Σημειώνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος *
Πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα – τουλάχιστον μετά το τέλος της δεκαετίας του ’80 – σημαίνει εναρμονισμός των διαπλεκομένων συμφερόντων, των σχέσεων δηλαδή μεταξύ των κεντρικών παραγόντων της διαπλοκής, που σε μεγάλο βαθμό ελέγχουν τα ΜΜΕ στην Ελλάδα. Η απορρύθμιση του επικοινωνιακού καθεστώτος αυτής της περιόδου, κατέληξε σε μια νέα ρύθμιση των πολιτικών σχέσεων της μεταπολίτευσης του 1974, η οποία με ένα πράγματι θαυμαστό τρόπο, εξασφάλισε μια πολυπολική ισορροπία στα διαπλεκόμενα συμφέροντα, μέχρι τις μέρες μας.
Γρήγορα η τρόικα - παρά τις αρχικές αντιδράσεις - κατέληξε πως αν επιθυμεί πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα με την μορφή της σύμπραξης Δεξιάς και Κέντρου και με την άμεση υποστήριξη μερίδας ακροδεξιών και φιλελευθέρων αριστερών στο πρόγραμμα της συντεταγμένης πτώχευσης κράτους και τραπεζών και επί του πράγματι καινοτόμου εγχειρήματος της εσωτερικής υποτίμησης, που αποσκοπούσαν συνολικά στην συγκυριακή αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρωζώνη, θα έπρεπε να μην επιμείνει σε διαδικασίες αποσταθεροποίησης των διαπλεκομένων.
Η ίδια, ωστόσο, η στρατηγική της συντεταγμένης πτώχευσης από την τρόικα περιείχε το δυναμικό σοβαρής διαταραχής της πακτωμένης ισορροπίας μεταξύ των κλαμπ της διαπλοκής. Η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος στην Ελλάδα, υπήρξε και είναι ασφαλώς ο πιο κρίσιμος παράγοντας διαταραχής σε αυτήν την ισορροπία ηγεμονικού χαρακτήρα, δίχως να απουσιάζουν πλήθος άλλα στοιχεία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αποτελούσαν, αντικειμενικώς, πεδία (προσ)τριβής μεταξύ των διαπλεκομένων.
Στο τέλος επικράτησε η «λογική»: η τρόικα συμβιβάστηκε με την ιδέα πως η παραμονή της στα ελληνικά πράγματα ήταν ευθέως ανάλογη της κυριαρχίας των κορυφαίων ελλήνων διαπλεκομένων, τουλάχιστον επί των πολιτικών αποφάσεων που τους αφορούσαν άμεσα. Ήταν πλέον ευθύνη των ίδιων των διαπλεκομένων η πολιτική σταθερότητα στην χώρα μας, πράγμα που απαιτούσε λεπτούς χειρισμούς από την κυβέρνηση, πάντα με απόλυτο σεβασμό στο συναινετικό καθεστώς που δομούσαν συγκυριακά τα, εξαιτίας των πιέσεων της τρόικας, ανατέλλοντα ανταγωνιστικά συμφέροντα μεταξύ διαπλεκομένων – την προηγούμενη εικοσαετία είχε επιτευχθεί μεγάλος βαθμός εναρμονισμού και είχε εκλείψει σημαντικά ο άμεσος ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Η τρόικα ήταν λοιπόν που τάραξε τα ύδατα στο σταθερό καθεστώς της διαπλοκής, παρά την ιδιαίτερη προσπάθειά της, αυτό να γίνει με συντεταγμένο τρόπο ώστε να μην θιγούν οι πολικοί φορείς της στρατηγικής της για την Ελλάδα και του προγράμματος στήριξης των λεγομένων πολιτικών (λιτότητα, αντιπληθωρισμός) σταθερότητας του ευρώ και μη-διαταραχής του χρηματοπιστωτικού καθεστώτος στην ΕΕ και των σχέσεων αυτού με τον οικονομικό χώρο των ΗΠΑ.
Άρα, η τρόικα δέχτηκε ως αρχή πως η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα εκφράζεται ακριβώς με την σταθερότητα του καθεστώτος της διαπλοκής, που συνεπάγεται την μη-ανατροπή του πολιτικοοικονομικού καθεστώτος που οδήγησε στην πτώχευση και φτωχοποίηση στην χώρα μας, αλλά το κανονιστικό πλαίσιο που η ίδια διαμορφώνει βρίσκεται, μερικώς τουλάχιστον, σε αντίφαση με αυτήν την αρχή.
