Αλήθεια, τι ζήτησε ο έλληνας πρωθυπουργός από την κ. Μέρκελ, τον κ. Ολάντ και από τους επικεφαλείς των λεγόμενων Θεσμών; Να του επιτρέψει η τρόικα να παραμείνει στη κυβερνητική εξουσία, για να λάβει η «συμφωνία» τους σάρκα και οστά!
Πώς; Μα, με την πραγματοποίηση ενός μέρους τουλάχιστον εκ των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος , έτσι ώστε να μπορέσει η κυβέρνησή του να συνεχίσει να επικοινωνεί («πουλά») τα μέτρα εσωτερικής υποτίμησης, ιδιωτικοποιήσεων και αντιοικονομικής στην ουσία φορολογικής πολιτικής στον ελληνικό λαό ως άδικη μεν αλλά αναγκαία διαδικασία που θα καταλήξει στην βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας, με την μετατροπή του χρέους σε «βιώσιμο».
Δηλαδή, ο κ. Τσίπρας λέει: εγώ εφαρμόζω εξαναγκαστικά το μνημόνιο-λιτότητας που έχω συμφωνήσει, αλλά για να συνεχίσω να το κάνω χωρίς μείζονες έως ανατρεπτικές αντιδράσεις στο εσωτερικό - από τον δικό μου τουλάχιστον πολιτικό χώρο - ζητώ την διαλογική (discursive) [δηλώσεις και εκδηλώσεις] υποστήριξη και κατά ένα ελάχιστο έστω βαθμό υλική βοήθεια (non-discursive) [: περαιτέρω εξομάλυνση των περιόδων αποπληρωμής, πρόγραμμα προστασίας της Ελλάδας από μελλοντικές αυξήσεις των επιτοκίων, άμεσα μέτρα για την εξάλειψη μιας μεγάλης αύξησης των επιτοκίων το 2017 σε ένα μικρό μέρος του χρέους και μερική έστω, αλλά επίσημη, ένταξη στον Μηχανισμό Ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ].
Με μια κουβέντα, ο κ Τσίπρας ζητεί να «αγοράσει» χρόνο ισορροπώντας την μεγέθυνση της λιτότητας με ένα σταδιακό έστω reprofiling του «επίσημου» ελληνικού χρέους, έτσι ώστε να μπορέσει να παραμείνει στα πράγμα στη βάση της πρόσβλεψης για αναχρηματοδότηση από πόρους της αγοράς και με την προβολή στο εσωτερικό της ικανοποίησης (: επιτυχίας) του βασικού του στόχου, που είναι η ελάφρυνση από το χρέος - έστω, όχι ως πλήρες σχέδιο αναδιάρθρωσης (restructuring).
Αυτό είναι ακριβώς που οι συνομιλητές του κ. Τσίπρα από την πλευρά του κουαρτέτου (τρόικας) δεν φαίνεται να του δίνουν. Γιατί, αφού θεωρητικά είναι αυτό που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει και τις δύο πλευρές; Διότι η τρόικα είναι πλέον βέβαιη πως τα περιθώρια υποχώρησης του κοινωνικού συμφέροντος στην Ελλάδα έχουν αμβλυνθεί σε τέτοιο βαθμό που η προοπτική και μόνον του reprofiling θα μπορούσε να νομιμοποιήσει πολιτικώς την διεύρυνση και εμβάθυνση των μέτρων λιτότητας. Όσο πλησιάζεις προς το reprofiling, τόσο πιστεύουν πως διευκολύνεται η πολιτική νομιμοποίηση των πρόσθετων μέτρων δημοσιονομικής και εμπορικής ασφυξίας, στο πλαίσιο αυτού που εννοούν ως «οικονομία της σωτηρίας της Ελλάδας εντός του Ευρώ». Και ως προς αυτό έχουν πλέον εταίρους την πλειονότητα του πολιτικού συστήματος, καθώς στους κεντροδεξιούς και κεντροαριστερούς προστέθηκαν (με την υπογραφή τους, αλλά με βαριά καρδία ) και οι πρώην «αντιμνημονιακοί» ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
Με αυτή την έννοια ο κ. Τσίπρας δεν τους ενδιαφέρει πλέον, καθώς ο ίδιος διέπραξε το κεφαλαιώδες διαπραγματευτικό σφάλμα να πολιτεύεται ως προς την τρόικα στη βάση ενός υποκριτικού μείγματος εμπιστοσύνης και καλής θέλησης (goodwill) που απορρέουν από το κοινό συμφέρον της μη-διάλυσης της ευρωζώνης. Τραγικό σφάλμα, το οποίο θα είχε αποφύγει αν είχε έμπειρους συμβούλους στο ζήτημα της λεγόμενης «diplomacy of violence», μια και ο ίδιος ποτέ δεν αρνήθηκε πως υπάρχει σοβαρή εξωτερική «βία για την προσαρμογή» - από την πλευρά της τρόικας.
