ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΞΕΚΙΝΗΣΑΜΕ ....
ΣΤΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΗΞΑΜΕ
Πρακτικά, αν κάτι υπήρχε πάνω στο οποίο συμφωνούσαν όλοι οι μελλοντολόγοι, ήταν ότι τον 21ο αιώνα θα υπήρχε πολύ λιγότερη δουλειά. Τι θα σκεφτόντουσαν, αν μάθαιναν ότι το 2012 η τυπική εργασιακή ημέρα δηλαδή από τις 9 έως τις 17 είχε μετατραπεί κάτι σε 7 το πρωί με 7 το βράδυ ? Σίγουρα θα κοίταζαν γύρω τους και θα είχαν δει πως η τεχνολογία έπαιρνε τον έλεγχο σε πολλά επαγγέλματα στα οποία πριν ήταν απαραίτητο ένα μεγάλο εργατικό δυναμικό, θα έβλεπαν την ανάπτυξη της αυτοματοποίησης και της εντατικής παραγωγής, και θα αναρωτιώντουσαν, “γιατί περνάνε δώδεκα ώρες την ημέρα σε δουλειές μάταιες ?”.
Είναι ένα ερώτημα στο οποίο ούτε η δεξιά, ούτε η αριστερά, μπορούν να απαντήσουν επαρκώς. Στους συντηρητικούς άρεσε πάντα να δίνουν βάρος στις ηθικές αξίες της σκληρής εργασίας και ένα μεγάλο κομμάτι της αριστεράς που επικεντρώνεται στις τρομακτικές παρενέργειες της ανεργίας, προτείνει “περισσότερη δουλειά” σαν πρωταρχική λύση ενάντια στη κρίση. Οι παλιές γενιές θα εύρισκαν όλα αυτά απελπιστικά απογοητευτικά.
Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, οι ουτοπιστές, οι σοσιαλιστές και οι υπόλοιποι των μελλοντολόγων πίστευαν πως η δουλειά θα κατέληγε σχεδόν να καταργηθεί κυρίως για ένα λόγο : μπορούμε να αφήσουμε να το κάνουν οι μηχανές. Ο σοσιαλιστής Paul Lafargue έγραφε σε μια σύντομη πραγματεία που είχε τίτλο “Le droit à la paresse” – 1833 (το δικαίωμα στη τεμπελια ):
“Οι μηχανές μας , με ανάσα φωτιάς, με πυρίμαχα ατσάλινα μπράτσα, με απίθανη και ατέλειωτη επάρκεια, εκτελούν με πειθαρχία την άγια τους εργασία. Και παρόλα αυτά, οι μεγάλοι φιλόσοφοι του καπιταλισμού συνεχίζουν να έχουν προκαταλήψεις για το μισθολογικό σύστημα, τη μεγαλύτερη από τις δουλείες. Ακόμα δεν καταλαβαίνουν ότι η μηχανή είναι ο σωτήρας της ανθρωπότητας, ο Θεός που απελευθερώνει τον άνθρωπο από το να είναι θύμα της εργασίας, η θεότητα που θα του δώσει την αδρανεια και την ελευθερία ”.
Ο Oscar Wilde συμφώνησε αμέσως : Το 1891, στο “The Soul of Man Under Socialism” περιφρονεί “τον παραλογισμό του ότι γράφεται και λέγεται σήμερα για την αξιοπρέπεια της χειρονακτικής εργασίας, και επιμένει “ ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για κάτι καλύτερο από το να μοιράζει βρωμιά. Ολες οι δουλειές αυτού του είδους θα έπρεπε να γίνονται από τη μηχανή ”.
Είναι εμφανές το τι θέλει να πει :
“Η μηχανή πρέπει να δουλεύει στη θέση μας στα ανθρακωρυχεία, να ασχολείται με όλες τις υγειονομικές υπηρεσίες, να δίνει τη φλόγα σε όλα όσα δουλεύουν με ατμό, να καθαρίζει τους δρόμους, να μεταφέρει μηνύματα τις βροχερές μέρες και να κάνει ότιδήποτε μας είναι ενοχλητικό και δύσκολο ”.
Και ο Lafargue και ο Wilde θα είχαν τρομοκρατηθεί αν αντιλαμβανόντουσαν πως μετά από μόλις είκοσι χρόνια, η χειρονακτική εργασία θα είχε γίνει ιδεολογία των εργατικών και κομμουνιστικών κομμάτων που τη δοξάσανε αντί να τη καταργήσουν.