Αν διαταραχθούν σοβαρά οι σχέσεις των κορυφαίων διαπλεκομένων, θα κλονιστεί η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα. Ενώ αν ο πρωθυπουργός φανεί ανήμπορος να μεσολαβήσει αποτελεσματικά και ασφαλώς πρακτικά για την επίλυση οποιασδήποτε κρίσης μεταξύ των κορυφαίων διαπλεκομένων, οι οποίοι συνθέτουν και ανασυνθέτουν σήμερα στρατόπεδα αντιπαράθεσης εχθρών μάλλον παρά αντιπάλων σε ένα win-win περιβάλλον, θα βρεθεί προεκλογικά στο μάτι του κυκλώνα, χάνοντας κατ’ αρχήν το πέπλο προστασίας που έχει κατασκευάσει η συναίνεση των διαπλεκομένων στο πρόσωπο του – όπως ακριβώς έπραττε για όλους τους προηγούμενους «καταλληλότερους»!
Αυτή τη στιγμή διαμορφώνονται δύο στρατόπεδα μεταξύ των διαπλεκομένων και το σύστημα από πολυπολικό (τουλάχιστον στη εξωτερική μορφή), εμφανίζει έντονες τάσεις διπολισμού, με το ένα στρατόπεδο να θεωρεί πως το άλλο ευθύνεται για τον κλονισμό της πολιτικής σταθερότητας. Έτσι το στρατόπεδο των αυτοπροβαλλόμενων «προοδευτικών» διαπλεκομένων στρέφεται εναντίον εκείνου των «συντηρητικών» διαπλεκομένων, κατηγορώντας το για έμμεση υπονόμευση της σταθερότητας, ενώ αυτό των «συντηρητικών» διαπλεκομένων μέμφεται τους «προοδευτικούς» διαπλεκόμενους για εκμετάλλευση των αδυναμιών και της έκδηλης προσωπικής ανασφάλειας των κυρίων Σαμαρά και Βενιζέλου, ώστε αυτοί (οι «προοδευτικοί» διαπλεκόμενοι) να αποκτήσουν δυσανάλογη πολιτική ισχύ σε σχέση με την πραγματική τους οικονομική δύναμη και του κόστους που κατέβαλαν για την στήριξη του πτωχευτικού καθεστώτος στην Ελλάδα.
Έτσι και παραδόξως οι παράγοντες της «συντηρητικής» διαπλοκής εμφανίζονται σαν πολιτικά προοδευτικοί, δεχόμενοι (: εμφανίζονται έτοιμοι να ανεχθούν) μια σχετική αυτονομία του πολιτικού συστήματος εντός του καθεστώτος της διαπλοκής, ενώ οι παράγοντες της «προοδευτικής» διαπλοκής εμφανίζονται πιο στενά εξαρτημένοι από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, σχεδόν ταυτισμένοι με αυτό, με ελάχιστες μάλιστα εφεδρείες – και αυτές χαμηλού πολιτικού αναστήματος!
Τελικώς τι συμβαίνει εδώ; Γιατί άραγε η προστριβή, κατά την τελευταία περίοδο της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, μεταξύ των κεντρικών παραγόντων της διαπλοκής, τείνει να μετατραπεί σε ρήξη που θα οδηγούσε σε σοβαρή αναδιάρθρωση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα στο πλαίσιο της θεμελίωσης της Τέταρτης Ελληνικής Δημοκρατίας; Είναι το MEGA, πράγματι ένα μεγάλο αγκάθι στην σχέσεις μεταξύ των διαπλεκομένων; Η απορρύθμιση του πολιτικού συστήματος οδηγεί σε κρίση την διαπλοκή, ή το αντίστροφο;
Δεν φιλοδοξώ να προσεγγίσω αναλυτικά εδώ αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον της Ελλάδας. Ίσως κάποια στιγμή να το κάνω, όταν πλέον η γνώση μας θα μπορεί να θεμελιωθεί σε αντικειμενικά, αποφασιστικά στοιχεία και όχι σε εκτιμήσεις συμπεριφορών από την πλευρά μάλιστα περιορισμένου αριθμού διαπλεκομένων. Αν δοκίμαζα μια αναλυτική προσέγγιση με τα στοιχεία που διαθέτω αυτή τη στιγμή, είναι βέβαιον πως θα παρουσίαζα μισές αλήθειες και έτσι θα λαΐκιζα, κινδυνεύοντας μάλιστα να πάρω μέρος στον πόλεμο που μοιάζει να ξεκινά στους κόλπους της διαπλοκής και να ενταχθώ άθελά μου, άδικα και εντελώς παράδοξα για την προσωπικότητα μου σε κάποιο στρατόπεδο.
