Η θρησκευτική πίστη ακροβατεί μεταξύ της αδυναμίας του φόβου για το άγνωστο και της αλαζονικής βεβαιότητας για τη μία και μοναδική αλήθεια. Χρειάζονται μεγάλα αποθέματα θράσους για να διακηρύσσει κανείς την «ταπεινότητά» του, ενώ ισχυρίζεται ταυτόχρονα ότι γνωρίζει τα πάντα για τη δημιουργία του κόσμου, το παρελθόν και το μέλλον του. Πολύ επιτυχημένα ομολογουμένως, καταφέρνει να συνδυάσει την Αγάπη με τις πιο αποτρόπαιες βιαιότητες και το Λόγο με την παραίτηση από κάθε ίχνος ορθολογισμού και νηφάλιας αναζήτησης. «Απαιτεί το μέγιστο της δουλικότητας και της ταπείνωσης, ζητώντας σου να πιστεύεις ότι συνελήφθης και εγενήθης εν αμαρτία και να υπακούεις έναν αυστηρό δημιουργό. Αλλά, σε ανταπόδοση, σε θέτει στο κέντρο του σύμπαντος και σε διαβεβαιώνει ότι είσαι το προσωπικό αντικείμενο ενός θείου σχεδίου.»
Το ερώτημα που γεννιέται δεν είναι καθόλου κολακευτικό για την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Όπως σημειώνει κι ο Κρίστοφερ Χίτσενς στην εισαγωγή της ανθολογίας ‘Η Βίβλος του Άθεου’: «Πως έγινε και αυτές οι κακοήθεις ανοησίες απέκτησαν τόση δύναμη; Και γιατί είμαστε σε συνεχή διαμάχη με τους βίαιους και μισαλλόδοξους πιστούς αυτών των ανοησιών;»
Η ‘Βίβλος του Άθεου’ δεν είναι βέβαια Βίβλος. Η ατυχέστατη μετάφραση του τίτλου ‘The Portable Atheist’ όχι μόνο αδικεί το βιβλίο, αλλά και οπλίζει με ένα ακόμη πλαστό τεκμήριο την πλευρά του θρησκευτικού παραλογισμού που ισχυρίζεται ότι κι ο αθεϊσμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μορφή θρησκείας. Αν κάνουμε αυτή την παραδοχή, τότε κι ο αθεϊσμός τοποθετείται με ευκολία στη μεγάλη σουπιέρα του σχετικισμού: ο άθεος, δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν ακόμη φονταμενταλιστή που συμμετέχει στο παιχνίδι του πολέμου των θρησκειών.
Ο αθεϊσμός όμως δεν μπορεί να έχει Βίβλους, μιας και δεν περιέχει ως στάση κανέναν μεταφυσικό ισχυρισμό, θρησκευτικό δόγμα, ή σύστημα ηθικής. Εκεί που ο αγνωστικιστής λέει απλώς ‘δεν ξέρω’, ο άθεος συμπληρώνει: ‘Ούτε εγώ ξέρω. Αδυνατώ όμως να πιστέψω κάτι για το οποίο δεν έχω την παραμικρή ένδειξη, δεν στέκει σε καμία λογική διεργασία κι έρχεται συχνά σε άμεση σύγκρουση με τα ευρήματα και τις μεθόδους της επιστήμης.’ Αν αναλογιστεί κανείς το εύρος και την ένταση των θρησκευτικών ισχυρισμών, δύσκολα μπορεί να αποφύγει το συμπέρασμα ότι η άρνηση της πίστης είναι λογικά αναπόφευκτη. (Κανείς νοήμων άνθρωπος άλλωστε, όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Ρίτσαρντ Ντόκινς, δεν είναι πια διατεθειμένος να υποστηρίξει σοβαρά την ύπαρξη του Δία, του Θορ ή των νεράιδων.)
