως για τις τράπεζες του συστήματος κλασματικών (μερικών) αποθεμάτων στην ελεύθερη αγορά, υπάρχουν σημαντικά όρια στην έκδοση ανυπόστατων πιστοποιητικών χρήματος σε βάρος των πελατών. Αυτά τα όρια ορίζονται από τη συμπεριφορά των άλλων τραπεζών και των πελατών σε ένα ελεύθερο τραπεζικό σύστημα. Πιο συγκεκριμένα, η πιστωτική επέκταση είναι περιορισμένη από τη στιγμή που οι τράπεζες, μέσω του συστήματος εκκαθάρισης, μπορούν να αναγκάσουν η μία την άλλη να οδηγηθούν στη χρεοκοπία.
        Με άλλα λόγια, αυτές οι τράπεζες θέλουν φυσικά να εκμεταλλευτούν τις μεγάλες ευκαιρίες κέρδους που προκύπτουν από την ασάφεια των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, άλλα μπορούν να επεκτείνουν την πίστωση μόνο στο βαθμό που ο κίνδυνος της χρεοκοπίας αποφεύγεται εύκολα. Οι ανταγωνιστικές δυνάμεις τις αναγκάζουν να ελέγχουν την πιστωτική τους επέκταση.
        Το ερώτημα τώρα είναι πως οι τράπεζες μπορούν να αυξήσουν τα κέρδη τους από την πιστωτική επέκταση διατηρώντας τον κίνδυνο της χρεοκοπίας σε χαμηλά επίπεδα. Η λύση, προφανώς, είναι η δημιουργία ενός συστήματος συμφωνιών μεταξύ τους (καρτέλ) , αποφεύγοντας έτσι τις αρνητικές επιπτώσεις μιας ανεξάρτητης και ασυντόνιστης πιστωτικής επέκτασης. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες ορίζουν μια κοινή πολιτική ταυτόχρονης πιστωτικής επέκτασης. Αυτές οι πολιτικές τις επιτρέπουν να διατηρήσουν τη ρευστότητά τους, να διατηρήσουν τις σχέσεις των αποθεματικών τους μεταξύ τους, και να πραγματοποιούν τεράστια κέρδη.  Όμως, ακόμη και με το σχηματισμό των καρτέλ, ο κίνδυνος της χρεοκοπίας παραμένει. Με άλλα λόγια, το κίνητρο να αναγκάσουν τους ανταγωνιστές τους να πτωχεύσουν παραμένει, με αποτέλεσμα την αστάθεια των καρτέλ.
         Για τις τράπεζες κλασματικών αποθεμάτων, υπάρχει μεγάλη ανάγκη    εισαγωγής μιας κεντρικής τράπεζας που θα συντονίζει την πιστωτική επέκταση του τραπεζικού συστήματος.  
          Έτσι, σύμφωνα με τον Huerta de Soto, μια πραγματική κατάσταση «τραγωδίας των κοινών» συμβαίνει μόνο όταν εγκαθίσταται μια Κεντρική Τράπεζα. Οι τράπεζες τώρα μπορούν να εκμεταλλευτούν τις κακώς προσδιορισμένες ιδιοκτησίες χωρίς περιορισμούς.


ΤΟ   ΕΥΡΩ   ΚΑΙ   Η   «ΤΡΑΓΩΔΙΑ  ΤΩΝ  ΚΟΙΝΩΝ»
        Παρόλο που οι εξωτερικές επιδράσεις από το μονοπώλιο παραγωγής χρήματος, και ενός τραπεζικού συστήματος κλασματικών (μερικών) αποθεμάτων που ρυθμίζονται από μια κεντρική τράπεζα, είναι συνηθισμένες στο δυτικό κόσμο, η καθιέρωση του ευρώ σημαίνει ένα τρίτο και μοναδικό επίπεδο εξωτερικών επιδράσεων. Η θεσμική δομή του Ευρωσυστήματος στην ΟΝΕ είναι τέτοια που όλες οι κυβερνήσεις μπορούν να χρησιμοποιήσουν την ΕΚΤ για να χρηματοδοτήσουν τα ελλείμματά τους.
