Η παταγώδης αποτυχία της κυβερνητικής τακτικής, διαγνώστηκε από τους όψιμους υποστηριχτές του σοσιαλφιλελεύθερου παραλογισμού ως αποτέλεσμα δύο παραγόντων. Πρώτον του υπεραριστερού προσανατολισμού των προτάσεών της, ο οποίος δεν μπορεί να βρει εφαρμογή στο υφιστάμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο, δεύτερον ως αποτέλεσμα της απειρίας και του ερασιτεχνισμού της.

     Η πρώτη σύλληψη είναι ανυπόστατη, γιατί απλούστατα το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ κινούνταν πάντα σε μετριοπαθείς κατευθύνσεις που στόχο είχαν μία πιο ανθρώπινη, ας το πούμε, διαχείριση του υπάρχοντος με δικαιότερη κατανομή των βαρών και στόχο της είχε την ανάκαμψη της εγχώριας καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Ένωση κράτησε μία τόσο σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα δεν είναι ταξικός, παρά μόνο σε τελευταία ανάλυση. Δηλαδή, η σκληρή της στάση οφείλεται στο γεγονός ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ενείχε δυναμικές που απειλούσαν τους κατεστημένους γεωπολιτικούς συσχετισμούς και θα μπορούσε, αν έβρισκε συμμάχους να γίνει εφαλτήριο για μία ενίσχυση των χωρών της νότιας Ευρώπης εις βάρος των συμφερόντων των Γερμανών ιμπεριαλιστών. Αυτή είναι μια κατάσταση ακατανόητη για το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων που αυτοαναγνωρίζονται ως “επαναστατική Αριστερά” αφού στην αφήγησή τους οι εθνοκρατικές αντιθέσεις δεν παίζουν αρκετά σημαντικό ρόλο ώστε να χρησιμοποιούνται σαν εργαλείο ανάλυσης και σημεία αναφοράς. Θίγοντας το περιεχόμενο της σημερινής κατάστασης της διεθνούς πολιτικής, δηλαδή τον τρόπο παραγωγής εντός του οποίου έχει ανακύψει, χωρίς να θίγουν τη μορφή που αυτή έχει λάβει, δηλαδή τις συγκεκριμένες στρατηγικές που εκδιπλώνονται στη διεθνή σκακιέρα, ο διεθνισμός τους καταντάει το ίδιο ρηχός με την αγωνιστικότητα εκείνων των “πατριωτών” που κάνουν το αντίστροφο. 
     Η δεύτερη σύλληψη παραβλέπει ότι ο ερασιτεχνισμός του ΣΥΡΙΖΑ, κατά την πρώτη φάση της διαπραγμάτευσης δεν αφορούσε μόνο στην έλλειψη πείρας πάνω σε ζητήματα άσκησης πρακτικής πολιτικής σε ανώτερο θεσμικό επίπεδο, αλλά και την απροθυμία ορισμένων στελεχών να την αποκτήσουν, όπως και το γεγονός ότι η απροθυμία αυτή ήταν εν πολλοίς στοιχείο της φαινομενολογίας της πολιτικής τους οξυδέρκειας. Για παράδειγμα, ο κ. Βαρουφάκης, έγινε αντικείμενο επιθέσεων αξιομνημόνευτης κακοήθειας, επειδή υποτίθεται ότι δεν είχε επαρκή γνώση του θεσμικού ή ακόμη και του ενδυματολογικού κώδικα των συστημάτων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενώ ήταν πασιφανές πως τους αμφισβητούσε συνειδητά. Είναι αρκούντως άσχετος από την πολιτική πρακτική όποιος διαλαλεί ότι η ασυμβατότητα προς τη θεσμική κανονιστικότητα αποβαίνει από μόνη της σε βάρος του ερασιτέχνη. Είτε δεν έχει παρακολουθήσει ποτέ του κάποια διαπραγμάτευση μεταξύ δύο μερών όπου υπάρχει μεγάλη ανισομέρεια ισχύος είτε, αν το έκανε, δεν κατάλαβε τίποτα απολύτως. Η θεσμική κανονιστικότητα είναι ένα πλαίσιο που τίθεται από τον ισχυρό και αποτελεί αφεαυτό εργαλείο πειθάρχησης των υπόλοιπων μερών στις επιταγές του. Αυτό ισχύει για τους διεθνείς οργανισμούς, όσο και για τους κρατικούς θεσμούς και αίρεται μόνο σε περιπτώσεις όπου τα μέρη έχουν κοινό συμφέρον, το αναγνωρίζουν και το υπερασπίζονται. Όμως τότε δε μιλάμε για διαπραγμάτευση αλλά μάλλον για μία συνεννόηση. Στην περίπτωση που μας αφορά, ο ερασιτεχνισμός της ελληνικής πλευράς, εκούσιος είτε ακούσιος, έπαιξε στη διαπραγμάτευση το ρόλο μιας κρότου – λάμψης που για ένα διάστημα έσπειρε αμφιβολίες και ανησυχία στον αντίπαλο, αφού συσκότιζε το πεδίο και δεν επέτρεπε να αναγνωριστούν οι αληθινές προθέσεις της κυβέρνησης ούτε τα μέσα που θα κινητοποιούσε για την υλοποίησή τους. Ας σημειωθεί επίσης πως η αναγνώριση της αδυναμίας της κυβέρνησης, τόσο στον ερασιτεχνισμό της όσο και στην υποτιθέμενη υπεραριστερή ρητορεία της, αποτελούσαν μέχρι τον Ιούλιο βασικές αιχμές της νεοφιλελεύθερης κεντροδεξιάς παράταξης – κυρίως του Ποταμιού, αλλά επίσης του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Η τελευταία ξέφευγε σποραδικά και σε παραληρηματικές ασυναρτησίες περί σοβιετοποίησης του κρατικού μηχανισμού, όμως εκείνες οι γραφικότητες εσωτερικής κατανάλωσης είχαν μικρή πολική αξία.
     Μετά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, την αποχώρηση της αριστερής του πτέρυγας και το ξεκίνημα της πλήρους αστικοποίησης του μηχανισμού του, αυτές οι παρατηρήσεις είναι αναγκαίο να διατυπώνονται, επειδή φανερώνουν την κενότητα του οπορτουνιστικού λόγου που με σύμμαχο τα μίντια και τη διαπλοκή, επιχειρεί πλέον να αντιδιαστείλει την πραγματικότητα και να χρησιμοποιήσει τις μυθολογικές κατασκευές τους ενάντια στην Αριστερά. Η τελευταία, φαίνεται για την ώρα να αδυνατεί να ανασυγκροτηθεί ως πλειοψηφική πολιτική δύναμη, αφού η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου που είχε προσελκύσει από το κέντρο και τη δεξιά, μέσα στην εκρηκτική συγκυρία των τελευταίων πέντε χρόνων δείχνει απρόθυμη να εγκαταλείψει το σχέδιο του κοινοβουλευτικού δρόμου που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, έστω και στην κουτσουρεμένη μνημονιακή μορφή με την οποία εμφανίζεται σήμερα.