Κι όσο πιο μεγάλο το εύρος και η ένταση αυτή την θρησκευτικών ισχυρισμών, τόσο μεγαλύτερη και η μανία των ακολούθων της να τους επιβάλουν και στους υπόλοιπους ανθρώπους, αλλόθρησκους ή άπιστους. Όταν είσαι απόλυτα βέβαιος ότι κατέχεις τη μία και μοναδική αλήθεια, χρειάζεται απάνθρωπη αυτοσυγκράτηση για να μην παρασυρθείς στη βίαιη επιβολή της. Γράφει ο Χίτσενς:
Οι πιστοί μάχονται αλλήλους σχετικά με την ορθή ερμηνεία των γραφών τους και συχνά φονεύουν ομόπιστους, επειδή διαφωνούν σε δογματικά ζητήματα. Αυτές οι απόκρυφες ενδοθρησκευτικές διαμάχες έχουν αναχαιτίσει την πορεία του πολιτισμού και οι σημερινές εκδοχές τους θα μπορούσαν να τον καταστρέψουν.
Το Μάιο του 2007, ο Κρίστοφερ Χίτσενς δημοσιεύει το βιβλίο του ‘Ο Θεός δεν είναι μεγάλος – πώς η θρησκεία δηλητηριάζει τα πάντα’ κορυφώνοντας την επίθεσή του στις οργανωμένες θρησκείες. Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Χίτσενς αποφάσισε ότι δεν έχουμε πια την πολυτέλεια ως πολιτισμός να αγνοούμε την απειλή του θρησκευτικού φανατισμού. Η θρησκευτική πίστη δεν είναι μονάχα άστοχη, αλλά και επικίνδυνη. Όχι μόνο ‘δεν υπάρχει θεός’, αλλά ‘ευτυχώς δεν υπάρχει’. Μιας και, αν υπήρχε, οι άνθρωποι θα έπρεπε ‘να ζουν κάτω από μια απαράλλαχτη ουράνια δικτατορία που θα μπορούσε να διαβάζει το μυαλό μας ενώ κοιμόμαστε, να μας καταδικάζει για εγκλήματα σκέψης και να μας τιμωρεί ακόμη και μετά το θάνατό μας’. Όπως συνήθιζε να λέει, με το γνωστό του σαρκαστικό ύφος, η δικτατορία αυτή θα ήταν χειρότερη από μια αιώνια Βόρεια Κορέα. Μιας κι από τη Βόρεια Κορέα μπορείς τουλάχιστο να ελπίζεις ότι το μαρτύριο τελειώνει με το θάνατό σου.
Συνοδευτικά του ‘Ο Θεός δεν είναι μεγάλος’, πρωτοκυκλοφορεί τον ίδιο χρόνο και ‘Η Βίβλος του Άθεου’, ως μια εκτεταμένη βιβλιογραφική αναφορά στην παράδοση του αγνωστικισμού και του αθεϊσμού. Ο Χίτσενς ήθελε να δείξει ότι η σκέψη του ανήκει σε μια παράδοση αγνωστικισμού κι αθεϊσμού που ξεκινά από την Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη και συνεχίζει να αναπτύσσεται μέχρι και τις μέρες μας. Το αποτέλεσμα είναι μια ανθολογία που απλώνεται σε όλα τα είδη γραφής (από την ποίηση μέχρι το φιλοσοφικό δοκίμιο) και καλύπτει το πλήρες φάσμα σχεδόν της ιστορίας του αθεϊσμού (από το Λουκρήτιο μέχρι και το Ρίτσαρντ Ντόκινς). Κι είναι φυσικά αναπόφευκτο μια τέτοια ανθολογία να έχει πάντα, εξ ορισμού σχεδόν, και τις παραλήψεις της.
Το προσωπικό μου παράπονο είναι ότι αφήνει εκτός το εξαιρετικό δοκίμιο του Ράσελ, ‘Γιατί δεν είμαι Χριστιανός’. Δεν πειράζει όμως. Το το πολύ συγκινητικό αυτοβιογραφικό δοκίμιο της Άιαν Χίρσι Άλι, ‘Πως (και γιατί) έγινα άπιστη’, με το οποίο και κλείνει η ανθολογία, υπερκαλύπτει την παράλειψη:
Όταν τελικά παραδέχτηκα ότι ήμουν άπιστη, ήταν διότι απλώς δεν μπορούσα πια να παριστάνω την πιστή. Η εγκατάλειψη του Αλλάχ ήταν μια μακρά και επίπονη διαδικασία, και προσπάθησα να αντισταθώ όσο μπορούσα. Σε όλη μου τη ζωή ήθελα να είμαι μια καλή θυγατέρα της πατριάς μου και αυτό σήμαινε, πάνω απ’ όλα, ότι έπρεπε να είμαι μια καλή μωαμεθανή, που είχε μάθει να υπακούει στις εντολές του Θεού – που, στην πράξη, σήμαινε υποταγή στον αδελφό μου, στον πατέρα μου και αργότερα στον άντρα μου.