        Μια κεντρική τράπεζα μπορεί να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα μιας κυβέρνησης αγοράζοντας κυβερνητικά ομόλογα, ή λαμβάνοντάς τα ως εγγύηση για νέα δάνεια από το τραπεζικό σύστημα. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση στην οποία πολλές κυβερνήσεις έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν τους εαυτούς τους μέσω μιας κεντρικής τράπεζας: της  Ε.Κ.Τ.
        Όταν τα ελλείμματα των κυβερνήσεων της ΟΝΕ βρίσκονται στο κόκκινο, εκδίδουν ομόλογα. Ένα σημαντικό μέρος αυτών των ομολόγων αγοράζονται από το τραπεζικό σύστημα, το τραπεζικό σύστημα θέλει να τα αγοράσει αυτά τα ομόλογα γιατί γίνονται δεκτά ως εγγύηση στις δανειακές συμβάσεις της ΕΚΤ. Επιπλέον, οι τράπεζες υποχρεούνται να κρατούν ένα συγκεκριμένο ποσοστό των κεφαλαίων τους σε «Υψηλής Ποιότητας Ρευστοποιήσιμα Στοιχεία Ενεργητικού» κάτι που τις ενθαρρύνει να επενδύουν σε κυβερνητικές εξασφαλίσεις. Αυτό σημαίνει ότι είναι απαραίτητο και επικερδές για τις τράπεζες να κατέχουν κυβερνητικά ομόλογα. Παρουσιάζοντας τα ομόλογα ως εγγύηση, οι τράπεζες μπορούν να λάβουν νέα χρήματα από την ΕΚΤ.
         Ο μηχανισμός λειτουργεί ως εξής: οι τράπεζες δημιουργούν νέα χρήματα με την πιστωτική επέκταση, ανταλλάσσουν τα χρήματα με τα  κυβερνητικά ομόλογα και στην συνέχεια, τα χρησιμοποιούνε για να λάβουν χρήματα από την ΕΚΤ. Το αποτέλεσμα είναι ότι, οι κυβερνήσεις χρηματοδοτούν τα ελλείμματά τους με νέα χρήματα που δημιουργούνται από τράπεζες, και οι τράπεζες λαμβάνουν νέα χρήματα βάσης χρησιμοποιώντας τα ομόλογα ως εγγύηση.
Το κίνητρο είναι σαφές: αναδιανομή.
          Στην ΟΝΕ, οι χώρες με ελλείμματα που χρησιμοποιούν τα νέα χρήματα πρώτες, κερδίζουν. Φυσικά, υπάρχει επίσης μια μεριά που χάνει σε αυτή τη νομισματική αναδιανομή. Οι χώρες με ελλείμματα επωφελούνται μεταφέροντας το κόστος στους επόμενους λήπτες του νέου χρήματος, αυτοί είναι κυρίως σε κράτη μέλη που δεν έχουν μεγάλα ελλείμματα. Οι επόμενοι λήπτες χάνουν καθώς το εισόδημά τους ξεκινά να αυξάνεται μόνο αφού έχουν αυξηθεί οι τιμές. Βλέπουν το πραγματικό τους εισόδημα να μειώνεται. Στην ΟΝΕ, τα οφέλη της αύξησης της ποσότητας του χρήματος πηγαίνουν στους πρώτους χρήστες, ενώ η ζημιά της αγοραστικής δύναμης της νομισματικής μονάδας μοιράζεται σε όλους τους χρήστες του νομίσματος. Όχι μόνο πέφτει η αγοραστική δύναμη του χρήματος στην ΕΕ λόγω των υπερβολικών ελλειμμάτων, αλλά τα επιτόκια τείνουν να αυξάνονται λόγω της υπερβολικής ζήτησης από τις υπερχρεωμένες κυβερνήσεις. Οι πιο φορολογικά υπεύθυνες χώρες αναγκάζονται να πληρώσουν μεγαλύτερα επιτόκια στα δάνειά τους λόγω της απληστίας των άλλων, η συνέπεια είναι μια «τραγωδία των κοινών». Κάθε κυβέρνηση που έχει ελλείμματα μπορεί να κερδίσει εις βάρος των κυβερνήσεων με πολιτική ισορροπημένου προϋπολογισμού.
