Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *
Θα έχετε ακουστά την περίφημη 11η θέση για τον Feurbach του Καρλ Μαρξ: «οι φιλόσοφοι έχουν απλά ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους. Το θέμα είναι να τον αλλάξουμε». Καλό, δεν λέω, αλλά πώς να τον αλλάξεις αν δεν τον κατανοήσεις; Και πώς να τον κατανοήσεις στο βαθμό που στοχάζεσαι εσχατολογικά; Έτσι την πάτησαν πολλοί δεξιοί και αριστεροί και όχι ο Μαρξ. Διότι ο Μαρξ δεν σκεφτόταν εσχατολογικά - δεν ήταν καν μαρξιστής - αλλά διαλεκτικά και συγκυριακά, καταλήγοντας όμως σε συμπεράσματα εσχατολογικού χαρακτήρα για να προκαλέσει κοινωνική, μαζική δράση για αλλαγή του κόσμου της αποξένωσης του ανθρώπου από την εργασία του και κατακερματισμού του εαυτού του. Ο Μαρξ ήταν σοφός άνδρας, διότι πριν κάτσει να γράψει φρόντισε να το ζήσει το πράγμα μέσα από τους κοινωνικούς αγώνες στους οποίους συμμετείχε και σχολίαζε με θεωρητική εμβάθυνση.
Προσέξτε τι έπαθε ο Μαρξ: Ο φιλόσοφος που κατοικούσε στο μυαλό του δέχθηκε σοβαρά πλήγματα από τον «ακτιβιστή δημοσιογράφο» που ήταν ο εαυτός του, με αποτέλεσμα να διακηρύξει το τραγικό για την εξέλιξη του κόσμου και το ακόμη τραγικότερο για τους κομμουνιστές, πως δηλαδή «η φιλοσοφία πρέπει να γίνει πραγματικότητα». Να, αυτά κάνει ο ακτιβισμός και η δημοσιογραφία υψηλού επιπέδου – η τρέχουσα «χαμηλού» (λαϊκιστική) κάνει άλλα απείρως χειρότερα. Ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να εννοεί να κάνουμε τον φιλοσοφικό-ιστορικό στοχασμό πράξη, διότι έτσι θα αντέφασκε γελοιωδώς με την σαφώς διακηρυγμένη του πολιτική θέση πως για να αλλάξουμε τον κόσμο, η ερμηνεία του οποίου μας καθιστά πρόβλημα, πρέπει να ερμηνεύσουμε διαφορετικά τις σχέσεις που ορίζουν το πρόβλημα. Αυτό σημαίνει διάθεση και πολιτική πρακτική για την αλλαγή των καπιταλιστικών δομών, που σημαίνει αλλαγή και του ίδιου του κόσμου και της συνείδησης του ανθρώπου γι' αυτόν. Πράγμα που απαιτεί μια παράλληλη διαδικασία: Κριτική της εμπειρίας μαζί με μια κριτική των ιδεών. Άρα και διαρκή κριτική των μαρξιστικών ιδεών εντός του νέου εμπειρικού περιβάλλοντος που προκύπτει από την εξέλιξη των επιμέρους θεσμών του αστικού φαινομένου.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να παραφράσω κάπως την 11η θέση για τον Feurbach του Καρλ Μαρξ, λέγοντας: το θέμα είναι να κατανοήσουμε τον κόσμο, δηλαδή, τις κυρίαρχες ιδεο-αντιλήψεις και πολιτικές πρακτικές στην συγκυρία, όχι ασφαλώς για να τις διηγηθούμε μυθιστορηματικά, αλλά για να τις μεταβάλλουμε ριζικά, υπέρ της αναπαραγωγής της ζωής στον πλανήτη και ενός κόσμου που δεν θα υποκαθιστά την καταπίεση, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τον ιμπεριαλισμό και την νομιμοποίηση της κυριαρχίας μιας τάξης (ελίτ) πάνω στις άλλες με την τάση για ταξικά διαμορφωμένη ρομποτοποίηση της ανθρωπότητας και την αύξηση της εντροπίας. Δηλαδή, να κατανοήσουμε τον αυτοματοποιημένο πλέον μηχανισμό της αυτοκαταστροφής μας, ο οποίος χαρακτηρίζει το πέρασμα στην μεταβιομηχανική εποχή. Πρέπει να ξεφύγουμε από την πλάνη, δηλαδή την παγίδα του ηγεμόνα (καλού ή κακού), και να πάψουμε να θεωρούμε πως σπανίζει το χρήμα και πλεονάζουν οι άνθρωποι, ενώ παράλληλα αδιαφορούμε για την καταστροφή και την λεηλασία των φυσικών πόρων.
