Αυτό που υποστηρίζω για την δημοκρατική εξέλιξη στην Ελλάδα, που δεν μπορεί να υπάρξει ως βιώσιμο κοινωνικοπολιτικό μοντέλο χωρίς την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας μας, με έμφαση στην τεχνολογικά προηγμένη, οικολογική εκβιομηχάνιση και ριζική αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής, δεν είναι κάποιο κόμμα, αλλά μια συγκεκριμένη μορφή άρθρωσης της πολιτικής και αντίληψης του πολιτικού φαινομένου.
Αυτό το διανοητικό και εμπειρικό σχήμα πιστεύω πως θα ήταν καλό να διακρίνει την πολιτικοπολιτισμική δομή (το habitus κατά Pierre Bourdieu, όπως εξηγούσα τις προάλλες) του κάθε γνήσια προοδευτικού, έλληνα πολίτη. Δεν φτιάχνουν τα κόμματα και οι ηγεμονίες πολίτες, αλλά οι πολίτες, ή σκέτο οι άνθρωποι, κόμματα και μορφές ηγεμονιών. Τα κόμματα υπάρχουν - όσο η ιστορική εξέλιξη δεν τα ξεπερνά, ως βασικές και όχι ασφαλώς μοναδικές δομές άρθρωσης του πολιτικού φαινομένου - για να υπηρετούν την (ταξική) κοινωνία με ένα εποικοδομητικό τρόπο, δίχως να αγνοούν ή να προφασίζονται πως αγνοούν την κυρίαρχη πολιτικοπολιτισμική μήτρα, με την μορφή της έξης, που δομεί τις επιμέρους αντιλήψεις και την έννοια του συμφέροντος των πολιτών, παρακινώντας προς μια συγκεκριμένη δράση ή μη-δράση και κομματική επιλογή.
Οι έλληνες πολίτες έχουν διαφορετικά και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, ενώ είναι φορείς διαφορετικών ιδεολογιών και κοσμοαντιλήψεων, ωστόσο υπάρχει μια κοινή, γενική, μάλλον ασαφής, πολιτικοπολιτισμική μήτρα που διαμορφώνει την αντίληψη του πολιτικού φαινόμενου σε αυτούς με έναν περισσότερο ή λιγότερο ομοειδή τρόπο και στην βάση του πολιτικού πλουραλισμού. Αυτό αποτελεί προϊόν της ιστορικής εξέλιξης της Ελλάδας και έχει ασφαλώς υλική και μυθική ή απλώς αφηγηματική/διανοητική διάσταση: είναι ταυτόχρονα καί οικονομία και κοινωνικές σχέσεις, εκτός από γενική κουλτούρα. Μόνον έτσι και εξαιτίας αυτού εμφανίζεται ο αναρχικός ή ο κομμουνιστής ικανός να επικοινωνεί με τον φασίστα, ή τον κεντρώο, ή τον εθνικιστή δεξιό, ή τον νεοφιλελεύθερο, ή τον φιλελεύθερο σοσιαλιστή κλπ., και αντίστροφα, με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς.
Ακόμη και αυτός, για παράδειγμα, που απορρίπτει τα γραπτά μου ως «μπούρδες» και «ανούσιες σαχλαμάρες» που δεν «του λένε τίποτε», στο βαθμό που μπαίνει στον κόπο να διαβάσει τι γράφω και να εκφράσει αμέσως μετά την αντίδρασή του, είναι βέβαιον πως μέσα σε αυτήν την γενική πολιτικοπολιτισμική, πλουραλιστική μήτρα βρίσκεται, όπως ασφαλώς κι εγώ ο ίδιος, ο οποίος την προσεγγίζω κριτικά ως φαινόμενο. Τις περισσότερες φορές που ασκώ κριτική σε άλλους, στην πραγματικότητα ασκώ κριτική σε σχέσεις που είναι προϊόντα αυτής της «μήτρας», άρα και στον ίδιο μου τον εαυτό, σε κάποιο βαθμό και με κάποιο ιδιαίτερο τρόπο. Το ίδιο κάνεις και εσύ, αναγνώστη μου, ασχέτως εάν το συνειδητοποιείς ή όχι. Η συνειδητοποίηση μέσω του «ιδιαίτερου τρόπου» Σου, που ανέφερα, ενισχύει την κονστρουκτιβιστική αποκρυστάλλωση της γνώσης, παράγοντας πραγματισμό αντί ποζιτιβιστικό, απλοϊκό ρεαλισμό ή νεορεαλισμό, με το ποτήρι άλλοτε να έχει την εικόνα του μισοάδειου και άλλοτε του μισογεμάτου!