Στην πραγματικότητα, υπάρχουν διάφορες αιτίες για να μη δουλέψει το σύστημα.
  1.     Οι τράπεζες μπορούν να μην αγοράσουν κυβερνητικά ομόλογα, και να μην τα  χρησιμοποιήσουν σαν εγγύηση αν  το όλο εγχείρημα δεν είναι αρκετά ελκυστικό. Το επιτόκιο που προσφέρεται για τα κυβερνητικά ομόλογα μπορεί να μην είναι αρκετά μεγάλο, σε σύγκριση με τα επιτόκια που πληρώνουν για τα δάνεια από την ΕΚΤ. Οι κυβερνήσεις πρέπει να προσφέρουν περισσότερα χρήματα, ώστε να προσελκύσουν τις τράπεζες για εξαγορά των ομολόγων.
  2.      Ο κίνδυνος αθέτησης στα κυβερνητικά ομόλογα (αδυναμία πληρωμής), θα μπορούσε να αποτρέψει τις τράπεζες από την αγορά κρατικών ομολόγων. Με την ΟΝΕ αυτός ο κίνδυνος έχει περιοριστεί, λόγω σιωπηρών εγγυήσεων διάσωσης και αλληλοβοήθειας. Είχε γίνει κατανοητό ότι από τη στιγμή που μια χώρα εισήγαγε το ευρώ, δε θα έφευγε ποτέ από την ΟΝΕ. Το ευρώ πολύ σωστά αντιμετωπίζεται ως πολιτικό σχέδιο, και ένα βήμα προς την πολιτική ενοποίηση. Ο Jacques Delors το έθεσε ωμά το Φεβρουάριο του 1995: «Ο.Ν.Ε. σημαίνει, για παράδειγμα, ότι η Ένωση αναγνωρίζει τα χρέη όλων των κρατών που ανήκουν σε αυτήν».
      Πολιτικά, μια χρεοκοπία θεωρείται σχεδόν απίθανη. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι, στη χειρότερη των περιπτώσεων, τα δυνατότερα κράτη-μέλη θα υποστήριζαν τα πιο αδύναμα. Πριν φτάσουν στη χρεοκοπία, χώρες όπως η Γερμανία θα εγγυούνταν τα ομόλογα των μεσογειακών χωρών. Οι εγγυήσεις μείωσαν σημαντικά τον κίνδυνο χρεοκοπίας των κυβερνητικών ομολόγων των κρατών μελών. Οι σιωπηρές εγγυήσεις τώρα έχουν γίνει σαφείς. Στην Ελλάδα δόθηκε ένα πακέτο σωτηρίας των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ από την ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Επιπλέον, 750 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν δεσμευτεί για περεταίρω διασώσεις άλλων κρατών μελών.