Σχετικά μ'αυτό, αναμφίβολα, η ιδέα ήταν πως η εργασία θα αντικαθιστόταν. Μετά τη ρωσική επανάσταση, ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές της λατρείας της δουλειάς, ήταν ο Aleksei Gastev, ένας παλιός μεταλλωρύχος και ηγέτης συνδικαλιστής που έγινε ποιητής, και δημοσίευε ανθολογίες με τίτλους όπως “Η ποίηση στη γραμμή παραγωγής”. Μετατράπηκε στο πιο ενθουσιώδη υποστηρικτή του Τειλορισμού, την βορειο αμερικανική τεχνική βιομηχανικής διαχείρισης, , η οποία σταθερά κριτικάρεται από την αριστερά, που περιόριζε τον εργάτη να είναι ένα απλό κομμάτι της μηχανής , διευθύνοντας το Εθνικό Ιστιτούτο Εργασίας, με την αιγίδα του Κράτους. Οταν ρωτήθηκε για αυτή την αλλαγή από τον γερμανό σοσιαλδημοκράτη Ernst Toller, ο Gastev απάντησε : “Ελπίζουμε πως με τις εφευρέσεις μας θα φτάσουμε σε ένα στάδιο στο οποίο ο εργάτης που πριν εργαζόταν οκτώ ώρες σε μια συγκεκριμένη εργασία θα πρέπει να δουλεύει μόνο δυο ή τρεις ”. Σε κάποια στιγμή όλα αυτά ξεχάστηκαν από τους υπερ μυώδεις σταχανοβίτες που έκαναν υπεράνθρωπα κατορθώματα στς εξορύξεις άνθρακα.
Οι θεωρητικοί της βιομηχανίας βορειο αμερικανοί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, μοιραζόντουσαν εν μέρει, την σοσιαλιστική οπτική. . Ο Buckminster Fuller, ο βορειο αμερικανός σχεδιαστής και μηχανικός , δήλωσε οτι “η βιομηχανικη εξίσωση ” είναι σαν να λέμε πως η τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα στην ανθρωπότητα να κάνει “περισσότερα με λιγότερα” καταργώντας σε λίγο καιρό την ίδια την ένοια της εργασίας. . Το 1963 έγραφε: “Σε έναν αιώνα, η λέξη – εργάτης – δεν θα έχει καένα νόημα. Θα είναι κάτι που θα πρέπει να ψάξουμε στο λεξικό των αρχών του 20ου αιώνα. “ Αν αυτό επιβεβαιώθηκε τα τελευταία δέκα χρόνια συνέβη μόνο υπό την έννοια πως “ σήμερα είμαστε όλοι μέρος της μεσαίας τάξης” του νεοφιλελευθερισμού, και όχι βέβαια υπό την ένοια της κατάργησης των κατώτερων εργασιών ή του διαχωρισμού μεταξύ εργατών και αφεντικών.
Οι στατιστικές συνεχίζουν να δείχνουν εδώ και καιρό, πως το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων σκέφτεται πως η δουλειά που κάνει είναι άνευ λόγου, και ρίχοντας μια ματιά στις προσφορές εργασίας μιας μέσης επιχείρησης – τηλεφωνητές, αρχειοφύλακες, και κυρίως καθήκοντα και υπηρεσίες στις επιχειρήσεις – είναι δύσκολο να μην συμφωνήσει κάποιος.
ΣΤΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΗΞΑΜΕ
Πρακτικά, αν κάτι υπήρχε πάνω στο οποίο συμφωνούσαν όλοι οι μελλοντολόγοι, ήταν ότι τον 21ο αιώνα θα υπήρχε πολύ λιγότερη δουλειά. Τι θα σκεφτόντουσαν, αν μάθαιναν ότι το 2012 η τυπική εργασιακή ημέρα δηλαδή από τις 9 έως τις 17 είχε μετατραπεί κάτι σε 7 το πρωί με 7 το βράδυ ? Σίγουρα θα κοίταζαν γύρω τους και θα είχαν δει πως η τεχνολογία έπαιρνε τον έλεγχο σε πολλά επαγγέλματα στα οποία πριν ήταν απαραίτητο ένα μεγάλο εργατικό δυναμικό, θα έβλεπαν την ανάπτυξη της αυτοματοποίησης και της εντατικής παραγωγής, και θα αναρωτιώντουσαν, “γιατί περνάνε δώδεκα ώρες την ημέρα σε δουλειές μάταιες ?”.
