Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *

Ο  πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, κατηγορήθηκε προεκλογικά από όλους τους αντιπάλους του για λαϊκισμό. Στην πραγματικότητα όμως ανέπτυξε την λιγότερο λαϊκιστική στρατηγική. Αν δοκίμαζε μια άλλη, ανεκδοτολογική προσέγγιση της κρίσης, με ανέξοδη πατριδοκαπηλία και πρόστυχη λασπολογία, όπως για παράδειγμα ο κ. Σαμαράς, θα ήταν ίσως αυτός που θα σχημάτιζε κυβέρνηση, με τον κ. Βενιζέλο και τον κ. Κουβέλη σε διαφορετικούς ρόλους αν και στις ίδιες περίπου θέσεις. Δεν το έπραξε, κράτησε ένα αξιοπρεπές μέτρο μεταξύ πολιτικής ηθικής (και ιδεολογίας) και δημαγωγίας και κέρδισε την δεύτερη θέση με μικρή μάλιστα διαφορά από τον πρώτο. Το βράδυ εκείνο έγραψα:  «ο Αλέξης Τσίπρας κέρδισε, αλλά ο ελληνικός λαός έχασε μια μοναδική ευκαιρία για μια νέα δημοκρατική μεταπολίτευση». Και σε αυτό εμμένω!



Από σήμερα όμως ο  πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να εισέρχεται στην φάση του λαϊκισμού (:συνθηματολογία για το πόπολο, δίχως επανατοποθέτηση του προβλήματος που προκαλεί στη κοινωνία η νέα Συγκυβέρνηση), αν κρίνει κανείς από την τοποθέτηση του από το βήμα του Κοινοβουλίου. Πολλά σχήματα λόγου, δίχως πολιτικό σχήμα! Το αντίθετο από ότι έπραττε μέχρι τώρα ως υποψήφιος πρωθυπουργός. 

«Η συγκυβέρνηση Σαμαρά αποτελεί συνέχιση των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Παπαδήμου», είπε, αν και πρόκειται για την ολοκλήρωση του διαπλεκόμενου διακυβερνητικού μοντέλου ηγεμονίας στην πατρίδα μας, που ξεκίνησε το 1990. Τα πράγματα είναι πιο σοβαρά από την στρατηγική του μνημονίου. Αφορούν στην επιχείρηση των διαπλεκομένων συμφερόντων να ολοκληρώσουν την απορρύθμιση την ελληνικού κράτους, μέσω του συγκεκριμένου χρεοστασίου που συνομολόγησαν με την τρόικα, ώστε η χρεοκοπία του κράτους, αντί για διάλυση των πολιτικών σχέσεων που την προκάλεσαν, να οδηγήσει στην εδραίωση (consolidation) της διαπλοκής σε μια άλλη ανανεωμένη βάση ιδεολογικής και πολιτικής νομιμοποίησης. Το μνημόνιο αποτελεί κρίσιμο στοιχείο αυτής της γενικότερης στρατηγικής της μεταπρατικής τάξης της Ελλάδας. Εάν θέλαμε λοιπόν να παραμείνουμε στο επίπεδο μιας περισσότερο ή λιγότερο λαϊκιστικής αφήγησης, θα ήταν μάλλον ορθότερο να θεωρήσουμε ότι ο Μεγάλος Συνασπισμός υπό την πρωθυπουργία Σαμαρά έρχεται να ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε με πολλές αντιφάσεις επί Μητσοτάκη, συνεχίστηκε με τραγελαφικά περιστατικά επί Α. Παπανδρέου, ενώ πρωτομορφοποιήθηκε ως λειτουργικό / κυβερνητικό παράδειγμα επί Σημίτη. Από εκεί κι έπειτα όλοι κινήθηκαν και κινούνται στο ίδιο πλαίσιο πολιτικής αφήγησης και ιδεολογικοποίησης των κοινωνικοποιητικών μηχανισμών που οδηγούν σε πολιτικές αποκρυσταλλώσεις, αλλά και σε έλεγχο της πολιτικής συμπεριφοράς του εκλογικού σώματος.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι το καθεστώς που θεμελίωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου την δεκαετία του ’80 ήταν ένα προοδευτικό, φιλελεύθερο σύστημα με σοσιαλιστικές εκφάνσεις. Ένα άθλιο, λαϊκιστικό καθεστώς πατρωνίας υπήρξε και αυτό, τούτο όμως που τον διαδέχθηκε υπήρξε πιο υποκριτικό και δοξαστικό σε μεγαλοεπιχειρηματίες που ανέλαβαν με νταβατζίδικο τρόπο τον έλεγχο της πολιτικής και με σχεδόν μαφιόζικο τρόπο τον έλεγχο των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων.  

