Είναι αλήθεια πως μάλλον αιφνιδίασε τους φίλους μου η απόφασή μου να διακόψω την καθημερινή μας διαδικτυακή επικοινωνία. Επτά από αυτούς εξέφρασαν εύλογες απορίες, κάποιοι από τους ίδιους την ανησυχία τους, ενώ κάποιοι άλλοι την απογοήτευσή τους, αν όχι πικρία, ως προς την διάθεση αναθεώρησης της πολιτικού και κοινωνικο-ηθικού χαρακτήρα (: πολιτικός κονστρουκτιβισμός) παρέμβασής μου των τελευταίων ετών.
Η γραφή μου πάγωσε, διότι είναι πρόδηλο πως οι καρδιές- εκτός από μπόλικα κορμιά - παγώνουν πλέον στην Ελλάδα, ενώ οι διάνυες και οι περισσότεροι πολιτικοί ηγήτορες αναζητούν σωτηρία σε παρωχημένες αφηγηματικές φόρμες και νομιμοποιητικές μορφές, αναπαράγοντας σχήματα πολιτικού αγωνισμού, ανταγωνισμού, πολιτικής διαφοροποίησης και σύνθεσης, και γενικότερα πολιτικών σχέσεων, των αρχών του περασμένου αιώνα ή των μεταπολεμικών χρόνων.
Η γενικότερη πολιτική πρακτική, στη σημερινή Ελλάδα, κατατείνει στη διαμόρφωση ενός διαστρεβλωτικού περιβάλλοντος για την εμπειρική απόκτηση γνώσης, από τον κάθε πολίτη ξεχωριστά, επί του σημερινού πολιτικού φαινομένου στον τόπο μας. Θεωρία, ιδεολογία και επιμέρους πολιτική πρακτική είτε αυτονομούνται (απομονώνονται), είτε εμφανίζονται φαντασιακά ενωμένες σε ένα ωστόσο ξεπερασμένο/εξωπραγματικό νεωτερικό, βιομηχανικό πλαίσιο, για να απαντήσουν στις οργανωτικές ανάγκες μιας άλλης εποχής, η οποία χαρακτηρίζει την σημερινή υπόσταση της ελληνικής κοινωνίας και ορίζει την κρίση του ελληνικού κράτους και των πολιτικών και κοινωνικών του θεσμών. Με μια κουβέντα, είτε αποσυνδέεται το πρόγραμμα από την στρατηγική και τον στόχο, διαστρεβλώνοντας την πολιτική διαδικασία, είτε και τα τρία εμφανίζονται να διακρίνονται από σχετική συνοχή, ενταγμένα ωστόσο σε ένα άλλο, προηγούμενο ιστορικό πλαίσιο, που δεν έχει σχέση με τις ρητές (ευρύτερα θεσμικές και επικοινωνιακές) και οικονομικές (παραγωγικές) σχέσεις που χαρακτηρίζουν την σημερινή μετανεωτερική, μεταμοντέρνα και μεταβιομηχανική δομή εντός της οποίας οφείλει να ΕΙΝΑΙ (κάπως) η Ελλάδα για να ΥΠΑΡΞΕΙ ως παράγοντας ισχύος και εναρμονισμένη κοινωνική δομή.
Στο βαθμό που δεν συμβαίνει αυτό η ελληνική κοινωνία ρευστοποιείται, υποδουλώνεται παράλυτη και παγωμένη στην πλέον καιροσκοπική και κερδοσκοπική λειτουργία του κεφαλαίου, το οποίο ορίζεται θεσμικά και παραθεσμικά από τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό και έτσι ο απανθρωπισμός βασιλεύει στην χώρα ως κάτι το αυτονόητο. Για την αντιμετώπισή του προτείνονται ή ο τεχνοκρατισμός, ή η προλεταριακή επανάσταση με την έννοια του εθνικιστικού κομμουνισμού, ή ο εθνικοσοσιαλισμός (με τη νεοναζιστική εκδοχή). Μεταξύ αυτών συνθλίβεται η ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστική, αριστερή πολιτική αντίληψη, η οποία δεν είναι τίποτε διαφορετικό μεθοδολογικά από τον πολιτικό κονστρουκτιβισμό, εντός του οποίου κινήθηκε ο δικό μου σχολιασμός, οι αναλύσεις και οι προτάσεις μου. (Το γνωσιολογικό χάλι στην πατρίδα μας είναι τόσο δραματικό και επικίνδυνο που τις προάλλες κύριο άρθρο του «Βήματος» έφτασε να συγχέει τον δεξιό με τον αριστερό ριζοσπαστισμό και να διαπιστώνει πως η λέξη δεν έχει νόημα (πολιτικό περιεχόμενο), αλλά χρησιμοποιείται απλώς για εντυπωσιασμό! Είναι ντροπή να αρθρώνεις δημόσιο λόγο χωρίς στοιχειώδη γνώση της ιστορίας των πολιτικών ιδεών, αλλά… ποιος την έχασε για να την βρουν όσοι διαπλεκόμενοι διαπαιδαγωγούν δια του Τύπου!)