      3.    Η ΕΚΤ θα μπορούσε να αρνηθεί να δεχτεί κάποια συγκεκριμένα κυβερνητικά
ομόλογα ως εγγύηση. Η ΕΚΤ απαιτεί ένα ελάχιστο βαθμό αξιολόγησης για
τα ομόλογα που μπορεί να δεχτεί ως εγγύηση. Πριν την οικονομική κρίση του 2008, η ελάχιστη αξιολόγηση που γινόταν δεκτή ήταν Α-. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αυτό μειώθηκε σε ΒΒΒ-. Αν οι αξιολογήσεις των ομολόγων πέσουν κάτω από το ελάχιστο, τα κυβερνητικά ομόλογα δε θα γίνονται δεκτά ως εγγύηση. Αυτός ο κίνδυνος όμως, είναι πολύ χαμηλός. Η ΕΚΤ πιθανώς δε θα επιτρέψει σε κάποια χώρα να καταρρεύσει στο μέλλον, και υπήρξε βολική σχετικά με τους όρους για τις εγγυήσεις στο παρελθόν. Η μείωση της ελάχιστης αξιολόγησης σε ΒΒΒ- είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε να λήξει μετά από ένα χρόνο. Όταν έγινε εμφανές ότι η Ελλάδα δε θα κατάφερνε να διατηρήσει τουλάχιστον μια αξιολόγηση Α-, ο όρος επεκτάθηκε για ακόμη έναν χρόνο. Τελικά, η ΕΚΤ, σε αντίθεση με την αρχή της να μην εφαρμόζει ειδικούς όρους σε κάποια συγκεκριμένη χώρα, ανακοίνωσε ότι θα δέχεται Ελληνικά ομόλογα ακόμη και αν αξιολογηθούν ως «σκουπίδια».

4.  Τα κουρέματα που εφαρμόζει η ΕΚΤ στις εξασφαλίσεις δεν επιτρέπουν   πλήρη αναχρηματοδότηση. Μια τράπεζα που προσφέρει 1000000 ευρώ σε     κυβερνητικά ομόλογα ως εγγύηση, δε λαμβάνει δάνειο του ίδιου ποσού από την ΕΚΤ, αλλά μικρότερου. Η μείωση εξαρτάται από το κούρεμα που εφαρμόζεται στις εξασφαλίσεις. Η ΕΚΤ διαχωρίζει 5 διαφορετικές κατηγορίες εξασφαλίσεων που απαιτούν διαφορετικά κουρέματα. Τα κουρέματα για τα κυβερνητικά ομόλογα είναι τα μικρότερα. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ επιχορηγεί τη χρήση τους ως εγγύηση σε σχέση με άλλα χρεόγραφα που υποστηρίζουν τον κυβερνητικό δανεισμό.
 5.      Η ΕΚΤ μπορεί να μην εξυπηρετήσει όλη τη ζήτηση για νέα δάνεια. Οι τράπεζες μπορεί να προσφέρουν περισσότερα ομόλογα ως εγγύηση από αυτά που θέλει η ΕΚΤ να προσφέρει σε δάνεια. Εφαρμόζοντας μια περιοριστική νομισματική πολιτική, δε θα λαμβάνει κάθε τράπεζα που προσφέρει κυβερνητικά ομόλογα νέο δάνειο. Όμως, για πολιτικούς λόγους, κυρίως η επιθυμία να συνεχιστεί το σχέδιο του ευρώ, κάποιος μπορεί να περιμένει ότι η ΕΚΤ θα εξυπηρετήσει τέτοιες αιτήσεις, κυρίως αν κάποιες κυβερνήσεις έχουν προβλήματα. Πράγματι, η ΕΚΤ ξεκίνησε να προσφέρει απεριόριστη ρευστότητα στις αγορές κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Κάθε αίτηση για δάνειο ικανοποιούταν, αρκεί να προσφέρονταν επαρκής εξασφάλιση. Παρόλο που δεν έχουμε δει μια «καθαρή τραγωδία των κοινών» στο ευρωσύστημα, έχουμε φτάσει κοντά. Με την παρούσα κρίση, στην πραγματικότητα πλησιάζουμε στην απευθείας αγορά των κυβερνητικών ομολόγων από την ΕΚΤ: η ΕΚΤ ανακοίνωσε την απευθείας αγορά το Μάιο του 2010, για τη σωτηρία του σχεδίου του ευρώ, αν μια κυβέρνηση έχει ελλείμματα, μπορεί να εκδώσει ομόλογα τα οποία αγοράζονται από τις τράπεζες και μετά από την ΕΚΤ.  Η ΕΚΤ αγοράζει τα ομόλογα απευθείας. Η νέα εξέλιξη εξαλείφει την πλειονότητα των προαναφερόμενων κινδύνων για το τραπεζικό σύστημα.
