Την πολύ καθυστερημένη αντήχηση της φωνής και του λόγου μιας μερίδας ελλήνων, που από την αρχή προβήκαμε σε εμπεριστατωμένη, δομική κριτική της στρατηγικής της συντεταγμένης χρεωκοπίας της Ελλάδας και επί του «προγράμματος σωτηρίας» της τρόικας, αποτελεί ασφαλώς η έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα πεπραγμένα και τον ρόλο « ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ», η οποία κατατέθηκε στην Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωκοινοβουλίου.
Είχαμε δίκιο σε όλα και για όλα και σε καμία περίπτωση δεν υπερβάλαμε, προκύπτει ως συμπέρασμα της έκθεσης, η οποία στην ουσία επιβεβαιώνει τρία πράγματα: τον περιθωριακό ρόλο των όποιων στοιχειωδώς δημοκρατικών θεσμών της ΕΕ, την κρίση νομιμότητας στην λειτουργία της ΕΕ και την μετατροπή της Ελλάδας σε Υποτελή Πολιτεία, υπό παραθεσμική - και άρα υπονομευτική για την ίδια την ΕΕ - επιτροπεία.
Οι περισσότεροι από όσους έλληνες «είχαν δίκιο» προσέγγισαν το ζήτημα εθνοκεντρικά (είτε εθνικιστικά, είτε αντικαπιταλιστικά), ενώ εγώ, μεταξύ ελαχίστων άλλων, επιχείρησα να δείξω την διαλεκτική σχέση της άκρως επικίνδυνης και αποδομητικής πολιτικής διαστροφής που συνιστούσε αυτή η στρατηγική, μεταξύ εθνικού κέντρου και υπερεθνικής ευρωπαϊκής δομής. Επιχείρησα με άλλα λόγια να δείξω πως αυτό που αποδομεί την Ελλάδα και καταστρέφει την ελληνική κοινωνία, απορρυθμίζοντας ταυτόχρονα την αγορά της, είναι το ίδιο εκείνο που υπονομεύει την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, κατατείνοντας όχι απλώς στην διάλυση της ΕΕ, αλλά στην σοβαρή υπονόμευση του σύγχρονου, μεταδιπολικού ευρωπαϊσμού.
Πίστεψα και συνεχίζω να υποστηρίζω πως αυτό αποτελεί την ισχυρότερη πολιτική βάση για τη σύσταση και διαπραγμάτευση της ελληνικής αναφερόμενης ταυτότητας στην συγκυρία και στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών και Παγκόσμιων Θεσμών. Αυτή η διαλεκτική σχέση θα έπρεπε να αποτελεί την μόνη σταθερή και ολοκληρωμένη βάση για την ανάπτυξη οποιασδήποτε σοβαρής στρατηγικής για την αντιμετώπιση της κρίσης. Δυστυχώς, μόνον η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ – και μάλιστα σιγά- σιγά και καθυστερημένα – έδειξε να αντιλαμβάνεται την σημασία αυτής της διαλεκτικής σχέσης και πλέον να στηρίζει την επικοινωνία της και την πολιτική της πρακτική εξ ολοκλήρου σε ετούτο.
Από αυτό δεν πρέπει να ξεφύγει: αυτό που θίγει σήμερα την Ελλάδα και τους έλληνες, θίγει στην πραγματικότητα και την υπόθεση εκδημοκρατισμού και πολιτικής ενοποίησης στην Ευρώπη. «Είμαστε όλοι έλληνες» θα έπρεπε να είναι το σύνθημα όλων των επιμέρους ευρωπαϊκών λαών ενώπιον της τρομοκρατίας που ασκούν «ad hoc θεσμοί» όπως η «τρόικα», οι οποίοι εισάγονται για να καλύψουν διαστρεβλωτικά την έλλειψη δημοκρατικότητας στην ΕΕ, αλλά αντικειμενικά καταλήγουν να διασύρουν καί την πολιτική νομιμοποίηση καί τη νομιμότητα εντός αυτής.
Αγαπητοί φίλοι, το «μετα-αστικό» φαινόμενο διασύρεται σήμερα στην ΕΕ με πολλούς τρόπους, αλλά εξευτελίζεται κυριολεκτικώς δια της τρόικας και της συγκεκριμένης εμπλοκής των θεσμών της ΕΕ στην ελληνική κρίση, ενώ παράλληλα καταλήγει φάρσα η έννοια της «λαϊκής κυριαρχίας» και της στοιχειώδους αυτονομίας/αυτοδιοίκησης στην πατρίδα μας. Η «ιδέα» ήταν κυριολεκτικώς καταστροφική για την δημοκρατική προοπτική της ενωμένης Ευρώπης. Και δίχως δημοκρατική πορεία ΔΕΝ θα υπάρξει στη συνέχεια ενωμένη Ευρώπη!
