του Χαρίδημου Τσούκα *
Και τι δεν κάνουν οι πολιτικοί της χρεοκοπίας για να μη χάσουν τη δουλειά τους! Ρητορεύουν, βραχνιάζουν, χτυπιούνται να μας πείσουν ότι χωρίς αυτούς η χώρα θα καταρρεύσει. Τα κόμματα της μίζας θέλουν να αποφύγουν, λέει, την ακυβερνησία, να αποτρέψουν την επιστροφή στη δραχμή. Μετά από τριάντα πέντε χρόνια παλαιοκομματισμού, ο εξ επαγγέλματος εθνικόφρων Σαμαράς, θέλει τώρα να τα «αλλάξει όλα», να «κυβερνήσει διαφορετικά»! Ο Βενιζέλος, ερωτευμένος όπως πάντα με τη ρητορική του, έχει εκπονήσει ένα ακόμη «Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης», το οποίο θα μας βγάλει, υπόσχεται, από το μνημόνιο σε τρία χρόνια! Τα ίδια έλεγε και ο ανεπαρκής προκάτοχός του – «το 2012 θα είναι η χρονιά της ανάπτυξης»!
Οι δύο πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων της φαυλότητας, οι ίδιοι άνθρωποι που πριν λίγες εβδομάδες, χάρισαν 30 εκατομμύρια δυσεύρετου δημοσίου χρήματος στα χρεοκοπημένα κόμματά τους, κάνουν αυτό που έκαναν πάντα: υπόσχονται. Δεν υπόσχονται βέβαια «καλύτερες μέρες» (πάνε αυτά!), αλλά αποτροπή της κατάρρευσης – παραμονή στο ευρώ, αρκεί να τους εκλέξουμε!
Η στρατηγική είναι παλιά και δοκιμασμένη: η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! Όταν υπόσχεσαι κάτι, ο εξαρτημένος από σένα αποδέκτης σου δεν μπορεί να ξέρει αν το εννοείς ή όχι. Θα ήθελε όμως να πιστέψει ότι το εννοείς! Απαλλάσσεται έτσι κι ό ίδιος από το άχθος της απόφασης! Η αυταπάτη απαλύνει το άγχος που γεννά η αβεβαιότητα.
Υπάρχουν δύο είδη αβεβαιότητας. Το πρώτο είναι η αβεβαιότητα της συμπεριφοράς του ανθρώπου που απατά συστηματικά τη γυναίκα του. Τη διαβεβαιώνει ότι η τελευταία φορά που την απάτησε ήταν πράγματι η τελευταία, ότι ωρίμασε, άλλαξε. «Θα δεις», της λέει, «από δω και πέρα, θα είμαι ένας διαφορετικός άνθρωπος». Την υπόσχεση αυτή την έδωσε κι άλλες φορές, για την ακρίβεια μετά από κάθε εξωσυζυγική σχέση του. Ουδέποτε την τήρησε. Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία. «Κι αν αυτή τη φορά άλλαξε;», σκέφτεται η απατημένη σύζυγος. «Να τα γκρεμίσω όλα μετά από τριάντα χρόνια γάμου; Μπορεί να άλλαξε…Ποτέ δεν ξέρεις…».
Το δεύτερο είδος αβεβαιότητας είναι αυτό της ζωής μετά τη διάλυση του γάμου. «Πως θα ζήσω τώρα; Δουλειά δεν έχω. Τι θα γίνει με το σπίτι; Πως θα μεγαλώσω την οικογένεια; Τι θα πω στα παιδιά;». Το διαζύγιο παράγει απτή αβεβαιότητα, δίχως ελπίδα – μόνο πιθανά προβλήματα.
Ενώ η υπόσχεση της αλλαγής συμπεριφοράς εμπεριέχει το στοιχείο της πιθανής θετικής έκπληξης, το γεγονός του διαζυγίου φέρνει στο νου κυρίως προβλήματα. Τα δύο είδη αβεβαιότητας είναι ασύμμετρα, στο μέτρο που παράγονται από δύο διαφορετικής τάξεως γεγονότα – την υπόσχεση και την κατάρρευση – τα οποία ενσωματώνουν διαφορετικές προσδοκίες.
