Σε μια έρευνα εκλογικής συμπεριφοράς ο μόνος που στην πραγματικότητα γνωρίζει το βαθμό αξιοπιστίας της  είναι εκείνος που την διεξάγει. Οι υπόλοιποι που τις κρίνουμε μετά την παράθεση των ευρημάτων και του συμπεράσματος στα ΜΜΕ - που παραγγέλλουν αυτές τις δημοσκοπήσεις ή απλώς τις αναπαράγουν - δεν μπορούμε να έχουμε καμία απολύτως άποψη για τον βαθμό που αναπαριστούν στιγμιαία τις τάσεις του εκλογικού σώματος επί των κατηγοριών που αυτές οι ίδιες θέτουν και εξετάζουν στατιστικώς.  
Εάν είχαμε σπουδάσει την στατιστική τεχνική της ανάλυσης κοινωνικών δεδομένων, είμαστε έμπειροι δηλαδή στην μελέτη των «statistics for social data analysis» - όπως είμαστε μια κατηγορία πολιτικών επιστημόνων - θα απαιτούσαμε για να κρίνουμε τον βαθμό εγκυρότητας της κάθε «δημοσκόπησης», έναν αριθμό στοιχείων που ποτέ δεν είναι πλήρως διαθέσιμα δια των ΜΜΕ που τις παρουσιάζουν. Ωστόσο και εάν ακόμη είχαμε υπόψιν τα στοιχεία αυτά που αφορούν στην πλήρη ταυτότητα της έρευνας, πάλι το μόνο που θα μπορούσαμε να πούμε είναι αν αυτή η συγκεκριμένη πολιτική δημοσκόπηση σέβεται την μεθοδολογία που επικαλείται και επί της οποίας βασίζεται η ανάλυση και η εκτίμηση των ευρημάτων.
Επιχειρώ να το πω όσο πιο απλά μπορώ: οι δημοσκοπήσεις, έτσι όπως διεξάγονται και παρουσιάζονται σήμερα στην Ελλάδα, εξευτελίζουν την επιστήμη της εκλογικής κοινωνιολογίας και είναι κρίμα που σε αυτές εμπλέκονται και μερικοί εξαιρετικοί επιστήμονες. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να προβείς σε υψηλού βαθμού αξιοπιστίας περιγραφή και ανάλυση της εκλογικής συμπεριφοράς, αν προηγουμένως δεν έχεις κάνει άλλες έρευνες που εντοπίζουν τους συγκυριακούς παράγοντες που διαμορφώνουν τις εκλογικές προτιμήσεις των ψηφοφόρων, δεν έχεις εντοπίσει τους πιθανούς παράγοντες που επιδρούν στην αύξηση της εκλογικής αποχής, δεν έχεις μπροστά σου έναν έγκριτο χάρτη της συγκυριακής διαμόρφωσης της δημογραφίας της ψήφου και δεν έχεις επίσης μια θεωρία στατιστικά επιβεβαιωμένη ως προς το πώς μεταβάλλονται συγκυριακά, εδώ και τώρα στην Ελλάδα, οι κομματικές επιλογές των εκλογέων και δεν έχεις προηγουμένως αποκρυσταλλώσει σαφή και μεθοδολογικά ορθή άποψη ως προς το εάν οι ψηφοφόροι έχουν ή δεν έχουν διαμορφώσει σαφή γνώμη σχετικά με το ποιο κόμμα θα ψηφίσουν, εναρμονισμένη με την γενικότερη πολιτική τους στάση.
Όπως αντιλαμβάνεστε, όλα αυτά απαιτούν  μια πολύ σοβαρή εργασία ακαδημαϊκού χαρακτήρα, χρόνο, εξειδίκευση και χρήμα, παράλληλα με την επίγνωση πως διαφορετικές Σχολές εκτίμησης της εκλογικής συμπεριφοράς θέτουν διαφορετικά κριτήρια ανάλυσης, αναφορικά με τους παράγοντες που θεωρούνται μεταβλητές της εκλογικής προτίμησης, των κριτηρίων κομματικής ταύτισης, αλλά και των μεταβλητών που ορίζουν τις πιθανές αιτίες της εκλογικής μεταστροφής, ή και της εκλογικής ρευστότητας των ψηφοφόρων.
Πόσο σχέση έχουν, λοιπόν, οι δημοσκοπήσεις που πέφτουν βροχή στα ελληνικά ΜΜΕ αυτή της περίοδο με αυτές τις προϋποθέσεις έγκριτης και αξιόπιστης εκτίμησης της εκλογικής συμπεριφοράς των Ελλήνων, ενόψει των εκλογών; Μικρή, ελάχιστη ή απολύτως καμία – ανάλογα την περίπτωση.
