του Alexander Mercouris,The Duran, 24-2-17

[Σοβαρό μήνυμα προς πολλούς αποδέκτες, που προφανώς αντλείται από αρμόδιες πηγές, είναι το κατωτέρω άρθρο τακτικού συνεργάτη ρωσικών μέσων διεθνούς ενημέρωσης, που εξηγεί τα στρατιωτικά δεδομένα που υπαγόρευσαν την ρωσική ανοχή στη τουρκική εισβολή στη Συρία και προεικάζει (;) τον τελεσιγραφικό χαρακτήρα που πρόκειται να προσλάβουν οι συνομιλίες Πούτιν και Ρώσων επιτελών με τον Ερντογάν τον Μάρτιο. Η διεξοδική ανάλυσή του είναι απολύτως διαφωτιστική και χρησιμότατη για κατανόηση, πρόβλεψη ,διερεύνηση και ενδεχομένως σχεδιασμούς.]

Παρουσίαση: Μιχαήλ Στυλιανού

Ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν θα συναντηθεί στη Μόσχα , στις 9 και 10 Μαρτίου, με τον Πρόεδρο Πούτιν και κορυφαία στελέχη της ρωσικής κυβέρνησης για σκληρές, όπως αναμένεται, συζητήσεις για τις διμερείς σχέσεις και για τον πόλεμο στη Συρία, μετά την τουρκική κατάληψη της πόλης Αλ-Μπάμπ.

Τα τουρκικά ΜΜΕ έγραψαν ότι θα συζητηθεί το πλήρες φάσμα των τούρκο-ρωσικών σχέσεων, οικονομικών και στρατιωτικών – συμπεριλαμβανομένου αναμφίβολα και του αιωρούμενου θέματος της πώλησης των προηγμένων αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 στη Τουρκία- και φυσικά του πολέμου στη Συρία.

Στο θέμα των πυραύλων, δεδομένου ότι η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ και ότι η αποτελεσματικότητα των S-400 συνίσταται στο ότι οι ΗΠΑ ελάχιστα ξέρουν γι’ αυτούς, υποπτεύομαι πως οι Ρώσοι θα είναι πολύ επιφυλακτικοί να τους πωλήσουν στους Τούρκους, με κίνδυνο να υπονομευθεί το σύστημα και να κοινοποιηθεί στο Ισραήλ και στις ΗΠΑ.

Πέραν των οικονομικών σχέσεων, οι συζητήσεις Πούτιν και Ερντογάν θα εστιαστούν στη Συρία. Οι δύο χώρες συμφώνησαν μιαν ανακωχή μεταξύ του συριακού στρατού και των τζιχαντιστών ανταρτών που υποστηρίζει η Τουρκία και η ανακωχή αυτή σε μεγάλο βαθμό γίνεται σεβαστή. Η Τουρκία είναι επίσης συνοργανώτρια με τη Ρωσία της ειρηνευτικής διάσκεψης της Αστάνα (πρωτεύουσας του Καζακστάν).

Λαμβανομένης υπόψη της εξάχρονης πεισματικής προσπάθειας της Τουρκίας να ανατρέψει τη κυβέρνηση της Συρίας, η παράδοση με διαπραγματεύσεις της πόλης Αλ-Παμπ από τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στον τουρκικό στρατό είναι ευνόητο ότι προκαλεί ανησυχίες.

Ωστόσο αξίζει να θυμηθούμε ότι η ρωσική αεροπορία βοήθησε τους Τούρκους να καταλάβουν τη πόλη, παρέχοντας στον τουρκικό στρατό αεροπορική υποστήριξη, γεγονός που οδηγεί αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι οι Τούρκοι κατέλαβαν την Αλ Μπαμπ με τη συγκατάθεση των Ρώσων.

Υπάρχει επομένως σήμερα ένας βαθμός συνεργασίας μεταξύ Ρώσων και Τούρκων στη Συρία, αν και είναι πιθανόν ότι ο βαθμός της συνεργασίας αυτής είναι περιορισμένος και ότι μπορεί να δει κανείς και αυτό γρήγορα μπορεί να καταρρέει.

Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποιοι είναι οι λόγοι της συνεργασίας των Ρώσων με τους Τούρκους στη Συρία. Το βασικό κίνητρο για τους Ρώσους είναι ότι έχουν ανάγκη τους Τούρκους για να διατηρήσουν σε λειτουργία τόσο τις ειρηνευτικές συνομιλίες όσο και την ανακωχή. Κρίσιμος παράγων είναι και οι περιορισμένες δυνάμεις του συριακού στρατού. Τα γεγονότα μετά την κατάληψη του Χαλεπιού εξεικονίζουν τα συνεχή προβλήματα που καλείται ν’ αντιμετωπίσει .