Η υπόσχεση είναι ένα ευχάριστο γεγονός εν αναμονή• δεν διαψεύδεται παρά μόνο, αργότερα, στην πράξη. Άρα στο μεσοδιάστημα καλλιεργείται η προσδοκία ότι μπορεί να υλοποιηθεί. Αντιθέτως, η κατάρρευση συνιστά ένα δυσάρεστο συμβάν από την πραγματοποίηση του οποίου προκύπτουν, αρχικά τουλάχιστον, πολλά προβλήματα (στο μέτρο που μια τάξη πραγμάτων, όπως π.χ. η έγγαμη συμβίωση, ανατρέπεται), ενώ η βεβαιότητα ότι θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας τάξης πραγμάτων (π.χ. ένα νέο γάμο) είναι ισχνή. Όταν γκρεμίζεται κάτι πρώτα βλέπουμε τη σκόνη, ακούμε το θόρυβο και μας μένουν τα ερείπια (αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα δηλαδή), ενώ η οικοδόμηση του νέου κτηρίου που θα χτιστεί, θα συμβεί, αν συμβεί, στο μέλλον.
Αυτή την ασυμμετρία μεταξύ «υπόσχεσης» και «κατάρρευσης» εκμεταλλεύονται οι πολιτικάντηδες των κομμάτων της μίζας. Η ακυβερνησία (και τα πολλά προβλήματά της, το σημαντικότερο από τα οποία είναι η πιθανή έξοδος από την ευρωζώνη) είναι η κατάρρευση που επισημαίνουν. Οι συνέπειές της φυσικά μας φοβίζουν, γι αυτό το κάνουν άλλωστε. Οι επαγγελίες περί «αλλαγής» και «ανασυγκρότησης» είναι οι υποσχέσεις με τις οποίες επιχειρούν να μας δελεάσουν.
Αν είμαστε «φρόνιμοι» άνθρωποι, αν δεν χάσαμε την κρίση μας, τη μνήμη μας, και τον αυτοσεβασμό μας πρέπει να αντισταθούμε στο δέλεαρ της υπόσχεσης• ξέρουμε από προσωπική πείρα ότι είναι απατηλή. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ υπήρξαν τα κόμματα της μίζας, της φαυλότητας, του πελατειακού, κομματικοποιημένου κράτους. Είναι τα κόμματα που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία και, το χειρότερο, δεν διδάχθηκαν τίποτε από αυτή. Ακόμα και τώρα παραμένουν αδιόρθωτα – πλαισιώνονται εν πολλοίς από κομματανθρώπους που ανήγαγαν τη φαυλότητα και την κακοδιαχείριση σε επιστήμη. Το να πιστεύεις ότι ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος, ο Αβραμόπουλος και ο Σκανδαλίδης, θα μας βγάλουν από την κρίση συνιστά το θρίαμβο της (ψευδο-)ελπίδας έναντι της εμπειρίας.
Η πιθανή ακυβερνησία που θα προκύψει από την πολιτική κονιορτοποίηση του πολιτικού συστήματος είναι όντως ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι δημαγωγοί και οι λαϊκιστές που ενδύθηκαν τη λεοντή του «αντισυστημικού» πολιτικού θα βρουν πρόσφορο έδαφος. Οι αντιευρωπαϊστές λύκοι θα γλείφονται. Θάρθουμε πλησιέστερα στην καταστροφή. Πρέπει όμως να βρούμε το σθένος να αντέξουμε τα συναισθήματα φόβου που εύλογα γεννώνται. Οι πολιτικάντηδες ποντάρουν στο συντηρητισμό μας. Ότι θα φοβηθούμε και θα κάνουμε πίσω. Η θέα της αβύσσου πρέπει να ατσαλώσει τα νεύρα μας, όχι να μας πανικοβάλλει. Η καταστροφή που βιώνει η χώρα να ενισχύσει το αίσθημα της αηδίας για το φαύλο πολιτικό σύστημα που διαχειρίστηκε τα κοινά. Με αυτούς τους ανθρώπους ξέρουμε ότι δεν έχουμε μέλλον. Η πολιτική τήξη θα οδηγήσει σε νέα μορφώματα – αρκεί να το θελήσουμε.