Αυτό μοιάζει μάλλον να «αρέσει» σε αρκετούς έλληνες που εκκινούν και εμπνέονται είτε από τον ρατσιστικό εθνικισμό, είτε από τον «εθνικιστικό σοσιαλισμό» (για διαφορετικούς ασφαλώς λόγους, που δεν θα πρέπει να συγχέονται), αλλά δεν αρέσει σίγουρα σ’ εμένα. Το συστηματικό τους σφάλμα είναι πως ταυτίζουν την προοπτική της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης και τον ευρωπαϊσμό με την (σημερινή) ΕΕ, την οποία εξετάζουν μάλιστα εντός της πράγματι πολιτικοοικονομικά διαστροφικής και υποδουλωτικής για χώρες με την παραγωγική διάρθρωση της Ελλάδας (αναθεωρημένης) ΟΝΕ, η οποία συμπληρώνεται σήμερα από ad hoc χρηματοπιστωτικούς μηχανισμούς, πάσχοντες από γεννησιμιού τους από καιροσκοπισμό και έλλειψη συνεκτικής νομικής βάσης. Είναι «λάθος», όχι το συμπέρασμα – επί του οποίου συμφωνούμε γενικά, αν το δούμε στατικά και απομονωμένα, αποκλειστικά μάλιστα για την Ελλάδα - αλλά η συνολική προσέγγιση, καθώς αυτή είναι τελολογικού χαρακτήρα. Είναι σαν όσοι φιλελεύθεροι εναντιώθηκαν στον φασισμό και στον ναζισμό, ή σήμερα εναντιώνονται στον ελευθέριο καπιταλισμό (αναρχοκαπιταλισμό) να θεωρούνται κομμουνιστές, ή όσοι από την αριστερά εναντιώθηκαν και εναντιώνεται στον σταλινισμό να θεωρούνται αντικομουνιστές και προδότες του λαϊκού κινήματος, για χειραφέτηση των εργαζομένων από τους κεφαλαιούχους!
Και τι θέλεις να κάνουν, να αγνοήσουν την πραγματικότητα, την αντικειμενικότητα εντός της οποίας μάλιστα η ελληνική κοινωνία βιώνει μια δραματική υποβάθμιση και ο ελληνικός λαός μια μοναδική στην ιστορία του μορφή απανθρωπισμού; Το αντίθετο θα επιθυμούσα και επιδιώκω: να προσεγγίσουμε πολιτικά το ζήτημα και όχι στενά εθνικιστικά ή στενά στο πλαίσιο του ρομαντικού σοσιαλιστικού ιδεολογισμού. Αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να απορρίψουμε εντός της συνείδησής μας το δεύτερο, αλλά να το εντάξουμε σε μια γενικότερη στρατηγική πολιτικής διαπάλης (εθνικής, δίχως εθνικό σωβινισμό και ταξικής) και αγώνα για θεσμική ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής και πολωτικής (: πόλωση κεφαλαίου, ηγεμονίας και τεχνογνωσίας)ΕΕ και για ριζοσπαστική έκφραση του ευρωπαϊσμού (ως αναφερόμενη, δημοκρατική πολιτική ταυτότητα, επιμέρους εθνικών πατρίδων). Μα, αυτά είναι …κουβέντες και ουτοπία, άσε που είναι σίγουρα οπορτουνισμός! Και έτσι θα παραμείνουν, αν τα αντιμετωπίζεις έτσι! Αυτό σημαίνει στην ουσία τελεολογία και απολιτική προσέγγιση.
Η πολιτική είναι διαρκής (πολιτικός) αγώνας και η επανάσταση, διαρκής επανάσταση, αν καταλαβαίνουμε το περιεχόμενο αυτών των ιδεών. Δεν είναι κατάσταση, είναι διαδικασία ενώπιον κάποιου συγκεκριμένου στόχου, τον οποίο όσο θα πλησιάζεις αυτός θα απομακρύνεται. Ακριβώς, διότι και ο στόχος με διαλεκτικά υλικά κατασκευάζεται! Το ζήτημα είναι πως σήμερα στην Ευρώπη δεν έχουμε (αντικειμενικά) να επιλέξουμε μεταξύ πολιτικής και επανάστασης, αλλά μεταξύ δεξιάς πολιτικής μεταρρύθμισης, που οδηγεί σε μια ολοκληρωτική, αυταρχική, κεφαλαιοκρατική δομή και σε μια αριστερή πολιτική μεταρρύθμιση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια δημοκρατική, μετανεωτερική πορεία ομοσπονδιακής συγκρότησης. Εδώ δεν υπάρχει ίχνος ουτοπίας. Η πανευρωπαϊκή λαϊκή επανάσταση είναι ασφαλώς μια άλλη ιστορία, η οποία δίχως ποτέ να αποκλείεται – άλλωστε η κίνηση (το κίνημα)για αριστερή μεταρρύθμιση κάλλιστα θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε επαναστατικό ριζοσπαστισμό, υπό συνθήκες – εμφανίζει σήμερα σοβαρές θεωρητικές και πρακτικές ανεπάρκειες.
