Από το ας συνεργαστούμε για να συγχρονιστούμε, στο ας συγχρονιστούμε για να συνεργαστούμε…
Επισημαίνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος *
Το Νέο Δόγμα, που από σήμερα ορίζει τις σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους θεσμούς που εμπλέκονται στην γενική διακυβέρνηση της ελληνικής κρίσης εντός της ευρωζώνης, είναι: Ας συγχρονιστούμε για να συνεργαστούμε! Σε αντικατάσταση του παλαιού που χαρακτήριζε την σχέση των τριών προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων της κρίσης με την τρόικα: Ας συνεργαστούμε για να συγχρονιστούμε!
Είναι σημαντικό αυτό; Είναι σημαντική αυτή η αλλαγή στο δόγμα που χαρακτηρίζει την εσωτερική σχέση και λειτουργία του κουαρτέτου διακυβέρνησης της κρίσης: ελληνική κυβέρνηση, ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ;
Σημαντικό με την έννοια πως εμείς οι πολιτικοί επιστήμονες με την κονστρουκτιβιστική παιδαγωγική μας και την σοβαρή εμπλοκή μας με την γνωστική (cognitive) ψυχολογία, τώρα «δικαιωνόμαστε»… και μακάρι να μην είναι πολύ αργά!
Η μεθοδολογία των παραδοσιακών οικονομολόγων και παραδοσιακών νομικών, που κατασκεύασαν τον «ατομικό μηχανισμό διάσωσης και προσαρμογής» της Ελλάδας, βασίστηκε σε ένα αυταρχικό δόγμα υπό το σλόγκαν «σοκ και δέος». Αυτό προδήλωνε πως η τρόικα θα έπρεπε να κατασκευάσει και επιβάλει ένα πλαίσιο συνεργασίας με την ελληνική κυβέρνηση και διοίκηση, βασισμένο στην επίτευξη ποσοτικών στόχων, με κίνητρο την επόμενη συμπεφωνημένη δόση, έτσι ώστε να αποφεύγεται το «πιστωτικό γεγονός». Η μορφή αυτή συνεργασίας αποσκοπούσε στον συντονισμό των δράσεων και κυρίως στον εναρμονισμό της πολιτικής/διοικητικής κουλτούρας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της τρόικας και μεταξύ των επιμέρους παραγόντων της τρόικας – δι’ αυτού που παρουσίασα ως «learning-by-numbers».
Η μεθοδολογία αυτή δούλεψε ικανοποιητικά στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, οι οποίες εντάχτηκαν πλήρως στην αγορά, παράλληλα με την διαδικασία ένταξής τους στην ΕΕ, αλλά ήταν αδύνατον να «δουλέψει» στην Ελλάδα, ακόμη και εαν αυτή η «παλαιά χώρα» της Ένωσης και της ελεύθερης οικονομίας καταστρεφόταν σε μεγάλο βαθμό και ερχόταν στο ίδιο επίπεδο με τις «νέες χώρες» της δεκαετίας του 1990. Το γιατί, απασχόλησε για μεγάλο διάστημα την επικοινωνία μας αγαπητέ αναγνώστη τα τρία πρώτα χρόνια της κρίσης.
Πολύ γενικά θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε πως το πρόβλημα με την ελληνική διοίκηση δεν ήταν η δυτικοποίηση και ευρωπαϊκοποίηση των θεσμών της πολιτείας και της αγοράς, δεν ήταν η συνεργία τους με τους αντίστοιχους θεσμούς της Ευρώπης, ή το διεθνές και υπερεθνικό σύστημα, αλλά η μόνιμη διαδικασία αποσυντονισμού τους. Μια κατάσταση αποσυγχρονισμού! Μια εμπειρία διαρκούς διολίσθησης από την κανονικότητα που όριζε αυτούς τους θεσμούς ως γρανάζια ενός συστήματος, καθώς η μορφή πολιτικοποίησης στην Ελλάδα αγνοούσε την πολιτική φιλοσοφία που όριζε τη σύγχρονη θεσμική πραγματικότητα της Ευρώπης.