Ο στρατός της Συρίας αναγκάσθηκε να στείλει ενισχύσεις για ν’ αποκρούσει επιθέσεις του Ι.Κ. στις περιοχές της Παλμύρας και του Ντέιρ Εζόρ και να εξουδετερώσει μιαν απόπειρα των τζιχαντιστών να αποκόψουν τον δρόμο Χανάσερ, που συνδέει το Χαλέπι με περιοχές της ενδοχώρας υπό κυβερνητικόν έλεγχο, στην κεντρική και νότιο Συρία.

Ταυτόχρονα ο συριακός στρατός θα έπρεπε να βρει άνδρες να προστατέψει και το ίδιο το Χαλέπι, όσο προήλαυνε προς τη στρατηγική πόλη αλ Μπαμπ, βόρεια του Χαλεπιού. Παράλληλα έχει να ανασχέσει μια μεγάλη και επικίνδυνη συγκέντρωση πολεμιστών της Αλ Κάϊντα στη βόρεια επαρχία Χάμα, ενώ διατηρεί υπό πίεση το βασικό οχυρό της Αλ Κάϊντα, που είναι η επαρχία Ιντλίμπ.

Τέλος, αναγκάσθηκε να διαθέσει δυνάμεις για την εκκαθάριση της υπαίθρου πέριξ της Δαμασκού και να ανακτήσει τον έλεγχο του Ουαντί Μπαραντά, προκειμένου να αποκαταστήσει τον εφοδιασμό με νερό της πρωτεύουσας, παράλληλα διατηρώντας την ασφάλεια σ’ αυτήν και στις άλλες πόλεις υπό τον κυβερνητικό έλεγχο.

Τόσο πολλές επιχειρήσεις σε τόσα ευρύτατα διεσπαρμένα μέτωπα διαστέλλουν στο έπακρο τις περιορισμένες δυνάμεις του συριακού στρατού και θέτουν τους άνδρες του υπό σοβαρή πίεση, όσο και εάν αισθάνονται ότι έχουν τώρα τον αέρα της νίκης.

Πολύ απλά ο συριακός στρατός δεν μπορεί να έχει παντού και ταυτόχρονα την συντριπτική υπεροχή, γι’ αυτό κάποτε είναι υποχρεωμένος να αναδιπλωθεί και γι’ αυτό οι προωθήσεις του –αντίθετα προς των αντιπάλων του, όταν συμβαίνουν- είναι σταδιακές.

Οι επικρίσεις των διαφόρων ανακωχών που διαπραγματεύθηκαν οι Ρώσοι παραβλέπουν τη σημασία αυτού του παράγοντα: Ακριβώς επειδή είναι περιορισμένα τα μέσα του συριακού στρατού και τόσο άκρως εκτεταμένες οι υποχρεώσεις του, περισσότερο ωφελημένος από τις εκεχειρίες είναι ο στρατός της Συρίας και όχι οι αντίπαλοί του, εφ’ όσον οι ανακωχές του δίνουν τον απαραίτητο χρόνο και χώρο να αναπαυθεί και ανεφοδιασθεί και να συγκεντρώσει δυνάμεις εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη.

Ο πόλεμος στη Συρία είναι ένας εξαντλητικός πόλεμος φθοράς. Οι περιορισμένες δυνατότητες του συριακού στρατού σημαίνουν ότι δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Οι εκεχειρίες είναι αναγκαίο στοιχείο του είδους πολέμου που έχει να διεξαγάγει ο στρατός της Συρίας. Η ουσία είναι πως τον κερδίζει.

Αφού ο συριακός στρατός δεν έχει αρκετές δυνάμεις για να είναι παντού ισχυρός, έχει ανάγκη την ανακωχή με τους ενόπλους που υποστηρίζει η Τουρκία για να επικεντρώσει την επίθεσή του στους δυο πιο επίφοβους εχθρούς του: την Αλ Κάϊντα στα δυτικά της Συρίας και το Ι.Κ. στα ανατολικά. Αυτή είναι η στρατιωτική πραγματικότητα που βρίσκεται πίσω από τη συμφωνία των Ρώσων, για την εκεχειρία και τις συνομιλίες της Αστάνα, με τον Ερντογάν και τη Τουρκία και το γιατί, εφ’ όσον είναι στο χέρι των Τούρκων ν’ αποφασίσουν αν θα υπάρξει εκεχειρία, οι Ρώσοι είναι αναγκασμένοι να συνεργαστούν με τους Τούρκους και να συγκατανεύσουν στην κατάληψη του Αλ-Μπαμπ από αυτούς.

