Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Τα ποντικάκια του πολιτικού συστήματος που κυβερνούν, εκτιμούν ότι η τρόικα μπλοφάρει και αυτή τη φορά και ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάψουν να στηρίζουν το καθεστώς με νέο πακέτο αντιλαϊκών μέτρων χρεοστασίου (τρίτο πακέτο για την Ελλάδα ή «επιμήκυνση» με την παραπλανητική γλώσσα των κυβερνώντων). Μοιάζουν βέβαιοι (αισιόδοξοι) ότι ο Γερμανός υπουργός οικονομίας μπλοφάρει, εκτιμώντας (προαναγγέλλοντας) ότι μετά την διαπιστωμένη αποτυχία των προηγούμενων «προγραμμάτων διάσωσης», δεν θα υπάρξει άλλο και ότι «το ενδεχόμενο η Ελλάδα να εγκαταλείψει το Ευρώ δεν είναι πλέον τρομακτικό» - για το τραπεζικό σύστημα και την ευρωπαϊκή πολιτική τάξη προφανώς.
Από την άλλη υπάρχουν και αντιπολιτευόμενα ποντικάκια, που επίσης πιστεύουν ότι η τρόικα (ΔΝΤ και αποφασιστικοί παράγοντες της ΕΕ) μπλοφάρει εκ νέου και ότι όλα γίνονται για να πιεστεί/τρομοκρατηθεί ξανά η ελληνική κοινή γνώμη, ώστε να περάσουν ευκολότερα τα νέα μέτρα τσεκουρώματος του εισοδήματος των εργαζομένων και ρευστοποίησης με την μορφή ξεπουλήματος του ενεργητικού του δημοσίου.
Ο συνδυασμός των δύο αυτών προσεγγίσεων δικαιολογεί τον προκλητικό αλλά ακριβή χαρακτηρισμό «ποντικάκια», εννοώντας ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του δεν έχει ιδέαν από στρατηγική. Κινείται αντανακλαστικά, καιροσκοπικά (συμμορφωτικά ή αντιδραστικά), δίχως την ικανότητα να αξιολογεί αντικειμενικές συνθήκες και να αξιοποιεί την μπλόφα του αντιπάλου για να διαμορφώνει δική του κοντρα-στρατηγική στην συνέχεια Έτσι εμφανείς μπλόφες της τρόικας, μετατράπηκαν σε μπλόφες της κυβερνώσας διαπλοκής προς τον ελληνικό λαό, ενώ εκεί όπου το χαρτί του αντιπάλου είναι καθαρό/σαφές, εμφανίζεται ως μπλόφα για να συνεχιστεί η προηγούμενη μπλόφα που αφορούσε στην προηγούμενη παρτίδα.
Είναι ζαλισμένα τα ποντικάκια ή επιθυμούν να ζαλίσουν το κοινό (εκλογικό σώμα) που τους εμπιστεύτηκε για την υπεράσπιση της ισότιμης παραμονής της Ελλάδας στο Ευρώ, δίχως διπλό νομισματικό και εξαιρέσεις νομισματικού χαρακτήρα; Και τα δυο: επιδιώκοντας να εξαπατήσουν πάση θυσία τον λαό στις εκλογές ζαλίστηκαν και οι ίδιοι, παγιδευμένοι στην φάκα που έστησαν τραπεζίτες, χρηματιστές σε συνεργατική αντιπαλότητα με την γερμανική κυβέρνηση (:συγκλίνουσες αντιθέσεις, κυριολεκτικώς).
Επί δύο και πλέον χρόνια κάναμε ότι περνά από το χέρι μας για να αποκαλύψουμε, όχι απλώς την πολιτική φύση της «φάκας» και πρακτικές εκδοχές της, αλλά παράλληλα να προσφέρουμε εναλλακτικές λύσεις για να αποφύγουμε το στρατηγικό αδιέξοδο της ελληνικής πολιτικής και οικονομίας. Είμαστε (παγκοσμίως, νομίζω) οι πρώτοι που αποκαλύψαμε ότι υπάρχει σχέδιο για διπλό νομισματικό και αργότερα εξηγήσαμε τις συνθήκες που καλλιεργούνται βήμα-βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ δεν παραλείψαμε να αναλύσουμε τις πολιτικοοικονομικές αντικειμενικότητες που το καθιστούν ελκυστικό καί για τους παράγοντες της τρόικας καί για την Ελληνική πολιτικομεγαλοεπιχειρηματική τάξη της Ελλάδας. Ομολογουμένως πολύ λίγα σημειώσαμε μέχρι τώρα για τους κινδύνους από μια τέτοια εξέλιξη στην πραγματική οικονομία και στην παραγωγική συγκρότηση της χώρας. Γενικά τα γράψαμε περιμένοντας άλλοι να ακολουθήσουν με εξειδικευμένες αναλύσεις. Όσες (ελάχιστες) ακολούθησαν ήταν κατασκευασμένες έτσι ώστε να υποστηρίζουν αυτό το σύστημα, νομιμοποιώντας το και όχι ασκώντας δομική κριτική σε αυτό.
