Το NBA άνοιξε και για φέτος την αυλαία του και το G-Weekend Journal... θυμάται τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ. Έναν από τους μεγαλύτερους θρύλους που έκαναν πράξη το... I LOVE THIS GAME!
Καθόλου διαφορετικός
Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ περιμένει στο στιλπνό, ψυχρό λόμπι του Langham Palace στο Μανχάταν. Βρίσκεται σε ένα μέρος που δεν είναι «φιλικό» για ανθρώπους του ύψους του. Κάθεται στον δερμάτινο καναπέ με τα χέρια του να αγκαλιάζουν τα γόνατα του. Μελαγχολική πόζα που ταιριάζει περισσότερο σε άλλο σκηνικό. Σε παραλία το βράδυ ή ξεκούραση μετά από μεγάλη πεζοπορία. Φορά μπλούζα του UCLA και τζιν. Χαλαρά ριγμένα πάνω του. Αν και προέρχεται από εγχείρηση bypass δεν δείχνει καθόλου διαφορετικός από τον παίκτη που διηνύε τις τελευταίες του μέρες στους Λέικερς. Η μόνη ένδειξη ότι έχει γεράσει είναι το λευκό στο γενάκι του.
Η αναμονή του είχε σκοπό. Περίμενε δημοσιογράφο των «New York Times». Θα περνούσε όλη τη μέρα μαζί του. Οι συστάσεις έγιναν μόνο γιατί ήταν απαραίτητες. Δεν υπήρξε άλλη διάχυση.
Ποτέ δεν “αγκαλιάστηκε” από το κοινό
Ο Τζαμπάρ δεν είναι συνηθισμένη περίπτωση παίκτη. Βρίσκεται στη δημοσιότητα εδώ και πέντε δεκαετίες και ο θύμος είναι το συναίσθημα που κυριαρχεί στους περισσότερους δημοσιογράφους που έχουν συναναστραφεί μαζί του. Η δυστροπία και καχυποψία έχουν εξήγηση. Για να γίνει αποδεκτός μαύρος αθλητής την εποχή που αγωνιζόταν ο Καρίμ, «όφειλε» να είναι ταπεινός, ευλαβικός και συνεχώς να ευχαριστεί τους λευκούς που του έδωσαν την ευκαιρία να γίνει πλούσιος και διάσημος! Ο Τζαμπάρ όμως δεν ταίριαζε σε αυτό το μοντέλο. Διοχέτευε-φίλτραρε την έμφυτη αδεξιότητα του μέσα από το σκληρό πρόσωπο της ανωτερότητας. Παρά το γεγονός ότι άλλοι συναθλητές και ίδιου χρώματος με αυτόν είχαν γίνει αποδεκτοί και από τη δαιμονοποίηση είχαν περάσει στη φήμη και τη δόξα, ο ίδιος ποτέ δεν “αγκαλιάστηκε” από το κοινό.
Αφορμή γι’ αυτή την ιδιαίτερη συνάντηση το συγγραφικό έργο του Τζαμπάρ. Τελευταίο του βιβλίο το «Mycroft Holmes» το οποίο έγραψε μαζί με την Anna Waterhouse. Πρόκειται για το πρώτο μυθιστόρημα, αλλά συνολικό το δέκατο βιβλίο που εκδίδει. Εκεί θα «βρείτε» τον ανήσυχο, σκεπτόμενο και πάντα αμφισβητία Τζαμπάρ. Τα βιβλία του δεν είναι ανάλαφρες αγιογραφίες που απλά γεμίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Έχει συγγράψει δύο ειλικρινείς αυτοβιογραφίες για τις αγωνιστικές του μέρες, μια ολοκληρωμένη Ιστορία των Αφρο-Αμερικανών, απομνημονεύματα για την περίοδο που μεγάλωσε στη σκιά του ρεύματος του «Harlem Renaissance» και ένα ιστορικό βιβλίο, με πολύ καλή ιστορική έρευνα, για μαύρο τάγμα που πολέμησε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αν ήθελε όμως να συζητήσει για το βιβλίο του, για τις επιρροές του ή κάτι άλλο σχετικό, θα έκανε κάποια κίνηση. Αντιθέτως. Για 15 λεπτά κοίταγε τα νύχια του με μια υποψία απογοήτευσης στο βλέμμα.
