Κάποιοι θεωρητικοί πέτυχαν να δείξουν πως η ίδια η πολιτική διαδικασία είναι μια κοινωνική διαστροφή που παράγει και αναπαράγει συμπλέγματα. Είναι μορφή απανθρωπισμού με ήπια, λιγότερο ήπια ή καταφανώς σκληρά/βάρβαρα και εγκληματικά μέτρα. Καμία αντίρρηση, θεωρητικά!
Στην Ελλάδα, ωστόσο, της χρόνιας κρίσης είναι το σύμπλεγμα που «επαναστάτησε» πρακτικά, θεωρώντας πως κάνει πολιτική. Και μάλιστα αυθεντικό πολιτικό αγώνα με την μορφή επαναστατικής πολιτικής ή κινήματος λογής-λογής «αγανακτισμένων». Οι φτωχοί, που θα ήθελαν να είναι πλούσιοι, στρέφονται εναντίον των ευημερούντων. Οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, που θα ήθελαν να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, εναντίον των δημοσίων. Οι άνεργοι, που ασφαλώς θα ήθελαν να εργάζονται, εναντίον των εργαζομένων. Καταστηματάρχες και άλλοι επιχειρηματίες, που «έβαλαν λουκέτο», εναντίον όσων μπορούν να κερδίζουν ακόμη, κρατώντας ζωντανές τις επιχειρήσεις τους. Αυτός που διαθέτει ένα σπιτάκι εναντίον αυτού που διαθέτει ένα μεγαλύτερο, ενώ αυτός που το χάνει ή κινδυνεύει να το «χάσει» από την Τράπεζα εναντίον εκείνων που το παλεύουν ακόμη. Και μεταξύ όλων των προηγουμένων …όλοι εναντίον όλων.
Τώρα «διαδηλώνει» με αγανάκτηση το κόμπλεξ που διαμόρφωσε η πολιτική κουλτούρα και πρακτική της προηγούμενης εποχής του καταναλωτισμού και του πελατειακού κομματισμού. Τώρα έχουμε έκρηξη του συμπλέγματος, όλων αυτών που αντιδρούν, σαν ίδρυματισμένα μέλη ενός τεράστιου φρενοκομείου, στην προβολή της καταστροφής του Εαυτού τους, μέσω μιας διαδικασίας εξευτελισμού, φτωχοποίησης και κοινωνικής τους ταπείνωσης.
Τίποτα, ωστόσο, από όλα αυτά δεν είναι καινούργιο. Κανένα σύμπλεγμα των «αγανακτισμένων» και ψυχικά «εξεγερμένων» κάθε μορφής καινούργιο. Όλα υπόβοσκαν. Όλα τα κόμπλεξ καλλιεργούντο από μια κοινωνία που οδηγούσε σε μια παρανοϊκή μορφή παραγωγής νοήματος μέσω καταναλωτικών θεσμών και νεοπλουτιστικών συμπεριφορών ακραίας επίδειξης ισχύος, αναξιοκρατίας, ρουσφετιού, αυθαιρεσίας, νομιμοφάνειας και διαπλοκής. Μέσα σε αυτή την κοινωνία αναπτύχτηκαν πολιτικές που διαχώριζαν τον λαό σε νικητές (ικανούς) και ηττημένους (ανίκανους) της ζωής. Οι πρώτοι νομιμοποιούνταν να τα πάρουν όλα, ενώ οι δεύτεροι θα έπρεπε να υπολογίζουν πως θα μπορούσαν να τα χάσουν όλα. Έτσι στήθηκε το καθεστώς συμμόρφωσης και διακυβέρνησης στην Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης. Στην Ελλάδα του Εκσυγχρονισμού, της Ολυμπιάδας, της ΟΝΕ και του Ευρώ. Ένα καθεστώς «πάρτα όλα»! Ε, απλά αυτό το καθεστώς σήμερα παραχώρησε την ηγεσία στην τρόικα για να βάλει αυτή του κανόνες του παιχνιδιού. Του παιχνιδιού «πάρτα όλα» σε μεταμοντέρνα, μετανεωτερική και «νεο-ευρωπαϊκο-αποικιακή έκδοση»!