Οι μεγάλες πολιτικές αλλαγές δεν προήλθαν από ψυχρούς υπολογισμούς, αλλά από εκείνο το πυρακτωμένο αίσθημα που καίει τα σωθικά των ανθρώπων: «δεν πάει άλλο, φτάνει πια». Πολιτικάντηδες της μίζας και του ρουσφετιού αρκετά σας ανεχθήκαμε. Αφεθήκαμε επί μακρόν στη σαγήνη της δημαγωγίας σας. Η οργή μας δεν στρέφεται μόνο εναντίον σας αλλά κι εναντίον μας. Αν μας παραπλανήσατε εσείς είναι γιατί θέλαμε κι εμείς να παραμυθιαστούμε. Η αυταπάτη ήταν βολικότερη από την αλήθεια. Τώρα ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε. Για την ακρίβεια, ποτέ δεν ξέραμε καλύτερα. Η καταστροφή μας έδωσε μια πρωτοφανή βεβαιότητα. Η κρίση μας χάρισε διαύγεια.
Από την έλλογη οργή ξεπηδά το καινούριο. Στο καμίνι των συναισθημάτων αποστροφής χαλυβδώνεται η θέληση να αναζητήσουμε διαφορετικές λύσεις, χωρίς να έχουμε πλήρη εικόνα των νέων προβλημάτων που θα προκύψουν. Η αποδοχή της αβεβαιότητας που γεννά η πιθανότητα της κατάρρευσης είναι το τίμημα που πρέπει να καταβάλλουμε για μια νέα πολιτική τάξη πραγμάτων. Θέλει τόλμη η αξιοπρέπεια. Απαιτεί ωριμότητα η δημιουργία. Χρειάζεται κουράγιο να αντέξεις την αλήθεια ότι δημιουργείς την ιστορία.
Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον συντηρητικό μας εαυτό να κερδίσει το παιχνίδι με τον δημιουργικό μας εαυτό. Αν δεν ρισκάρουμε, δεν θα κερδίσουμε.
Γνωρίζουμε ότι η υπόσχεσή τους είναι απατηλή. Ξέρουμε ότι η θέλησή μας για μια δημιουργική, ευρωπαϊκή πατρίδα είναι πραγματική. Τι περιμένουμε;
* Ο Χ.Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.
Και τι δεν κάνουν οι πολιτικοί της χρεοκοπίας για να μη χάσουν τη δουλειά τους! Ρητορεύουν, βραχνιάζουν, χτυπιούνται να μας πείσουν ότι χωρίς αυτούς η χώρα θα καταρρεύσει. Τα κόμματα της μίζας θέλουν να αποφύγουν, λέει, την ακυβερνησία, να αποτρέψουν την επιστροφή στη δραχμή. Μετά από τριάντα πέντε χρόνια παλαιοκομματισμού, ο εξ επαγγέλματος εθνικόφρων Σαμαράς, θέλει τώρα να τα «αλλάξει όλα», να «κυβερνήσει διαφορετικά»! Ο Βενιζέλος, ερωτευμένος όπως πάντα με τη ρητορική του, έχει εκπονήσει ένα ακόμη «Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης», το οποίο θα μας βγάλει, υπόσχεται, από το μνημόνιο σε τρία χρόνια! Τα ίδια έλεγε και ο ανεπαρκής προκάτοχός του – «το 2012 θα είναι η χρονιά της ανάπτυξης»!
Οι δύο πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων της φαυλότητας, οι ίδιοι άνθρωποι που πριν λίγες εβδομάδες, χάρισαν 30 εκατομμύρια δυσεύρετου δημοσίου χρήματος στα χρεοκοπημένα κόμματά τους, κάνουν αυτό που έκαναν πάντα: υπόσχονται. Δεν υπόσχονται βέβαια «καλύτερες μέρες» (πάνε αυτά!), αλλά αποτροπή της κατάρρευσης – παραμονή στο ευρώ, αρκεί να τους εκλέξουμε!
Η στρατηγική είναι παλιά και δοκιμασμένη: η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! Όταν υπόσχεσαι κάτι, ο εξαρτημένος από σένα αποδέκτης σου δεν μπορεί να ξέρει αν το εννοείς ή όχι. Θα ήθελε όμως να πιστέψει ότι το εννοείς! Απαλλάσσεται έτσι κι ό ίδιος από το άχθος της απόφασης! Η αυταπάτη απαλύνει το άγχος που γεννά η αβεβαιότητα.