Οι Ρώσοι σίγουρα δεν άναψαν τον Αύγουστο στον Ερντογάν το πράσινο φως να εξαπολύσει την επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη και να στείλει στρατεύματα στο εσωτερικό της Συρίας. Αντίθετα αιφνιδιάστηκαν άσχημα όταν το έκανε ο Ερντογάν. Δεδομένης όμως της πραγματικής ανάγκης να εξασφαλιστεί η τουρκική υποστήριξη για την διατήρηση της εκεχειρίας, οι Ρώσοι υποχρεώθηκαν να κρύψουν την οργή τους και να συνεργαστούν με τους Τούρκους στη Συρία, αν και σε περιορισμένο βαθμό μόνο και χωρίς επίσημη δήλωση στήριξης στην επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» ή στην εκεί τουρκική παρουσία.

Στο θέμα του Αλ-Μπαμπ, με δεδομένο τον μεγάλο βαθμό στον οποίο συνδέθηκε το προσωπικό κύρος του προέδρου Ερντογάν με την κατάληψη της πόλης από τον τουρκικό στρατό, οι Ρώσοι – με την ανάγκη που έχουν της συνεργασίας του Ερντογάν για την διατήρηση της εκεχειρίας- δεν είχαν άλλη επιλογή από το να βοηθήσουν τον Ερντογάν να καταλάβει την Αλ-Μπαμπ.

Μια απόπειρα του συριακού στρατού να καταλάβει την πόλη θα διακινδύνευε άμεση σύγκρουσή του με τον τουρκικό στρατό, ενώ η άλλη ολέθρια επιλογή θα ήταν να αφεθεί η Αλ-Μπαμπ στον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους. Οποιαδήποτε από τις δύο αυτές επιλογές θα κινδύνευε να οδηγήσει σε κατάρρευση τη ρώσο-τουρκική συνεργασία στη Συρία, με τον Ερντογάν να πιστεύει πως οι Ρώσοι εργάζονται εναντίον του. Ευνόητο ότι η εκεχειρία μπορούσε να καταρρεύσει, ανανεώνοντας τις συγκρούσεις των φιλοτουρκικών ομάδων ενόπλων με τον στρατό της Συρίας και πολλαπλασιάζοντας τα προβλήματά του.

Εάν τα πραγματικά δεδομένα στη Συρία ανάγκασαν τους Ρώσους να συνεργασθούν με τον Ερντογάν και να συγκατατεθούν στην τουρκική κατάληψη του Αλ Μπαμπ, θα χρησιμοποιήσουν ωστόσο κατά βεβαιότητα τις συνομιλίες της Μόσχας για να καθορίσουν τα όρια κινδύνου, προειδοποιώντας τον Ερντογάν για το μέχρι που θα του επιτρέψουν να πάει. Αναμφίβολα θα του αποκλείσουν οποιαδήποτε περαιτέρω προώθηση προς το Χαλέπι και πιθανότατα θα τον προειδοποιήσουν εναντίον τουρκικής επέκτασης προς την Ράκα, η οποία θα προκαλούσε σύγκρουση με τους Κούρδους.

Υπάρχουν αντικειμενικά σοβαροί λόγοι γιατί ο πρόεδρος Ερντογάν μπορεί να δεχτεί αυτές τις κόκκινες γραμμές. Ο συνάδελφός μου ΄Ανταμ Γκάρι περιέγραψε τη συνθηκολόγηση του Ι.Κ. στο Αλ- Μπαμπ ως αντικατάσταση μιας «σχετικά ασθενούς δυνάμεως κατοχής» με μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις του κόσμου.»

Αμφισβητώ ότι ο τουρκικός στρατός είναι «μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις του κόσμου». Μολονότι ο τουρκικός στρατός είναι πράγματι στα χαρτιά ο δεύτερος μεγαλύτερος στο ΝΑΤΟ, αποδείχτηκε κάτ’ επανάληψη χειρότερος από τους τζιχαντιστές του Ι.Κ. σε σειρά μαχών γύρω και μέσα στη Αλ-Μπαμπ. Σε κάποιο βαθμό αυτό μπορεί να οφείλεται στην αποδιοργάνωση του με τις μαζικές εκκαθαρίσεις αξιωματικών, που ακολούθησαν την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου. Είναι όμως κυρίως συνέπεια της απροθυμίας του προέδρου Ερντογάν να αντιμετωπίσει τους τεράστιους πολιτικούς κινδύνους της αποστολής μεγάλων αριθμών στρατευσίμων τουρκικού πεζικού στη Συρία.

Το αποτέλεσμα είναι ότι οι τουρκικές δυνάμεις τη Συρία είναι ισχνές στο πεδίο και ευάλωτες σε επιθέσεις είτε από το Ι.Κ. είτε από την καλά οργανωμένη κουρδική πολιτοφυλακή, το YPG.

