Σημειώνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος *
Η τρέχουσα προεκλογική αντιπαράθεση είναι φενάκη, δομεί ένα καθεστώς παραίσθησης για το ελληνικό εκλογικό σώμα, με πάμπολλα μάλιστα στοιχεία ψευδαίσθησης να αποτελούν τα κεντρικά σημεία της πολιτικής αφήγησης του κάθε κόμματος που εμφανίζεται να έχει καλές πιθανότητες κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης.
Χρήσιμο, λοιπόν, θα ήταν να μιλήσουμε την γλώσσα του πραγματισμού και να αναφέρουμε τις μικρές εκείνες αλήθειες που ορίζουν αντικειμενικά την ελληνική πολιτική συγκυρία, οι οποίες συνθέτουν το φάσμα των βεβαιοτήτων και αβεβαιοτήτων για την επόμενη μέρα των εκλογών. Θα το πράξω επιγραμματικά και δίχως οποιαδήποτε προεκλογική σκοπιμότητα, στο πλαίσιο της πολυετούς έντιμης σχέσης μας, αγαπητέ αναγνώστη.
Βεβαιότητες
* Δεν τίθεται θέμα εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη σε καμία απολύτως περίπτωση. Το ζήτημα αυτό έχει επιλυθεί με την μετατροπή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους σε «επίσημο», ταPSI, την (δημόσια) μορφή ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και γενικότερα την θεσμική διάρθρωση της εσωτερικής υποτίμησης που χαρακτήρισε την επιλογή της συντεταγμένης χρεοκοπίας της Ελλάδας. Το ζήτημα που παραμένει ανοιχτό δεν είναι λοιπόν το «Grexit», αλλά αποκλειστικά οι διαρκώς αναθεωρούμενοι όροι και η διαδικασία παραμονής στην ευρωζώνη. Μια υπόθεση που συναρτάται τόσο με το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα, όσο και με γενικότερες ευρωπαϊκές και διεθνείς πολιτικοοικονομικές εξελίξεις, οι οποίες θα μπορούσαν ακόμη και να μεταμορφώσουν την ευρωζώνη είτε προς μια ολοκληρωτική δομή, είτε προς μια σχετικά αποκεντρωμένη μορφή και πάντα σε σχέση με την πολιτική κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης (: εμβάθυνση ενοποίησης της ΕΕ).
* Όσο πιο αριστερά κινηθεί το εκλογικό σώμα, τόσο ισχυρότερη διαπραγματευτικώς θα είναι η επόμενη κυβέρνηση.
* Ένα είναι πλέον το κόμμα στην Ελλάδα, ενώ τα υπόλοιπα είναι εκλογικές συμπράξεις, συνδυασμοί και συμβιβασμοί, ή ακόμη φτηνιάρικοι τυχοδιωκτισμοί! Ήρθε η εποχή που η φράση «ένα είναι το κόμμα» στελεχών του ΚΚΕ, λαμβάνει πραγματιστική διάσταση, σημαίνοντας ωστόσο κάτι διαφορετικό από αυτό που εννοούσαν εκείνοι! Η πραγματικότητα είναι πως το κομματικό φαινόμενο στη σημερινή Ελλάδα βρίσκεται σε φάση δραματικής κρίσης και μετάλλαξης στο πλαίσιο μιας μετανεωτερικής εξέλιξης. Ο «βιο-ιστορικός κύκλος» των παραδοσιακών κομμάτων «έκλεισε» οριστικά - όπως βιάστηκε να εξαγγείλει πριν από χρόνια ο Δημήτρης Αβραμόπουλος - και το μοναδικό κόμμα που παραπέμπει στην σφικτή, κλασική, οργανωτική δομή των κομμάτων της μοντέρνας και νεωτερικής εποχής, είναι σήμερα το ΚΚΕ. Με την μοντέρνα έννοια όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα που προσέρχονται στην προεκλογική αρένα της σημερινής Ελλάδας, δεν είναι κόμματα – πλην του ΚΚΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή το πλέον ισχυρό μεταμοντέρνο κόμμα της Ελλάδας, το οποίο δυστυχώς δυσκολεύεται να χωνέψει ακόμη και το ίδιο την σύγχρονη πολιτική του οντολογία. Το ότι εκτός από το ΚΚΕ τα υπόλοιπα δεν είναι κόμματα, δεν είναι ούτε κακό, ούτε καλό - αν και προβληματικό με κυβερνητικούς όρους στο πελατειακό ακόμη ελληνικό κράτος - είναι φυσιολογικό φαινόμενο εξέλιξης και προσαρμογής στο Δυτικό Πρότυπο. Το πρόβλημα είναι πως στην περίπτωση της αριστεράς θα πρέπει να αποφευχθούν οι αντιφάσεις: δεν γίνεται να δομείς ένα μεταμοντέρνο κόμμα στο πλαίσιο μιας μετανεωτερικής υπέρβασης και να συμπεριφέρεσαι με την λογική και την κουλτούρα της ηγεσίας του ΚΚΕ! [Ο υπαινιγμός μου αφορά ασφαλώς στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ].