Η κοινωνική θεωρία και οντολογία της μετανεωτερικής, μεταβιομηχανικής επανάστασης δεν έχει ανατείλει ακόμη. Και με τα «εργαλεία» προηγούμενων επαναστάσεων δεν κάνεις σήμερα επανάσταση! Αυτό θα έπρεπε να το αντιλαμβάνεται πρώτα από όλους ο κάθε επαναστάτης. Ίσως, η διαδικασία πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης με δημοκρατικούς και όχι «μεταναζιστικούς» όρους – όπως επιχειρείται σήμερα - να οδηγούσε και στην αποκρυστάλλωση σχέσεων που θα γεννούσαν το πλαίσιο και την θεωρία μιας νέας μορφής σοσιαλιστικής επανάστασης. Όσοι πιστεύουν πως αυτό δεν δημιουργεί την αναγκαία διαλεκτική αντίθεση για επανάσταση, απλώς στοχάζονται στατικά, κανονιστικά, δογματικά. Επανάσταση σημαίνει πρώτα από όλα μια νέα διαλεκτική που θα αχρηστεύει τα παλαιά επαναστατικά δόγματα και τις προϋποθέσεις τους. Αλλιώς θα πρόκειται για απομίμηση κάποιας επανάστασης. Και με απομιμήσεις η ιστορία δεν… κινείται!
Η ιστορία ωστόσο δεν κινείται, ούτε με το «είχαμε δίκιο», όσοι εγκαίρως εκτιμήσαμε ορθώς τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή του προγράμματος της τρόικας στην Ελλάδα. Με αυτή την έννοια το «είχαμε δίκιο» μάλλον δεν έχει σημασία, καθώς δεν παράγει σχέσεις για δράση ανατροπής του ελληνικού καθεστώτος, το οποίο επέβαλε στη χώρα μας την συγκεκριμένη στρατηγική για να περισωθεί το ίδιο, μετά το σκάσιμο της «ελληνικής φούσκας» και την χρηματοπιστωτική κρίση που φυσιολογικά ακολούθησε.
Το δίκιο θεμελιώνεται παραδόξως στο μέλλον και όχι στο παρελθόν, φίλε αναγνώστη, αν στοχάζεσαι προοδευτικά. Το «δίκιο» δεν είναι στατικό, είναι δυναμικό φαινόμενο και προκαλεί για δράση ανατροπής μιας δομής, που επέφερε και θεσμοθετεί το «άδικο» με την μορφή του κοινωνικού αποκλεισμού. Άρα, θα έχουμε δίκιο, όσοι «είχαμε δίκιο» , μόνον στο βαθμό που υπάρξει ένα κίνημα ανατροπής του σημερινού καθεστώτος στην Ελλάδα. Αλλιώς, απλώς δεν θα έχει σημασία αν είχαμε ή δεν είχαμε δίκιο, ή ποιός προσέγγισε την αλήθεια και ποιοι φλόμωσαν την ελληνική κοινωνία με παραμύθια και χυδαία παραμυθία!
Για να αποκτήσει, ωστόσο, προϋποθέσεις για σημασία το «δίκιο» μας θα πρέπει το κίνημα να κατανοήσει την διαλεκτική που προανέφερα, ως μορφή που θα συνδυάζει την ανατροπή της στρατηγικής της τρόικας στην Ελλάδα με τον αγώνα για θεσμική ανατροπή και ριζοσπαστικό μετασχηματισμό της ΕΕ - η οποία σήμερα με την μορφή διαφόρων παραγόντων της και ιδιαίτερα της γερμανικής κυβέρνησης, φροντίζει και αυτοτορπιλίζεται καί ως ιδέα καί ως «μετα-αστικός» θεσμός! Αν δεν κερδίσει η αριστερή μεταρρύθμιση, πρώτα από οπουδήποτε αλλού στην ΕΕ, στην Ελλάδα, η οποία αποτέλεσε το πλέον χυδαίο πείραμα μετανεωτερικής υποτέλειας και κοινωνικοοικονομικής αποσύνθεσης, θα κυριαρχήσει η σήψη του σύγχρονου πειράματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης και η καταστροφή κεφαλαίου παράλληλα με τον εξανδραποδισμό εργαζομένων, την υπερεκμετάλλευση του πλούτου της περιφέρειας από το κέντρο και τον δοξασμό του γκεμπελισμού … με τον ρατσιστικό εθνικισμό (: εθνικιστικού χαρακτήρα σωβινισμός) να επανέρχεται δριμύτερος για να ρυθμίσει τις σχέσεις στην Ευρώπη.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.