Ο κ. Τσίπρας μέμφθηκε επίσης τον πρωθυπουργό επειδή απέκρυψε από τον ελληνικό λαό τις προθέσεις του κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. «Η επαναδιαπράγματευσή μας τελείωσε το βράδι της 17ης Ιουνίου. Όποιος την πίστεψε την πάτησε», σημείωσε … αν και ουδείς ψηφοφόρος της ΝΔ ασχολήθηκε με διαπραγματεύσεις και αναδιαπραγματεύσεις. Οι άνθρωποι για άλλο λόγο ψήφισαν ΝΔ και αυτό θα πρέπει να γίνει απολύτως σαφές αν θέλουμε να αποφύγουμε εννοιολογικές διαστροφές μέσω της πολιτικής μας αφήγησης, οι οποίες αποτελούν, πράγματι, τα κομβικά σημεία που δομούν τον δημαγωγικό λόγο. ΝΔ ψήφισαν τα κατ’ εξοχήν συντηρητικά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, ακολουθούμενα από εκείνα που υποστήριξαν το ΠΑΣΟΚ και την ΔΗΜΑΡ. Πρόκειται για απολύτως ανασφαλή, βαθύτατα φοβισμένα άτομα, από τα οποία απουσιάζει η αυτοπεποίθηση για δημιουργία που κινείται έξω από το σύστημα πατρωνίας. Θα έπρεπε να είναι εμπειρικά διαπιστωμένο ότι ακόμα και το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων νεοφιλελευθέρων θα αισθανόταν σαν το ψάρι έξω από το νερό, εάν τους τοποθετούσες έξω από πελατειακά κυκλώματα και παραοικονομικούς μηχανισμούς. Η αλήθεια είναι ότι αυτοί που ψήφισαν ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ σίγουρα δεν ασχολήθηκαν με το μνημόνιο ως κατ’ εξοχήν πολιτικό κείμενο, ή απλώς ως οικονομίστικη προσέγγιση της πιστωτικής και δημοσιονομικής κρίσης μιας χρεοκοπημένης πολιτείας με μέθοδο το learning – by – numbers. Δεν τους απασχόλησε και δεν τους απασχολεί στα σοβαρά κανένα απολύτως μνημόνιο. Γι’ αυτούς και πολλούς άλλους που απείχαν από τις εκλογές, το «μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ» που άρθρωσε δειλά-δειλά τις τελευταίες προεκλογικές ημέρες ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχε απολύτως κανένα νόημα – και για εμένα ήταν ένα από τα ελάχιστα σφαλερά επεισόδια στην πολιτική αφήγηση του Τσίπρα.    