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε αντανακλαστικά κατά το παρελθόν, ως πολιτική νομιμοποίηση των «ηττημένων» - των μη-προνομιούχων, των «καταδικασμένων», των ταπεινωμένων - η θυματοποιητική αφήγηση που έχει μακρά και παθολογική ιστορία κατά την νεωτερικότητα. Επ’ αυτής στηρίχθηκαν οι πολιτικές αφηγήσεις όλων των αυταρχικών καθεστώτων και έτσι κυριάρχησε σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο φασισμός, ο σταλινισμός, ο μαοϊσμός και ασφαλώς ο ναζισμός: άνετα, σχεδόν αυτονόητα, σε έναν κόσμο που αναζητούσε ψωμί, ισότητα και απελευθέρωση από την δυστυχία και λογής-λογής δυνάστες.
Η υπερκαταναλωτική, πλουτοκρατική παραίσθηση, εμπλουτισμένη πλέον με την παρανοϊκή ιδέα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού - του πλέον απανθρωπιστικού συστήματος που έχει επινοήσει η τεχνολογία της ηγεμονίας μέχρι σήμερα - έρχεται τώρα να τροφοδοτήσει διαλεκτικά την τραγική πολιτικά διάσταση της θυματοποίησης στην Ελλάδα της μακροχρόνιας ύφεσης και της μοναδικής στον κόσμο εσωτερικής υποτίμησης. Στην Ελλάδα του μη-παραπέρα! Σε ένα τέτοιο περιβάλλον το νόημα παράγεται αποκλειστικά από τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες και ελπίδες σε συνδυασμό με την αίσθηση αδιεξόδου για το αύριο, ενός λαού θύματος, ενός ανθρώπου θύματος, μιας κοινωνικής ομάδας θύματος!
Και ιδού η σχέση της «παλιάς» προσωπικότητας, επί εποχής μιας απολύτως ανορθόδοξης και τεχνητής «ευημερίας» - όχι για όλους φυσικά – με τον σημερινό ψυχωτικό Εαυτό, όλων των μορφών «αγανακτισμένων»! Όλων των μορφών «θυμάτων». Μέσα σε αυτή την παρούσα γενικευμένη ψύχωση, που ενδυναμώνεται τυφλά πολιτικώς δια της θυματοποιητικής αφηγήσεως, κατά την σημερινή περίοδο της κρίσης, βρίσκεται κρυμμένη η γενική ψυχολογία της προσωπικότητας που δομήθηκε επί «ευημερίας» στην Ελλάδα. Αυτό είναι το ζήτημα που διαφεύγει σήμερα από (τους) πολλούς. Και σε αυτό αποσκοπεί το σημερινό μου σημείωμα.
Θέλω να πω πως οι σημερινές στάσεις και συμπεριφορές των περισσότερων, στην συγκυρία της κρίσης, πηγάζουν απευθείας από την στρεβλή, αρρωστημένα χυδαία (πελατειακή, επαρχιωτικά επιδεικτική, εγωτική και υπερκαταναλωτική) πολιτικοποίηση και κοινωνικοποίηση, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία στάδια της μεταπολίτευσης του 1974. Αυτό αφορά σε όλους τους θεωρούμενους «θύματα» και «θύτες». Και θα σας παρακαλούσα να καταλάβετε τι λέω και να μην θεωρήσετε πως επιχειρώ να εξισώσω θύματα και θύτες. Και θύματα υπάρχουν και θύτες, και τραγικά πολλοί αποκλεισμένοι, και δραματικά μεγεθυνόμενη ανισότητα στην ελληνική κοινωνία, και δεν «είναι [όλα αυτά, απλώς] ο καπιταλισμός, ηλίθιε»! Με την διαφορά πως αυτό είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα από την πολιτική κουλτούρα και την αντίστοιχη αφήγηση που δομεί την έννοια του θύματος και του θύτη σήμερα στην πατρίδα μας. Ο τρόπος που δίνεται νόημα στον «θύτη» και στο «θύμα» είναι το πρόβλημα και είναι αυτός που παράγει μια ψυχωτική μορφή αντίληψης της πολιτικής, η οποία βασίζεται (είναι ανάδραση) της κοινωνικοπολιτικής και κοσμοαντιληπτικής δομής της ύστερης μεταπολίτευσης.