Υπάρχουν δύο είδη αβεβαιότητας. Το πρώτο είναι η αβεβαιότητα της συμπεριφοράς του ανθρώπου που απατά συστηματικά τη γυναίκα του. Τη διαβεβαιώνει ότι η τελευταία φορά που την απάτησε ήταν πράγματι η τελευταία, ότι ωρίμασε, άλλαξε. «Θα δεις», της λέει, «από δω και πέρα, θα είμαι ένας διαφορετικός άνθρωπος». Την υπόσχεση αυτή την έδωσε κι άλλες φορές, για την ακρίβεια μετά από κάθε εξωσυζυγική σχέση του. Ουδέποτε την τήρησε. Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία. «Κι αν αυτή τη φορά άλλαξε;», σκέφτεται η απατημένη σύζυγος. «Να τα γκρεμίσω όλα μετά από τριάντα χρόνια γάμου; Μπορεί να άλλαξε…Ποτέ δεν ξέρεις…».
Το δεύτερο είδος αβεβαιότητας είναι αυτό της ζωής μετά τη διάλυση του γάμου. «Πως θα ζήσω τώρα; Δουλειά δεν έχω. Τι θα γίνει με το σπίτι; Πως θα μεγαλώσω την οικογένεια; Τι θα πω στα παιδιά;». Το διαζύγιο παράγει απτή αβεβαιότητα, δίχως ελπίδα – μόνο πιθανά προβλήματα.
Ενώ η υπόσχεση της αλλαγής συμπεριφοράς εμπεριέχει το στοιχείο της πιθανής θετικής έκπληξης, το γεγονός του διαζυγίου φέρνει στο νου κυρίως προβλήματα. Τα δύο είδη αβεβαιότητας είναι ασύμμετρα, στο μέτρο που παράγονται από δύο διαφορετικής τάξεως γεγονότα – την υπόσχεση και την κατάρρευση – τα οποία ενσωματώνουν διαφορετικές προσδοκίες.
Η υπόσχεση είναι ένα ευχάριστο γεγονός εν αναμονή• δεν διαψεύδεται παρά μόνο, αργότερα, στην πράξη. Άρα στο μεσοδιάστημα καλλιεργείται η προσδοκία ότι μπορεί να υλοποιηθεί. Αντιθέτως, η κατάρρευση συνιστά ένα δυσάρεστο συμβάν από την πραγματοποίηση του οποίου προκύπτουν, αρχικά τουλάχιστον, πολλά προβλήματα (στο μέτρο που μια τάξη πραγμάτων, όπως π.χ. η έγγαμη συμβίωση, ανατρέπεται), ενώ η βεβαιότητα ότι θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας τάξης πραγμάτων (π.χ. ένα νέο γάμο) είναι ισχνή. Όταν γκρεμίζεται κάτι πρώτα βλέπουμε τη σκόνη, ακούμε το θόρυβο και μας μένουν τα ερείπια (αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα δηλαδή), ενώ η οικοδόμηση του νέου κτηρίου που θα χτιστεί, θα συμβεί, αν συμβεί, στο μέλλον.
Αυτή την ασυμμετρία μεταξύ «υπόσχεσης» και «κατάρρευσης» εκμεταλλεύονται οι πολιτικάντηδες των κομμάτων της μίζας. Η ακυβερνησία (και τα πολλά προβλήματά της, το σημαντικότερο από τα οποία είναι η πιθανή έξοδος από την ευρωζώνη) είναι η κατάρρευση που επισημαίνουν. Οι συνέπειές της φυσικά μας φοβίζουν, γι αυτό το κάνουν άλλωστε. Οι επαγγελίες περί «αλλαγής» και «ανασυγκρότησης» είναι οι υποσχέσεις με τις οποίες επιχειρούν να μας δελεάσουν.