Η εικόνα του ορθολογιστή
Η σιγή των δύο «σπάει» από την παρουσία της Ντέμπορα Μοράλες. Η μάνατζερ του Τζαμπάρ για περισσότερα από δέκα χρόνια. Χειρίζεται όλες τις δημόσιες εμφανίσεις, δεσμεύσεις του με ενθουσιασμό σαν να παίζει ακόμη και να κερδίζει τίτλους. Το πάθος της όμως έχει αποδώσει. Τα τελευταία χρόνια ο Τζαμπάρ αρθρογραφεί σε σημαντικά αμερικάνικα ΜΜΕ (Time, Esquire, κ.α), ενώ συχνά εμφανίζεται ως πολιτικός σχολιαστής στο MSNBC και το CNN. Η εικόνα του είναι αυτή του ορθολογιστή. Παραθέτει αποσπάσματα λογοτεχνικών έργων και επιχειρεί να τοποθετήσει τις ιδέες στο ιστορικό τους πλαίσιο. Σχεδόν ΠΟΤΕ δεν μιλά για μπάσκετ και την καριέρα του στο άθλημα.
Στο μεταξύ ο Καρίμ, αφού έλεγξε τον χώρο βγήκε από το ξενοδοχείο. Η Μοράλες συνοδεύει τον δημοσιογράφο στο αυτοκίνητο που περιμένει ο πελάτης της. Ο οδηγός άκουγε ειδήσεις και η Μοράλες ζήτησε να αλλάξει σταθμό. Να βάλει τζαζ. Το δρομολόγιο που είχε φτιάξει η Μοράλες περιλάμβανε επίσκεψη στο ζωολογικό κήπο και γεύμα στο Empire State. Παράξενο, μια και ο Τζαμπάρ δεν αισθάνεται άνετα στο πλήθος.
Ο αυστηρός Τζαμπάρ
Στις 10 π.μ., κι ενώ ο Τζαμπάρ περπατούσε ανάμεσα στα εκθέματα, οι διάδρομοι του ζωολογικού είχαν γεμίσει από μικρά παιδιά. Κοίταγαν τον πιο ψηλό άνδρα που είχαν δει ποτέ τους ώσπου ένας από τους συνοδούς ψιθύρισε στον άλλο «είναι ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ». Ο Καρίμ συνέχισε τη βόλτα του αποφασισμένος να τους αγνοήσει. Η παρέα έβλεπε τα ζώα. Ο Τζαμπάρ κοιτούσε με απάθεια. Κάποιες στιγμές ανέφερε, ξερά, γεγονότα για την αναπαραγωγή ή για το φυσικό τους περιβάλλον. Ο αυστηρός Τζαμπάρ αλλάζει όταν βρίσκεται στον χώρο διασκέδασης του κήπου. Η Μοράλες τον βάζει να κάτσει σε ένα τεράστιο, ψεύτικο ιστό αράχνης για να βγάλουν φωτογραφία για τη σελίδα του στο Facebook. Του ζητά να δείξει φοβισμένος. «Μα δεν είμαι» απαντά. Με τα πολλά πείθεται και παίρνει την ανάλογη έκφραση. Καθώς προχωρούν, άντρας με το παιδί του τον αναγνωρίζει και αφού φωνάζει τον τίτλο του «ένας από τους καλύτερους παίκτες στην ιστορία του μπάσκετ» ανοίγει τα χέρια για αγκαλιά! Ο Καρίμ καμπουριάζει, πέφτει στην αγκαλιά του και κοιτά μίζερα το κενό πίσω από το κεφάλι του άντρα. Το πρόβλημα ήταν ότι άντρας και παιδί δεν επρόκειτο να κάνουν πέρα και να αφήσουν ήσυχο τον Τζαμπάρ. Τότε, προχωρά σε επίδειξη απότομου νεύματος για να δείξει την ενόχληση του. Η Μοράλες δίνει μια κάρτα με την υπογραφή του Τζαμπάρ στον μικρό. Ο πατέρας βλέπει τη φιγούρα που υποχωρεί. Πιάνει τον γιο του από τους ώμους και πάνε αργά, αργά στο επόμενο έκθεμα του ζωολογικού κήπου.