Άρα, αν θέλεις να δεις καθαρότερα τί (μας) συμβαίνει και τί θα μπορούσαμε πράγματι (αντικειμενικά) να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε με κοινωνικά κριτήρια την κρίση δίχως περεταίρω καταστροφή, είναι απαραίτητο να υποβάλεις τον Εαυτό (σου) σε μια μορφή γνωστικής θεραπείας, ανακαλύπτοντας πώς σχημάτιζες νόημα για την ζωή και τον κοινωνικό ανταγωνισμό ή τον πολιτικό ανταγωνισμό, ή ακόμη και την ταξική διαπάλη, την προηγούμενη περίοδο της «ευημερίας». Ε, ο τρόπος αυτός είναι που παρήγαγε το σύμπλεγμα, το οποίο σήμερα τείνει να «εκραγεί» και να οδηγήσει σε αφόρητες καταστάσεις άτομα και κοινωνία, όπως και το δημοκρατικό φαινόμενο στον τόπο μας.
Στραβά αρμενίζαμε, «θεόστραβα» κατασκευάζαμε νόημα με κανόνα το καταναλωτικό κόμπλεξ και αν δεν ξεκινήσουμε από αυτό, παύοντας τις υστερίες και τους αναθεματισμούς, δεν πρόκειται να ορίσουμε σήμερα πολιτικώς ποιος είναι πράγματι το θύμα και ποιος ο θύτης - αν δεν μπορούμε να απαλλαγούμε εντελώς από αυτή την τραυματική αντίληψη περί πολιτικής διαδικασίας. Όσοι μάλιστα νομίζουν πως η κρίση αντιμετωπίζεται με την «θεωρία των στρατοπέδων» (: «καλά θύματα» – «κακοί θύτες») είναι απλώς μακριά νυχτωμένοι, ξεχασμένοι στα «στρατόπεδα» του ναζισμού και του σταλινισμού μιας εποχής που δεν υπάρχει πια και δεν θα επιστρέψει όσο και αν την έχουν ανάγκη και οι μεν και οι δε: καί όσοι επιθυμούν να δημιουργηθεί εικόνα (εντύπωση) κοινωνικής σύγκρουσης για την επιβολή καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, καί όσοι προσβλέπουν να υπάρξουν πολιτικά στο μέλλον ως διωκόμενοι αγωνιστές μιας τυπικής μορφής χούντας του παρόντος. Και οι δύο είναι σήμερα χρεοκοπημένοι πολιτικά, σαφώς «χρεοκοπημένοι»! Διασπείροντας μια συμπλεγματική αφήγηση στην κοινωνία επιχειρούν να κρύψουν την πολιτική τους αδυναμία να προτείνουν εναλλακτικές, κοινωνικές λύσεις με κάποιο αντικειμενικό κριτήριο, οι οποίες ασφαλώς προϋποθέτουν την συνεργασία όλων των δυνάμεων που ΔΕΝ ορίζουν την ταυτότητά τους στο πλαίσιο της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας και της διαπλοκής.
Αυτές οι δυνάμεις βρίσκονται αριστερά του σημερινού ΠΑΣΟΚ, δίχως να παραβλέπει κανείς έναν τεράστιο αριθμό δεξιών και κεντρώων συμπολιτών μας, που απαλλαγμένοι από στερεότυπα , πελατειακές δεσμεύσεις και άλλου τύπου δουλείες προς το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν θα είχαν καμία αντίρρηση να στηρίξουν ένα ανυπόκριτα σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης, για απελευθέρωση από τους «δανειστές» και παραγωγική αναδιάρθρωση, δίχως διεύρυνση της ήδη δραματικής κοινωνικής καταστροφής και ανισότητας. Προς μια τέτοια εξέλιξη, όμως, δεν θα μπορούσαμε να κινηθούμε αν δεν πάψει το σύμπλεγμα να ορίζει πολιτικές στάσεις και συμπεριφορές στην Ελλάδα και αν δεν απαλλαγούμε από τον αισχρό λαϊκισμό της «θυματοποίησης», ο οποίος αντί εθνική ταυτότητα κατασκευάζει ρατσιστική προσωπικότητα και αντί ταξική και βαθιά κοινωνική συνείδηση, κουλτούρα εκδικητών με διάθεση εξολοθρευτή.