Τα λεφτά ούτε υπάρχουν, ούτε δεν υπάρχουν! Τα λεφτά είναι μηχανισμός θεμελίωσης μιας συγκεκριμένης μορφής ηγεμονίας που έρχεται να εξισορροπήσει τρία πράγματα: νομισματική πολιτική, παραγωγή και πληθωρισμό, ώστε να νομιμοποιείται πολιτικά η συγκυριακή κυριαρχία του κεφαλαίου επί της εργασίας και να λειτουργεί σχετικά αδιατάραχτα ο μηχανισμός παραγωγής κέρδους σε όλο το φάσμα της παραγωγικής διαδικασίας, διαμορφώνοντας με έναν λογικοφανή τρόπο τις αξίες στην αγορά σύμφωνα με τον κανόνα της προσφοράς και ζήτησης. Ωστόσο, στον βαθμό που αυτή η δυναμική ισορροπία διαταράσσεται, επέρχεται εσωτερική αναταραχή στις συγκεκριμένες κοινωνίες ή παγκόσμιος πόλεμος, αν η μορφή διαταραχής είναι παγκόσμια και αφορά αμέσως στο ζωτικό στάτους μεγάλων δυνάμεων ή στο στάτους της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής ελίτ.
Ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, μια άλλη περίπτωση επίσης ανθρώπου της «σχολιογραφίας» με θεωρητικό υπόβαθρο, έχοντας μάλιστα δει με τα μάτια του τι σημαίνει «φρίκη του πολέμου», και αντιλαμβανόμενος πως ο εργαζόμενος για να πάψει να αποτελεί απλώς τροφή για την μηχανή του κέρδους και τα κανόνια δεν αρκεί να εξεγερθεί, αλλά να κατανοήσει πως δεν είναι η μπουρζουαζία ο εχθρός του, αλλά μια συγκεκριμένη ηγεμονική στρατηγική του καπιταλισμού που προσδίδει στην μπουρζουαζία ιμπεριαλιστικά, καταστροφικά, κατακτητικά, επεκτατικά, χαρακτηριστικά. Ο ολοκληρωτισμός του καπιταλισμού, με άλλα λόγια, είναι αυτός που προσδίδει στο προλεταριάτο αντικειμενικά επαναστατικά χαρακτηριστικά, τα οποία όμως δεν αρκούν για να μετατραπεί ο κόσμος μας σε ειρηνική συνύπαρξη με σοσιαλιστική δομή. Ο λόγος είναι πως σοσιαλισμός με ηγεμόνα δεν γίνεται και καπιταλισμός δίχως την εξαγωγή της κρίσης επίσης δεν θεμελιώνεται ως ηγεμονία , ή για την ακρίβεια, δεν μπορεί να λειτουργήσει για πολύ, δίχως κρίση ηγεμονίας. Όσο δε για τα «αντικειμενικά επαναστατικά χαρακτηριστικά» μην τα εκλάβετε ως αντικειμενικότητα με την κοινή έννοια. Δημιουργούν απλώς ένα πλαίσιο νομιμοποίησης της πολιτικής δράσης για αμφισβήτηση των καπιταλιστικών σχέσεων και όχι πλαίσιο σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Άρα, αν βλέπαμε πράγματι τον σοσιαλισμό έξω από το δογματικό, ιεραρχικό και λειτουργικό πλαίσιο των μονοθεϊστικών θρησκειών, τις οποίες ο Μαρξ αντιμετώπισε πραγματικά αποδομητικά, όχι όμως και οι σοσιαλιστικές εφαρμογές που επιχειρήθηκαν στο όνομα του - οι οποίες όπως έδειξε ο Γκράμσι μιμήθηκαν το Καθολικό ή το Ορθόδοξο ηγεμονικό πρότυπο και όχι το προτεσταντικό για παράδειγμα – θα υπήρχε ελπίδα πράγματι να μιλήσουμε για σοσιαλισμό δίχως βαρβαρότητα. Το ίδιο θα συνέβαινε αν υπήρχε ένας μηχανισμός που θα απέτρεπε την ανισορροπία των πληρωμών, θα διασφάλιζε την διόρθωση με αναδιανομή από πάνω προς τα κάτω, ενώ παράλληλα θα ήλεγχε την μετακίνηση κεφαλαίου και την σχέση επένδυση –αποταμίευση διεθνώς, ώστε να μην έχουμε νομισματικούς πολέμους και «εξαγωγή της κρίσης στον γείτονα». Αυτό το μοντέλο που δεν αμφισβητεί την ουσία των καπιταλιστικών σχέσεων, προϋποθέτει την πολιτική συνεργασία τριών μερών, Κεφαλαιούχων-Πολιτικών-Εργαζομένων, με τον συνδικαλισμό να έχει υπεύθυνο πολιτικό ρόλο (: κεϊνσιανισμός).
