Στην αμοιβαία καχυποψία μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας, που γίνεται πλέον δημόσια, με αφορμή την τουρκική κρίση και τις κατηγορίες του Πρωθυπουργού, Ερντογάν, κατά ξένου «δακτύλου» αναφέρεται ανταπόκριση του Tim Arango από την Κωνσταντινούπολη.
Η ανταπόκριση δημοσιεύεται στην εφημερίδα NEW YORK TIMES με τίτλο «Growing Mistrust Between U.S. and Turkey Is Played Out in Public». Υπογραμμίζεται επίσης το γεγονός της ματαίωσης της συνάντησης μεταξύ Τούρκων και Αμερικανών διπλωματών.
Σύμφωνα με Αμερικανούς και Τούρκους αξιωματούχους, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, αμέσως μετά το ξέσπασμα της κρίσης με την έρευνα κατά της διαφθοράς στην Τουρκία, ζήτησε μέσω ενός μεσολαβητή συνάντηση με τον Αμερικανό Πρέσβη, Francis J. Ricciardone.
Για αρκετές ημέρες οι Αμερικανοί διπλωμάτες ζητούσαν ατύπως από τους Τούρκους να αποφεύγουν την παραπλάνηση της κοινής γνώμης, αποδίδοντας την έρευνα για τη διαφθορά σε ξένη συνομωσία. Την Κυριακή ωστόσο μια ημέρα πριν από την συνάντηση η κατάσταση επιδεινώθηκε.
Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες επιτέθηκαν κατά του Αμερικανού πρέσβη, ενώ τα τουρκικά ΜΜΕ διέδιδαν, αργότερα, την ίδια ημέρα, ότι ο Ahmet Davutoglu θα τηλεφωνούσε στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών για να ζητήσει την εκδίωξη του κ. Ricciardone, λόγω της –απροσδιόριστης- ανάμειξής του στην έρευνα κατά της διαφθοράς. Η αμοιβαία καχυποψία οδήγησε και στην ματαίωση της συνάντησης.
Σύμφωνα με την ανταπόκριση, τα τελευταία γεγονότα υποδηλώνουν την σταδιακή επιδείνωση των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, καθώς ανήκει πλέον στο παρελθόν η συντονισμένη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης, όπου είχε καλλιεργηθεί και μια τακτική προσωπική συνεργασία μεταξύ του Προέδρου Ομπάμα και του Πρωθυπουργού, Ερντογάν.
Σύμφωνα με τους αναλυτές παρατηρείται μια ουσιαστική διαφοροποίηση στην εξωτερική πολιτική των δύο χωρών, ενώ η τουρκική κρίση αποτελεί την τελευταία ένδειξη μιας κλιμακούμενης έλλειψης εμπιστοσύνης.
Οι διαφορές ήταν έντονες σχετικά με την Αίγυπτο, όπου η Τουρκία υπήρξε ισχυρός υποστηρικτής του πρώην προέδρου, Mohamed Morsi, ενώ οι ΗΠΑ επιχείρησαν τη συνεργασία με τη νέα στρατιωτική κυβέρνηση. Σε σχέση με τη Συρία, η Τουρκία στήριξε και εξόπλισε τους αντάρτες μαχητές, ενώ αισθάνθηκε προδομένη όταν οι ΗΠΑ απέρριψαν την στρατιωτική δράση κατά της συριακής κυβέρνησης, τον Σεπτέμβριο.
Στο Ιράκ, οι Αμερικανοί αντιτίθενται στην υπογραφή συμβολαίων μεταξύ των Τούρκων και του Ιρακινού Κουρδιστάν, για τη μεταφορά πετρελαίου, καθώς θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο αποδυναμώνεται η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης και προωθείται ο διαμελισμός της χώρας. Πιο πρόσφατα η Τουρκία προκάλεσε την οργή των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ με την υπογραφή συμφωνίας για την αγορά ενός πυραυλικού αμυντικού συστήματος από την Κίνα. Το αμερικανικό Κογκρέσο απείλησε να διακόψει τις επιδοτήσεις προς την Τουρκία, ενώ το ΝΑΤΟ δήλωσε ότι δεν πρόκειται να εντάξει ποτέ την κινεζική τεχνολογία στα αντιπυραυλικά αμυντικά του συστήματα.