Αβεβαιότητες
Οι πιο πάνω βεβαιότητες περιγράφουν ταυτόχρονα το σχήμα των αβεβαιοτήτων για την επόμενη μέρα των εκλογών:
* Είναι απατηλή παραίσθηση, ή ακόμη ψευδαίσθηση, πως την τελευταία πενταετία της κρίσης το ελληνικό κράτος έχει περάσει σε φάση επανίδρυσης. Η αναγκαία επανίδρυση, δηλαδή η αναγκαία θεσμική και παραγωγική αναδιοργάνωση του ελληνικού κράτους, δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, αλλά δεν μπορεί αντικειμενικά να καθυστερήσει άλλο. Θα ξεκινήσει αμέσως μετά τις εκλογές και θα πραγματοποιηθεί είτε με όρους σοσιαλ-δημοκρατίας και αριστερής μεταρρύθμισης, είτε με όρους νεοφιλελευθερισμού και παλαιοκομματισμού, πασπαλισμένου με εθνικιστικές κορώνες.
* Το ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν πιέσεις για την προσωρινή θέσπιση ενός διπλού νομισματικού συστήματος. Την αρνητική σε κάθε περίπτωση αυτή εξέλιξη, μπορεί να αποτρέψει μόνον μία μορφή πολιτικής διαπραγμάτευσης με τους εταίρους-δανειστές μας, που θα δρομολογεί σε στέρεη βάση την διευθέτηση της κρίσης χρέους και ανάπτυξης που χαρακτηρίζει την σημερινή Ελλάδα. Εάν μέχρι το καλοκαίρι η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν πετύχει ριζική αναθεώρηση του καθεστώτος που ρυθμίζει την σχέση χρέος-ανάπτυξη στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής της τρόικας, η Ελλάδα είτε θα αναγκαστεί να ενταχθεί σε ένα νέο, ακόμη πιο δυσβάστακτο κοινωνικά, ευρωπαϊκό – και όχι διεθνές – αυτή την φορά, πρόγραμμα, είτε θα καταλήξει σε μία μορφή διπλού νομισματικού για να ενισχύσει την ρευστότητα και να κρατήσει ζωντανή την εσωτερική αγορά της.
* Το πελατειακό ελληνικό κράτος δεν έχει πλέον καμία πιθανότητα μακροημέρευσης, στον βαθμό που η Ελλάδα δεν σκοπεύει να απομακρυνθεί από το Δυτικό πρότυπο και τους θεσμούς του. Σοβαρή κρίση θα διέλθει αντικειμενικά και η διαπλοκή. Η κυρίαρχη ελληνική αστική τάξη απειλείται πλέον αντικειμενικά με ρευστοποίηση και οι, κατά Καραμανλή, νταβατζήδες του ελληνικού κράτους και της ελληνικής κοινωνίας από αλληλοεξόντωση – ίσως όχι οι ίδιοι αλλά οι γόνοι τους και οι κληρονόμοι τους. Το καθεστώς προνομίων, κομματισμού και συντεχνιασμού που ήδη βρίσκεται σε διαταραχή, θα πληγεί ανεπανόρθωτα. Και αυτό μπορεί να το πράξει με μεγαλύτερη πολιτική νομιμοποίηση μια αριστερή κυβέρνηση, στο μέτρο που αντιλαμβάνεται και αποδέχεται την μεταμοντέρνα οντολογία που ορίζει τι είναι και τι δεν είναι προοδευτικό. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει «αυτοδυναμία», πράγμα που μέχρι αυτή την στιγμή έχει μικρές πιθανότητες να συμβεί και επιχειρήσει να εδραιωθεί με τον τρόπο που έπραξε το ΠΑΣΟΚ, είναι βέβαιο ότι θα βιώσει ο ίδιος και θα αναπαράγει μία ιστορική φάρσα που σύντομα θα τον διαλύσει, προκαλώντας μία ανεπανόρθωτη βλάβη στην ελληνική κοινωνία και μία βαθιά προσβολή στην αριστερή κοσμοαντίληψη και προοπτική στην Ελλάδα και ίσως ευρύτερα. Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα σήμερα να ευδοκιμήσει μία αριστερή στροφή στην διακυβέρνηση της Ελλάδας, εάν αυτοί που θα κληθούν να την πραγματοποιήσουν δεν στραφούν στο πλαίσιο ενός ανένδοτου αγώνα εναντίον του πελατειακού καθεστώτος και της διαπλοκής, παράλληλα με τον αγώνα εναντίον του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου κορπορατισμού. Μόνον με αυτήν την έννοια θα μπορούσε η αριστερά να χαρακτηριστεί προοδευτική δύναμη και όχι «προοδευτική» φάρσα συντηρητισμού.