Θα αποφύγω την παγίδα, αλλά όχι την πραγματικότητα: η προδήλως πλέον συγκρουσιακή τάση μεταξύ των κεντρικών παραγόντων της διαπλοκής θα κρίνει όχι μόνον αν θα γίνουν ή δεν θα γίνουν τώρα αμέσως εκλογές, αλλά πολύ περισσότερα πράγματα. (α) Τις πιθανότητες ουσιώδους αναδιάρθρωσης του πολιτικού προσωπικού και του κομματικού φαινομένου στην πατρίδα μας. (β) Τις πιθανότητες εκλογικής επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως το μέγεθος αυτής και της κυβερνητικής του υπόστασης, όπως και την πιθανότητα η επόμενη κυβέρνηση να είναι μεταβατική «εθνικής ενότητας». (γ) Την πιθανότητα η χώρα να προχωρήσει σε εκδημοκρατισμό και παραγωγική ανασυγκρότηση δια της αυτονόμησης του κοινοβουλευτισμού από τα ολιγαρχικά οικονομικά συμφέροντα, ή ο ελληνικός λαός να αναζητήσει την σωτηρία του μέσα από τον θάνατο της ελληνικής οικονομίας εντός του ευρώ, σε κάποιο δεσποτικό καθεστώς με την μορφή του «Capitano del Popolo» στην θέση των τροϊκανών επιτρόπων. (δ) Την πιθανότητα η Τέταρτη Ελληνική Δημοκρατία να οριστεί με κανόνες και θεσμούς προοδευτικής εξέλιξης της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, ή με κανόνες και θεσμούς που θα μας οδηγήσουν σε καμία δεκαετία να αναπολούμε το διεφθαρμένο και ισχυρά διαπλεκόμενο καθεστώς που χάσαμε! Και (ε) το νέο ασφαλώς καθεστώς των ΜΜΕ και γενικότερα αυτό της ενημέρωσης και ψυχαγωγίας.
Το βέβαιον είναι πως αυτή την στιγμή υφίσταται μία διαδραστική σχέση μεταξύ πολιτικού συστήματος και διαπλοκής, που προκαλεί ανασφάλεια και στις δύο πλευρές και ίσως οδηγήσει σε αυτοκαταστροφικές για τους ίδιους στιγμές: Συμβαίνει η απορρύθμιση του πολιτικού συστήματος να οδηγεί σε κρίση την διαπλοκή και παράλληλα η επανασύνδεση σε μία ολοκληρωτική μορφή του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος μεταξύ των διαπλεκομένων, εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων της τρόικας στον χρηματοπιστωτικό κλάδο και στην αγορά, να προκαλεί τάσεις περαιτέρω ρευστοποίησης στο πολιτικό σύστημα.
Το δυστύχημα για τον ελληνικό λαό είναι ότι σε αυτήν την φάση της πολιτικής του ιστορίας δεν διαθέτει ένα ισχυρό προοδευτικό κίνημα για να παρέμβει δυναμικά και ίσως καθοριστικά στις εξελίξεις. Το «γιατί όχι» εδώ έχει ασφαλώς να κάνει όχι ακριβώς με την ενσωμάτωση της αριστεράς στο πολιτικό σύστημα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, αλλά μάλλον με τον υποκριτικό και χυδαία λαϊκιστικό τρόπο που αυτή πραγματοποιήθηκε εν τω μέσω αντικαπιταλιστικών και αντιδυτικών κορωνών.
Επιμένω πως η διπλοπροσωπία της αριστεράς και ο τακτικισμός των ηγεσιών της συνέβαλλαν, παράλληλα με την διαπλοκή των κορυφαίων συνδικαλιστών, στην ανυπαρξία ενός σημαίνοντος προοδευτικού κινήματος που θα παρενέβαινε μεταξύ πολιτικού συστήματος και διαπλοκής. Όσο για το Mega, δεν νομίζω πως αυτό είναι το μέγα ζήτημα για την διαπλοκή, αν και δεν αποκλείεται να παρουσιαστεί τελικά ότι είναι για να διασκεδαστούν τα ουσιώδη που προκαλούν αντικειμενικά συνθήκες σύγκρουσης μεταξύ των διαπλεκομένων.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.