Ένας τέτοιος σύμβουλος θα του παρουσίαζε εναλλακτικές στρατηγικές για την παραμονή της διαπραγμάτευσης στο επίπεδο της «αποφυγής κοινής πολιτικής και οικονομικής ζημίας» (avoidance of mutual damage). Αυτό πλέον «έχασε» ο κ. Τσίπρας και έτσι η διαπραγμάτευση δεν μπορεί να παραμείνει πλέον στο constructive πλαίσιο που όριζε θεωρητικά η συμφωνία για το Τρίτο Μνημόνιο. Τώρα ο κύριος Τσίπρας για να παραμείνει στο παιχνίδι της διαπραγμάτευσης, με ψευδοπολιτικά έστω στοιχεία, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να μετατρέψει το σχετικό αφήγημα της διαπραγμάτευσης από constructive σε aggressive, οδηγώντας έτσι τη χώρα ξανά σε εθνικές εκλογές.
Αν διαβάσεις τι γράφει σήμερα ο συμπολιτευόμενος Τύπου, αλλά και ένα σοβαρό μέρος εκ του «αντιπολιτευόμενου» θα δεις ανάγλυφα την αναγκαστική μεταστροφή στην ελληνική στάση κατά την διαπραγμάτευση. Αυτό σημαίνει πως ο κ. Τσίπρας απέτυχε πολιτικώς, καθώς απέτυχε παταγωδώς στη διαδικασία και το ύφος της διαπραγμάτευσης. Απέτυχε δηλαδή ως πολιτικός γενικώς και όχι ως αριστερός. Αυτό υποστηρίζω, αναγνώστη μου με απόλυτη ειλικρίνεια… και θέλω να πιστεύω απροκατάληπτα.
Η τρόικα εγκαταλείπει τον κ. Τσίπρα, επειδή ο ίδιος εγκατέλειψε την διπλωματία κατά την διαπραγμάτευση και παραδόθηκε σε μια μορφή (: στρατηγική της τρόικας) πολιτικής νομιμοποίησης ολόιδια με εκείνη που ταλαιπώρησε και στο τέλος «καθάρισε» άδοξα τους προηγούμενους από αυτόν πρωθυπουργούς της κρίσης. Την έπαθε, δηλαδή ακριβώς όπως οι προηγούμενοι. Γιατί; Αυτό θα προσεγγίσω σε ένα άλλο σημείωμα, προσφέροντας μερικές ίσως ενδιαφέρουσες ιδέες, οι οποίες ουσιαστικά φέρνουν τη συζήτηση για τη κρίση από «την οικονομία της σωτηρίας της Ελλάδας» στο θεμελιώδες ζήτημα της «σωτηρίας της οικονομίας της Ελλάδας», μέσω της αντιμετώπισης του μείζονος κοινωνικού ζητήματος της χώρας…
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.