Ένα κοινοβουλευτικό κόμμα της αριστεράς δεν θα μπορούσε να πολιτεύεται κάνοντας πως αγνοεί αυτή την πολιτικοπολιτισμική μήτρα, αυτό το γενικό, ελληνικό habitus, αν θέλετε! Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν θα μπορούσε, επίσης, ποτέ να αγνοήσει ένα επαναστατικό κόμμα, αν πράγματι ενδιαφερόταν να αναπτύξει επαναστατική πρακτική στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, με την ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος των εργαζομένων εναντίον της κεφαλαιοκρατικής οργάνωσης της παραγωγής.
Όποιο κόμμα προσπαθεί να ετεροκαθορίσει αυτή την πολιτικοπολιτισμική μήτρα, αντί να την κατανοήσει βαθιά και να αναπτύξει πολιτικό λόγο και πολιτική πρακτική για στρουκτουραλιστικού χαρακτήρα αλλαγή των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων και του γενικού πολιτικού φαινομένου στην πατρίδα μας, προφανώς, όχι μόνον δεν έχει σχέση με την δημοκρατία, αλλά ούτε με την ιστορία των θεσμών και συστημάτων, η οποία αποτελεί αντικειμενικά την ιστορική μήτρα της ανθρωπότητας και στενά την μήτρα της ιστορίας του ελληνικού κράτους. Το ότι καταλαβαίνεις και αποδέχεσαι πως και εσύ ο ίδιος ως πολίτης, πόσω μάλλον ως κόμμα ή πολιτικός φορέας της κοινωνίας των πολιτών, ενσωματώνεις και ενσωματώνεσαι ταυτόχρονα αυτήν/σε αυτήν την πολιτικοπολιτισμική μήτρα, είναι προϋπόθεση για οποιαδήποτε προσέγγιση επιστημολογικού/μεθοδολογικού τύπου για κοινωνικοοικονομική αλλαγή. Σε άλλη περίπτωση κινείσαι συνειδητά ή ασυνειδήτως εκτός ιστορίας, σε ένα ουτοπικό περιβάλλον που ορίζει τις συγκυριακές συντεταγμένες της αυτοσυντήρησής σου. Αυτό ΔΕΝ πράττει πλέον, σαφώς, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Διαβάζοντας την συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα της Κυριακής» ο Αλέξης Τσίπρας, διαπιστώνω πως πλέον η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει ακριβώς την γλώσσα μου – αυτή την γλώσσα του «κονστρουκτιβιστικού πραγματισμού», στην οποία έχει μάλλον εξοικειωθεί ο τακτικός αναγνώστης των διαδικτυακών μου σημειωμάτων. Και την μιλάει πολύ καλά! Δεν υπάρχει πλέον ουτοπία, στενά μεθοδολογικού τύπου, ο λαϊκισμός έχει μειωθεί σε σημαντικό βαθμό και η μεθοδολογία μιας σύγχρονης αριστερής προσέγγισης προς μια κοινωνική θεωρία του ευρωπαϊσμού σαφώς παρούσα. Για πρώτη φορά θα χαρακτήριζα τον Αλέξη Τσίπρα μεθοδολογικά σαφή (με την πλήρη έννοια του articulate). Ο κ. Τσίπρας είναι, αναγνώστη μου, έτοιμος να κυβερνήσει ως προοδευτικός, πιθανότατα και ως καινοτόμος πρωθυπουργός για εκδημοκρατισμό και θεσμική και παραγωγική ανασυγκρότηση. Και αυτός είναι ο λόγος που έντιμα και απερίφραστα υποστηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα… αλλά μέχρι εδώ!
