Την αδιαφορία και εγκατάλειψη,
από τις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα, των ηρωικών Κούρδων του Κομπάνι, για τα
μάτια της Τουρκίας, ελεεινολογεί, με δραματική εκφραστική λιτότητα, το ακόλουθο
άρθρο του Τζόναθαν
Σπάϊερ στην Τζερούσαλεμ Πόστ.
Το ειδικό ενδιαφέρον του άρθρου βρίσκεται βέβαια στη ταυτότητα της
κυβερνητικής ισραηλινής εφημερίδας και των δυνάμεων που στιγματίζει.
Όχι ίσως τυχαία, οι τελευταίες λέξεις
του άρθρου είναι « αίσθηση προδοσίας».
(Μετφ. Μ.Στυλιανού)
«H μοίρα του κουρδικού θύλακα στο Κομπάνι
φαίνεται να έχει κριθεί. Το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής που διοικούσαν οι
Κούρδοι έχει καταληφθεί ήδη από τις δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους. Κάπου 9.000
πολεμιστές του έχουν καταλάβει θέσεις κοντά στο τελευταίο οχύρωμα- την πόλη του
Κομπάνι. Η μαύρη σημαία των ισλαμιστών είναι κι’ ‘ολας υψωμένη σε τρεις συνοικίες της.
Τη Δευτέρα,
οι κουρδικές αρχές διέταξαν την απομάκρυνση των τελευταίων αμάχων που απέμεναν
στην πόλη. Στους δημοσιογράφους δεν επιτρέπεται η είσοδος. Οι δυνάμεις του Υ Ρ D (Μονάδες Λαϊκής Προστασίας)
ετοιμάζονταν να πολεμήσουν τους τζιχαντιστές για κάθε δρόμο. Αλλά δεν μπόρεσαν
να φύγουν όλοι οι κάτοικοι. Αν πέσει η πόλη, θα ακολουθήσει σφαγή.
Οι
ισλαμιστές χρησιμοποιούν τώρα τα βαρειά τεθωρακισμένα και το πυροβολικό που
πήραν από την φρουρά της Μοσούλης και από τις βάσεις του στρατού της Συρίας. Οι
Κούρδοι έχουν μόνο ελαφρά όπλα, μερικά πολυβόλα και μερικές εκτοξευόμενες
χειροβομβίδες.
Η επικείμενη
πτώση του Κομπάνι προσφέρει ένα αντικειμενικό μάθημα της περιορισμένης
αποτελεσματικότητας του θάρρους και της αφοσίωσης, ( τα οποία αφθονούν στις
τάξεις των Κούρδων), απέναντι στην αδιαφορία των περιφερειακών και παγκόσμιων
δυνάμεων για την μοίρα των Κούρδων της Συρίας.
Και η
κουρδική περιφερειακή κυβέρνηση του βόρειου Ιράκ δέχθηκε ένα γερό πλήγμα από το
Ισλαμικό Κράτος τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Στις αρχές Αυγούστου, η κουρδική
πρωτεύουσα Ερμπίλ κινδύνευε να υποστεί την ίδια τύχη που τώρα φαίνεται
αναπόφευκτη για το Κομπάνι.
Αυτό που
έσωσε τους Κούρδους του Ιράκ ήταν η γοργή επέμβαση της αμερικανικής αεροπορικής
δύναμης και στη συνέχεια η μαζική διάθεση δυτικών όπλων στις δυνάμεις Πεσμέργκα
των Κούρδων του Ιράκ. Τώρα οι Πεσμέργκα, σε συνεργασία με τις Δυτικές ειδικές
δυνάμεις και την αμερικανική αεροπορία προσπαθούν, με κάποια επιτυχία, να
ανακτήσουν τα εδάφη που κατέλαβαν οι τζιχαντιστές το καλοκαίρι.
Τότε τι
κάνει τόσο διαφορετικό το Κομπάνι από την Ερμπίλ; Στον συριακό κουρδικό θύλακο κυβερνά
το Κόμμα Δημοκρατικής ΄Ενωσης ( R Y D), το οποίο συνδέεται στενά με το
Κίνημα Κουρδικής Ανεξαρτησίας (Ρ Κ Κ ). Αυτή η επαναστατική δύναμη είναι
ανάθεμα για την Τουρκία, εναντίον της οποίας αγωνίζεται από το 1984. Η Τουρκία,
που κυβερνάται από το Ισλαμιστικό ΑΚΡ, είναι μέλος του ΝΑΤΟ και θεωρείται ακόμη
σημαντικός και ισχυρός σύμμαχος των ΗΠΑ και της Δύσης.