Εγώ, αισθάνομαι πως όχι απλώς εξήγησα την σημερινή διάσταση του αριστερού ριζοσπαστισμού, ορίζοντάς τον ως ριζοσπαστικοποίηση της δημοκρατίας στο πλαίσιο του αγωνιστικού πλουραλισμού, αλλά ανυπόκριτα δόμησα προτάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης επ’ αυτού. Οι προτάσεις αυτές θεωρώ πως εναρμονίζουν ικανοποιητικά, για παράδειγμα, την εμφανιζόμενη διάσταση μεταξύ των δύο βασικών «πτερύγων» του ΣΥΡΙΖΑ, αν και ποτέ δεν έλαβα υπόψιν τί ακριβώς συμβαίνει στο κόμμα αυτό, που διεκδικεί την κυβέρνηση. Το προσωπικό μου κριτήριο, όπως και η προσωπική μου ματιά (προσέγγιση) αποτελούν διάσταση καθαρού πολιτικού στοχασμού (κονστρουκτιβιστικού χαρακτήρα), μακριά από κομματικές σκοπιμότητες και εσωκομματικούς ανταγωνισμούς. Άλλωστε δεν είμαι μέλος κανενός κόμματος … Δεν αδιαφορώ για το κομματικό φαινόμενο στην Ελλάδα. Το αντίθετο. Αλλά ο λόγος μου, φίλε αναγνώστη, δεν επηρεάστηκε ποτέ από οποιεσδήποτε κομματικές ή μικροκομματικές στρατηγικές και αφηγήσεις.
Γνωρίζεις, πλέον, πως «πολιτικός κονστρουκτιβισμός» και «στρατόπεδα», πόσο μάλλον «κομματικά μαντριά», ή κομματική πίστη και αφοσίωση, είναι έννοιες απολύτως ξένες! Όπως ίσως γνωρίζεις πως ΔΕΝ θεωρώ πως πρέπει να καταργηθούν τα κόμματα και να σβήσει το κοινοβουλευτικό καθεστώς, όπως ΔΕΝ θεωρώ επίσης πως η κοινωνική πρόοδος διασφαλίζεται από ολοκληρωτικές, γραφειοκρατικές δομές άσκησης της διακυβέρνησης. Το αντίθετο, πιστεύω. Φρονώ πως ο ολοκληρωτισμός κάθε μορφής είναι απανθρωπισμός και πως ο χειρότερος ίσως – ο πιο ύπουλος, ο πιο ανήθικος, ο πιο διαστροφικός – είναι ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός, στο φάσμα του οποίου γίνεται σήμερα η διαχείριση της κρίσης στην Ελλάδα.
Με την έννοια αυτή, πράγματι αυτή την ιστορική περίοδο στην Ελλάδα έπρεπε να υπάρξει αντικειμενικά μια σύγχρονη μορφή πολιτικής πόλωσης: από την μια να βρίσκονται αυτοί που μετουσιώνουν τους έλληνες σε αριθμούς και από την άλλη αυτοί που μετατρέπουν τους αριθμούς και τα στατιστικά νούμερα σε ανθρώπους. Αυτή την διάκριση είχα πάντοτε στο μυαλό μου, όταν ανέπτυσσα τον πολίτικό μου στοχασμό στην συγκυρία και έτσι κατέληγα να συνδέω τον κονστρουκτιβισμό με την Βιο-οικονομία. Αυτό ήταν που με έκανε να υποστηρίζω τόσο πεισματικά την συγκρότηση ενός Λαϊκού Μετώπου για εκδημοκρατισμό και παραγωγική ανασυγκρότηση, ως άμεση απάντηση στην κρίση – ως αντικειμενική λύση στην κρίση μέσω της προοδευτικής αλληλεπίδρασης των υποκειμενικών ταξικών και κοινωνικών αποκρυσταλλώσεων.
Μετουσιώνεις τους έλληνες σε αριθμούς και μετά αναπτύσσεις αυτό που όρισα ως «learning by numbers» υπό την επιτροπεία και παιδαγωγική της Τρόικας, ή μετουσιώνεις τα νούμερα σε έλληνες και πλέον αφυπνίζεσαι πολιτικά, αναζητώντας άμεση λύση; Το δεύτερο θα καθιστούσε την συγκρότηση ενός σύγχρονου Λαϊκού Μετώπου κάτι αυτονόητο και την αριστερή μεταρρύθμιση μονόδρομο. Αλλά δυστυχώς …δυστυχώς, κάποιοι, οι οποίοι μια ολόκληρη ζωή ασχολούμαστε με ποιοτικές και ποσοτικές μελέτες προωθούμε τον ανθρωπισμό, ενώ άλλοι που πολιτεύονται με τον «λαϊκισμό του ανθρωπισμού» στοχάζονται με νούμερα και δοξάζουν την καταστροφή και τον οικονομικό σκοπό, που παραγνωρίζει τον άνθρωπο!