Αν είμαστε «φρόνιμοι» άνθρωποι, αν δεν χάσαμε την κρίση μας, τη μνήμη μας, και τον αυτοσεβασμό μας πρέπει να αντισταθούμε στο δέλεαρ της υπόσχεσης• ξέρουμε από προσωπική πείρα ότι είναι απατηλή. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ υπήρξαν τα κόμματα της μίζας, της φαυλότητας, του πελατειακού, κομματικοποιημένου κράτους. Είναι τα κόμματα που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία και, το χειρότερο, δεν διδάχθηκαν τίποτε από αυτή. Ακόμα και τώρα παραμένουν αδιόρθωτα – πλαισιώνονται εν πολλοίς από κομματανθρώπους που ανήγαγαν τη φαυλότητα και την κακοδιαχείριση σε επιστήμη. Το να πιστεύεις ότι ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος, ο Αβραμόπουλος και ο Σκανδαλίδης, θα μας βγάλουν από την κρίση συνιστά το θρίαμβο της (ψευδο-)ελπίδας έναντι της εμπειρίας.
Η πιθανή ακυβερνησία που θα προκύψει από την πολιτική κονιορτοποίηση του πολιτικού συστήματος είναι όντως ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι δημαγωγοί και οι λαϊκιστές που ενδύθηκαν τη λεοντή του «αντισυστημικού» πολιτικού θα βρουν πρόσφορο έδαφος. Οι αντιευρωπαϊστές λύκοι θα γλείφονται. Θάρθουμε πλησιέστερα στην καταστροφή. Πρέπει όμως να βρούμε το σθένος να αντέξουμε τα συναισθήματα φόβου που εύλογα γεννώνται. Οι πολιτικάντηδες ποντάρουν στο συντηρητισμό μας. Ότι θα φοβηθούμε και θα κάνουμε πίσω. Η θέα της αβύσσου πρέπει να ατσαλώσει τα νεύρα μας, όχι να μας πανικοβάλλει. Η καταστροφή που βιώνει η χώρα να ενισχύσει το αίσθημα της αηδίας για το φαύλο πολιτικό σύστημα που διαχειρίστηκε τα κοινά. Με αυτούς τους ανθρώπους ξέρουμε ότι δεν έχουμε μέλλον. Η πολιτική τήξη θα οδηγήσει σε νέα μορφώματα – αρκεί να το θελήσουμε.
Οι μεγάλες πολιτικές αλλαγές δεν προήλθαν από ψυχρούς υπολογισμούς, αλλά από εκείνο το πυρακτωμένο αίσθημα που καίει τα σωθικά των ανθρώπων: «δεν πάει άλλο, φτάνει πια». Πολιτικάντηδες της μίζας και του ρουσφετιού αρκετά σας ανεχθήκαμε. Αφεθήκαμε επί μακρόν στη σαγήνη της δημαγωγίας σας. Η οργή μας δεν στρέφεται μόνο εναντίον σας αλλά κι εναντίον μας. Αν μας παραπλανήσατε εσείς είναι γιατί θέλαμε κι εμείς να παραμυθιαστούμε. Η αυταπάτη ήταν βολικότερη από την αλήθεια. Τώρα ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε. Για την ακρίβεια, ποτέ δεν ξέραμε καλύτερα. Η καταστροφή μας έδωσε μια πρωτοφανή βεβαιότητα. Η κρίση μας χάρισε διαύγεια.
Από την έλλογη οργή ξεπηδά το καινούριο. Στο καμίνι των συναισθημάτων αποστροφής χαλυβδώνεται η θέληση να αναζητήσουμε διαφορετικές λύσεις, χωρίς να έχουμε πλήρη εικόνα των νέων προβλημάτων που θα προκύψουν. Η αποδοχή της αβεβαιότητας που γεννά η πιθανότητα της κατάρρευσης είναι το τίμημα που πρέπει να καταβάλλουμε για μια νέα πολιτική τάξη πραγμάτων. Θέλει τόλμη η αξιοπρέπεια. Απαιτεί ωριμότητα η δημιουργία. Χρειάζεται κουράγιο να αντέξεις την αλήθεια ότι δημιουργείς την ιστορία.
Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον συντηρητικό μας εαυτό να κερδίσει το παιχνίδι με τον δημιουργικό μας εαυτό. Αν δεν ρισκάρουμε, δεν θα κερδίσουμε.
Γνωρίζουμε ότι η υπόσχεσή τους είναι απατηλή. Ξέρουμε ότι η θέλησή μας για μια δημιουργική, ευρωπαϊκή πατρίδα είναι πραγματική. Τι περιμένουμε;
* Ο Χ.Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.