Στο μεταξύ, η συνεχιζόμενη μνημονιακή πολιτική οδηγεί με ραγδαίους ρυθμούς στην εξαθλίωση του ελληνικού προλεταριάτου (ενεργού και ανεργού) και των προσφύγων, ενώ έχει επιδράσει αποφασιστικά στη φτωχοποίηση των αγροτικών και μικροαστικών στρωμάτων. Διαρρηγνύοντας το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης ώθησε την πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία στην αναζήτηση διεξόδου σε ριζοσπαστικές πολιτικές ατζέντες. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της δυναμικής απορροφήθηκε πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ και αξιοποιήθηκε από την οπορτουνιστική ηγεσία του ως κλίμακα ανόδου στα υψηλότερα κλιμάκια του κρατικού μηχανισμού. Περιορίζοντας το εφικτό στα όρια του αναγκαίου και το αν αναγκαίο στα όρια της αναπαραγωγής του υφιστάμενου (ως τρόπου πολιτικής δράσης αλλά και ως τρόπου ζωής εν γένει) η ομάδα αυτή μετακύλησε, από το ρόλο του διαχειριστή της ενσωμάτωσης των κινημάτων στη βιοπολιτική σε μία ανοιχτά αντεπαναστατική πλατφόρμα που γίνεται καθημερινά όλο και πιο ξεκάθαρη. Όχι μονάχα αυτό, αλλά έχοντας επιτελέσει άρτια τον αρχικό της ρόλο, συνείσφερε στη μαλάκυνση των λαϊκών συνειδήσεων του απλού κόσμου αλλά και της πρωτοπορίας των κοινωνικών αγώνων της προηγούμενης περιόδου. Το νέο μνημόνιο πέρασε δίχως να πέσει μια τουφεκιά και όλη η ρητορεία περί ανατροπής του έχει σχεδόν παραλύσει.
     Η ελπίδα παραμένει ζωντανή στα μάτια και τις φωνές εκείνων που συνεχίζουν να αντιστέκονται και ευτυχώς σήμερα συσπειρώνεται σ' αυτές ένα μεγάλο μέρος των εργαζόμενων τάξεων και της ριζοσπαστικής διανόησης, τη στιγμή που τα μεσαία στρώματα βρίσκονται σε κατάσταση αφασίας. Σε ένα επόμενο στάδιο, αυτή η εξέλιξη μπορεί να λειτουργήσει ως παράγοντας ανάκαμψης του συνειδητού προλεταριάτου στην καθοδήγηση των κοινωνικών αγώνων για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1970. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι στην κινηματική υποχώρηση του σήμερα αποτυπώνεται μια διαλεκτική κοινωνική πόλωση, όπου η μάχη για το νικηφόρο ξεπέρασμά της είναι τόσο δυσκολότερη, όσο αποφασιστικότερες είναι και οι δυνατότητες που ανοίγει η επίτευξή του. Το μεγαλύτερο διακύβευμα για τις φωνές που συνεχίζουν να αντιστέκονται έγκειται στην κατανόηση των περιορισμών του κοινοβουλευτικού αγώνα και στην αναζήτηση εναλλακτικής διεξόδου. Με κάποιο τρόπο θα πρέπει να αρθρωθεί και πάλι το αίτημα της ανατροπής των σύγχρονων σχέσεων εξουσίας, όχι ως επαναστατικό στιγμιότυπο, αλλά ως μελλοντική κατάσταση πραγμάτων, όπου οι όροι του ξεπεράσματος της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα θα συνδέονται με την υπόθεση της παγκόσμιας κοινωνικής χειραφέτησης. Θα πρέπει δηλαδή να επαναδιατυπωθεί, με όρους που να ταιριάζουν στις κοινωνίες, τα κινήματα και τις κουλτούρες του 21ου αιώνα, το αίτημα της δικτατορίας του προλεταριάτου.