Προεκλογικά παρότι επιμείναμε στο ζήτημα, εξηγώντας γιατί το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» είναι απολύτως παραπλανητικό και χυδαίο και προχωρώντας σε μερικές μόνο κρίσιμες παρατηρήσεις για τον υπονομευτικό ρόλο του διπλού νομισματικού στην παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας, καθώς και στην παγίδευσή της στο περιθώριο της ευρωζώνης για πάρα πολλά χρόνια, στερώντας της την ικανότητα να ασκήσει σχετικά αυτόνομα εξωτερική οικονομική πολιτική, δυστυχώς δεν καταφέραμε να πυροδοτήσουμε τον δημόσιο διάλογο επ’ αυτού. Λες και υπήρχε μία συνωμοτική σιωπή όλων των παραγόντων του πολιτικού συστήματος! Λες και το ζήτημα να ήταν το μέγιστο ταμπού για τους ελληνικούς πολιτικούς παράγοντες, σε αντίφαση μάλιστα με αρκετούς πλέον κρίσιμους για την εξέλιξη της κρίσης στην Ελλάδα, διεθνείς παράγοντες (πολιτικούς και οικονομικούς), που το ανέδειξαν ως «αναγκαιότητα» ή την πλέον πρόσφορη εναλλακτική λύση που συμβιβάζει το συμφέρον του τραπεζικού συστήματος, της ελληνικής πολιτικής ελίτ και της γερμανικής αντιπληθωριστικής φιλοσοφίας, στο πλαίσιο της ζεύξης νεοφιλελευθερισμού – νεοκεϊνσιανισμού!
Και μόνον ότι το ζήτημα δεν συζητήθηκε κατά αναλογία με την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, την οποία επίσης δεν συζητούσε κανείς δημοσίως, κατά την στιγμή που είχε δρομολογηθεί από την αρχή εκδήλωσης της πιστωτικής κρίσης – και ίσως νωρίτερα – φανερώνει την μορφή και την διάσταση της «μπλόφας» που αφορά κυρίως στην χειραγώγηση του λαού και στο μανουβράρισμα της κοινής γνώμης. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μία αλληλουχία «μπλοφών», που από την μια οδηγεί το ελληνικό καθεστώς σε βαθύτερη παγίδευση στο stalemate χρηματοπιστωτικού λόμπυ και κεντροευρωπαϊκής βιομηχανικής ελίτ και από την άλλη τον ελληνικό λαό να αποδέχεται λύσεις με την μορφή μονόδρομου του τύπου «το μη χείρον βέλτιστον» για την παραμονή μας στην ΕΕ και το δυτικό σύστημα πάση θυσία. Προδήλως στην επιχείρηση αυτή πολιτικής παγίδευσης των Ελλήνων υπάρχει και «τυράκι» με την μορφή υποσχέσεων για ελαφρύνσεις από βάρη σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, όπως και με το δέλεαρ επενδύσεων.
Ασφαλώς εξετάζοντας προσεκτικότερα το «τυράκι», διαπιστώνεις με πραγματικούς όρους, πώς διαμορφώνεται η πολιτική ταυτότητα της χώρας με στρατηγικούς όρους και πώς αντανακλαστικά ορίζεται το συμφέρον της, που αντιφάσκει τόσο με το συμφέρον των τριών τετάρτων του ελληνικού λαού, όσο και με την υποτιθέμενη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία του «ανήκουμε στο ευρώ», έστω και στο περιθώριό του. Και επ’ αυτού επιμείναμε την τελευταία διετία, εξηγώντας ότι το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» τέθηκε με λάθος τρόπο, σε λάθος χρόνο και σε απολύτως «λάθος» αποδέκτες. Αυτά είναι ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και όχι εσωτερικής, από την στιγμή που το μεταπρατικό καθεστώς των διαπλεκομένων της χώρας μας ενέταξε καιροσκοπικά και κερδοσκοπικά την χώρα στην ευρωζώνη, διακηρύσσοντας ότι «οι χώρες της ευρωζώνης δεν χρεοκοπούν» και ότι «η ένταξή μας στο ευρώ υπηρετεί την σταθερότητα, την δημοκρατία και την συναίνεση των κοινωνικών υποκειμένων».