Αυτή η κουλτούρα είναι τούτη που ενισχύει τον εκφασισμό της σημερινής ελληνικής κοινωνίας και μην το παραβλέπετε… Δεν είναι επουσιώδες, είναι το πιο ουσιώδες κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο στην σημερινή Ελλάδα, το οποίο θα έπρεπε να ταρακουνήσει καί τους Δυτικούς πάτρωνες της χώρας, αν διέθεταν πολιτική ωριμότητα και αν δεν το επεδίωκαν συνειδητά για να δρομολογήσουν εξελίξεις (κρίσεις) πολιτικές στην Ελλάδα για δικό τους όφελος.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, της χρόνιας κρίσης είναι το σύμπλεγμα που «επαναστάτησε» πρακτικά, θεωρώντας πως κάνει πολιτική. Και μάλιστα αυθεντικό πολιτικό αγώνα με την μορφή επαναστατικής πολιτικής ή κινήματος λογής-λογής «αγανακτισμένων». Οι φτωχοί, που θα ήθελαν να είναι πλούσιοι, στρέφονται εναντίον των ευημερούντων. Οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, που θα ήθελαν να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, εναντίον των δημοσίων. Οι άνεργοι, που ασφαλώς θα ήθελαν να εργάζονται, εναντίον των εργαζομένων. Καταστηματάρχες και άλλοι επιχειρηματίες, που «έβαλαν λουκέτο», εναντίον όσων μπορούν να κερδίζουν ακόμη, κρατώντας ζωντανές τις επιχειρήσεις τους. Αυτός που διαθέτει ένα σπιτάκι εναντίον αυτού που διαθέτει ένα μεγαλύτερο, ενώ αυτός που το χάνει ή κινδυνεύει να το «χάσει» από την Τράπεζα εναντίον εκείνων που το παλεύουν ακόμη. Και μεταξύ όλων των προηγουμένων …όλοι εναντίον όλων.
Τώρα «διαδηλώνει» με αγανάκτηση το κόμπλεξ που διαμόρφωσε η πολιτική κουλτούρα και πρακτική της προηγούμενης εποχής του καταναλωτισμού και του πελατειακού κομματισμού. Τώρα έχουμε έκρηξη του συμπλέγματος, όλων αυτών που αντιδρούν, σαν ίδρυματισμένα μέλη ενός τεράστιου φρενοκομείου, στην προβολή της καταστροφής του Εαυτού τους, μέσω μιας διαδικασίας εξευτελισμού, φτωχοποίησης και κοινωνικής τους ταπείνωσης.
Τίποτα, ωστόσο, από όλα αυτά δεν είναι καινούργιο. Κανένα σύμπλεγμα των «αγανακτισμένων» και ψυχικά «εξεγερμένων» κάθε μορφής καινούργιο. Όλα υπόβοσκαν. Όλα τα κόμπλεξ καλλιεργούντο από μια κοινωνία που οδηγούσε σε μια παρανοϊκή μορφή παραγωγής νοήματος μέσω καταναλωτικών θεσμών και νεοπλουτιστικών συμπεριφορών ακραίας επίδειξης ισχύος, αναξιοκρατίας, ρουσφετιού, αυθαιρεσίας, νομιμοφάνειας και διαπλοκής. Μέσα σε αυτή την κοινωνία αναπτύχτηκαν πολιτικές που διαχώριζαν τον λαό σε νικητές (ικανούς) και ηττημένους (ανίκανους) της ζωής. Οι πρώτοι νομιμοποιούνταν να τα πάρουν όλα, ενώ οι δεύτεροι θα έπρεπε να υπολογίζουν πως θα μπορούσαν να τα χάσουν όλα. Έτσι στήθηκε το καθεστώς συμμόρφωσης και διακυβέρνησης στην Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης. Στην Ελλάδα του Εκσυγχρονισμού, της Ολυμπιάδας, της ΟΝΕ και του Ευρώ. Ένα καθεστώς «πάρτα όλα»! Ε, απλά αυτό το καθεστώς σήμερα παραχώρησε την ηγεσία στην τρόικα για να βάλει αυτή του κανόνες του παιχνιδιού. Του παιχνιδιού «πάρτα όλα» σε μεταμοντέρνα, μετανεωτερική και «νεο-ευρωπαϊκο-αποικιακή έκδοση»!
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε αντανακλαστικά κατά το παρελθόν, ως πολιτική νομιμοποίηση των «ηττημένων» - των μη-προνομιούχων, των «καταδικασμένων», των ταπεινωμένων - η θυματοποιητική αφήγηση που έχει μακρά και παθολογική ιστορία κατά την νεωτερικότητα. Επ’ αυτής στηρίχθηκαν οι πολιτικές αφηγήσεις όλων των αυταρχικών καθεστώτων και έτσι κυριάρχησε σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο φασισμός, ο σταλινισμός, ο μαοϊσμός και ασφαλώς ο ναζισμός: άνετα, σχεδόν αυτονόητα, σε έναν κόσμο που αναζητούσε ψωμί, ισότητα και απελευθέρωση από την δυστυχία και λογής-λογής δυνάστες.
