Άρθρο της Λίτσας Αμμανατίδου – Πασχαλίδου *
Έγινε σαφές, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας, αλλά και από τα υπόλοιπα μέλη της κυβέρνησης, ότι είναι αμετάκλητη απόφασή της να εφαρμόσει στο σύνολό τους τις προεκλογικές προγραμματικές της δεσμεύσεις.
Και αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε παρουσιάσει προεκλογικά δεν είναι άλλο παρά ένα συνολικό σχέδιο για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας. Μιας χώρας που πέρασε πολλά, μιας χώρας που ο λαός της τα τελευταία πέντε χρόνια έζησε τις δραματικές συνέπειες της εφαρμογής των Μνημονίων, της πιο σκληρής λιτότητας. Μιας πολιτικής που εφαρμόστηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, να χαθεί περίπου το ένα τέταρτο του εθνικού προϊόντος και να καταστραφεί σχεδόν εξολοκλήρου η παραγωγική βάση της χώρας.
Απέναντι στην αποφασιστικότητα της κυβέρνησης, αλλά και του ελληνικού λαό, έχουμε δει τις τελευταίες μέρες (όχι προς έκπληξή μας) να αρθρώνονται οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις χωρών της ΕΕ, εκβιάζοντας ουσιαστικά τη χώρα. Είναι προφανές ότι αυτό που φοβούνται είναι ότι το ελληνικό πρόγραμμα θα πετύχει, οι λαοί θα πιστέψουν ότι υπάρχει ένας εναλλακτικός δρόμος μακριά από το νεοφιλελευθερισμό και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε νέες νίκες της Αριστεράς στις εκλογές που αναμένεται να γίνουν μέσα στο 2015.
Και έχουν λόγο να φοβούνται, γιατί στον αντίποδα της μνημονιακής πολιτικής που εφαρμόστηκε πιστά από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, η νέα κυβέρνηση της χώρας παρουσίασε ένα Εθνικό Σχέδιο για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Ελλάδας με στόχο να ξαναζωντανέψουμε την παραγωγική της βάση.
Η κυβέρνηση έχει στο «οπλοστάσιό» της αυτές τις μέρες που διαπραγματεύεται, τη νωπή και σαφή λαϊκή εντολή για τέλος των μνημονίων και της λιτότητας, τις λαϊκές κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα αλλά και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης και την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής.
Ο λαός μας έχει αρθρώσει το ανάστημά του, αυτό που τώρα χρειάζεται να κάνουμε είναι να ξαναχτίσουμε την οικονομία σε άλλες βάσεις για να μπορέσει η χώρα μας να σταθεί όρθια. Μία οικονομία που δεν θα βασίζεται στο δανεισμό και στις εισαγωγές. Μία οικονομία που δεν θα στηρίζεται στην υπερφορολόγηση των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων και στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου. Αλλά, μία οικονομική πολιτική με κοινωνικό πρόσημο και ένα βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που θα σταματήσει την αποβιομηχάνιση και την ερήμωση της υπαίθρου και θα μας καταστήσει αυτάρκεις σε αγροδιατροφικά και όχι μόνο προϊόντα.
Για πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία, το 2009 η αγροτική παραγωγή της Ελλάδας έμεινε στάσιμη έως και μειούμενη, ενώ για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια νοιώσαμε την τρομερή αποβιομηχάνιση της ελληνικής οικονομίας, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.
Θα αναφερθώ πολύ συγκεκριμένα σε μερικά μόνο από τα μέτρα που θα ενισχύσουν άμεσα δύο βασικές κατηγορίες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, τον κορμό, όπως συχνά αναφέρεται: τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες και τους αγρότες.
Βάζουμε τέλος στην άδικη και ανισομερή φορολόγηση, δίνοντας μία απαραίτητη ανάσα στα μικρά και μεσαία εισοδήματα. Καθιερώνουμε ενιαία και προοδευτική φορολογική κλίμακα, μεταθέτοντας το βάρος στα υψηλά και πολύ υψηλά εισοδήματα. Θεσπίζουμε ατομικό αφορολόγητο όριο στα 12.000 ευρώ για όλους, δηλαδή και για τους αγρότες και τους μικρομεσαίους επαγγελματοβιοτέχνες ή αυτοαπασχολούμενους. Προς την κατεύθυνση της στήριξης των εισοδημάτων κινείται και ηεπαναφορά της 13ης σύνταξης στους συνταξιούχους που λαμβάνουν κάτω από 700 ευρώ (μεταξύ αυτών και του ΟΓΑ).
Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και τα γεωργοκτηνοτροφικά κτίσματα και είμαστε αντίθετοι στην φορολόγηση των παραγωγικών αγροτεμαχίων.
Προχωράμε άμεσα σε μέτρα για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία.
Προχωράμε στην ίδρυση ενδιάμεσου δημόσιου φορέα για την διαχείριση των κόκκινων και επιχειρηματικών δανείων, προστατεύοντας τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες.
Εξάλλου, για το μείζον ζήτημα της χρηματοδοτικής ασφυξίας, είναι υψίστης σημασίας το ότι το δημόσιο θα ασκήσει τα δικαιώματά του στις συστημικές Τράπεζες που ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα του ελληνικού λαού.
Παράλληλα, όμως, βασικό εργαλεία της δημόσιας πολιτικής χρηματοδοτήσεων στις ΜμΕ πρέπει να είναι και ένα αναπτυξιακό τραπεζικό ίδρυμα ειδικού σκοπού για τις ΜμεΕ. Η Τράπεζα αυτή θα συγκεντρώσει όλα τα «εργαλεία» χρηματοδότησης των μικρών επιχειρήσεων, λειτουργώντας σαν Ενδιάμεσος Φορέας Διαχείρισης των εθνικών και κοινοτικών προγραμμάτων που έχουν προσανατολισμό τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα αξιοποιηθούν συνεταιριστικές τράπεζες με στόχο την συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη. Μέσω αυτού του Τραπεζικού Ιδρύματος, μπορούν να αναπτυχθούν μέθοδοι αξιολόγησης και κατανομής πόρων και σταδιακά να δημιουργηθούν και άλλα αξιόπιστα χρηματοδοτικά μέσα ειδικότερου χαρακτήρα και σκοπού: Εταιρίες Συμμετοχών, κεφάλαια σποράς για νέες ΜμΕ, κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου.
Επιπροσθέτως, προχωράμε και στην ίδρυση τράπεζας αγροτικού σκοπού, μίας τράπεζας ειδικού σκοπού για την στήριξη της πρωτογενούς παραγωγής, της μεταποίησης και της διάθεσης των προϊόντων.
Σημαντική για τον αγροτικό κόσμο είναι και η μείωση του κόστους παραγωγής που είναι το υψηλότερο στην ΕΕ. Για αυτό προχωράμε στη θέσπιση μειωμένου τιμολογίου του ηλεκτρικού ρεύματος και σταδιακή κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου, ώστε αυτός να φτάσει στον μέσο όρο της Ε.Ε., μέχρι την καθιέρωση του αγροτικού πετρελαίου.
Τέλος, θα εργαστούμε για την ριζική αναμόρφωση του ΕΣΠΑ με διακριτή δέσμευση πόρων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Μιλώντας για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ και πιο συγκεκριμένα σε ένα θέμα που απασχολεί τους περισσότερους νομούς της Βόρειας Ελλάδας, τη Θεσσαλίας, ακόμη και τη Στερεά αλλά και συνολικά την οικονομία της χώρας. Αναφέρομαι στην Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης στον μοναδικό παραγωγό ζάχαρης στην Ελλάδα.
Το οικονομικό έτος 2005 - 2006, τελευταία χρονιά πριν μπει η ΕΒΖ στο καθεστώς της νέας ΚΟΑ (Κοινή Οργάνωση Αγοράς) ζάχαρης, ο Όμιλος παρουσίαζε κύκλο εργασιών 338 εκατομμύρια ευρώ και κέρδη προ φόρων 871.000 ευρώ, απασχολούσε 1.481 μόνιμους υπάλληλους και 466 εποχικούς. Η ποσόστωση που είχε μέχρι και το 2006 η Ελλάδα για εγχώρια παραγωγή ζάχαρης ήταν 317.502 τόνοι, ενώ μετά αποποιήθηκε το 50,1% της εθνικής ποσόστωσης. Και πλέον, αδυνατώντας να καλύψει την ποσόστωση προμηθεύεται ζάχαρη φασόν σχεδόν αποκλειστικά από τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Πολωνία.