Όχι άνθρωπος-σώμα
Ο Τζαμπάρ ήταν παίκτης επιπέδου σούπερ σταρ. Η ομάδα του σχολείου του, “Power Memorial” κέρδισε 71 σερί παιχνίδια! Στο UCLA κατέκτησε τρεις εθνικούς τίτλους και ανακηρύχθηκε άλλες τόσες M.O.P (σ.σ Most Outstanding Player). Στο ΝΒΑ φόρεσε έξι δαχτυλίδια πρωταθλητή (όσα και ο Τζόρνταν) ενώ έλαβε έξι φορές τη διάκριση του MVP. Τέλος, είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του ΝΒΑ. Παρ' όλα αυτά, οι συζητήσεις για τη σπουδαιότητα του συνοδεύονται πάντα από μια ασαφή ενόχληση. Λες και η κυριαρχία του πρέπει να υποδειχθεί και όχι να ανήκει στα κεκτημένα του. Για κάποιον άγνωστο λόγο δεν γίνεται άμεσα αποδεκτή.
Ο ίδιος προσπάθησε επανειλημμένα να παρουσιάσει τη δική του πλευρά. Στο σχολείο, τα καλοκαίρια εργαζόταν σε εφημερίδα του Χάρλεμ. Μάλιστα, κάλυψε τις ταραχές του 1964 ενώ οι λογοτεχνικές φιλοδοξίες δεν υποχώρησαν ποτέ.
Στα μέσα της δεκαετίας του '70 ο συγγραφέας Γκέι Ταλίς, ενώ έκανε έρευνα για το βιβλίο του, συνάντησε τον Τζαμπάρ στην έπαυλη του Playboy. Ο Ταλίς τον άκουσε να του λέει ότι ήθελε να γίνει αθλητικός δημοσιογράφος όταν αποσυρθεί. Ο συγγραφέας δεν περίμενε κάτι τέτοιο και την ερμήνευσε βάσει φιλοδοξιών και σώματος. Ερμηνεία που “εξηγούσε” τον ανορθολογισμό του Καρίμ. Παίκτης με το ύψος και τις ικανότητες του να θέλει να μικρύνει τους όρους που καθορίζουν το μέγεθος των φιλοδοξιών. Δεν περιμένεις από πρωταγωνιστή να θέλει να περιοριστεί στη συγγραφή αθλητικών άρθρων. Ήθελε να συγχρωτίζεται με λογοτέχνες. Σαν να υπήρχε κομμάτι του εαυτού του που δεν δεχόταν να είναι άνθρωπος-σώμα.
“Είσαι ένα μπουκάλι γάλα”
Το 1983 εξέδωσε το “Giant Steps”, την πρώτη από τις δύο συναρπαστικές αυτοβιογραφίες. Σε αυτό γράφει για τα χρόνια που μεγάλωσε ('50s, '60s) σε γειτονιά του Άνω Μανχάταν. Μοναχοπαίδι. Ο πατέρας του εκπαιδευόμενος τρομπονίστας που έγινε αστυνομικός και η μητέρα μια κομψή κυρία που ήθελε ο γιος της να λάβει την κατάλληλη μόρφωση.
