Από όταν άρχισα να καταλαβαίνω την μη ματαιότητα του προσωρινού κόσμου τούτου, ένα ερώτημα με βασάνιζε. Ένα ερώτημα που όσο περνούσαν τα χρόνια διατυπωνόταν εντονότερα μέσα μου και σίγουρα πιεστικότερα.
Πως κάπου εκεί μετά το 1920 και μέχρι το 1940, στον περίφημο μεσοπόλεμο, οι άνθρωποι, είχαν «τυφλωθεί».
Πως εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως στην Ευρώπη, είχαν χάσει το φως τους και δεν έβλεπαν αυτό που ερχόταν. Πως σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία, αλλά και σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, η πλειοψηφία του κόσμου, δεχόταν την άποψη κάποιας ηγεσίας και αποδεχόταν ως εχθρό τον απέναντι, έβλεπε ως εχθρό τον διαφορετικό και χαιρόταν με την σκέψη και την πράξη της συντριβής και εξόντωσης, αυτού του διαφορετικού.
Με το πέρασμα των χρόνων και μελετώντας, αυτήν την πάρα πολύ ενδιαφέρουσα ιστορική περίοδο, κατανοούσα κάποιες από τις αιτίες, που είχαν αναγκάσει τον κόσμο να «τυφλωθεί». Η φτώχεια, η εξαθλίωση, η οικονομική κατάρρευση, τα αποτελέσματα ενός καταστροφικού πολέμου (του Α παγκόσμιου), οι ασφυκτικοί όροι που επέβαλαν οι νικητές του πρώτου πολέμου στην ηττημένη Γερμανία. Όλα αυτά και οι προεκτάσεις τους είναι μια κάποια απάντηση στο αρχικό ερώτημα, αλλά δεν ήταν για μένα συνολική απάντηση. Πως το άσχημο οικονομικό περιβάλλον, η εθνική ταπείνωση, οι στρατιές ανέργων, φτωχών, μπορούν να οδηγηθούν σε κάτι πιο τρομερό, όπως είναι η σφαγή ενός νέου πολέμου. Πως οι λαοί, επιλέγουν τις δυνάμεις εκείνες που χτυπάνε, σκοτώνουν, τρομοκρατούν, σπάνε, διώκουν και δηλώνουν ανοιχτά ότι αν χρειαστεί μπορεί και να εξαφανίσουν λαούς και οτιδήποτε άλλο, θεωρούν διαφορετικό.
Δεν μπορούσα να κατανοήσω πως άνθρωποι που περιέρχονται σε τραγικά δύσκολη οικονομική και κοινωνική κατάσταση, αντί να αγωνιστούν να καλυτερεύσουν την ζωή τους, επιλέγουν μια χειρότερη, καταστροφικότερη και αιματηρή λύση. Στην πορεία μεγαλώνοντας, μελέτησα και την οικονομική κρίση του 1929, και τις επιπτώσεις που είχε αυτή στο έτσι κι αλλιώς εύφλεκτο κλίμα, στις έτσι κι αλλιώς έτοιμες για φωτιά συνειδήσεις. Εμπλούτισα τα επιχειρήματά μου, τα έκανα πιο πολύπλοκα, αλλά το ερώτημα παρέμενε. Πως τόσα εκατομμύρια, «ξύνονταν» για να σκοτωθούν και να σκοτώσουν; Γιατί στο μυαλό μου, αυτό που δεν σβήστηκε ποτέ, παρά το πέρασμα των χρόνων, ήταν η εξίσωση: Φασισμός ίσον θάνατος. Δικός μου, του απέναντι, του άλλου, όλων, δεν έχει σημασία. Ο φασισμός ήτανΜΟΝΟ θάνατος και καταστροφή.
Μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο, το θέμα μου εστιάστηκε, στην ανοχή των ανθρώπων. Διότι για την συμπεριφορά αυτών που είχαν δράση βίας και μίσους, γι αυτούς που ήταν ενεργά ενταγμένοι, στις ομάδες των φασιστικών κομμάτων, τρομοκρατώντας, σφάζοντας και δολοφονώντας, είχα απαντήσεις. Με ενδιέφερε πια να έχω απαντήσεις, για την ανοχή της πλειοψηφίας. Δεν έβλεπαν τι έρχεται; Δεν ανησυχούσαν; Δεν φοβόντουσαν; Τι σκέφτονταν η Γερμανίδα μάνα, όταν έντυνε το γιό της για να πάει στην γιορτή του Ναζιστικού κόμματος; Περνούσε από το μυαλό της ότι σε 10 χρόνια, θα φέρουν το καμάρι της σε φέρετρο. Τι υπήρχε στο μυαλό του 20χρονου, νεολαίου του Ναζιστικού κόμματος, σχετικά με τον πόλεμο; Τον θεωρούσε τολμηρό παιχνίδι ή είχε επίγνωση ότι θα πεθάνει από μια σφαίρα που θα του τρυπήσει το κεφάλι, πριν γίνει 30 χρονών; Οι περαστικοί έξω από τα σπασμένα μαγαζιά των Εβραίων, μετά τη νύχτα των Κρυστάλλων, τι σκέψεις είχαν στο μυαλό τους, πατώντας τα σπασμένα τζάμια. Ικανοποίησης, χαιρεκακίας, χαράς, φόβου; Πως ένιωθε ο Πολωνός κάτοικος Κρακοβίας, όταν έβλεπε τον γείτονά του Εβραίο, σημαδεμένο με το γνωστό αστέρι στο μπράτσο, να περπατά σκυμμένος στην άκρη του δρόμου, γιατί υπήρχε απαγόρευση βαδίσματος, των Εβραίων στο πεζοδρόμιο!!! (στα πρώτα στάδια των διώξεων…). Και τι ένιωσε μετά από μήνες όταν το διπλανό διαμέρισμα ήταν άδειο, επειδή οι αρχές είχαν μαζέψει τους εβραίους ενοίκους και τους είχαν συγκεντρώσει στο Γκέτο;
Και αναρωτιόμουν για όλα αυτά, επειδή οι λαοί, επέλεγαν και τότε την ηγεσία τους. Με την ψήφο τους, ο Χίτλερ και οι Ναζί, αύξησαν το ποσοστό τους από 2%, στο 43,9%, μέσα σε 5 χρόνια! Με την έγκρισή τους άφησαν να εξελιχθούν και να ολοκληρωθούν πρωτοφανείς φρικαλεότητες.
Αυτές οι σκέψεις, με διάφορες μορφές ανάλογα την ηλικία και την γνώση, και συνεχώς εμπλουτισμένες, με απορίες για την φύση του ανθρώπου, την φύση κοινωνικών καθεστώτων, την αλληλεπίδραση τους, κυριαρχούσαν στο μυαλό μου, μέχρι πρόσφατα.
Ε λοιπόν, έχω για μένα ευχάριστα νέα και θέλω να τα μοιραστώ μαζί σας. Δεν έχω πια απορίες. Μου απαντήθηκαν όλες! Μου απαντήθηκαν με όσα βλέπω, όσα ακούω, όσα νιώθω και όσα αντιλαμβάνομαι και ζω, τα τελευταία 3 χρόνια στην χώρα μας.
Οι ερωτήσεις μου, γέμισαν απαντήσεις. Και γι αυτό είμαι πολύ χαρούμενος.
…
Το θέμα είναι ότι είμαι και πολύ ανήσυχος. Όχι για όσα θα γίνουν. Αυτά τα έχω απαντήσει.
Είμαι ανήσυχος γιατί πια δεν έχω άλλες ερωτήσεις.
Από Ελληνοφρένεια
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.