Αυτή την μικρή αλήθεια δεν έλαβαν υπόψιν τους οι παράγοντες της τρόικας, οι οποίοι με φούρια και ανάρμοστη για το κύρος τους προχειρότητα και αμετροέπεια, αντί να εστιάσουν στην δημιουργία θεσμών συγχρονισμού τόσο μεταξύ αυτών και της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, όσο και μεταξύ των ίδιων των θεσμικών οργάνων της ελληνικής πολιτείας, επέβαλαν μια μορφή αναιδούς και «σαδομαζοχιστικής» διακυβέρνησης από τους ίδιους με εκτελεστικά όργανα την ελληνική κυβέρνηση, την Τράπεζα της Ελλάδας και την διοίκηση.
Αυτό ορίστηκε σαν έντιμη και ειλικρινής συνεργασία, μόνον που παρέπεμπε ευθέως σε επιτροπεία μιας υποτελούς πολιτείας. Ήταν μια «συνεργασία» με την μορφή της βίαιης συμμόρφωσης που τελικά δημιουργούσε αντίρροπες δυνάμεις και αποσυντονισμό.
Η τρόικα δεν απέτυχε απλώς επειδή αστόχησε στις εκτιμήσεις της και επειδή δεν μπόρεσε να προβλέψει της παρενέργειες των μνημονίων στην πρόκληση ενός δραματικού Κοινωνικού Ζητήματος, αλλά επειδή η πολιτική και τεχνοκρατική της πρακτική επέφεραν τελικά κρίση συγχρονισμού, η οποία έλαβε μάλλον ανεξέλεγκτες διαστάσεις λίγο πριν την εκλογική μεθόδευση Σαμαρά.
Αμέσως μετά έρχεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στα πράγματα, θέτοντας εμμέσως το ζήτημα της κρίσης συντονισμού, απαιτώντας μια άλλη μορφή συνεργασίας. Και σήμερα ολοένα και περισσότεροι ψιθυρίζουν στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι πως η τρόικα τα έκανε θάλασσα! Δεν υπάρχει πλέον βάση συνεργασίας, αν δεν μεταβληθεί ριζικά η μεθοδολογία αυτής της συνεργασίας. Και πώς θα μπορούσε να ξεκινήσει αυτή η επιχείρηση ουσιαστικής αναθεώρησης της σχέσης των παραγόντων της τρόικας με τις ελληνικές αρχές; Με επανασυγχρονισμό του λειτουργικού μοντέλου που θα υποστηρίζει τις πολιτικές αποφάσεις. Εδώ βρισκόμαστε σήμερα και σε αυτή τη βάση θα κινηθούν πλέον τα κλιμάκια εμπειρογνωμόνων.
Το ζήτημα είναι πως προκύπτει ανάλογη ανάγκη και στην υπόθεση του συγχρονισμού στην κάλυψη της τρέχουσας ρευστότητας. Και έτσι το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα ανανεώνει κάθε εβδομάδα αντί για κάθε δεκαπενθήμερο, τον χρόνο των προγραμματισμένων συνεδριάσεων για παροχή έκτακτης ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες. Είναι αυτό καλό ή κακό; Κακό και ενδεικτικό της φάσης που διέρχεται η ελληνική κρίση.
Αν δεν υπάρξει καλός συγχρονισμός με κριτήριο την ανάπτυξη και την αντιμετώπιση του δραματικού ελληνικού Κοινωνικού Ζητήματος, η συνεργασία από συγκαλυμμένη επικυριαρχία θα μεταβληθεί σε εκρηκτικό μηχανισμό για την ΕΕ. Αυτό από χθες μοιάζει να απασχολεί πολλούς στα κέντρα των αποφάσεων στις Βρυξέλλες, ακόμη και στελέχη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.), τα οποία γνωρίζουν την ιστορία του θεσμού. Αυτοί μάλλον ανατρέχουν στον θεσμό που γέννησε τον Ο.Ο.Σ.Α., που ήταν ο Οργανισμός Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας (Organisation for European Economic Co-operation - OEEC) ( 1948), με σκοπό να διαχειριστεί το λεγόμενο σχέδιο Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο! Λέτε επειδή μόνον μιας τέτοιας φιλοσοφίας σχέδιο θα μπορούσε να επανασυγχρονίσει αποτελεσματικά την σημερινή χτυπημένη λες από πόλεμο, εθνική οικονομία της Ελλάδας στην ΕΕ;
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.