Ως παιδί -το όνομα του ήταν Ferdinand Lewis Alcindor Jr- ήταν ενταγμένος σε ένα ποικιλόμορφο, ετερόκλητο σύνολο της μεσαίας τάξης. Η αθωότητα του διαλύθηκε όταν ο καλύτερος του φίλος, ένα λευκό αγόρι με το όνομα Τζόνι, τον πρόδωσε στην Α' Γυμνασίου αποκαλώντας τον “λαγουδάκι της ζούγκλας” και “νέγρο”. Ο Τζαμπάρ αναφέρει ότι γέλασε μαζί του και του απάντησε “προσβάλλοντας” τον με τη φράση “είσαι... ε.... είσαι ένα μπουκάλι γάλα”. Ήταν το μοναδικό άσπρο πράγμα που μπορούσε να σκεφτεί.
Η “γνωριμία” με τον ρατσισμό
Ο Τζαμπάρ από το σχολείο ήταν γνωστός. Το όνομα του αναφερόταν στις αθλητικές στήλες και τον πλησίαζαν στον ηλεκτρικό. Λίγες εβδομάδες μετά τα 16α γενέθλια του, ο Ρίτσαρντ Άβεντον φωτογράφισε το πορτρέτο του. Ο προπονητής του, με τον οποίο ήρθε πολύ κοντά και τον προστάτεψε από τους δημοσιογράφους, ήταν ένας ευερέθιστος Ιρλανδός ονόματι Τζακ Ντόνοχιου. Του μίλαγε για τον ρατσισμό που είδε στο Φορτ Νοξ του Κεντάκι.
Σε ταξίδι του στη Βόρεια Καρολίνα το 1962 κατάλαβε τι εστί ρατσισμός. Ο Τζαμπάρ καταλάβαινε όσα του είχε πει ο κόουτς και συμφωνούσε. Ο Ιρλανδός του έλεγε ότι “ο ρατσισμός δεν θα πεθάνει αν δεν πεθάνουν οι ρατσιστές”. Ο φέρελπις νέος βιαζόταν να γίνει αυτό και η παρόρμηση τον καταλάμβανε. Παρεμπιπτόντως, οι σχέσεις με το Ντόνοχιου διαταράχθηκαν όταν ο προπονητής, στη διάρκεια τάιμ άουτ, του είπε ότι συμπεριφέρεται σαν “νέγρος”.
Την επόμενη χρονιά, η εκκλησία των Βαπτιστών στο Μπίρμινχαμ της Αλαμπάμα δέχτηκε βομβιστική επίθεση. Τέσσερα νεαρά κορίτσια πέθανα και ένα τυφλώθηκε. Η παρόρμηση του Τζαμπάρ μεταλλάχθηκε σε κάτι πιο δυνατό. Γράφει πως “Βλέποντας το ατελέσφορο της ηθικής οργής των μαύρων ιεροκηρύκων του νότου, την ψυχρή κάλυψη των ΜΜΕ και τη στάση του JFK, η οπτική μου για τον κόσμο κατέρρευσε. Η πίστη μου εξερράγη σαν τα χαλίκια της εκκλησίας, ο θυμός μου έγινε θραύσμα. Ευχαρίστως θα σκότωνα αυτούς που δολοφόνησαν τα κορίτσια”.
Η άρνηση και η διαπόμπευση από τα ΜΜΕ
Είχε φτάσει η ώρα του κολεγίου. Αφού τον βολιδοσκόπησαν σχεδόν όλα τα μεγάλα, κατέληξε στο UCLA όπου σπούδασε Ιστορία και Αγγλικά, ενώ “αιχμαλωτίστηκε” από την “Αυτοβιογραφία του Μάλκολμ Χ”.