Ο φιλότιμος και ειλικρινής Κέινς δεν ισχυρίστηκε πως έλυσε το πρόβλημα που ανέδειξε ο Μαρξ, αλλά προσέφερε μια προσωρινή λύση για να προλάβουμε να μελετήσουμε το ζήτημα πιο βαθιά, από τη στιγμή που διαπιστώθηκε πως δεν ήταν πλέον και αντικειμενικά «το προλεταριάτο η αληθινή επαναστατική τάξη», πριν καταλήξουμε σε νέους πιο καταστροφικούς πολέμους και σε πιο σκληρές οικονομικές πολιτικές (καταστροφική λιτότητα) που θα μετέτρεπαν τα κράτη σε κάτεργα και θυσιαστήρια για τους εργαζόμενους και τους φυσικούς πόρους σε λεία για τους στρατιωτικοπολιτικά ή πιστωτικά ισχυρούς-άπληστους.
Ο σύγχρονος ηγεμόνας, η αυλή του, οι δορυφόροι του και τα «παπαγαλάκια» του ασφαλώς και δεν ακούν σήμερα τον Κέινς , όπως δεν κατάλαβαν αυτοί που θα έπρεπε τον Μαρξ, αλλά παρόλα αυτά ολοένα και περισσότεροι ισχυρίζονται πως αγωνιούν και μάχονται για την ευημερία και την ειρήνη στον κόσμο, υπονομεύοντας καθημερινά και τα δύο. Όποιος γυρίζει την πλάτη στον Κέινς και δεν σκύβει με κριτική διάθεση κατανόησης στο έργο του Μαρξ, είναι κατασκευαστής μηχανών εξολόθρευσης της ανθρωπότητας. Ένα γρανάζι σε αυτή την μηχανή είναι και το μνημόνιο της Τρόικας με την Συγκυβέρνηση στην Ελλάδα. Ένα μικρό αλλά σαφές γρανάζι μιας ανθρωποφάγου μηχανής που κινεί τον κόσμο προς την άβυσσο του πολέμου. Η εξαγωγή της κρίσης από τις ΗΠΑ στην EE - στοχεύοντας έμμεσα τον μηχανισμό παραγωγής πλεονάσματος στην Γερμανία - και από εκεί στην περιφέρεια της ευρωζώνης, με μεγαλύτερο θύμα το πλέον εξαρτημένο από την διεθνή πατρωνία κράτος της ευρωζώνης, την Ελλάδα, δεν αποτρέπει την παγκόσμια σύγκρουση, όπως μάλλον πιστεύουν οι άξεστοι και ανιστόρητοι κεντρικοί διαχειριστές της παγκόσμιας κρίσης, αλλά την φέρνει πιο κοντά.