Και πιο κάτω:
Τελικά, φαντάζομαι ότι ήταν τα βιβλία και τα αγόρια που με έσωσαν. Όσες σκληρές προσπάθειες και αν κατέβαλα για να υποταγώ στο θέλημα του Αλλάχ, η επιθυμία μέσα μου δεν έλεγε να σβήσει – σεξουαλική επιθυμία, πραγματική και επείγουσα, που ακόμα και το ενδεχόμενο της Κόλασης δεν μπορούσε να καταπνίξει. Ντρεπόμουν που ένιωθα έτσι, αλλά όταν ο πατέρας μου μου ανακοίνωσε ότι θα με πάντρευε με έναν ξένο, συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να κλειδωθώ για πάντα στην κρεβατοκάμαρα ενός άντρα που με άφηνε αδιάφορη.Το έσκασα. Κατέληξα στην Ολλανδία.
Στο ελληνικό σχολείο (Θρησκευτικά Β’ Λυκείου), τα παιδιά διδάσκονται ότι «έχει επισημανθεί τεκμηριωμένα ότι η έλλειψη σωστής θρησκευτικής αγωγής δημιουργεί το ψυχικό κενό και την υπαρξιακή αγωνία, που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο άνθρωπο. Στο βάθρο του Θεού οι οπαδοί του υλιστικού ευδαιμονισμού και της ατομικής χρησιμοθηρίας τοποθετούν και λατρεύουν τα είδωλα της σαρκολατρίας και της ηδονιστικής εγωπάθειας.» Βιβλία κι αγόρια. Αυτό ήταν το μυστικό της Χίρσι Άλι.
Τον Ιανουάριο του 2010, κυκλοφόρησε το ευρωβαρόμετρο με θέμα ‘Επιστήμη και Τεχνολογία’. Σε ένα από τα κεφάλαια της αναφοράς, η έρευνα προσπαθεί να μετρήσει πόσοι πολίτες πιστεύουν ότι ‘εξαρτόμαστε πάρα πολύ από την επιστήμη και όχι αρκετά από την πίστη’. Στην Ελλάδα, μόνο το 19% διαφώνησε. Οι υπόλοιποι, είτε ήταν ουδέτεροι, είτε πιστεύανε ότι χρειάζεται να αυξηθεί ο ρόλος της πίστης στον πολιτισμό μας. Υποπτεύομαι ότι το ποσοστό των διαφωνούντων σήμερα θα ήταν ακόμη μικρότερο. Δεν χρειάζεται να ταξιδέψουμε μακριά για να δούμε που οδηγεί η αλαζονική βεβαιότητα για τη μία και μοναδική αλήθεια.
Βιβλία κι αγόρια. Και κορίτσια. Κι ίσως το σκάσουμε κι εμείς σύντομα.
Αντί επιλόγου: Το ‘Η Βίβλος του Άθεου’ αποτελεί μια πολύ χρήσιμη αναφορά, αλλά δεν μπορεί να σταθεί μόνο του στη βιβλιοθήκη μας. Χρειάζεται να συνοδευτεί από το ‘Ο Θεός δεν είναι μεγάλος’ του Κρίστοφερ Χίτσενς και το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ, παραγωγής BBC, του Τζόναθαν Μίλερ, ‘Αθεϊσμός: μια σύντομη ιστορία της δυσπιστίας’.
Ελα ντε, είπα κι΄εγώ…Το ρεσουμέ ήταν να πουλήσουμε κανένα βιβλίο και το DVD μπας και τσιμπήσει κανένας που θέλει να μορφωθεί και ποιος ξέρει…ίσως γίνει με το βιβλίο και το DVD εφάμιλλος του …Κρίστοφερ Χίτσενς και κάτι…παραπάνω!
ΑπάντησηΔιαγραφήMERRY CHRISTMAS και στους άθεους!
Κι΄αυτοί παιδιά (κάποιου) θεού θα είναι…
gnborn2shoot