Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Δεν πιστεύω να υπάρχουν πολλοί που αμφιβάλουν ότι οι βουλευτικές εκλογές είναι μια υπόθεση των ελίτ! Πάντα έτσι ήταν και πάντα έτσι θα είναι, όσο υπάρχει κοινοβουλευτική δημοκρατία και όσο υπάρχουν κόμματα, θα έλεγα γενικότερα, ακόμα και στην περίπτωση του κόμματος-κράτους στον γραφειοκρατικό σοσιαλισμό.
Η πολιτική διάσταση των ελίτ ενσωματώνει την έννοια της καθοδήγησης ως κεντρικό στοιχείο δόμησης του ταξικού ή εθνικού ή κοινωνικού συμφέροντος και πολιτικές πρακτικές για την αποκρυστάλλωση και θεσμοθετημένη άσκηση αυτού ακριβώς του συμφέροντος. Πίσω από την έννοια της καθοδήγησης υπάρχει η έννοια της αλήθειας. Καθοδήγηση και αλήθεια δομούν την αυθεντία στην μοντέρνα εποχή, κάπως διαφορετικά από ότι πριν από την θεσμική ολοκλήρωση του αστικού κράτους. Εδώ αναφερόμαστε στην κρατική αυθεντία που θεμελιώνει και νομιμοποιεί την εξουσία της αστικής τάξης ή μιας κομματικής γραφειοκρατίας στην περίπτωση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού – ο οποίος δεν θα απασχολήσει αυτό το σύντομο σημείωμα.
Οι (κοινοβουλευτικές) εκλογές στις δημοκρατίες σαν την ελληνική είναι μια διαδικασία που διαπραγματεύεται έμμεσα (φαντασιακά) και υποδηλώνει την αξία και πολιτική λειτουργία των ελίτ στην κοινωνία. Οι εκλογές δεν είναι φαινόμενο που πηγάζει πολιτικά από την κυριαρχία του λαού, αλλά φαινόμενο που πηγάζει από την συνταγματοποίηση (θεσμική ρύθμιση) της λειτουργίας των ελίτ στο πλαίσιο του αστικού κράτους, η οποία (θεσμική ρύθμιση) ορίζεται περιοριστικά ως εκδήλωση της λαϊκής κυριαρχίας. Άρα, οι εκλογές είναι μορφή πολιτικής συμμετοχής που νομιμοποιεί την κυριαρχία των ελίτ. Οι εκλογές δεν πηγάζουν από κάποιου είδους κυριαρχία του λαού, αλλά αντίθετα αυτές θεμελιώνουν και επικαιροποιούν την κυριαρχία των ελίτ πάνω στο κοινωνικό σώμα. Αποτελούν δηλαδή αποθέωση του ελιτισμού στο όνομα της λαϊκής κυριαρχίας, την οποία ταυτόχρονα ορίζουν. Και αυτό δεν θα πρέπει να σας διαφεύγει φίλοι, στο βαθμό που δεν επιθυμείτε να ζείτε με αυταπάτες – άλλο πράγμα είναι η κυριαρχία του λαού και άλλο η «λαϊκή κυριαρχία».
Στις εκλογές δεν τίθεται ζήτημα κυριαρχίας του εκλογικού σώματος (:περιορισμένα, λαός), αλλά δημοκρατικής έκφρασης των ελίτ, στο πλαίσιο μιας συντεταγμένης πολιτείας που ορίζει στην πραγματικότητα την κυριαρχία τους. Οι εκλογές είναι υπόθεση ανταγωνισμού και συνεργασίας των ελίτ που έχουν διαμορφωθεί στο πλαίσιο του κεφαλαιοκρατικού κράτους. Η «λαϊκή κυριαρχία», λοιπόν, δεν είναι (σημαίνει) κυριαρχία του λαού σε ένα κράτος, αλλά έκφραση θεσμοθετημένης κυριαρχίας των ελίτ επί του λαού. Αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς ως συνθήκη που θα πρέπει να ανατραπεί για να υπάρξουν προϋποθέσεις ανάπτυξης της ισότητας μέσα σε ένα περιβάλλον ελευθερίας, ή ως αναγκαίο κακό, ή ως φυσιολογικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης, ή ως αποτέλεσμα της βιολογικής φύσης του ανθρώπου, ή ακόμη ως θέλημα θεού ή ως πολιτικό επίτευγμα της σοφής ανθρωπότητας!