Ο Μαρξ απελπισμένος και θυμωμένος από τον καπιταλισμό απευθύνθηκε σε αυτούς που θεώρησε πως δεν έχουν να χάσουν τίποτε άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους για να κάνουν μία δημιουργική καταστροφή: να καταστρέψουν το πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την δημοκρατία των αστών δηλαδή, για να δημιουργήσουν ένα νέο κόσμο ισότητας και κοινωνικής προόδου. Αυτά τα συνέλαβε ένα μεγάλο μυαλό το οποίο μπορούσε να αρθρώνει ως διανόημα τον θυμό του (ήταν η σπάνια περίπτωση angry και articulate ταυτόχρονα), μόνον που στην πολιτική ιστορία δεν έμεινε το δεύτερο , αλλά σχεδόν αποκλειστικά το πρώτο, ενώ υιοθέτησαν αποσπασματικά την αντίληψή του εκείνοι που είχαν λόγο να εκμεταλλευτούν ηγεμονικά τον θυμό των αποκλεισμένων, των ταπεινωμένων και των εξευτελισμένων. Από την άλλη, ο Κέινς μίλησε τόσο στον κόσμο της εργασίας, όσο και στον κεφαλαιούχο, απευθυνόμενος όμως με ιδιαίτερη ένταση στον αλυσοδεμένο με την απληστία της αγοράς αστό, λέγοντάς του να απαλλαγεί από την λογική της καταστροφής και την κουλτούρα του δεσπότη ή πάτρωνα υποκαπιταλιστή. Του περιέγραψε μια μέθοδο για να αποφύγει αυτό που σήμερα αποκαλείται «δημιουργική καταστροφή των επιχειρήσεων», έχοντας ωστόσο ως αναφορά κράτη ή υπερεθνικά συστήματα πιστωτικού χαρακτήρα. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει τίποτα το δημιουργικό, ούτε καν κάτι αντίστοιχο με αντίθετη κατεύθυνση από την υπερβατική προσέγγιση του Μαρξ.
Η άνοδος του νεο-ιμπεριαλισμού, όπως και η γενικευμένη επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού ως παγκοσμιοποιημένο μοντέλο οικονομικών, πολιτικών και πολιτισμικών σχέσεων, υπονομεύει όχι απλώς τον ίδιο τον θεσμό κρατών που δεν αποτελούν πόλους ηγεμονίας, αλλά και τα δημοκρατικά δικαιώματα στο σύνολό τους, φέρνοντας τους επιμέρους λαούς με μεγάλη ταχύτητα πολλές δεκαετίες πίσω. Οι αστικές δημοκρατίες που αγνοούν τον Κέινς θα πρέπει να προετοιμάζονται είτε για δραματική επιδείνωση της γενικής ευημερίας και ύφεση, είτε για πόλεμο, είτε και για τα δύο, είτε προσωρινώς και μέχρι την τελική σύγκρουση να μεταβληθούν οικειοθελώς σε προτεκτοράτα, όπως για παράδειγμα η Ελλάδα. Η τύχη αυτών που δεν προσπαθούν καταλάβουν τον Μαρξ κι εκείνων που αγνοούν τον Κέινς, είναι η κόλαση επί της γης. Σαν να μου φαίνεται ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που γνωρίζουν αυτό το αποτέλεσμα, εάν δεν το επιδιώκουν κιόλας, γι’ αυτό ακριβώς απευθύνονται οι ίδιοι, ενθαρρύνοντας και τον κόσμο να ζητά την βοήθεια του Θεού! Όταν ο προλεταριοποιούμενος εργαζόμενος ζητά την βοήθεια του Θεού για να σωθεί στην κοινωνία, υποχωρεί η πολιτική συνείδηση. Όταν το κάνει η κυβερνώσα ελίτ, υποχωρεί ο ίδιος ο αγαθός Θεός μπροστά στον Θεό Πόλεμο. Τα υπόλοιπα αποτελούν διήγηση, όχι απλώς ναυαγών, αλλά ζωντανών νεκρών ή αναστεναγμό μέσα από την κοιλιά του αδηφάγου κήτους που φέρει στην προμετωπίδα τον τίτλο «Ελευθέρια Αγορά». Όποιος λοιδορεί τον Μαρξ και σνομπάρει τον Κέινς, εν τέλει πρέπει να μισεί την ίδια την ζωή.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.