Ο Τζαμπάρ έκανε άμεσα αίσθηση στο κολεγιακό πρωτάθλημα. Η επιτροπή κανονισμών του NCAA απαγόρεψε το κάρφωμα (!) εξ αιτίας του. Είχε 29.5 πόντους και 67% ποσοστό ευστοχίας. Κι άλλοι κάρφωναν, αλλά όχι με την ορμή του Καρίμ. Ο κανόνας πράγματι άλλαξε και πήρε το όνομα “Ο κανόνας Άλσιντορ”. Στο “Giant Steps” αναφέρει ότι το “έκαναν για να υπονομεύσουν την κυριαρχία μου στο παιχνίδι. Εάν ήμουν λευκός δεν θα το έκαναν. Το κάρφωμα είναι απόλαυση για τους θεατές και δεν υπήρχε ιδιαίτερος λόγος να προχωρήσουν σε αυτή την κίνηση πέρα από το ότι οι νέγροι έπαιρναν το άθλημα”. [...]
Το 1968 αρνείται να λάβει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικό. Δεν ήθελε να εκπροσωπεί χώρα που δεν του φέρεται ως ίσο. Ο Τύπος τον διαπόμπευσε. Ο Τζοε Γκαράτζιολα, πρώην παίκτης του μπέιζμπολ, στο “Today Show” τον ρώτησε γιατί δεν παίζει για την πατρίδα του. Η απάντηση αφοπλιστική. “Ναι εδώ ζω, αλλά δεν είναι στα αλήθεια πατρίδα μου”. Ο οικοδεσπότης του απάντησε ότι θα έπρεπε να φύγει τότε. Η σχέση του με τα ΜΜΕ έγινε χειρότερη.
Η παράδοση στο νέο
Το 1969 επιλέχθηκε από τους Μιλγουόκι Μπακς. Εκεί θα τελειοποιούσε την κίνηση-υπογραφή του. Το πασίγνωστο “Sky Hook”. Εκεί κέρδισε τρία, από τα έξι συνολικά, βραβεία MVP. Πριν τους αγώνες διάβαζε βιβλία στα αποδυτήρια για να αποφεύγει τους δημοσιογράφους. Στη λίστα του εκείνη τη χρονιά βρισκόταν, μεταξύ άλλων, και ο Σερ Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, δημιουργός του Σέρλοκ Χολμς. Έγινε διάσημος για τον τρόπο που επέπληττε τους ρεπόρτερ για τους οποίους πίστευε ότι προσπαθούσαν να τον παρασύρουν σε αμφιλεγόμενες απαντήσεις.
Η επιθετική συμπεριφορά όξυνε την κριτική εναντίον του. Ακόμη και οι εκφράσεις του προσώπου έμπαιναν στο μικροσκόπιο της ανάλυσης. Το βλοσυρό ύφος και το άχαρο τρέξιμο χρησιμοποιήθηκαν εις βάρος του. Όταν πήγε στους Λ.Α Λέικερς, 1975-76, κέρδισε άλλους δύο τίτλους MVP. Το 1979 προστέθηκε στην ομάδα ο Μάτζικ. Ο Τύπος τον έχρισε σωτήρα του συλλόγου και το απαραίτητο συμπλήρωμα του ψηλού. Αγωνιστικά και κοινωνικά. Το ζεστό χαμόγελο του Μάτζικ και η ευγενική του φυσιογνωμία ήταν το κατάλληλο συνοδευτικό για τον δύσθυμο Τζαμπάρ.
Ο Καρίμ γνώριζε που τον τοποθετούσαν σε αυτή την σχέση, όμως αφέθηκε στον ενθουσιασμό του νέου. Ανοίχτηκε με τον δικό του τρόπο. Θέλησε ο κόσμος να μάθει “ποιος είναι ο Τζαμπάρ” -και κυρίως γιατί ένιωθε τόσο μίσος απέναντι στους λευκούς- γράφοντας βιβλίο. Σε καμία περίπτωση όμως δεν απολογήθηκε. Εδώ εντοπίζεται και το παράδοξο με τον Τζαμπάρ. Νοιάζεται για την υστεροφημία και την κληρονομιά του γράφοντας τα απομνημονεύματα του και άλλα οκτώ βιβλία, αρνείται όμως να “επεξεργαστεί” την εικόνα του. Αντιθέτως, σου ζητά να δεχτείς την δική του οπτική για την αλήθεια, έστω κι να στα 68 του είναι δύσκολο μερικές φορές να είναι ευγενικός με τα παιδιά και να ανταλλάσσει χειραψία με ρεπόρτερ.
