GILAD ATZMON *• Unz Review,JUNE 3, 2019
Ο τίτλος της χθεσινής Ynet παραδεχόταν αυτό που ήταν φανερό σε πολλούς σχολιαστές της Μέσης Ανατολής: Το Ισραήλ δεν μπορεί να κερδίσει τον επόμενο πόλεμο. Ο τίτλος του πιο έγκριτου Ισραηλινού στρατιωτικού συντάκτη Ρον Μπεν Γισάϊ αναφέρει: «Γιατί δεν θα κερδίσουμε τον επόμενο πόλεμο;». Μολονότι τα περισσότερα από τα άρθρα του Ben Yishai στην εβραϊκή αναδημοσιεύονται στην αγγλική έκδοση της Ynet, αυτό το άρθρο δεν μεταφράστηκε ως τώρα και για προφανείς λόγους. Είναι ίσως πάρα πολύ ανησυχητικό για τους Εβραίους της διασποράς.
Η συλλογιστική του Μπεν Γισάϊ είναι σαφής και στερεή: Το Ισραήλ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις στρατιωτικές απώλειες. Τα ζητήματα ασφάλειας του Ισραήλ έχουν πολιτικοποιηθεί. Οι στρατιωτικοί διοικητές υπόκεινται συχνά σε νομικές διαδικασίες, που οδηγούν σε σκληρές κυρώσεις, μεταξύ των οποίων και η θέση σε διαθεσιμότητα. Κατά συνέπεια πολλοί από αυτούς έχουν χάσει τον ζήλο τους. Η ισραηλινή κοινωνία είναι πολύ ευαίσθητη στις απαγωγές και στις επιδρομές αρπαγής και τελικά οι γονείς έχουν εμπλακεί πολύ στα στις υποθέσεις του στρατού. Ο Μπεν Γισάϊ συμπεραίνει ότι το Ισραήλ είναι πολύ αδύνατο: «Είτε πρόκειται για πόλεμο κατά της (παλαιστινιακής) Χαμάς, των Εσμπολά (του Λιβάνου), της Συρίας, ή όλων μαζί, δεν θα νικήσουμε!»
Ο Μπεν Γισάϊ είναι αρκετά έντιμος να παραδεχτεί δημόσια ότι οι εχθροί του Ισραήλ καταλαβαίνουν την ψυχολογική, πνευματική, πολιτιστική και πολιτική υφή της ισραηλινής κοινωνίας. Έχουν γνώση της αδυναμίας του Ισραήλ και της παράλυσης των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων και ενεργούν σε αυτή την βάση. Κατά τον Μπεν Γισάϊ, ο Σιϊτικός άξονας, η Χαμάς και οι Σαλάφι-Τζιχαντιστές κατανοούν όλοι ότι «δεν θα μπορούσαν να καταστρέψουν το Ισραήλ με μιαν ή δύο βίαιες στρατιωτικές ενέργειες και επομένως συνέχισαν ένα πόλεμο στρατηγικής φθοράς εναντίον μας». «Οποιοσδήποτε γύρος βίας ή πόλεμος, με ανολοκλήρωτα αποτελέσματα υπέρ του Ισραήλ, θα ιδωθεί ως ένα νέο καρφί στο φέρετρο των Σιωνιστών», λέει ο Μπεν Γισάϊ. «Βλέπουν την δημόσια υστερία για τις απώλειες στην δική μας πλευρά. Παρατηρούν την φρενίτιδα των ΜΜΕ, που υποσκάπτει την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών πολιτών, βλέπουν τις ανακριτικές επιτροπές που τιμωρούν στρατιωτικούς διοικητές μετά από κάθε γύρο βίας και που οδηγεί σε δυσπιστία προς την τάξη των πολιτικών και στην διαδικασία λήψης των αποφάσεών τους.»
Ο Μπεν Γισάϊ παρατηρεί σωστά ότι όλα αυτά σημειώνονται όταν «το Ιράν έχει μιαν αξιόπιστη ικανότητα να απειλήσει το Ισραήλ με πυρηνικά όπλα και βαλλιστικούς πυραύλους.» Ο Μπεν Γισάϊ προβλέπει ότι η ισραηλινή κοινωνία θα καταρρεύσει εσωτερικά και οι Εβραίοι που αναζητούν μια καλύτερη ζωή και είναι «αρκετά χαλασμένοι» για να ενεργήσουν σύμφωνα, θα διασκορπιστούν σε όλο τον κόσμο, σε αναζήτηση μιας πιο ήσυχης και ασφαλέστερης θέσης κάτω από τον ήλιο.
Καμιά από αυτές τις παρατηρήσεις δεν είναι νέα για εμένα. ΄Ηδη από τα 1980, μετά την πρώτη Ιντιφάντα (άοπλη παλαιστινιακή εξέγερση), άκουσα Ισραηλινούς στρατηγούς να ομολογούν δημόσια ότι «για να νικήσουν οι Παλαιστίνιοι το μόνο που έχουν ανάγκη είναι να επιζήσουν». Παλαιστίνοι αναλυτές έχουν γράψει επί χρόνια ότι «μπορεί το Ισραήλ να έχει πολλά φονικά όπλα, αλλά οι Παλαιστίνιοι διαθέτουν μιαν βόμβα, την δημογραφική βόμβα».
