Ανάμεσα στις πολύ σημαντικές και ενδιαφέρουσες εισηγήσεις που παρακολουθήσαμε, κατά την χθεσινή παρουσίαση του βιβλίου του κ. Κουζινόπουλου, ξεχωρίσαμε αυτήν του ιστορικού κ. Θεοδόση Τσιρώνη. Κι αυτό γιατί εκτός από την αναφορά του στο βιβλίο και την ανάλυση της δικής του επιστημονικής προσέγγισης για το ερευνητικό και ιστορικό πόνημα του συγγραφέα, έδωσε και μια άλλη διάσταση στην χθεσινή εκδήλωση. Λαμβάνοντας αφορμή από τα κεφάλαια των δολοφονιών που σχετίζονται με την περίοδο των εκλογών του ' 61 (εκλογές "βίας και νοθείας") περιέγραψε αναλυτικά περιπτώσεις συμπολιτών μας (κατοίκων της περιοχής του δήμου μας), που μπορεί να μην έχασαν την ζωή τους από την δράση του "βαθέως" κράτους (κατά τον συγγραφέα), αλλά υπέστησαν κακοποιήσεις, ξυλοδαρμούς και περιορισμούς των ελευθεριών τους από τις αστυνομικές αρχές της περιοχής και από παρακρατικά στοιχεία. Θεωρούμε ότι μ' αυτόν τον τρόπο, αποδόθηκε τιμή στους καθημερινούς συμπολίτες εκείνης της εποχής με την αναφορά των ονομάτων τους καθώς και την περιγραφή των γεγονότων.
Ας διαβάσουμε όμως την πολύ σημαντική ομιλία του κ. Θεοδόση Τσιρώνη *:
Το βιβλίο του συγγραφέα
και δημοσιογράφου κ. Σπύρου Κουζινόπουλου αναφέρεται σε δολοφονίες που
διαπράχτηκαν στη Θεσσαλονίκη του 20ου αιώνα. Η ιδιαιτερότητά τους
είναι πως δεν επρόκειτο για πράξεις του κοινού ποινικού δικαίου, αλλά τα
κίνητρά τους και οι στοχεύσεις τους είχαν πολιτικά χαρακτηριστικά.
Οι δολοφονίες αυτές
διατρέχουν το μεγαλύτερο μέρος του προηγούμενου αιώνα, αλλά δεν αφορούν μόνο
στο παρελθόν. Αρκετοί από τους αυτόπτες μάρτυρες, καθώς και τους άμεσα ή έμμεσα
σχετιζόμενους με τα πιο πρόσφατα από τα πολιτικά εγκλήματα που περιγράφονται
στο βιβλίο είναι ζωντανοί και μας καταθέτουν τις μαρτυρίες τους για τα
συμβάντα, όπως είναι η κ. Καίτη Τσαρουχά. Ο συγγραφέας μάλιστα επιτελεί ένα
σημαντικό έργο, διότι έχει διασώσει πλήθος προφορικών μαρτυριών από τους
πρωταγωνιστές και τους δευτεραγωνιστές των ιστορικών συμβάντων.
Στη μεθοδολογία που
ακολουθεί ο συγγραφέας για να δομήσει το υλικό του βιβλίου του διακρίνει ο
αναγνώστης τις αρετές της συνεπούς δημοσιογραφικής έρευνας. Ποιές είναι όμως οι
σπουδαιότερες από αυτές; Κατά την άποψή μου, είναι η τεκμηρίωση και η
διασταύρωση. Τίποτα από όσα γράφονται δεν είναι αστήρικτο, δεν είναι έωλο. Σε
κάθε σελίδα του βιβλίου συναντά κανείς τις απαραίτητες παραπομπές. Ποιο είναι
το υλικό στο οποίο στηρίζεται; Αρχικά, είναι η προγενέστερη βιβλιογραφική
παραγωγή, ελλληνόγλωσση και ξενόγλωσση, τα συγγράμματα δηλαδή όσων άλλων είχαν
ασχοληθεί με παρεμφερή θέματα. Έπειτα, είναι οι πρωτογενείς πηγές, που
διακρίνονται σε δημοσιευμένες και αδημοσίευτες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα
έγγραφα από το «Ίδρυμα Κωνσταντίνος Καραμανλής», από τα «Αρχεία Σύγχρονης
Κοινωνικής Ιστορίας», καθώς και τα δικαστικά έγγραφα. Είναι τέλος και οι
ηλεκτρονικές πηγές, που στην εποχή μας, εποχή ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων,
δεν μπορούν, ούτε επιτρέπεται να αγνοούνται.