Πηγή New York Times
από Κωνσταντίνος
Η ανταπόκριση δημοσιεύεται στην εφημερίδα NEW YORK TIMES με τίτλο «Growing Mistrust Between U.S. and Turkey Is Played Out in Public». Υπογραμμίζεται επίσης το γεγονός της ματαίωσης της συνάντησης μεταξύ Τούρκων και Αμερικανών διπλωματών.
Σύμφωνα με Αμερικανούς και Τούρκους αξιωματούχους, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, αμέσως μετά το ξέσπασμα της κρίσης με την έρευνα κατά της διαφθοράς στην Τουρκία, ζήτησε μέσω ενός μεσολαβητή συνάντηση με τον Αμερικανό Πρέσβη, Francis J. Ricciardone.
Για αρκετές ημέρες οι Αμερικανοί διπλωμάτες ζητούσαν ατύπως από τους Τούρκους να αποφεύγουν την παραπλάνηση της κοινής γνώμης, αποδίδοντας την έρευνα για τη διαφθορά σε ξένη συνομωσία. Την Κυριακή ωστόσο μια ημέρα πριν από την συνάντηση η κατάσταση επιδεινώθηκε.
Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες επιτέθηκαν κατά του Αμερικανού πρέσβη, ενώ τα τουρκικά ΜΜΕ διέδιδαν, αργότερα, την ίδια ημέρα, ότι ο Ahmet Davutoglu θα τηλεφωνούσε στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών για να ζητήσει την εκδίωξη του κ. Ricciardone, λόγω της –απροσδιόριστης- ανάμειξής του στην έρευνα κατά της διαφθοράς. Η αμοιβαία καχυποψία οδήγησε και στην ματαίωση της συνάντησης.
Σύμφωνα με την ανταπόκριση, τα τελευταία γεγονότα υποδηλώνουν την σταδιακή επιδείνωση των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, καθώς ανήκει πλέον στο παρελθόν η συντονισμένη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης, όπου είχε καλλιεργηθεί και μια τακτική προσωπική συνεργασία μεταξύ του Προέδρου Ομπάμα και του Πρωθυπουργού, Ερντογάν.
Σύμφωνα με τους αναλυτές παρατηρείται μια ουσιαστική διαφοροποίηση στην εξωτερική πολιτική των δύο χωρών, ενώ η τουρκική κρίση αποτελεί την τελευταία ένδειξη μιας κλιμακούμενης έλλειψης εμπιστοσύνης.
Οι διαφορές ήταν έντονες σχετικά με την Αίγυπτο, όπου η Τουρκία υπήρξε ισχυρός υποστηρικτής του πρώην προέδρου, Mohamed Morsi, ενώ οι ΗΠΑ επιχείρησαν τη συνεργασία με τη νέα στρατιωτική κυβέρνηση. Σε σχέση με τη Συρία, η Τουρκία στήριξε και εξόπλισε τους αντάρτες μαχητές, ενώ αισθάνθηκε προδομένη όταν οι ΗΠΑ απέρριψαν την στρατιωτική δράση κατά της συριακής κυβέρνησης, τον Σεπτέμβριο.
Στο Ιράκ, οι Αμερικανοί αντιτίθενται στην υπογραφή συμβολαίων μεταξύ των Τούρκων και του Ιρακινού Κουρδιστάν, για τη μεταφορά πετρελαίου, καθώς θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο αποδυναμώνεται η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης και προωθείται ο διαμελισμός της χώρας. Πιο πρόσφατα η Τουρκία προκάλεσε την οργή των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ με την υπογραφή συμφωνίας για την αγορά ενός πυραυλικού αμυντικού συστήματος από την Κίνα. Το αμερικανικό Κογκρέσο απείλησε να διακόψει τις επιδοτήσεις προς την Τουρκία, ενώ το ΝΑΤΟ δήλωσε ότι δεν πρόκειται να εντάξει ποτέ την κινεζική τεχνολογία στα αντιπυραυλικά αμυντικά του συστήματα.
Πηγή New York Times
από Κωνσταντίνος
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.