 «Το 2009 κάποιοι μας είπαν λεφτά υπάρχουν και κέρδισαν, τώρα είπατε επαναδιαπραγμάτευση υπάρχει. Προσέξτε όμως θα έχετε την ίδια και ίσως χειρότερη τύχη, οι αντοχές του λαού εξαντλούνται, και όσο η πορεία προς την καταστροφή επιταχύνεται, τόσο θα εξαντλείται και η αποτελεσματικότητα τρομοκράτησής του. Τα λάθη ο λαός τα συγχωρεί, δεν θα συγχωρέσει όμως την κοροϊδία», δήλωσε στην συνέχεια από το βήμα της βουλής ο Αλέξης Τσίπρας. Κι εδώ γίνεται ένα επίσης τραγικό λάθος: η αποτελεσματικότητα στην κατατρομοκράτηση του λαού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και αποτελεί συνήθως συνδυασμό εσωτερικών και εξωτερικών απειλών, που διαμορφώνουν το λεγόμενο securitization της πολιτικής δράσης. Εάν γνωρίζεις και έχεις τεστάρει – όπως έχει γίνει ήδη στην ελληνική κοινωνία – ποιες γενικές απειλές λειτουργούν αποτελεσματικότερα στην κατεύθυνση της συντηρητικοποίησης του κοινού, συνεχίζεις να καλλιεργείς ανάλογα φοβικά σύνδρομα, θέτοντας ασφαλώς κάθε φορά διαφορετικά διλήμματα στο ίδιο πάντα πλαίσιο: Η Ελλάδα ανήκει στην Δύση, η Δύση ανήκει στους δανειστές μας κι εμείς δίχως αυτούς δεν θα μπορούσαμε να υπάρξουμε στην Δύση! Δύση σημαίνει όχι ακριβώς ευημερία, αλλά ΛΕΦΤΑ. Άρα λεφτά θα υπάρχουν όσο ανήκουμε στις κυρίαρχες (οικονομικές) δυνάμεις της Δύσης. Ο ευρωπαϊσμός της αστικής και μικροαστικής τάξης στην Ελλάδα αποτελεί αφήγηση της «τσέπης». Πρόκειται για την κουλτούρα της υποτέλειας, η οποία εσωτερικεύει την αντίληψη ότι οι Έλληνες δεν εργάζονται για να παράγουν πλούτο, αλλά ένα μέρος του πλούτου της Δύσης φτάνει στον τόπο μας για να διανεμηθεί στους πλέον «εκσυγχρονισμένους», φιλότιμους, δουλικούς και, άμα λάχει, καπάτσους, μπασμένους στα κόλπα της αγοράς, μάγκες και θρασείς σε βαθμό κουτσαβακισμού.

Όχι, αγαπητέ Αλέξη Τσίπρα, δεν γνωρίζω αν ο λαός έχει αντίληψη των λαθών της ηγεσίας του, σίγουρα, όμως, την κοροϊδία, όχι απλώς την αντέχει και την ανέχεται, αλλά την χρησιμοποιεί σε ένα επίπεδο συνομωσίας των «δικών μας παιδιών» εναντίον όλων των άλλων. Στην πραγματικότητα ο κ. Σαμαράς δεν κορόιδεψε κανέναν, με την έννοια ότι όσοι χρησιμοποίησαν νομιμοποιητικά για την ψήφο τους τις προεκλογικές του εξαγγελίες, δεν πίστευαν απολύτως τίποτα από αυτά που εκστόμιζε, αλλά αποκλειστικά προσδοκούσαν ότι θα κερδίσουν τις εκλογές για να εξασφαλιστούν ατομικά ή για να μην απειληθούν γενικότερα πελατειακά συμφέροντα εντός των οποίων ορίζουν τον εαυτό τους. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί, πάρα πολλοί συμπολίτες μας έχουν διαμορφωμένη μία τέτοια συνείδηση. Αυτοί είναι έτοιμοι να συγχωρήσουν οποιαδήποτε «κοροϊδία» αρκεί να αποτελεί και δική τους κοροϊδία προς όλους τους άλλους. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια αφήγηση εξαπάτησης του ενός τρίτου προς τα δύο τρίτα της κοινωνίας, που στις εκλογές μπορεί να συμπαρασύρει και κάποιους από τους δεύτερους που πάντα θα νομίζουν ότι ανήκουν στους πρώτους κι έτσι γλυτώνουν και την … αυτοκτονία!      
 