Κατά δεύτερο λόγο,
είναι τα δημοσιεύματα του Τύπου. Ο κ. Κουζινόπουλος ως έμπειρος δημοσιογράφος,
γνωρίζει πολύ καλά την αξία τους. Σ’ αυτά αποτυπώνεται η επικαιρότητα και
διασώζονται στοιχεία και πληροφορίες που μπορούν να αξιοποιηθούν στην έρευνα
και την αποτίμηση των γεγονότων. Βέβαια, δεν πρέπει να απολυτοποιείται η
σημασία τους, αλλά να αποτιμάται σε συνάρτηση με τα περιθώρια της
ελευθεροτυπίας, των εκδοτικών συμφερόντων και εξαρτήσεων και των ιδεολογικών
σκοπιμοτήτων. Στο βιβλίο του γίνεται εκτενής χρήση δημοσιευμάτων από
εφημερίδες, πολλές από τις οποίες προφανώς κατέχει ο ίδιος ο συγγραφέας στην
προσωπική του συλλογή.
Ο κ. Κουζινόπουλος έχει
επίσης χρησιμοποιήσει πολλές προφορικές μαρτυρίες που «ζωντανεύουν» το συνήθως
στυλιζαρισμένο λόγο των γραπτών πηγών. Οι συνεντεύξεις που έχει πραγματοποιήσει
προσφέρουν στοιχεία και συμπληρώνουν τις ψηφίδες του μωσαϊκού, στην προσπάθεια
να διερευνηθεί τι και πως πραγματικά συνέβη.
Οι προαναφερόμενες
πρωτογενείς πηγές, η βιβλιογραφία, τα δημοσιεύματα του Τύπου και οι προφορικές
μαρτυρίες αλληλοσυμπληρώνονται και τα δεδομένα που προσφέρουν διασταυρώνονται
μεταξύ τους. Αποκτούν αξία ακριβώς γιατί δεν απομονώνονται, αλλά χρησιμοποιούνται
συνδυαστικά.
Σημαντική επίσης
δημοσιογραφική αρετή είναι η ένταξη των γεγονότων στο ιστορικό και κοινωνικό
τους πλαίσιο. Αυτό πράττει και ο κ. Κουζινόπουλος. Μας εισάγει από το
γενικότερο στο επιμέρους, μας εξηγεί τα συμβάντα που επηρεάζουν και καθορίζουν
τα γεγονότα των πολιτικών δολοφονιών. Γενικότερα, φαίνεται πως ο συγγραφέας
κατέχει πολύ καλά το υλικό του και για το λόγο αυτό μπορεί να το δαμάσει και να
του δώσει σχήμα, μορφή και λογικό ειρμό. Για τους λόγους αυτούς, το βιβλίο, αν
και ο συγγραφέας του είναι δημοσιογράφος, δεν απέχει πολύ από το να του
αποδοθούν τα χαρακτηριστικά ενός ιστορικού πονήματος.