Είναι ένα ερώτημα στο οποίο ούτε η δεξιά, ούτε η αριστερά, μπορούν να απαντήσουν επαρκώς. Στους συντηρητικούς άρεσε πάντα να δίνουν βάρος στις ηθικές αξίες της σκληρής εργασίας και ένα μεγάλο κομμάτι της αριστεράς που επικεντρώνεται στις τρομακτικές παρενέργειες της ανεργίας, προτείνει “περισσότερη δουλειά” σαν πρωταρχική λύση ενάντια στη κρίση. Οι παλιές γενιές θα εύρισκαν όλα αυτά απελπιστικά απογοητευτικά.
Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, οι ουτοπιστές, οι σοσιαλιστές και οι υπόλοιποι των μελλοντολόγων πίστευαν πως η δουλειά θα κατέληγε σχεδόν να καταργηθεί κυρίως για ένα λόγο : μπορούμε να αφήσουμε να το κάνουν οι μηχανές. Ο σοσιαλιστής Paul Lafargue έγραφε σε μια σύντομη πραγματεία που είχε τίτλο “Le droit à la paresse” – 1833 (το δικαίωμα στη τεμπελια ):
“Οι μηχανές μας , με ανάσα φωτιάς, με πυρίμαχα ατσάλινα μπράτσα, με απίθανη και ατέλειωτη επάρκεια, εκτελούν με πειθαρχία την άγια τους εργασία. Και παρόλα αυτά, οι μεγάλοι φιλόσοφοι του καπιταλισμού συνεχίζουν να έχουν προκαταλήψεις για το μισθολογικό σύστημα, τη μεγαλύτερη από τις δουλείες. Ακόμα δεν καταλαβαίνουν ότι η μηχανή είναι ο σωτήρας της ανθρωπότητας, ο Θεός που απελευθερώνει τον άνθρωπο από το να είναι θύμα της εργασίας, η θεότητα που θα του δώσει την αδρανεια και την ελευθερία ”.
Ο Oscar Wilde συμφώνησε αμέσως : Το 1891, στο “The Soul of Man Under Socialism” περιφρονεί “τον παραλογισμό του ότι γράφεται και λέγεται σήμερα για την αξιοπρέπεια της χειρονακτικής εργασίας, και επιμένει “ ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για κάτι καλύτερο από το να μοιράζει βρωμιά. Ολες οι δουλειές αυτού του είδους θα έπρεπε να γίνονται από τη μηχανή ”.
Είναι εμφανές το τι θέλει να πει :
“Η μηχανή πρέπει να δουλεύει στη θέση μας στα ανθρακωρυχεία, να ασχολείται με όλες τις υγειονομικές υπηρεσίες, να δίνει τη φλόγα σε όλα όσα δουλεύουν με ατμό, να καθαρίζει τους δρόμους, να μεταφέρει μηνύματα τις βροχερές μέρες και να κάνει ότιδήποτε μας είναι ενοχλητικό και δύσκολο ”.
Και ο Lafargue και ο Wilde θα είχαν τρομοκρατηθεί αν αντιλαμβανόντουσαν πως μετά από μόλις είκοσι χρόνια, η χειρονακτική εργασία θα είχε γίνει ιδεολογία των εργατικών και κομμουνιστικών κομμάτων που τη δοξάσανε αντί να τη καταργήσουν.
Σχετικά μ'αυτό, αναμφίβολα, η ιδέα ήταν πως η εργασία θα αντικαθιστόταν. Μετά τη ρωσική επανάσταση, ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές της λατρείας της δουλειάς, ήταν ο Aleksei Gastev, ένας παλιός μεταλλωρύχος και ηγέτης συνδικαλιστής που έγινε ποιητής, και δημοσίευε ανθολογίες με τίτλους όπως “Η ποίηση στη γραμμή παραγωγής”. Μετατράπηκε στο πιο ενθουσιώδη υποστηρικτή του Τειλορισμού, την βορειο αμερικανική τεχνική βιομηχανικής διαχείρισης, , η οποία σταθερά κριτικάρεται από την αριστερά, που περιόριζε τον εργάτη να είναι ένα απλό κομμάτι της μηχανής , διευθύνοντας το Εθνικό Ιστιτούτο Εργασίας, με την αιγίδα του Κράτους. Οταν ρωτήθηκε για αυτή την αλλαγή από τον γερμανό σοσιαλδημοκράτη Ernst Toller, ο Gastev απάντησε : “Ελπίζουμε πως με τις εφευρέσεις μας θα φτάσουμε σε ένα στάδιο στο οποίο ο εργάτης που πριν εργαζόταν οκτώ ώρες σε μια συγκεκριμένη εργασία θα πρέπει να δουλεύει μόνο δυο ή τρεις ”. Σε κάποια στιγμή όλα αυτά ξεχάστηκαν από τους υπερ μυώδεις σταχανοβίτες που έκαναν υπεράνθρωπα κατορθώματα στς εξορύξεις άνθρακα.