Λε Καρέ και Πόε
Σπάνια εκθέτει όλο του το ύψος. Συνήθως καμπουριάζει, αφού ο κόσμος δεν έχει φτιαχτεί για τόσο ψηλούς ανθρώπους. Απαραίτητη προσαρμογή, αλλά ίσως είναι αυτή που τον έχει κάνει μονόχνοτο. Σχεδόν αγοραφοβικό. Είναι χωρισμένος και έχει πέντε παιδιά. Μένει μόνος. Αν και υπεβλήθη σε τετραπλό bypass επιμένει ότι δεν του ήρθε καμία επιφοίτηση για τη ζωή που απειλείται. Την ώρα του γεύματος ήταν ευδιάθετος. Παράγγειλε τσίζμπεργκερ. Έφαγε πολύ προσεκτικά. Κάθε μπουκιά διαλεγμένη με ελαφρύ τσίμπημα. Μίλησε με ενθουσιασμό για τον Τζον Λε Καρέ και για το διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε “The Murders in the Rue Morgue” ενώ αναφέρθηκε και στο δικό του γράψιμο το οποίο δουλεύει τρεις ώρες κάθε πρωί. [...]
Συμβιβασμός; Τώρα είναι αργά
Όλα τα βιβλία του Τζαμπάρ έχουν γραφτεί σε συνεργασία με άλλον συγγραφέα. Στην ιστορία για το μαύρο τάγμα συνεργάστηκε με τον ποιητή Άντονι Γουόλτον. Τα λόγια του αποκρυπτογραφούν τον γρίφο Τζαμπάρ. “Φανταστείτε πώς ήταν να είσαι αυτός. Ήταν πάντα ο πιο ψηλός και είχε το μυαλό που έχει. [...] Είναι τύπος με διαφορετικό μυαλό”.
Το διαδίκτυο είναι ευλογία γι' αυτόν. Εκφράζει πιο εύκολα τον πολιτικό του λόγο και δεν διστάζει να συγκρουστεί (όπως με τον Ντόναλτ Τραμπ). Εννοείται ότι παρακολουθεί κάθε κίνηση διαμαρτυρίας-αντίστασης και δεν κρύβει ότι εάν υπήρχαν facebook, twitter στην εποχή του θα μπορούσε να επικοινωνήσει καλύτερα με τους οπαδούς. Αρχίζει να μιλά για τον Μάτζικ. Το άλλο του μισό. Ο άλλος του εαυτός. “Καταλάβαινα γιατί ο κόσμος τον αγαπούσε. Είχε αυτό το μεγάλο χαμόγελο και έτσι οι λευκοί σκέφτονταν ότι η ζωή του ήταν εντάξει. Πίστευαν ότι ο ρατσισμός δεν τον είχε αγγίξει. Έκαναν λάθος φυσικά. Αυτό όμως έβλεπαν σε αυτόν. Ο Μάτζικ έκανε τους ανθρώπους να αισθάνονται άνετα. Με τον εαυτό τους”.
Παραδέχεται, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η στάση απέναντι στα ΜΜΕ δεν ήταν ορθή. ΄Όχι γιατί όφειλε να υποχωρήσει, αλλά γιατί ο συμβιβασμός θα έδινε τη δυνατότητα στον κόσμο να μάθει ποιος πραγματικά είναι. Ξέρει ότι του κόστισε, όμως ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω και ο Τζαμπάρ έμαθε να προχωρά. Όχι να οπισθοχωρεί.
Πηγή: “nytimes”
Το είδαμε ΕΔΩ
Το είδαμε ΕΔΩ
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.