Μέσα από την εξιστόρηση
των πολιτικών δολοφονιών, θίγονται ζητήματα που άπτονται της ταραγμένης
ελληνικής πολιτικής ζωής: η προσπάθεια για την εξεύρεση εξιλαστήριων θυμάτων, η
χειραγώγηση, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχής, του τρίτου βραχίονα του
δημοκρατικού πολιτεύματος, δηλαδή της Δικαιοσύνης, η επίλυση των πολιτικών
διαφορών μέσω της προσφυγής στην βία. Θα ήθελα να επισημάνω μία μόνο παράμετρο,
κρίσιμη για την κατανόηση του ιστορικού παρελθόντος: την «κατασκευή»
«εσωτερικών εχθρών». Και στις έξι δολοφονίες για τις οποίες διαβάζουμε στο
βιβλίο, ήταν εμφανής η επιχείρηση
μετατόπισης των ευθυνών για αυτές είτε στους αναρχικούς-σοσιαλιστές, είτε στον
κομμουνιστικό παράγοντα. Οι «εχθροί» αυτοί, ήδη από την εποχή της δολοφονίας
του βασιλιά Γεώργιου και μέχρι και τη δολοφονία του Γιώργου Τσαρουχά, περιγράφονταν
και παρουσιάζονταν, σύμφωνα με την επικρατούσα και περιρρέουσα πολιτική
ατμόσφαιρα, με στόχο την απονομιμοποπίηση
της δράσης τους και την ηθική τους απαξίωση, ως «μη Έλληνες».
Η κορύφωση αυτής της
κατάστασης παρατηρήθηκε στα χρόνια μετά τη λήξη του Εμφύλιου Πολέμου, την περίοδο που ο
Ηλίας Νικολακόπουλος έχει πολύ εύστοχα περιγράψει ως «Καχεκτική Δημοκρατία». Την περίοδο αυτή που δρουν και αγωνίζονται
για τις δημοκρατικές ελευθερίες ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ο Γιάνννης Χαλκίδης και ο
Γιώργος Τσαρουχάς.
Μαζί τους αγωνίστηκαν
και χιλιάδες ακόμα πολίτες που δεν γνώρισαν τον θάνατο όπως εκείνοι, αλλά
βίωσαν την καταπάτηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
αποτέλεσαν οι εκλογές του 1961, που χαρακτηρίστηκαν από σύσσωμη την
Αντιπολίτευση ως εκλογές «βίας και
νοθείας». Τόσο η Ένωση Κέντρου, όσο και η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ),
αμέσως μετά από τις εκλογές του 1961, συγκέντρωσαν και κατέγραψαν τα
περιστατικά άσκησης πολιτικής βίας και καταπάτησης των δικαιωμάτων των πολιτών,
στις λεγόμενες «Μαύρες Βίβλους» τους.
Νομίζω ότι έχει
ξεχωριστό ενδιαφέρον να αναφερθούμε σε ορισμένα παραδείγματα της αγωνιστικής
δράσης κατοίκων από τις περιοχές του σημερινού Δήμου Θερμαϊκού, καθώς και της
καταστολής των ελευθεριών τους, την ίδια περίοδο που στην κεντρική πολιτική
σκηνή και μέσα σε εντελώς αντίξοες συνθήκες, πρωτοδοκιμάζονταν ο Γρηγόρης
Λαμπράκης και ο Γιώργος Τσαρουχάς. Σύμφωνα λοιπόν με τη «Μαύρη Βίβλο» της ΕΔΑ,
·
ο Γ. Τσιουμής κακοποιήθηκε μέσα στο
Τμήμα της Επανομής από το Διοικητή Χωροφυλακής των Νέων Επιβατών,
·
ο εκλογικός αντιπρόσωπος του ΠΑΜΕ
(Πανδημοκρατικού Αγροτικού Μετώπου) Λεωνίδας Δούκας ξυλοκοπήθηκε στο εκλογικό τμήμα των Νέων
Επιβατών και στο κοινοτικό κατάστημα από
χωροφύλακα,
·
η υποδιοίκηση Χωροφυλακής των Νέων
Επιβατών καλούσε «δημοκρατικούς πολίτες» και τους απειλούσε με κάθε τρόπο να
απέχουν από κάθε ενεργή προεκλογική ανάμιξη υπέρ της ΕΔΑ. Κάλεσαν τον Φ.