Οι θεωρητικοί της βιομηχανίας βορειο αμερικανοί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, μοιραζόντουσαν εν μέρει, την σοσιαλιστική οπτική. . Ο Buckminster Fuller, ο βορειο αμερικανός σχεδιαστής και μηχανικός , δήλωσε οτι “η βιομηχανικη εξίσωση ” είναι σαν να λέμε πως η τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα στην ανθρωπότητα να κάνει “περισσότερα με λιγότερα” καταργώντας σε λίγο καιρό την ίδια την ένοια της εργασίας. . Το 1963 έγραφε: “Σε έναν αιώνα, η λέξη – εργάτης – δεν θα έχει καένα νόημα. Θα είναι κάτι που θα πρέπει να ψάξουμε στο λεξικό των αρχών του 20ου αιώνα. “ Αν αυτό επιβεβαιώθηκε τα τελευταία δέκα χρόνια συνέβη μόνο υπό την έννοια πως “ σήμερα είμαστε όλοι μέρος της μεσαίας τάξης” του νεοφιλελευθερισμού, και όχι βέβαια υπό την ένοια της κατάργησης των κατώτερων εργασιών ή του διαχωρισμού μεταξύ εργατών και αφεντικών.
Οι στατιστικές συνεχίζουν να δείχνουν εδώ και καιρό, πως το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων σκέφτεται πως η δουλειά που κάνει είναι άνευ λόγου, και ρίχοντας μια ματιά στις προσφορές εργασίας μιας μέσης επιχείρησης – τηλεφωνητές, αρχειοφύλακες, και κυρίως καθήκοντα και υπηρεσίες στις επιχειρήσεις – είναι δύσκολο να μην συμφωνήσει κάποιος.
Χωρίς αμφιβολία, η ουτοπική οπτική της κατάργησης της βιομηχανικής δουλειάς πέρασε από διάφορες μεθοδολογίες , για μια καλύτερη ζωή. Τα τελευταία δέκα χρόνια τα χαλυβουργεία του Sheffield παρήγαγαν περισσότερο ατσάλι από ποτέ, με ένα μικρό μέρος από την πιο παλιά εργατική δύναμη, και τα κοντέινερ του Avonmouth, Tilbury, Teesport και Southampton απελευθερώθηκαν από τη πλειοψηφία των εκφορτωτών αλλά όχι από τους τόνους ατσαλιού.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν οι εκφορτωτές ή οι εργάτες της σιδηρουργίας να αισθάνονται ελεύθεροι, όπως έλεγε κάποτε ο Μαρξ “να κυνηγάμε το πρωί , να ψαρεύουμε το απόγευμα και να αφιερωνόμαστε στη κριτική μετά το δείπνο ”. Αντίθετα, είδαν τον εαυτό τους να ντροπιάζεται, στην φτώχεια και στην συνεχή αγωνία να βρουν μια άλλη δουλειά, που κι ακόμα κι αν την βρουν, δεν είναι σίγουρη, μπορεί να είναι κακοπληρωμένη, χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη, στο τομέα των υπηρεσιών. Στην εποχή της ανασφάλειας, αυτός είναι ο κανόνας, και η σίγουρη δουλειά, με κάρτα, δεν μοιάζει πλέον τόσο φοβερή.
Κατά το παρελθόν, το εργατικό κίνημα πάλαιψε για την κατάργηση όλων αυτών των βαρετών και κουραστικών εργασιών μικρής σημασίας. Σήμερα έχουμε τον εξοπλισμό για να το κάνουμε πραγματικότητα, αλλά δεν έχουμε τη θέληση.
Αρχικό Link: http://www.sinpermiso.info/textos/index.php?id=5120
πηγή
Αρχικό Link: http://www.sinpermiso.info/textos/index.php?id=5120
πηγή
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.