Η μετατροπή των αριθμών της στατιστικής της ελληνικής κρίσης σε έλληνες, είναι το πρώτο βήμα για την διαμόρφωση της αντίληψης για κοινωνικοπολιτική χειραφέτηση του ελληνικού λαού. Το δεύτερο είναι η βάση της προσωπικής μου πολιτικής φιλοσοφίας, την οποία ήρθε η ώρα να εκφράσω και αποφθεγματικά και έτσι να αντιληφθείτε όλοι την πραγματιστική βάση του πολιτικού κονστρουκτιβισμού, ο οποίος χαρακτηρίζει τον λόγο μου. Σημειώστε, λοιπόν: «είναι κακό σχέδιο αυτό που δεν μπορεί να αλλάξει» (malum consilium quod mutari non potest / Publilius Syrus). Αυτό είναι- ας πούμε - ο «αιτιατός μηχανισμός» της προσωπικής μου προσέγγισης, που νομίζω πως θα λύσει κάποιες απορίες σας για την στάση μου στα καθεστωτικά διλήμματα της συγκυρίας με χυδαιότερο όλων το «ευρώ ή δραχμή». Όσο για την γραφή μου, θα «ξεπαγώσει» πλέον μόνον στο βαθμό που αρχίσει να ξεπαγώνει ο πολιτικός λόγος στην Ελλάδα. Και αυτό ίσως συναρτάται με την αναθεώρηση της πολιτικής στάσης αρκετών – μεταξύ αυτών και εμού – οι οποίοι αρνούμαστε επί αρκετά χρόνια, μάλλον φοβικά, να εμπλακούμε αμέσως στην άσκηση της εφαρμοσμένης πολιτικής. Ήρθε μάλλον ο καιρός να προκαλέσουμε για σχολιασμό και ανάλυση επί της ολοκληρωμένης πολιτικής μας προσέγγισης/παρουσίας - και όχι περιορισμένα επί του στοχασμού μας - όσοι μέχρι τώρα σχολιάζαμε και αναλύαμε φαινόμενα στη δημόσια πολιτική αρένα, καθώς και τη δομή αυτής.
Ήρθε η ώρα να κατέβουμε από το άρμα της κριτικής και να πορευτούμε δίχως αυτό στον κακοτράχαλο δρόμο της εφαρμοσμένης πολιτικής. Και αυτό το λέω δίχως να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου. Αν δεν το κάνουμε σε αυτή τη κρίσιμη φάση της ελληνικής πολιτικής ιστορίας, θα σημαίνει πως μάλλον δεν καταλαβαίνουμε οι ίδιοι αυτά που αρθρώνουμε κριτικά και τότε …μάλλον θα περάσουμε δικαίως στο φάσμα της «γραφικότητας»!
Αυτά, σεβαστέ μου αναγνώστη, ήταν τα λόγια που δεν σημείωσα ρητά μέχρι σήμερα και ο λόγος (ο προβληματισμός) που πάγωσε τη γραφή μου. Δεν θεωρώ πως πλέον δίχως την άμεση εμπλοκή μου στην πρακτική πολιτική και στην διαδικασία της θα μπορούσα να υπηρετήσω τις ιδέες μου και την γενικότερη μεθοδολογία του πολιτικού κονστρουκτιβισμού εντός της οποίας αυτές αποκτούν συγκεκριμένο νόημα για δράση. Το ξεπάγωνα του πολιτικού λόγου στην Ελλάδα δεν μπορεί να επισυμβεί χωρίς να εμπλακούμε, όσοι προβαίνουμε σε μεθοδολογική κριτική σε αυτόν, στην εφαρμοσμένη πολιτική της διακυβέρνησης, με την μορφή ωστόσο υποκειμένων ενός κινήματος χειραφέτησης και όχι με την μορφή «τεχνοκράτη» ή άλλου τύπου «αλεξιπτωτιστή», ασφαλώς.
Είναι αλήθεια πως τα «λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν», όπως είναι αλήθεια πως το έργο της ολοκληρωμένης πολιτικής (συμμετοχής) είναι αυτό που δίνει στον πολιτικό λόγο περιεχόμενο. Σήμερα στην Ελλάδα αναζητείται εναγωνίως και κρίνεται το περιεχόμενο… έτσι θέλω να πιστεύω και εύχομαι να μην κάνω λάθος! Ο αγώνας για περιεχόμενο είναι σε κάθε περίπτωση ένας ολοκληρωμένος πολιτικός αγώνας, που δεν πρέπει να αποκλείει την άμεση εμπλοκή μας στην εφαρμοσμένη πολιτική, αλλά αντίθετα να την επιδιώκει σε ιστορικές στιγμές σαν αυτές που διέρχεται η Ελλάδα σήμερα.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.