           Η τραγωδία του ευρώ είναι το κίνητρο να επιβαρύνονται με υψηλότερα ελλείμματα, να εκδίδουν κυβερνητικά ομόλογα, και να φορτώσουν σε όλους το βάρος του κόστους των ανεύθυνων πολιτικών — με τη μορφή της χαμηλότερης αγοραστικής δύναμης του ευρώ. Με τέτοια κίνητρα, οι πολιτικοί τείνουν να αυξάνουν τα ελλείμματα. Γιατί να πληρώσουν για περισσότερα έξοδα αυξάνοντας τους φόρους; Γιατί να μην εκδώσουν   ομόλογα που θα αγοραστούν με τη δημιουργία καινούριου χρήματος, ακόμη και αν στο τέλος αυξήσει τις τιμές σε ολόκληρη την ΟΝΕ; Γιατί να μην εξωτερικεύσουν το κόστος των κυβερνητικών δαπανών; Ο ηθικός κίνδυνος που προκύπτει είναι ασύμμετρος. Οι κυβερνήσεις των μεγαλύτερων κρατών θα παράγουν σημαντική πληθωριστική πίεση έχοντας υψηλά ελλείμματα και μπορεί να είναι πολύ μεγάλα για να διασωθούν. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις των μικρότερων κρατών δε θα παράγουν πολλές πληθωριστικές πιέσεις ακόμη και αν έχουν υψηλά ελλείμματα επειδή οι επιπτώσεις τη δημιουργίας χρήματος δε θα είναι σημαντικές για το σύνολο της ευρωζώνης. Επιπλέον, οι μικρές χώρες μπορούν να περιμένουν ότι θα διασωθούν από τις μεγαλύτερες. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι η κρίση χρέους των κρατών ήταν χειρότερη σε μικρές χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.
Η τραγωδία του ευρώ επιδεινώνεται από την τυπική κοντοφθαλμία των ηγεμόνων στις δημοκρατίες: οι πολιτικοί τείνουν να εστιάζουν στις επόμενες εκλογές και όχι στις μακροχρόνιες επιπτώσεις των πολιτικών τους. Χρησιμοποιούν τις δημόσιες δαπάνες και ευνοούν ομάδες ψηφοφόρων για να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές. Αυξάνοντας τα ελλείμματα μεταφέρουν τα προβλήματα στο μέλλον όπως επίσης και σε άλλες ώρες της ευρωζώνης.  
Τα κίνητρα για υψηλά ελλείμματα στην ΟΝΕ είναι σχεδόν ακατανίκητα.  
        Τα τραγικά αυτά κίνητρα προέρχονται από τη μοναδική θεσμική δομή της ΟΝΕ: Μία κεντρική τράπεζα, αυτά τα κίνητρα  ήταν γνωστά ακόμα από τον αρχικό σχεδιασμό της  ΟΝΕ. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ (Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής  Κοινότητας), στην πραγματικότητα υιοθετούσε την αρχή της «καμίας διάσωσης» (Άρθρο 104b), που αναφέρει ότι δε θα υπάρξει διάσωση σε περίπτωση δημοσιονομικής των κρατών μελών. Μαζί με τη ρήτρα της «καμίας διάσωσης» εισήχθη και η ανεξαρτησία της ΕΚΤ, αυτό έγινε σαν εγγύηση, ότι η κεντρική τράπεζα δε θα χρησιμοποιηθεί για κάποια διάσωση κράτους – μέλους. Άλλα τα πολιτικά συμφέροντα και η θέληση να συνεχιστεί το σχέδιο του ευρώ, αποδείχτηκαν ισχυρότερα από το χαρτί πάνω στο οποίο γράφτηκε η ρήτρα της «καμίας διάσωσης».  
 Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) είχε υιοθετηθεί το 1997 για να περιορίσει την τραγωδία ως απάντηση στις γερμανικές πιέσεις. Το σύμφωνο επιτρέπει ορισμένες «ποσοστώσεις», οι οποίες θέτουν όρια στην εκμετάλλευση, μην επιτρέποντας στα ελλείμματα να υπερβούν το τρία τοις εκατό του ΑΕΠ και θέτοντας ως ανώτατο όριο κυβερνητικού χρέους το εξήντα τοις εκατό του ΑΕΠ.  Όμως, η ρύθμιση των κοινών απέτυχε. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι το ΣΣΑ είναι μια συμφωνία ανεξαρτήτων κρατών χωρίς αξιόπιστη εφαρμογή. Παρόλο που οι χώρες παραβίασαν τα όρια, εκδόθηκαν προειδοποιήσεις, άλλα οι κυρώσεις δεν επιβλήθηκαν ποτέ.
      Οι χώρες με πολιτική επιρροή όπως η Γαλλία και η Γερμανία, οι οποίες θα μπορούσαν να υπερασπιστούν το ΣΣΑ, παραβίασαν τις διατάξεις του έχοντας περισσότερο από τρία τοις εκατό έλλειμμα από το 2003 και μετά.   Κατά συνέπεια, το ΣΣΑ υπήρξε μια πλήρης αποτυχία. Δεν κατάφερε να κλείσει το κουτί της Πανδώρας, καταργώντας την «τραγωδία των κοινών». Για το 2010, όλες εκτός από μία χώρα αναμένονται να παραβιάσουν το ανώτατο όριο του τρία τοις εκατό(3%) στα ελλείμματα. Ο γενικός δείκτης χρέους προς τον ΑΕΠ είναι ογδόντα οχτώ τοις εκατό (88%).

Η  ΤΡΑΓΩΔΙΑ  ΤΟΥ  ΕΥΡΩ  ΚΑΙ  Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΑΣ
Οι δημοσιονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα της τραγωδίας του ευρώ. Όταν η Ελλάδα εισήλθε στην ΟΝΕ, τρεις παράγοντες συνδυάστηκαν για να δημιουργήσουν τα υπερβολικά ελλείμματα.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            
Πρώτον, η Ελλάδα έγινε δεκτή με πολύ υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία. Με αυτή την ισοτιμία και τους μισθούς που επικρατούσαν, πολλοί εργαζόμενοι ήταν μη ανταγωνιστικοί σε σύγκριση με τους υψηλά κεφαλαιοποιημένους εργαζόμενους των βορείων χωρών. Για να αμβλυνθεί αυτό το πρόβλημα, οι εναλλακτικές ήταν οι εξής:   α)  Μείωση των μισθών για την αύξηση της παραγωγικότητας.
β)  Αύξηση των κυβερνητικών δαπανών για την επιδότηση της ανεργίας, (με πρόωρη συνταξιοδότηση ή επιδόματα ανεργίας).
γ)  Πρόσληψη  μη ανταγωνιστικών υπαλλήλων, απευθείας στο δημόσιο.
Χάρη στα ισχυρά σωματεία εργαζομένων η πρώτη επιλογή απορρίφθηκε.
Οι πολιτικοί επέλεξαν την δεύτερη και την τρίτη επιλογή που σήμαιναν μεγαλύτερα ελλείμματα.