Στο σημείο αυτό αναδείξαμε την ανάγκη της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας σε μία εντελώς διαφορετική βάση από αυτήν που εγκαινίασε ο Γιώργος Παπανδρέου με το εξατομικευμένο μνημόνιο που δήθεν θα μας διατηρούσε στην χρηματαγορά. Μιλήσαμε και ορίσαμε την ΔΟΜΙΚΗ διαπραγμάτευση, για το στάτους της χώρας εντός της ΕΕ από την στιγμή που δεν υπήρχε ευρωπαϊκός μηχανισμός αντιμετώπισης της πιστωτικής κρίσης, με την έννοια της απευθείας χρηματοδότησης των κρατών από την ΕΚΤ, αλλά δυστυχώς κυριάρχησε η λειτουργιστική δήθεν διαπραγμάτευση, ενώ ο αντιπολιτευτικός αντίλογος συνέκλινε στο «κάθε διαπραγμάτευση είναι παγίδα». Προφανώς κάθε διαπραγμάτευση αποτελεί παγίδα, αν δεν διαθέτεις στρατηγική και μόνη σου έγνοια είναι πώς θα συμμορφωθείς σε αποφάσεις τρίτων και πώς αυτές θα τις «σερβίρεις» εκβιαστικά στον λαό, αφού πρώτα υιοθετήσεις την τακτική «σοκ και δέος» για τον κόσμο της εργασίας και της μικρής επιχείρησης.
Τώρα ολόκληρο το πλαίσιο στρατηγικής που προτείναμε θα πρέπει να θεωρείται ξεπερασμένο. Ο χωρόχρονος, με άλλα λόγια, της ελληνικής κρίσης έχει μεταβληθεί δραστικά και πράγματι μόνον μικρές λεπτομέρειες έχουν απομείνει για να βρεθεί η χώρα εκτός της τροχιάς «διάσωσης» μέσω του υφιστάμενου προγράμματος της τρόικας. Τώρα οι προειδοποιήσεις για εξοβελισμό/αποχώρηση της Ελλάδας από το θεσμικό πλαίσιο της ευρωζώνης, έστω μέσω ενός άλλου προγράμματος που θα θεμελιώνει μία μορφή διπλού νομισματικού για την χώρα, δεν αποτελούν μπλόφα. Η μπλόφα τώρα θα λάβει άλλη διάσταση σε ένα νέο παιχνίδι που θα ξεκινήσει από τις αρχές του φθινοπώρου. Θα έχει να κάνει με μία καινούρια συντονισμένη καμπάνια της διαπλοκής και των «προστατών» της χώρας, η οποία θα συνδέσει το νέο οικονομικό καθεστώς εντός της χώρας με την διαδικασία ανάπτυξης, αντιμετώπισης της ύφεσης και της ανεργίας. Μία μπλόφα, με άλλα λόγια, που ταιριάζει απολύτως στο ιδεολόγημα της ριζοσπαστικής δεξιάς, που ενσωματώνοντας τους νεοφιλελευθέρους της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς, θα επιχειρήσει να εξαπατήσει τον ελληνικό λαό, επαναδομώντας την μεταπολίτευση του 1974 σε μια νέα οπισθοδρομική, αντιδημιουργική, μεταπρατική και υποτελή βάση.
Έτσι η χώρα θα καταλήξει σε μια βαλκανική περιοχή, τεχνολογικά και δημοκρατικά υπανάπτυκτη, που θα την προτεκτορατοποιεί αντικειμενικά, αποδυναμώνοντας τόσο αστικά συμφέροντα του κράτους στην διεθνή πολιτική, όσο και το βάρος των προοδευτικών κοινωνικών κινημάτων. Και αυτό δεν το βλέπω ως κανενός είδους μπλόφα. Θα αποτελέσει μία αντικειμενικότητα, ζοφερή για τον ελληνικό λαό, ο οποίος μη έχοντας τα πολιτικά εφόδια να αντιδράσει «χθες», μάλλον παράλυτος σήμερα, θα πιαστεί πάλι στον ύπνο από τα νέα διλήμματα των διαπλεκομένων αύριο. Ο ρόλος της αριστεράς και της προοδευτικής κοινωνίας των πολιτών είναι να αφήσει στην πάντα την ανέξοδη/γενική αντικαπιταλιστική ρητορεία ή την κατεστημένη αντιπολιτευτική τακτική και να αντιδράσει με σθένος και επιτέλους συντονισμένα και στρατηγικά απέναντι στη νέα μπλόφα που στήνεται αυτές τις μέρες.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.