Η τουρκική
εχθρότητα για τις εμβρυώδεις αυτόνομες κουρδικές ζώνες της βόρειας Συρίας είναι το κλειδί για την κατανόηση της Δυτικής
και περιφερειακής αδιαφορίας για την τύχη του Κομπάνι. Τα τουρκικά
τεθωρακισμένα περιμένουν τώρα στα σύνορα, απέναντι στο Κομπάνι, αλλά καμιά
προσπάθεια δεν καταβάλλεται να βοηθηθούν οι Κούρδοι μαχητές. Οι Τούρκοι μάλιστα
κινητοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα για να εμποδίσουν Κούρδους εθελοντές να
φθάσουν στη ζώνη των μαχών.
Κάποιοι
Δυτικοί βομβαρδισμοί έγιναν τις τελευταίες ημέρες, αλλά χωρίς αισθητά αποτελέσματα. Η επιθυμία να μη δυσαρεστηθεί η
Τουρκία αλλά και να κρατηθούν έξω από την αρένα της Συρίας εξηγεί την
εγκατάλειψη του Κομπάνι.
Η απώλειά
του, εάν επέλθει, θα αποτελέσει μια κληρονομιά πικρίας για τους Κούρδους, που
μπορεί να οδηγήσει στον τερματισμό της διαδικασίας ειρήνευσης μεταξύ Τουρκίας
και ΡΚΚ και σχεδόν κατά βεβαιότητα θα οδηγήσει σε αναζωπύρωση του κουρδικού
αγώνα. Θα παραμείνει ζωντανή μια αίσθηση προδοσίας.»
Σαν προσθήκη
τεκμηρίωσης του Ισραηλινού άρθρου, από τις ΗΠΑ έρχεται σχόλιο του δημοσιολόγου
Μπομπ Γούντγουορντ με τις χθεσινές δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων.
«
Η κυβέρνηση Ομπάμα δεν πολυνοιάζεται για την τύχη του Κομπάνι», γράφει στον τίτλο του. Και συνεχίζει:
«Πρώτα δεν έκανε τίποτα σχεδόν για να
εμποδίσει τους ισλαμιστές να προχωρήσουν ως το Κομπάνι. Αμέτρητες ευκαιρίες να
τους χτυπήσουν όσο βρίσκονταν σε ακάλυπτο έδαφος έμειναν ανεκμετάλλευτες, χωρίς
προφανή λόγο. ΄Επειτα, μόλις το ΙΚ μπαίνει στην πόλη, οι ΗΠΑ κινούν τους
αεροπορικούς βομβαρδισμούς, επιβραδύνουν τους ισλαμιστές αλλά καταστρέφουν και
τις υποδομές της πόλης.
Το CNN μεταδίδει: Η πόλη-κλειδί των
συριακών συνόρων, το Κομπάνι, σύντομα θα πέσει στα χέρια των ισλαμιστών, αλλά
αυτό δεν προκαλεί μείζονα αμερικανική ανησυχία, δήλωσαν αρκετοί κυβερνητικοί
αξιωματούχοι.
Εάν πέσει το Κομπάνι το Ισλαμικό
Κράτος θα ελέγχει μια ολόκληρη λωρίδα γης μεταξύ της Ράκα, που ανακήρυξε πρωτεύουσά
του, της Συρίας και της Τουρκίας, σε μια έκταση μεγαλύτερη των 100 χιλιομέτρων .
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωναν
ότι πρωτεύοντες στόχοι δεν είναι η σωτηρία των πόλεων αλλά τα χτυπήματα ηγετών
του Ι.Κ., διυλιστηρίων πετρελαίου και άλλων υποδομών, που θα περιορίσουν τη
δυνατότητα δράσης των τρομοκρατών.
Ο Τζων Κέρρυ αυτοπροσώπως δήλωσε πως
όσο κι’ είναι φριχτά όσα συμβαίνουν στο Κομπάνι, πρέπει να κοιτάξουμε τον
στρατηγικό στόχο. Στόχοι μας είναι η διοίκηση, τα κέντρα ελέγχου ( των
Ισλαμιστων) και οι υποδομές…(της Συρίας, εννοείται).»
Στο σχόλιο του Γούντγουορντ, ας
προσθέσει δυο φράσεις και ο μεταφραστής:
Οι χθεσινές δηλώσεις των αξιωματούχων της Ουάσιγκτων, πως η σωτηρία των
πόλεων από τους ισλαμιστές σφαγείς δεν είναι πρωτεύων στόχος των βομβαρδισμών, κρεμούν
ανάποδο το μυστηριακό R2P, (Responsibility to Protect- Ευθύνη
για Προστασία),το νεόκοπο δόγμα των «επιβεβλημένων ανθρωπιστικών επεμβάσεων» (με
βομβαρδισμούς, για την προστασία των Αλβανών
του Κοσσόβου και των Βοσνίων και Κροατών από τους Σέρβους, των
δημοκρατών της Λιβύης από τον Καντάφι κ.ο.κ.)
Η ιερή επιταγή R2P ήταν το πρώτο θύμα που
σφαγιάσθηκε προ των πυλών του Κομπάνι. Αλλά όχι από τους τζιχαντιστές.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.