Δεύτερον, με την είσοδο στην ΟΝΕ η ελληνική κυβέρνηση πλέον υποστηρίζονταν από μια σιωπηρή εγγύηση διάσωσης από την ΕΚΤ και τα άλλα μέλη της ΟΝΕ. Τα επιτόκια των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων έπεσαν και προσέγγισαν τις αποδόσεις των γερμανικών. Τα επιτόκια ήταν χαμηλά με τεχνητό τρόπο. Η Ελλάδα έχει υποστεί διάφορες χρεοκοπίες στον εικοστό αιώνα, και έχει γνωρίσει υψηλούς πληθωρισμούς και ελλείμματα, όπως επίσης και ένα χρόνιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου. Παρ’ όλα αυτά, ήταν ικανή να χρεωθεί σχεδόν με τα ίδια επιτόκια όπως η Γερμανία, μια χώρα με συντηρητική δημοσιονομική ιστορία και ένα εντυπωσιακό εμπορικό πλεόνασμα.
Τρίτον, η «τραγωδία των κοινών» βγαίνει στη σκηνή. Οι συνέπειες των απερίσκεπτων ελληνικών δημοσιονομικών συμπεριφορών μπορούν να εξωτερικευθούν μερικώς προς τα υπόλοιπα μέλη της ΟΝΕ, καθώς η ΕΚΤ δέχεται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως εγγύηση για τις δανειακές της δοσοληψίες.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες   αγοράζουν τα ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα (πάντα με πριμοδότηση σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα) και  χρησιμοποιούν τα ομόλογα αυτά, προκειμένου να λάβουν δάνεια με χαμηλότερο επιτόκιο από την ΕΚΤ, ένα τοις εκατό (1%), να  μια εξαιρετικά κερδοφόρα «δουλειά» !!!
Οι τράπεζες αγόραζαν τα ελληνικά ομόλογα επειδή γνώριζαν ότι, η ΕΚΤ θα τα δεχτεί ως εγγύηση για νέα δάνεια. Υπήρξε μια ζήτηση για αυτά τα ελληνικά ομόλογα, διότι το επιτόκιο που πληρώνονταν στην ΕΚΤ ήταν χαμηλότερο από αυτό που λάμβαναν οι τράπεζες από την ελληνική κυβέρνηση.
Χωρίς την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ ως εγγύηση, η Ελλάδα θα έπρεπε να πληρώσει πολύ υψηλότερα επιτόκια. Στην πραγματικότητα, η ελληνική κυβέρνηση έχει διασωθεί ή υποστηριχτεί από την υπόλοιπη ΟΝΕ σε μια «τραγωδία των κοινών», επί μακρό χρονικό διάστημα.
Το κόστος του ελληνικού ελλείμματος μεταφέρθηκε μερικώς σε άλλες χώρες της ΟΝΕ. Η ΕΚΤ δημιούργησε (έκοψε) καινούρια ευρώ, λαμβάνοντας ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση, οπότε τα ελληνικά ομόλογα αποτιμήθηκαν σε χρήμα. Η ελληνική κυβέρνηση ξόδεψε τα χρήματα που έλαβε από την πώληση των ομολόγων προκειμένου να πετύχει, την αύξηση της υποστήριξης των πολιτών. Όταν οι τιμές άρχισαν να αυξάνονται στην Ελλάδα, τα χρήματα έφυγαν προς άλλες χώρες, ανεβάζοντας τις τιμές στο υπόλοιπο της ΟΝΕ. Στα άλλα κράτη μέλη, οι άνθρωποι παρατηρούν τα έξοδα τους ανεβαίνουν πιο γρήγορα από ότι τα εισοδήματά τους. Ο μηχανισμός αυτός σημαίνει μια αναδιανομή προς όφελος της Ελλάδας, η ελληνική κυβέρνηση διασώζονταν από την υπόλοιπη ΟΝΕ, με κόστος μια συνεχή πτώση της αγοραστικής δύναμης.


Βέροια 21/3/2012                                                              Ουρσουζίδης Ν. Γιώργος
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.