Εμείς το βλέπουμε κάπως διαφορετικά: ιστορικά, με την έννοια της αρχαιολογίας και γενεαλογίας της κοινωνικής οργάνωσης που δομεί πολιτική και συστήματα διακυβέρνησης. Αυτό συστήνει πολιτισμό επί του οποίου θεμελιώνεται η οικονομία, η παιδεία, η εκπαίδευση, η τεχνολογία, η πρακτική πολιτική και το δίκαιο, καθώς και η πολιτική αφήγηση παράλληλα με όλες τις άλλες κοινωνικοποιητικές - στην ουσία θεσμικές – λειτουργίες/διαδικασίες των μοντέρνων κρατών. Ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο τοποθετούνται και οι εκλογές ως θεμελιώδης θεσμός έκφρασης της κυριαρχίας των ελίτ (:«λαϊκή κυριαρχία»). Ο πολιτισμός μας, λοιπόν, είναι πατριαρχικού χαρακτήρα (κάτι πολύ ευρύτερο και βαθύτερο από την «καθοδήγηση», η οποία είναι ασφαλώς στοιχείο της διαλεκτικής του) και επ’ αυτού ταιριάζει τόσο ο καπιταλισμός με το μοντέρνο κεφαλαιοκρατικό κράτος του, όσο και ο γραφειοκρατικός σοσιαλισμός.
Κατά την μεταμοντέρνα εποχή, στην οποία μόλις έχουμε εισέλθει, κλονίζεται η συγκεκριμένη λειτουργία των τοπικών/εθνικών ελίτ και διαμορφώνονται συνθήκες θεσμοθέτησης μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης, η οποία στην πραγματικότητα υφίσταται ήδη πολιτισμικά, οικονομικά κλπ. Όλες οι κρίσεις πλέον θα σχετίζονται με αυτή την εξέλιξη, στο πέρασμα από την μοντέρνα εποχή στην μεταμοντέρνα. Σε αυτό το πλαίσιο αντιμετώπισα και εγώ την ελληνική κρίση, και τούτο βοήθησε στην διατύπωση ορθών εκτιμήσεων.
Το πρόβλημα σήμερα είναι εάν και σε ποιο βαθμό οι εκλογές από υπόθεση των ελίτ, μπορεί να μεταβληθούν σε ζήτημα του λαού. Μέχρι εκεί, διότι δεν επιθυμώ να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας! Απαντώ ευθέως: Μόνον στο βαθμό που κλονιστεί η κυριαρχία της διαπλοκής. Μόνον στο μέτρο που η ψήφος αποτελέσει καταδικαστική απόφαση εναντίον της ελίτ της μεταπολίτευσης: των πρακτικών της, του lifestyle της και του πολιτικού πολιτισμού της σε συνδυασμό ασφαλώς με τις τηλεπολιτικές που τον υποστήριξαν. Θα έλεγα μάλιστα ότι από το 1990 και μετά οι τηλεπολιτικές δόμησαν την κουλτούρα, τη οποία καλείται σήμερα ο πολίτης να νομιμοποιήσει με την ψήφο του ή να καταδικάσει.
Δείτε το εκλογικό σώμα σαν ένα σώμα ενόρκων σε ένα δικαστήριο, που καλείται να αποφασίσει για την ενοχή ή την αθώωση αυτών που έχουν ζημιώσει έως εξοντώσεως μεγάλο μέρος του πληθυσμού και κυρίως τη νέα γενιά. Προσοχή, οι ένορκοι κρίνουν περί της αθωότητος ή της ενοχής της κατηγορουμένης ελίτ και δεν αποδίδουν δικαιοσύνη με την έννοια της ποινής. Το τελευταίο είναι άλλο ζήτημα, που ξεφεύγει από την αρμοδιότητα των ψηφοφόρων (ενόρκων) – για να μην λαϊκίζουμε επικινδύνως για την δημοκρατία. Οι συγκεκριμένες εκλογές μπορεί να θεωρηθούν μια διαδικασία αυθεντικής γνωμοδότησης του λαού περί της ενοχής της ελληνικής ελίτ, ως προς την μακρά διαδικασία που οδήγησε στην πτώχευση και για την μορφή που λαμβάνει η χρεοκοπία και η φτωχοποίηση σήμερα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθούν σαν λαϊκό δικαστήριο! Λείπουν βλέπετε οι δικαστές!! Και καλώς «απουσιάζουν», καθώς στις (μακρο)πολιτικές διαδικασίες δεν έχουν θέση. Η θέση των δικαστών είναι στις αίθουσες των δικαστηρίων και μακάρι να τιμούσαν αυτόν τον ιδιαίτερα ευαίσθητο κοινωνικά ρόλο τους, που ναι μεν είναι πολιτικός, αλλά όχι μακροπολιτικός.