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα εμφανίζεται, κατά τη γνώμη μου, να διαθέτει πλέον μια συνεκτική μεθοδολογία αντίληψης του πολιτικού φαινομένου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, και επ’ αυτής να δομεί την διακυβερνητική του πρόταση για Ριζοσπαστική, προοδευτικά αστική, Αλλαγή στην Ελλάδα και στην ΕΕ: πρόταση η οποία θεωρητικά ταυτίζεται με την δική μου προσέγγιση. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέβαλε εντελώς τον αριστερισμό ως κυρίαρχη αφήγηση για μια εναλλακτική διακυβέρνηση στην Ελλάδα και προς μια εναλλακτική ηγεμονία ήπιων πολιτικών, στη θέση του αντιπληθωρισμού και της λιτότητας (: Νεο-ηγεμονισμός) στην ΕΕ. Αυτό είναι μια καλή βάση για αριστερού, ριζοσπαστικά σοσιαλδημοκρατικού τύπου μεταρρυθμίσεων και για ανάπτυξη μιας πλουραλιστικής πολιτικής κουλτούρας, που θα ενισχύει θεσμικά τον ιδεολογικό αγωνισμό στην κοινωνία, στη θέση της πατρωνίας, του συντεχνιασμού, του πελατειακού ή κορπορατικού κράτους.
Προσέξτε μόνον κάτι για να μην υπάρξει παρεξήγηση: Διαπιστώνω την απόρριψη της ουτοπίας στο πλαίσιο της πολιτικής μεθοδολογίας που αρθρώνει ο κ. Τσίπρας, όχι στο πλαίσιο των αναφερόμενων κοινωνικών αλλαγών ως στόχων. Εκεί υπάρχει ουτοπία… και καλώς υπάρχει! Πρόκειται για αυτό που περιγράφω ως στόχο, τον οποίο όσο πλησιάζεις, ή νομίζεις πως τον πλησιάζεις, αυτός απομακρύνεται και εσύ συνεχίζεις την προοδευτική σου πορεία για να τον πιάσεις στη συνέχεια, αλλά πάλι θα απομακρυνθεί και πάει λέγοντας, συμβάλλοντας στην σοσιαλιστική προοπτική, με ελευθερία ασφαλώς και ενίσχυση της υπευθυνότητας του πολίτη, παράλληλα με την ενδυνάμωση της πολιτικής (λαϊκής) συμμετοχής στα κοινά και στις αποφάσεις.
Προσέξτε και κάτι άλλο: Το ότι υποστηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα - όπως όρισα πιο πάνω την σχέση, παρατηρώντας την ηγεσία του κόμματος αυτού να εντάσσεται δημιουργικά στην ελληνική κοινωνία, δίχως να διατείνεται πως επιδιώκει να την υπερβεί για να την αλλάξει, ή να την καθοδηγήσει σε κάποια μορφή επανάστασης, την μεθοδολογία της οποίας κατέχει αποκλειστικά αυτή – δεν σημαίνει πως θα μπορούσα να διαβεβαιώσω για την ικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει όλα αυτά με τα οποία συμφωνώ στην πράξη. Αυτό δεν είμαι προσωπικά σε θέση να το κρίνω! Συμφωνούμε (Γιαννακόπουλος – ηγεσία ΣΥΡΙΖΑ) πλέον απολύτως στην άρθρωση της πολιτικής μεθοδολογίας για προοδευτική κοινωνική αλλαγή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αλλά μέχρι εκεί. Ως προς την άρθρωση της πολιτικής στρατηγικής στην διακυβερνητική τακτική, ως θεσμικό φαινόμενο και ως κουλτούρα της καθημερινής πολιτικής έκφρασης, δεν μπορώ να πω πως έχω/διαθέτω καθαρή εικόνα και να εκφράσω απερίφραστα πεποίθηση.