* Η πολιτική περιοχή που χαρακτηρίζει την λεγόμενη κεντροαριστερά και κεντροδεξιά θα ρευστοποιηθεί εντελώς. Το πολιτικό χάος βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο και εκεί θα παραμείνει για μία μικρή ή μεγαλύτερη περίοδο, μέχρις ότου ολοκληρωθεί η απελευθέρωση ελληνικής κοινωνίας και ελληνικής διοίκησης από τα πελατειακά δεσμά και την αντίστοιχη κουλτούρα. Το φυσιολογικό αποτέλεσμα σε δεύτερη φάση, θα ήταν η ριζοσπαστικοποίηση των κεντρώων, τόσο προς τα δεξιά (ριζοσπαστική δεξιά), όσο και προς τα αριστερά (ριζοσπαστική αριστερά). Εάν αυτό διαμορφωθεί στο πλαίσιο της διάλυσης του πελατειακού κράτους, δεν πρόκειται να προκαλέσει καμία ουσιαστική πόλωση και αντίθετα, θα ενδυναμώσει την δυναμική κοινωνικής συνοχής. Αν, ωστόσο, αυτό συμβεί στο πλαίσιο των πελατειακών δομών, θα προκαλέσει ένα δραματικό πρόβλημα κοινωνικής σύγκρουσης με διαταξικούς, μάλιστα, και όχι ταξικούς όρους, που θα επιδεινώσει αφάνταστα και τους βασικούς συντελεστές της εθνικής μας οικονομίας, μετατρέποντας σε φάρσα και οποιαδήποτε επιχείρηση παραγωγικής ανασυγκρότησης.
* Κρίσιμο για την επόμενη μέρα των εκλογών, είναι επίσης η δημοκρατική, μη- διαπλεκόμενη και μη-πελατειακή, όπως και μη-κομματική αναδιάρθρωση του καθεστώτος των ΜΜΕ στην Ελλάδα. Η απορρύθμιση των ΜΜΕ στην χώρα μας που ξεκίνησε στο τέλος της δεκαετίας του ’80, για να φτάσει στο σημερινό απολύτως χυδαίο και καιροσκοπικό επίπεδο που προσβάλει όχι απλώς την δημοσιογραφία και την γενικότερη άρθρωση του δημόσιου λόγου στην πατρίδα μας, αλλά τον πυρήνα του σύγχρονου (ελληνικού) πολιτισμού, πρέπει αμέσως να αντιμετωπιστεί θεσμικά. Ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ στην Ελλάδα πρέπει να ενταχθούν σε ένα συνολικό καθεστώς πλήρους αναθεώρησης με την μορφή «συνταγματοποίησης» του καθεστώτος ιδιοκτησίας και του ενημερωτικού και ψυχαγωγικού περιεχομένου τους, δίχως ίχνος προσβολής στην ελευθερία του δημιουργού και του δημοσιογράφου. Από την μη-ευθύνη του αόρατου ιδιοκτήτη των ΜΜΕ, πρέπει να περάσουμε στην ευθύνη των λειτουργών των ΜΜΕ, η οποία θα διασφαλίζεται θεσμικά και δεν θα συμβαίνει, όπως σήμερα, η ελευθερία του δημοσιογράφου και του τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού δημιουργού να υποτάσσεται ή να δεσμεύεται απολύτως από την «ελευθερία» και τις σκοπιμότητες της διαπλοκής. Ο πελατειακός και διαπλεκόμενος χαρακτήρας των ΜΜΕ στην Ελλάδα θα πρέπει αμέσως μετά τις εκλογές να πληγεί θανάσιμα και να αλλάξει προς το κοινωνικότερο και δημοκρατικότερο, δίνοντας παράλληλα την δυνατότητα στην ποιότητα και στην καινοτομία να ανθίσουν. Αυτό θα έπρεπε να είναι στοίχημα για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, στον βαθμό που συνειδητοποιεί το γενικότερο πολιτισμικό και γνωστικό πλήγμα που έχει υποστεί από την απορρύθμιση των ΜΜΕ στην Ελλάδα τις δύο τελευταίες δεκαετίες, που ουσιαστικά οδήγησαν στην σύγχρονη μεγάλη και πολύπλευρη κρίση. Όσο για τους έλληνες δημιουργούς στα ΜΜΕ και δημοσιογράφους, καλό θα ήταν, πέραν από τα συντεχνιακά μικροσυμφέροντά τους, να αντιληφθούν και να ενδιαφερθούν για την ουσιαστική βελτίωση της ποιότητας του έργου τους, παύοντας να οχυρώνονται πίσω από μαύρες λίστες και συνωμοτικές πρακτικές των διαπλεκόμενων ή κομματικών πατρώνων τους. Και αυτό μόνον για αρχή!
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.