Να το ξαναπώ λοιπόν. Οι ψηφοφόροι σε αυτές τις εκλογές οφείλουν να λειτουργήσουν ως ένορκοι σε μια δίκη δίχως δικαστές. Ο λαός οφείλει να συστήσει αυθεντικά μια νέα αλήθεια, με άλλα λόγια, σε αντίθεση εκείνης των διαπλεκομένων ελίτ. Η πολιτική καταδίκη της ελίτ της μεταπολίτευσης θα οδηγήσει σε ανανέωση της (αστικής) δημοκρατίας στον τόπο μας. Και τότε ίσως πιάσει δουλειά και μια επιτέλους ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Αυτό θα πάρει χρόνο, ενώ σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να βιώσουμε «κυνήγι μαγισσών». Όχι στον φασισμό και στην εκδίκηση. Ναι στην τιμωρία (ποινή) στο πλαίσιο ενός Κράτους Δικαίου, που δεν στήνει θεατρινίστικα πολιτικές δίκες για να εξαγνίσει την ηγεμονεύουσα ελίτ. Σε ένα ανεπτυγμένο Κράτος Δικαίου μαφιόζικες εκκαθαρίσεις μεταξύ των μελών της πολιτικομεγαλοεπιχειρηματικής τάξης δεν έχουν θέση, με την συνδρομή μάλιστα της δικαιοσύνης. Ιδανικά ομιλώ, στη γη πατώ και φροντίστε να καταλάβετε το νόημα, αντί να αντιδράτε στον μερικώς κανονιστικό χαρακτήρα των τελευταίων παραγράφων μου! Τι θέλετε να κάνω; Από τη στιγμή κατά την οποία δεν έχω να σου προσφέρω επανάσταση, προτείνω ριζοσπαστικοποίηση των δημοκρατικών θεσμών. Είναι ότι καλύτερο στο πλαίσιο της κρίσιμης ελληνικής πραγματικότητας.
Στην κρίση ευημερίας της χώρα μας, προτείνω ενίσχυση και διεύρυνση της πολιτικής δημοκρατίας, στενοχωρώντας λογής-λογής μύστες των «τελικών λύσεων», δικτατοριών και νεοφιλελευθέρων δοξασιών. Έτσι βλέπω τον λαό να κάνει ζήτημα του τις εκλογές, χαρακτηρίζοντας με την ψήφο του ένοχη την ελίτ της μεταπολίτευσης και συμβάλλοντας στην διάλυση της διαπλοκής. Είναι το πρώτο, αναγκαίο βήμα για κοινωνική χειραφέτηση, υπό τις εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες που πραγματοποιούνται αυτές οι εκλογές. Αυτό θα μπορούσε να καταλήξει - αν δεν ξαναπάμε από την κάλπη στον καναπέ - σε οργάνωση του χάους που προκαλεί το καθεστώς, σε μια σταθερή, ριζοσπαστικά δημοκρατική βάση, ενδυναμώνοντας την πολιτική συμμετοχή και επαναθεμελιώνοντας το Κράτος Δικαίου σε μια σύγχρονη βάση. Επ’ αυτής η πολιτική διαδικασία θα ελάμβανε υπ’ όψιν τα δεδομένα των μεταμοντέρνων προκλήσεων, ώστε να χτυπήσει αποτελεσματικά τους νέους αποκλεισμούς, που προκαλούνται σε εθνικό επίπεδο από την ολοκλήρωση της παγκοσμιοποίησης στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας.. Και τούτο είναι συνταγή ευημερίας, δίχως την παραμορφωτική γραμματική της οικονομίας. Δεν είναι όλα οικονομία, όπως λένε οι αστοιχείωτοι! Όλα είναι πολιτισμός και εγώ αναφέρομαι στην ενδυνάμωση του δημοκρατικού πολιτισμού, ο οποίος συντάσσει μια «μη- νεοφιλελεύθερη γραμματική» οικονομίας, θέτοντας σοσιαλιστικούς και βιονομικούς όρους ως προϋπόθεση κάθε μορφής οικονομικής μεγέθυνσης ή αναδιανομής.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.