Η υπερκαταναλωτική, πλουτοκρατική παραίσθηση, εμπλουτισμένη πλέον με την παρανοϊκή ιδέα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού - του πλέον απανθρωπιστικού συστήματος που έχει επινοήσει η τεχνολογία της ηγεμονίας μέχρι σήμερα - έρχεται τώρα να τροφοδοτήσει διαλεκτικά την τραγική πολιτικά διάσταση της θυματοποίησης στην Ελλάδα της μακροχρόνιας ύφεσης και της μοναδικής στον κόσμο εσωτερικής υποτίμησης. Στην Ελλάδα του μη-παραπέρα! Σε ένα τέτοιο περιβάλλον το νόημα παράγεται αποκλειστικά από τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες και ελπίδες σε συνδυασμό με την αίσθηση αδιεξόδου για το αύριο, ενός λαού θύματος, ενός ανθρώπου θύματος, μιας κοινωνικής ομάδας θύματος!
Και ιδού η σχέση της «παλιάς» προσωπικότητας, επί εποχής μιας απολύτως ανορθόδοξης και τεχνητής «ευημερίας» - όχι για όλους φυσικά – με τον σημερινό ψυχωτικό Εαυτό, όλων των μορφών «αγανακτισμένων»! Όλων των μορφών «θυμάτων». Μέσα σε αυτή την παρούσα γενικευμένη ψύχωση, που ενδυναμώνεται τυφλά πολιτικώς δια της θυματοποιητικής αφηγήσεως, κατά την σημερινή περίοδο της κρίσης, βρίσκεται κρυμμένη η γενική ψυχολογία της προσωπικότητας που δομήθηκε επί «ευημερίας» στην Ελλάδα. Αυτό είναι το ζήτημα που διαφεύγει σήμερα από (τους) πολλούς. Και σε αυτό αποσκοπεί το σημερινό μου σημείωμα.
Θέλω να πω πως οι σημερινές στάσεις και συμπεριφορές των περισσότερων, στην συγκυρία της κρίσης, πηγάζουν απευθείας από την στρεβλή, αρρωστημένα χυδαία (πελατειακή, επαρχιωτικά επιδεικτική, εγωτική και υπερκαταναλωτική) πολιτικοποίηση και κοινωνικοποίηση, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία στάδια της μεταπολίτευσης του 1974. Αυτό αφορά σε όλους τους θεωρούμενους «θύματα» και «θύτες». Και θα σας παρακαλούσα να καταλάβετε τι λέω και να μην θεωρήσετε πως επιχειρώ να εξισώσω θύματα και θύτες. Και θύματα υπάρχουν και θύτες, και τραγικά πολλοί αποκλεισμένοι, και δραματικά μεγεθυνόμενη ανισότητα στην ελληνική κοινωνία, και δεν «είναι [όλα αυτά, απλώς] ο καπιταλισμός, ηλίθιε»! Με την διαφορά πως αυτό είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα από την πολιτική κουλτούρα και την αντίστοιχη αφήγηση που δομεί την έννοια του θύματος και του θύτη σήμερα στην πατρίδα μας. Ο τρόπος που δίνεται νόημα στον «θύτη» και στο «θύμα» είναι το πρόβλημα και είναι αυτός που παράγει μια ψυχωτική μορφή αντίληψης της πολιτικής, η οποία βασίζεται (είναι ανάδραση) της κοινωνικοπολιτικής και κοσμοαντιληπτικής δομής της ύστερης μεταπολίτευσης.
Άρα, αν θέλεις να δεις καθαρότερα τί (μας) συμβαίνει και τί θα μπορούσαμε πράγματι (αντικειμενικά) να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε με κοινωνικά κριτήρια την κρίση δίχως περεταίρω καταστροφή, είναι απαραίτητο να υποβάλεις τον Εαυτό (σου) σε μια μορφή γνωστικής θεραπείας, ανακαλύπτοντας πώς σχημάτιζες νόημα για την ζωή και τον κοινωνικό ανταγωνισμό ή τον πολιτικό ανταγωνισμό, ή ακόμη και την ταξική διαπάλη, την προηγούμενη περίοδο της «ευημερίας». Ε, ο τρόπος αυτός είναι που παρήγαγε το σύμπλεγμα, το οποίο σήμερα τείνει να «εκραγεί» και να οδηγήσει σε αφόρητες καταστάσεις άτομα και κοινωνία, όπως και το δημοκρατικό φαινόμενο στον τόπο μας.