Μέχρι τώρα η αμερικανική και η ρωσική διπλωματία εμπόδισαν μια σύγκρουση μεγάλης κλίμακας μεταξύ των τούρκων στρατιωτικών τη Συρία και του YPG. Δοθέντος ωστόσο ότι και οι δυο θεωρούν αλλήλους θανάσιμους εχθρούς, εύκολα φαντάζεται κανείς τι θα συνέβαινε και πως σε τέτοια περίπτωση θα πολλαπλασιάζονταν τα προβλήματα του Ερντογάν στη Συρία.

Η επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» είναι πράγματι ένα καλό παράδειγμα των επαναληπτικών διπλωματικών σφαλμάτων του Ερντογάν. Τον Αύγουστο, την επαύριο της πραξικοπηματικής απόπειρας και παράλληλα με τις προσπάθειες να τα φτιάξει με τη Μόσχα, βρήκε και άρπαξε μιαν ευκαιρία για να αιφνιδιάσει τους Ρώσους, εξαπολύοντας την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» και να στείλει στρατεύματα μέσα στη Συρία. ΄Όπως πάντα, ωστόσο, δεν καλοεξέτασε τους κινδύνους και τις τελευταίες βδομάδες βρέθηκε πολύ κοντά στην επικίνδυνη θέση να βλέπει το στρατό του καθηλωμένο και υποκείμενο σε βαριές απώλειες. Για να αποφύγει την καταστροφή, πρώτα αναγκάσθηκε να φωνάξει τους Ρώσους σε βοήθεια και τελικά υποχρεώθηκε να κλείσει συμφωνία με τους τζιχαντιστές του Ι.Κ. για να δεχτούν να αποχωρήσουν από τα Αλ-Μπαμπ.

΄Εχοντας τώρα πάρει το Αλ Μπαμπ –και διασώζοντας έτσι το κύρος του- η λογική επιλογή για τον Ερντογάν θα ήταν να φύγει όσο βρίσκεται επάνω και να αξιοποιήσει τα κέρδη του με την «Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη» για να βελτιώσει τη θέση του στις συνομιλίες ειρήνευσης της Αστάνα για το μέλλον της Συρίας. Σε τέτοια περίπτωση δεν θα του ήταν δύσκολο να δεχτεί τις κόκκινες γραμμές της Μόσχας.

Το πρόβλημα όμως με τον πρόεδρο Ερντογάν είναι ότι δεν είναι καθόλου το είδος του ανθρώπου που μπορεί κανείς να εμπιστευτεί ότι θα ακολουθήσει τη λογική. Υπάρχει δυστυχώς πραγματικός κίνδυνος ότι, έχοντας καταλάβει το Αλ Μπαμπ, η «επιτυχία» θα του ανέβει στο κεφάλι και –ξεχνώντας πόσο κοντά βρέθηκε εκεί στην καταστροφή- θα ορμήσει πάρα πέρα και θα ποντάρει για περισσότερα. Ακούγεται ήδη μια παρανοϊκή κουβέντα για τη σύσταση ενός «προτεκτοράτου» της Τουρκίας στη Βόρειο Συρία, μια περιπέτεια που με τον χρόνο μπορεί να εμπλέξει τη Τουρκία σε περισσότερες συρράξεις επί συριακού εδάφους με τη κυβέρνηση της Συρίας, τους Κούρδους, το Ιράν και τη Ρωσία, που η Τουρκία δεν είναι σε θέση να επωμισθεί και πού απλά θα εξαντλήσουν τους πόρους της.

Ο Πρόεδρος Πούτιν και οι Ρώσοι θα προσπαθήσουν αναμφίβολα να εξηγήσουν όλα αυτά στον Πρόεδρο Ερντογάν όταν έρθει στη Μόσχα τον Μάρτιο.

Υπήρξαν στιγμές στη διάρκεια του περασμένου χρόνου όπου ο Πρόεδρος Ερντογάν έδειχνε αναλαμπές κατανόησης αυτής της πραγματικότητας και των ορίων μέσα στα οποία θα πρέπει να περιορίζονται οι ενέργειες της Τουρκίας. Ωστόσο ουδέποτε φάνηκε ικανός να το κάνει επί πολύ και δείχνει από ιδιοσυγκρασία ανήμπορος να εγκαταλείψει τις υπερφίαλες φιλοδοξίες του για τον εαυτό του και για την Τουρκία. Η επιτυχία ή αποτυχία των συνομιλιών της Μόσχας θα εξαρτηθεί τελικά από το κατά πόσο και μέχρι ποιου βαθμού θα σταθεί ικανός να επιτρέψει στους υπολογισμούς του προσωπικού του συμφέροντος να τιθασεύσουν τα αισθήματά του. Αλλά δυστυχώς κανένας που παρακολούθησε προσεκτικά την σταδιοδρομία του Ερντογάν δεν θα πόνταρε σ’ αυτό το παραμικρό ποσό.
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.