Εύχομαι να πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ στον εναρμονισμό του πολιτικού του λόγου με την πολιτική του πρακτική, αν του δοθεί η κυβερνητική ευκαιρία, αλλά διατηρώ ταυτόχρονα πολλές επιφυλάξεις. Δεν φταίει ο Αλέξης Τσίπρας για αυτό, αλλά μάλλον η εμπειρία μου από την σεχταριστική, ιντριγκαδόρικη κουλτούρα ενός μεγάλου μέρους της αριστεράς και η υποψία μου πως δεν έχουν απαλλαγεί εντελώς τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από οργανωτικές και διακυβερνητικές στάσεις, προκαταλήψεις και ιδεοληψίες που δομήθηκαν κατά το παρελθόν στη βάση του σταλινισμού, του μαοϊσμού, ή του τροτσκισμού!
Ακόμη μεγαλύτερη «απειλή» θα πρέπει ίσως να θεωρείται η αντίληψη περί «συντροφικότητας», ανθρώπων που προσέγγισαν την πολιτική πρακτική δια του ΠΑΣΟΚ. Η συντροφικότητα είναι κακό πράγμα, όταν από τους κοινωνικούς αγώνες, το πεζοδρόμιο, την πολιτική συνύπαρξη και αλληλεγγύη για κοινή δράση, την εσωτερίκευση του Άλλου ως έμπιστου φίλου κλπ, περνά στην δημόσια διοίκηση και στην οικονομία της αγοράς, συνδέοντας μάλιστα το ένα με το άλλο. Η «συντροφικότητα» α λα ΠΑΣΟΚ είναι η μήτρα της διαφθοράς και της ευνοιοκρατίας, η οποία μια χαρά ταίριαξε και ταιριάζει στο πελατειακό καθεστώς της παραδοσιακής δεξιάς, πού σήμερα με έναν κωμικό τρόπο εκφράζεται ως δήθεν αντισυστημική νεοφιλελεύθερη δεξιά, κοινωνική δεξιά, ή νεοναζιστική δεξιά.
Θεωρώ πως στο πλαίσιο της έντιμης επικοινωνίας μας, όφειλα να ξεκαθαρίσω το «γιατί υποστηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα», αποσαφηνίζοντας στην ουσία καί μέσω αυτής της αφήγησης εκλογικής στάσης και συμπεριφοράς τί ακριβώς υποστηρίζω ως πολίτης. Υποστηρίζω με μια σαφή πολιτική μεθοδολογία την αριστερή μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην ΕΕ, ως ένα ενιαίο σύστημα αναφοράς. Υποστηρίζω την ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατική μετεξέλιξη της ΕΕ σε αποκεντρωμένη ομοσπονδία, εναλλακτικής ηγεμονίας, διαπιστώνοντας πλέον πως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με εξίσου σαφή τρόπο υποστηρίζει το ίδιο, δομώντας μια άλλη πραγματικότητα και προοπτική για τις ελληνικές πολιτικές (εσωτερικές και εξωτερικές σχέσεις, καθώς και για την οικονομία). Αυτό που πρέπει να δείξει προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εάν εκτός από πολιτική μεθοδολογία διαθέτει υλικό και μαστοριά για την εφαρμογή της στην (καθημερινή) πράξη. Αν δηλαδή θα μπορούσε να υπάρξει συνοχή μεταξύ των στόχων του, της στρατηγικής του και του προγράμματός του. Αυτό είναι, πιστεύω, και το ουσιαστικό προεκλογικό πρόβλημα που καλείται από την ελληνική κοινωνία να αντιμετωπίσει…
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.