΄Εχω επισημάνει κατ΄επανάληψη στα γραφτά μου ότι το Ισραήλ δεν κέρδισε ούτε έναν πόλεμο μετά το 1967. Ακόμη και όταν νίκησε στο πεδίο της μάχης (όπως το 1973), δεν μπόρεσε να πετύχει τους στρατιωτικούς στόχους του. Και περιέργως, η μεγαλύτερη στρατιωτική νίκη του Ισραήλ το 1967 επιφόρτισε την χώρα με ορισμένα πολιτικά, στρατηγικά και δημογραφικά προβλήματα που έχουν καταστήσει την μελλοντική επιβίωση του εβραϊκού κράτους, στη σημερινή μορφή του, ένα μη ρεαλιστικό σενάριο. ΄Όπως ο Ρον Μπεν Γισάϊ (αλλά πολύ πριν από αυτόν) υποστήριζα πάντα ότι το Ισραήλ ζει σε δανεικό χρόνο.
Αλλά το Ισραήλ και ο στρατός του δεν είναι μόνοι. Οι στρατοί της Αμερικής, της Βρετανίας και της Γαλλίας, μαζί με του ΝΑΤΟ γενικά, είναι επίσης ανίκανοι να κερδίσουν πολέμους. Ο σοβιετικός στρατός ηττήθηκε στο Αφγανιστάν για τους ίδιους λόγους. Οι σύγχρονοι στρατοί δεν κερδίζουν πολέμους, είναι καλοί για να σπέρνουν παράπλευρες απώλειες. Είναι μάλιστα πιθανό οι σύγχρονοι στρατοί να μη προορίζονται για να κερδίζουν πολέμους. Η πραγματική αποστολή τους είναι να συντηρούν το στρατιωτικό-βιομηχανικό πλέγμα συμφερόντων, με συνεχή πόλεμο.
Μια σύγκρουση με την Χαμάς, για παράδειγμα, οδηγεί σε αυξανόμενη ζήτηση για τον Ισραηλινό Σιδερένιο Θόλο. Η Βρετανία, η Αμερική και η Γαλλία εξαπολύουν τον ένα εγκληματικό πόλεμο μετά τον άλλο, δεν νικούν ποτέ, αλλά συντηρούν σταθερά την παραγωγή φονικών μηχανών. Η Ρωσία πράγματι κέρδισε πρόσφατα έναν πόλεμο μαζί με το Ιράν. Αυτό αμέσως μεταφράστηκε σε αγορές όπλων.
Αλλά το πράγμα πηγαίνει μακρύτερα. Οι Δυτικοί στρατοί καλούνται να ακολουθούν στρατιωτικούς αντικειμενικούς σκοπούς που καθορίζονται από δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Στην μετά-πολιτική εποχή, η όλη πολιτική τάξη είναι ανησυχητικά δυσλειτουργική και μοναδική στην ανικανότητά της να παραγάγει μελετημένες αποφάσεις, για να μην πούμε για στρατιωτικούς αντικειμενικούς σκοπούς. Οι πολεμοχαρείς κομπορρημοσύνες του Προέδρου Τραμπ εναντίον της Συρίας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας είναι τέλεια παραδείγματα των πιο πάνω. Ο Τραμπ απειλεί να εξαπολύσει πολέμους με την συχνότητα που αλλάζει τις κάλτσες του, αλλά ποτέ δεν παρέχει στους στρατηγούς του ένα εύλογο σύνολο επιδιώξεων. Ο Ομπάμα, ο Κάμερον και ο Σαρκοζί δεν ήσαν καλύτεροι. Δεν κατάφεραν να ορίσουν τους στόχους για την εισβολή στην Λιβύη ή για οποιαδήποτε άλλη εγκληματική νεοσυντηρητική σύρραξη που εξαπέλυσαν.
Περιέργως, θα επιτρέψω στον εαυτό μου να αναφέρω ότι ένας από τους μόνους κρατικούς ηγέτες που έχουν πλήρη συναίσθηση της ανικανότητας των συγχρόνων στρατών να κερδίσουν πολέμους είναι ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ έχει συνείδηση του γεγονότος ότι ο στρατός του είναι ασθενής και ότι οι Ισραηλινοί είναι ακόμη πιο αδύνατοι. Αντίθετα προς τους προκατόχους του, ο Νετανιάχου προσπαθεί στην πραγματικότητα να αποφύγει συγκρούσεις μεγάλης κλίμακας με την Γάζα, την Συρία ή το Εσμπολά, όσο του είναι δυνατό. Ο Νετανιάχου δεν είναι «λάτρης της ειρήνης» ή «ανθρωπιστής». Είναι ευτυχής να αναθέτει σε εκπαιδευμένους σκοπευτές να σημαδεύουν αμάχους και « τους αφήνει» να σκοτώνουν παιδάκια που πλησιάζουν πάρα πολύ στο συρματόπλεγμα των συνόρων. Ο Νετανιάχου στέλνει «Ντρόουνς» να βομβαρδίζουν ιρανικούς στόχους στην Συρία. Αλλά είναι πολύ προσεκτικός να μην παρασύρει την περιοχή σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου δεν χρειαζόταν τον Ρον Μπεν Γισάϊ. Κατάλαβε πολλά χρόνια πριν ότι ο ισραηλινός στρατός και η ισραηλινή κοινωνία δεν μπορούν να κερδίσουν πολέμους. Αντί γι΄αυτό, αγοράζει χρόνο.