Στραβά αρμενίζαμε, «θεόστραβα» κατασκευάζαμε νόημα με κανόνα το καταναλωτικό κόμπλεξ και αν δεν ξεκινήσουμε από αυτό, παύοντας τις υστερίες και τους αναθεματισμούς, δεν πρόκειται να ορίσουμε σήμερα πολιτικώς ποιος είναι πράγματι το θύμα και ποιος ο θύτης - αν δεν μπορούμε να απαλλαγούμε εντελώς από αυτή την τραυματική αντίληψη περί πολιτικής διαδικασίας. Όσοι μάλιστα νομίζουν πως η κρίση αντιμετωπίζεται με την «θεωρία των στρατοπέδων» (: «καλά θύματα» – «κακοί θύτες») είναι απλώς μακριά νυχτωμένοι, ξεχασμένοι στα «στρατόπεδα» του ναζισμού και του σταλινισμού μιας εποχής που δεν υπάρχει πια και δεν θα επιστρέψει όσο και αν την έχουν ανάγκη και οι μεν και οι δε: καί όσοι επιθυμούν να δημιουργηθεί εικόνα (εντύπωση) κοινωνικής σύγκρουσης για την επιβολή καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, καί όσοι προσβλέπουν να υπάρξουν πολιτικά στο μέλλον ως διωκόμενοι αγωνιστές μιας τυπικής μορφής χούντας του παρόντος. Και οι δύο είναι σήμερα χρεοκοπημένοι πολιτικά, σαφώς «χρεοκοπημένοι»! Διασπείροντας μια συμπλεγματική αφήγηση στην κοινωνία επιχειρούν να κρύψουν την πολιτική τους αδυναμία να προτείνουν εναλλακτικές, κοινωνικές λύσεις με κάποιο αντικειμενικό κριτήριο, οι οποίες ασφαλώς προϋποθέτουν την συνεργασία όλων των δυνάμεων που ΔΕΝ ορίζουν την ταυτότητά τους στο πλαίσιο της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας και της διαπλοκής.
Αυτές οι δυνάμεις βρίσκονται αριστερά του σημερινού ΠΑΣΟΚ, δίχως να παραβλέπει κανείς έναν τεράστιο αριθμό δεξιών και κεντρώων συμπολιτών μας, που απαλλαγμένοι από στερεότυπα , πελατειακές δεσμεύσεις και άλλου τύπου δουλείες προς το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν θα είχαν καμία αντίρρηση να στηρίξουν ένα ανυπόκριτα σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης, για απελευθέρωση από τους «δανειστές» και παραγωγική αναδιάρθρωση, δίχως διεύρυνση της ήδη δραματικής κοινωνικής καταστροφής και ανισότητας. Προς μια τέτοια εξέλιξη, όμως, δεν θα μπορούσαμε να κινηθούμε αν δεν πάψει το σύμπλεγμα να ορίζει πολιτικές στάσεις και συμπεριφορές στην Ελλάδα και αν δεν απαλλαγούμε από τον αισχρό λαϊκισμό της «θυματοποίησης», ο οποίος αντί εθνική ταυτότητα κατασκευάζει ρατσιστική προσωπικότητα και αντί ταξική και βαθιά κοινωνική συνείδηση, κουλτούρα εκδικητών με διάθεση εξολοθρευτή.
Αυτή η κουλτούρα είναι τούτη που ενισχύει τον εκφασισμό της σημερινής ελληνικής κοινωνίας και μην το παραβλέπετε… Δεν είναι επουσιώδες, είναι το πιο ουσιώδες κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο στην σημερινή Ελλάδα, το οποίο θα έπρεπε να ταρακουνήσει καί τους Δυτικούς πάτρωνες της χώρας, αν διέθεταν πολιτική ωριμότητα και αν δεν το επεδίωκαν συνειδητά για να δρομολογήσουν εξελίξεις (κρίσεις) πολιτικές στην Ελλάδα για δικό τους όφελος.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.