Και τότε, σε τι εξυπηρετούν αυτές; Δυστυχώς, στην σύνθεση ενός δημοκοπικού προεκλογικού περιβάλλοντος. Έτσι φτάσαμε οι δημοσκοπήσεις, ιδιαίτερα σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο για το ελληνικό πολιτικό σύστημα, να γίνονται εργαλείο των δημοκόπων. Να επιχειρείται μέσω αυτών να διαμορφωθεί μια προκατασκευασμένη εικόνα που αποτελεί το ψέμα εκείνων, μέσω του οποίου εμφανίζουν να δικαιώνεται η συγκεκριμένη πολιτική στάση που επέδειξαν μέχρι σήμερα και αφορά στην συγκυρία διαχείρισης και γενικότερα αντιμετώπισης της κοινωνικοοικονομικής κρίσης.
Εδώ θέλω, αναγνώστη, να προσέξεις αυτή την παρατήρηση: ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι «δημοσκοπήσεις», στο πλαίσιο μίας προεκλογικής αντιπαράθεσης που στηρίζεται στην φθορά του αντιπάλου, δείχνει το μέτρο της δημοκοπικής τάσης των φορέων που τις προβάλλουν. Το μέτρο της δημοκοπίας είναι η σχέση της προεκλογικής εικόνας του κάθε κόμματος ως προς την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα, με το τί αυτό πράττει ως κυβέρνηση ή κοινοβουλευτικός οργανισμός υποστήριξης μιας κυβέρνησης. Όσο μεγαλύτερη είναι η δημοκοπική τάση, τόσο πιο πλαστό το εκλογικό αποτέλεσμα. Και όσο πιο έντονα δημοκοπικό είναι ένα κόμμα, τόσο πιο αυταρχικό είναι στην κυβερνητική του οντολογία. Οι πλέον αυταρχικές κυβερνήσεις προέκυψαν και προκύπτουν από έντονα δημοκοπικά κόμματα ή συνασπισμό κομμάτων. Και οι δημοσκοπήσεις  που ενδυναμώνουν τον δημοκοπικό χαρακτήρα της προεκλογικής αντιπαράθεσης, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να ενισχύουν το δυναμικό αυταρχικότητας της επόμενης κυβέρνησης, εάν αναφερόμαστε ασφαλώς σε γενικές εκλογές.
Τι συμβαίνει όμως σήμερα, που αναφερόμαστε στις ευρωεκλογές και στις εκλογές της αυτοδιοίκησης; Εδώ το παιχνίδι αφορά αποκλειστικά στις εντυπώσεις για την δημιουργία του δημοκοπικού κλίματος των γενικών εκλογών που θα ακολουθήσουν. Πρόκειται απλώς για τις δημοσκοπήσεις που διαμορφώνουν το κλίμα για την «γενική δημοσκόπηση» της κάλπης των ευρωεκλογών και εκείνων της αυτοδιοίκησης. Είναι οι δημοσκοπήσεις που επιχειρούν να μανουβράρουν την εκλογική συμπεριφορά στην «γενική δημοσκόπηση»!
Θα έπρεπε, όμως, κανείς να θεωρεί τις εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο και την αυτοδιοίκηση, «γενική δημοσκόπηση» για την πρόκληση γενικών εκλογών; Εάν απεχθανόμαστε την δημοκοπία και τους δημοκόπους κάθε μορφής, σεβόμενοι την δημοκρατία, θα απαντούσαμε ασφαλώς αρνητικά. Όταν ψηφίζουμε για κάτι δεν είναι σαν να εκφράζουμε γνώμη για κάτι άλλο. Η ψήφος δεν είναι εργαλείο που αποσκοπεί στην πρόκληση μίας άλλης σκοπιμότητας από αυτήν που το θεσμικό πλαίσιο εντός του οποίου ασκείται, ορίζει. Η δημοκρατία έχει νόμους και κανόνες. Κανόνας, ωστόσο, του δημοκόπου είναι το ψέμα και η παραμυθία, τα οποία αποκτούν οιονεί πολιτική νομιμοποίηση μέσω πρόχειρων δημοσκοπήσεων, οι οποίες, μάλιστα, στην περίπτωσή μας διαπράττουν και μία αντι-επιστημονική σε κάθε περίπτωση αλχημεία: συνδέουν στο ίδιο πλαίσιο έρευνας ευρωεκλογές και εθνικές εκλογές, σαν να πρόκειται να διεξαχθούν δηλαδή τριπλές εκλογές.
Αυτό δημιουργεί το πρόπλασμα χειραγώγησης της ψήφου, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα είδος «κλεψίματος» του αποτελέσματος… από τα αποδυτήρια. Και αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί σε σημαντικό βαθμό μόνον με την πολύ μεγάλη συμμετοχή των πολιτών στις ερχόμενες εκλογές, που σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρηθούν «γενική δημοσκόπηση» για εθνικές εκλογές. Υπό τις σημερινές συνθήκες στην Ελλάδα, η μεγέθυνση της συμμετοχής των πολιτών στις εκλογές θα αποτελούσε ίσως τροχοπέδη στους οραματισμούς και στις επιδιώξεις των δημοκόπων και των πολιτικάντηδων. 

 Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.