Χατζηφωτίου και του δήλωσαν πως εντός οκτώ ημερών όφειλε να δηλώσει ποιο κόμμα
θα ψήφιζε στις επικείμενες εκλογές. Ο Φ. Σανίδας απειλήθηκε γιατί επισκεπτόταν
τα γραφεία της ΕΔΑ. Ο Εμμανουήλ Αναστασιάδης, κάτοικος Ταγαράδων, κλήθηκε στην
υποδιοίκηση Χωροφυλακής Νέων Επιβατών και κακοποιήθηκε άγρια. Ο διοικητής
Χωροφυλακής Νέων Επιβατών εκφώνησε προεκλογικό λόγο στο Νέο Ρύσιο και επιτέθηκε
στα κόμματα ΕΔΑ και Εθνικό Αγροτικό Κόμμα (ΕΑΚ). Μάλιστα, τα γεγονότα αυτά
καταγγέλθηκαν από τους βουλευτές της ΕΔΑ Κελτεμλίδη και Γιαρένη, με τηλεγράφημα
προς την κυβέρνηση.
·
ο διοικητής της υποδιοίκησης Χωροφυλακής
των Νέων Επιβατών κάλεσε περίπου είκοσι κατοίκους της Επανομής και αξίωσε να
ψηφίσουν την ΕΡΕ, συνοδευόμενοι στις κάλπες από «εθνικόφρονα» που θα όριζε η
Αστυνομία. Ο ίδιος επίσης με λόγους που εκφωνούσε δημόσια, προέτρεπε τους
πολίτες σε πράξεις βίας.
·
ο ίδιος υπομοίραχος πήγε στα εκλογικά
τμήματα των Νέων Επιβατών, Πανοράματος και Μηχανιώνας και επενέβαινε
απροκάλυπτα στην ψηφοφορία υπέρ της ΕΡΕ.
·
επίσης, συνοδευόμενος από χωροφύλακες,
άνδρες των ΤΕΑ και μπράβους της ΕΡΕ, περικύκλωσε τα σπίτια οπαδών του ΠΑΜΕ και
τους απειλούσε,
·
μπράβοι της ΕΡΕ ασκούσαν πιέσεις στους
ψηφοφόρους στο χωριό Μεσημέρι,
·
ο προαναφερόμενος αξιωματικός της
Χωροφυλακής των Νέων Επιβατών εξύβρισε την υποψήφια του ΠΑΜΕ, Κωστοπούλου,
·
μέσα στο εκλογικό τμήμα Πανοράματος, ο
ίδιος αξιωματικός κακοποίησε τον αντιπρόσωπο του ΠΑΜΕ Γ. Νεμτζίδη, διότι του
έκανε παρατήρηση για την παραμονή του μέσα στο εκλογικό τμήμα και για την
απροκάλυπτη παρέμβασή του κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας,
·
στο εκλογικό τμήμα Μεσημερίου, ο
αντιπρόσωπος του ΠΑΜΕ εκδιώχθηκε από την αίθουσα γιατί έκανε παρατήρηση για την
παρουσία μπράβων της ΕΡΕ, που πίεζαν τους ψηφοφόρους να ψηφίζουν φανερά.
Λίγα χρόνια αργότερα,
όταν καταλύθηκαν οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί, στις 8 Μαΐου 1967, στο «Βιβλίο Αδικημάτων και Συμβάντων της
Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής», στους Νέους Επιβάτες, καταγράφεται το
γεγονός της σύλληψης του Δ.Π., κατοίκου Περαίας, που πραγματοποιήθηκε στις 26
Απριλίου 1967, στις 10.00 μ.μ. Η σύλληψη έγινε, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«δια πράξεις στρεφομένας κατά της
ασφαλείας του Κράτους. Ούτος παρεδόθη εις τον επικεφαλής αξιωματικού και
μετεφέρθη εις Γυάρον».
Το βιβλίο του κ.
Κουζινόπουλου ας αποτελεί μία υπενθύμιση των αγώνων που έδωσαν όλοι οι επώνυμοι
και ανώνυμοι υπερασπιστές της δημοκρατικής ομαλότητας.
* Ιστορικού, υπαλλήλου του ΔΗ.Π.Π.Α.Κ.Υ.Θ. Δήμου Θερμαϊκού
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.