     Από αυτή τη σκοπιά, η προγραμματική διακήρυξη της Λαϊκής Ενότητας αποτελεί μια ευχάριστη, ωστόσο ανεπαρκή εξέλιξη, μιας και τοποθετεί εκ νέου τα επίδικα της ταξικής πάλης μέσα σε ένα περίγραμμα κατανοητό και σαφές. Τίθενται εκεί δύο βασικά ζητήματα που απέφευγε να θίξει μέχρι τώρα ο ντόπιος ρεφορμισμός και από αυτή την άποψη είναι λάθος να υποστηρίζει κανείς ότι το νέο κόμμα είναι απλώς μια συνεπέστερη εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ. Παρά τις τεράστιες ελλείψεις της, τις επιπόλαιες προσδοκίες, το κρατιστικό πνεύμα της ιεράρχηση της πολιτικής ατζέντας, είναι γεγονός ότι για πρώτη φορά αρθρώνεται μια πρόταση που διατυπώνει το αίτημα της σοσιαλιστικής μετάβασης, όχι σαν ένα αφαιρετικό ευχολόγιο των οπαδών της κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά ως πραγματική προοπτική που ανοίγεται στη ζωντανή συγκυρία και για την οποία αξίζει να παλέψει κανείς. Ένα μεγάλο μέρος της ατζέντας του μετώπου αφορά σε ζητήματα υψηλής πολιτικής, όπως η αποχώρηση από την ευρωζώνη, η αποδέσμευση από την ΕΕ και η παραγωγική ανασυγκρότηση μέσα από ένα παραγωγικό μοντέλο συνύπαρξης του τρίτου τομέα (συνεταιρισμοί, κολεκτίβες) με κρατικές και ιδιωτικές επενδύσεις. Ένα άλλο, το οποίο χρειάζεται διεύρυνση και κυρίως εμβάθυνση αφορά τη συμμετοχική δράση των κοινωνικών κινημάτων και την αποφασιστική συμμετοχή τους στη διαδικασία της μετάβασης, τη λειτουργία των μεγάλων επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο κλπ. Είναι κυρίως στα σημεία αυτά που θα πρέπει δοθεί έμφαση, στο βαθμό που κανείς αναγνωρίζει τη συγκρότηση ενός ιστορικού μπλοκ των καταπιεζόμενων τάξεων ως αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη μιας ισχυρής αντί-ηγεμονικής πλατφόρμας με αξιώσεις για την επίτευξη του κοινωνικού μετασχηματισμού.
     Οι αμφιβολίες για τις προθέσεις ορισμένων ατόμων που εμπλέκονται στο νέο εγχείρημα δεν αναιρούν το γεγονός ότι μέσα από αυτό εκφράζεται ένα υπαρκτό κοινωνικό ρεύμα και καμία από τις εύλογες ενστάσεις σχετικά με την εφαρμοσιμότητα ή την επάρκεια του προγράμματός του δεν αναιρεί πως ενυπάρχει σ' αυτό μια επαναστατική προοπτική, έστω και λανθάνουσα, πάντως δυναμική. Γι αυτό το λόγο, αν θεωρούμε τους εαυτούς μας ως μέρη της ιστορικής κίνησης που αλλάζει τον κόσμο, δεν έχουμε σήμερα άλλη επιλογή παρά να υποστηρίξουμε, καθένας από το πόστο του την αισιοδοξία της πράξης. Η ανάλυση του υπάρχοντος και η υπόδειξη των αντιφάσεών του, είναι μία ευχάριστη ενασχόληση για φιλοσόφους, δεν μπορεί όμως να νοηθεί ως πολιτικό πρόγραμμα για την κομμουνιστική απελευθέρωση.

“Γκρίζα η κάθε θεωρία, φίλε μου ακριβέ” κι όμως “το χρυσοδέντρι της ζωής, πράσινο θάλλει”
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

1 comments:

  1. Πάλι επανάσταση; Ακόμα καλά-καλά δεν τελειώσαμε με την προηγούμενη....Πολλές επαναστάσεις ρε παιδιά.... Σαν το "Φουστάνια, πολλά φουστάνια ρε παιδιά....!" του Κωνσταντάρα στο " Η Αλίκη στο Ναυτικό" !

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.