«Η παραδοχή του νέου υπουργού Οικονομικών στους Financial Times ότι δεν μπορούμε να ζητήσουμε τίποτα αποτελεί το καταστροφικό δόγμα της νέας κυβέρνησης» τόνισε ο κ. Τσίπρας. Υπάρχει όμως κι ένα καταστροφικότερο. Ότι η σχέση Ελλάδας – τρόικας αποτελεί υπόθεση ζήτησης – προσφοράς, όπου και τα δύο τα ρυθμίζει η τρόικα. Η ρύθμιση αυτής της σχέσης, εάν δεν «σκοτωθούν» μεταξύ τους οι παράγοντες της τρόικας, μπορεί να οδηγήσει βήμα-βήμα σε τριτοκοσμικές συνθήκες εξάρτησης και κοινωνικής λειτουργίας της Ελλάδας, οι οποίες θα αποτελέσουν το σκιάχτρο για την συμμόρφωση των υπόλοιπων ευρωπαϊκών λαών στο αντιπληθωριστικό δόγμα του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού. Ίσως όμως να μην φτάσουμε εκεί διότι η σύγκρουση του αγγλοσαξωνικού χρηματοπιστωτικού λόμπυ με την γερμανική ελίτ βρίσκεται κοντά, όπως και το σχέδιο για χωρισμό της Ευρώπης και της ΕΕ σε τρεις σφαίρες – κεντρική, νότια και βόρεια – με την κάθε μία να διακρίνεται από ξεχωριστό νομισματικό καθεστώς.

«… Είστε υποχρεωμένος να αντιμετωπίσετε τις συνέπειες της ανεύθυνης συμπεριφοράς σας» είπε κάποια στιγμή ο κ. Τσίπρας στον κ. Σαμαρά. Αυτό θα συνέβαινε αν το αποφάσιζε η διαπλοκή και μόνον. Εφόσον ολόκληρος ο Τύπος στην Ελλάδα έχει μετατραπεί σε Κυβερνητικό Τύπο, τις συνέπειες «της ανεύθυνης συμπεριφοράς» Σαμαρά θα τις αντιμετωπίσει αποκλειστικά ο ελληνικός λαός και όλα τα ευτράπελα θα φορτώνονται στην Μέρκελ και τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και προηγουμένως. Ως προς αυτό θα έχουμε πληκτική επανάληψη όσων διαδραματίζονται κατά την δόμηση της κοινής γνώμης από την περίοδο Σημίτη μέχρι σήμερα. Οι ίδιοι άνθρωποι θα ανταλλάσσουν γραφεία και θα μεταφέρονται ξανά από τον τρίτο στον τέταρτο και από τον τέταρτο στον τρίτο όροφο. Έχει διαμορφωθεί μία κοινή ομάδα διακυβέρνησης που σε μεγάλο βαθμό αντανακλά το πνεύμα Σημίτη: δεν έχει σημασία αν τα παιδιά εμφανίζονται ως δεξιά, αριστερά, απολιτίκ, ή κεντρώα, σημασία έχει να έχουν μπει στο κόλπο.

Το κόλπο είναι η συνομωσία λαθρόβιων ομάδων στον τεράστιο κοινό τόπο που δημιουργείται εκεί που τέμνεται η ιδιωτική με την δημόσια σφαίρα και εντός του οποίου θεμελιώνεται το εθνικό συμφέρον, η σχέση μας με τις υπόλοιπες χώρες και η ταξική συνείδηση του καθ’ ημάς μικροαστισμού. Αν ο κ. Σαμαράς καταφέρει να μην διαταράξει τα συμφέροντα που δομούνται σε αυτόν τον κοινό τόπο και μοιράσει «σωστά» την πίτα, όπως σε μεγάλο βαθμό έκανε ο κ. Σημίτης, θα μακροημερεύσει και ας υποβαθμιστεί σε ασύλληπτο βαθμό η χώρα και ας μην μείνει «με σταυρωμένα χέρια» ο ΣΥΡΙΖΑ και η υπόλοιπη αριστερή αντιπολίτευση. Αυτά, για να μην λαϊκίζουμε.   

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία. 
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.