Οι εγκληματικές ενέργειες των τελευταίων διοικήσεων και κυβερνήσεων με αποκορύφωμα το ξεπούλημα της Αγροτικής στην τράπεζα Πειραιώς, έχουν οδηγήσει τη βιομηχανία ένα βήμα πριν από το οριστικό κλείσιμο, ενώ οι εργαζόμενοι και οι παραγωγοί βρίσκονται σε αδιέξοδο μαζί με τις τοπικές κοινωνίες όπου λειτουργούσαν τα τρία εργοστάσια μέχρι την καμπάνια(περίοδος συγκομιδής και επεξεργασίας των τεύτλων από τα ζαχαρουργεία) του 2013. Και λέω μέχρι την καλλιεργητική περίοδο του 2013 και τη λειτουργία των εργοστασίων σε Ορεστιάδα, Σέρρες και Πλατύ, διότι το 2014 η Διοίκηση της ΕΒΖ έκλεισε τα δύο από τα τρία εργοστάσια και λειτούργησε μόνο το εργοστάσιο του Πλατέως με την αιτιολογία πως τα στρέμματα που σπάρθηκαν με τεύτλα καταστούν ζημιογόνα την επιχείρηση και έτσι υποχρέωσαν τους τευτλοπαραγωγούς να μεταφέρουν είτε με συρμούς τρένων είτε με φορτηγά την παραγωγή τους στο Πλατύ. Προσπάθησαν να μας πείσουν πως αυτό είναι για το συμφέρον της εταιρείας αλλά τα οικονομικά στοιχεία λένε άλλα. Το 2013 σπάρθηκαν 58.000 στρέμματα ενώ το 2014 είχαμε 75.000 στρέμματα τεύτλων και η μεταφορά που κόστισε κατά πληροφορίες περίπου 8-9 εκ. ευρώ είχε ως αποτέλεσμα να επιβαρύνει την βιομηχανία «ισόποσα» ή και επιπλέον από τη λειτουργία και των τριών εναπομεινάντων εργοστασίων.
Να ξεκαθαρίσω πως οι αγρότες επιμένουν στην καλλιέργεια και γιατί τη γνωρίζουν και έχουν επενδύσει σε εξειδικευμένα μηχανήματα τευτλοκαλλιέργειας, τα οποία κοστίζουν αρκετές χιλιάδες ευρώ ενώ σε αλλαγή καλλιέργειας καθίστανται άχρηστα, αλλά και γιατί θεωρούν πως δεν μπορεί η χώρα να εισάγει το δεύτερο βασικό προϊόν διατροφής όπως είναι η ζάχαρη. Επιπλέον να ενημερώσω πως τη στιγμή που έκλεισαν τα δύο εργοστάσια τα τεύτλα μπήκαν στη συνδεδεμένη ενίσχυση μέσω της νέας ΚΑΠ!
Νομίζω πως δεν χρειάζεται να τεκμηριώσω περαιτέρω την πολιτική που ακολουθήθηκε από τις κυβερνήσεις και τις διορισμένες διοικήσεις τους.
Σε κάθε περίπτωση η βιομηχανία πρέπει να μείνει ανοιχτή. Η συνέχιση της λειτουργίας της είναι ζωτικής σημασίας για την τοπική κοινωνία, αλλά και για την οικονομία συνολικά. Η χώρα μας πρέπει να αποκτήσει ξανά επάρκεια σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, η αποβιομηχάνιση πρέπει να σταματήσει. Η αποκρατικοποίηση της Αγροτικής Τράπεζας περιορίζει σημαντικά το εύρος κινήσεων που μπορεί να έχει η κυβέρνηση, όμως έχουν ξεκινήσει ήδη επεξεργασίες και συναντήσεις για να διασφαλιστεί το μέλλον της ΕΒΖ.
Πρέπει μέσα στο μήνα οι τευτλοπαραγωγοί να εισπράξουν το 45% των χρωστούμενων που υπολείπεται, ώστε να μπορέσουν να ξεκινήσουν τη νέα διαδικασία παραγωγής. Πρέπει να καταβληθούν οι αποζημιώσεις για τα ασυγκόμιστα που σαπίζουν στα χωράφια και να πραγματοποιηθεί ο Προγραμματισμός Τευτλοκαλλιέργειας για το 2015, να ανακοινωθεί δηλαδή το νέο Τιμολόγιο. Πρέπει άμεσα να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες να εξοφληθούν τα χρέη που συσσωρεύτηκαν προς την ΕΒΖ.
Με μια οικονομία ισχυρή και έναν λαό αποφασισμένο και περήφανο δεν έχουμε να φοβηθούμε καμία διαπραγμάτευση, κανέναν εκβιασμό.
Και όπως λέει και το σημερινό σύνθημα των κινητοποιήσεων ενόψει Eurogroup (Τετάρτη 11/2/2015):
“Δεν εκβιαζόμαστε, ούτε βήμα πίσω στους εκβιασμούς!”
* βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β’ Θεσσαλονίκης
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.