*Ο συντάκτης του ανωτέρω άρθρου είναι πολύ γνωστός Βρετανός συγγραφέας και μουσικός, εβραϊκής καταγωγής και θρησκεύματος, αποσυνάγωγος όμως και στόχος εχθρότητας στα δυναμικά λόμπυ της ισραηλινής διασποράς, για την παρρησία του λόγου και των κειμένων του στην αδιάλλακτη, αγωνιστική υπεράσπιση της αλήθειας, του δικαίου και της ειρήνης.
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Ο τίτλος της χθεσινής Ynet παραδεχόταν αυτό που ήταν φανερό σε πολλούς σχολιαστές της Μέσης Ανατολής: Το Ισραήλ δεν μπορεί να κερδίσει τον επόμενο πόλεμο. Ο τίτλος του πιο έγκριτου Ισραηλινού στρατιωτικού συντάκτη Ρον Μπεν Γισάϊ αναφέρει: «Γιατί δεν θα κερδίσουμε τον επόμενο πόλεμο;». Μολονότι τα περισσότερα από τα άρθρα του Ben Yishai στην εβραϊκή αναδημοσιεύονται στην αγγλική έκδοση της Ynet, αυτό το άρθρο δεν μεταφράστηκε ως τώρα και για προφανείς λόγους. Είναι ίσως πάρα πολύ ανησυχητικό για τους Εβραίους της διασποράς.
Η συλλογιστική του Μπεν Γισάϊ είναι σαφής και στερεή: Το Ισραήλ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις στρατιωτικές απώλειες. Τα ζητήματα ασφάλειας του Ισραήλ έχουν πολιτικοποιηθεί. Οι στρατιωτικοί διοικητές υπόκεινται συχνά σε νομικές διαδικασίες, που οδηγούν σε σκληρές κυρώσεις, μεταξύ των οποίων και η θέση σε διαθεσιμότητα. Κατά συνέπεια πολλοί από αυτούς έχουν χάσει τον ζήλο τους. Η ισραηλινή κοινωνία είναι πολύ ευαίσθητη στις απαγωγές και στις επιδρομές αρπαγής και τελικά οι γονείς έχουν εμπλακεί πολύ στα στις υποθέσεις του στρατού. Ο Μπεν Γισάϊ συμπεραίνει ότι το Ισραήλ είναι πολύ αδύνατο: «Είτε πρόκειται για πόλεμο κατά της (παλαιστινιακής) Χαμάς, των Εσμπολά (του Λιβάνου), της Συρίας, ή όλων μαζί, δεν θα νικήσουμε!»
Ο Μπεν Γισάϊ είναι αρκετά έντιμος να παραδεχτεί δημόσια ότι οι εχθροί του Ισραήλ καταλαβαίνουν την ψυχολογική, πνευματική, πολιτιστική και πολιτική υφή της ισραηλινής κοινωνίας. Έχουν γνώση της αδυναμίας του Ισραήλ και της παράλυσης των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων και ενεργούν σε αυτή την βάση. Κατά τον Μπεν Γισάϊ, ο Σιϊτικός άξονας, η Χαμάς και οι Σαλάφι-Τζιχαντιστές κατανοούν όλοι ότι «δεν θα μπορούσαν να καταστρέψουν το Ισραήλ με μιαν ή δύο βίαιες στρατιωτικές ενέργειες και επομένως συνέχισαν ένα πόλεμο στρατηγικής φθοράς εναντίον μας». «Οποιοσδήποτε γύρος βίας ή πόλεμος, με ανολοκλήρωτα αποτελέσματα υπέρ του Ισραήλ, θα ιδωθεί ως ένα νέο καρφί στο φέρετρο των Σιωνιστών», λέει ο Μπεν Γισάϊ. «Βλέπουν την δημόσια υστερία για τις απώλειες στην δική μας πλευρά. Παρατηρούν την φρενίτιδα των ΜΜΕ, που υποσκάπτει την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών πολιτών, βλέπουν τις ανακριτικές επιτροπές που τιμωρούν στρατιωτικούς διοικητές μετά από κάθε γύρο βίας και που οδηγεί σε δυσπιστία προς την τάξη των πολιτικών και στην διαδικασία λήψης των αποφάσεών τους.»
Ο Μπεν Γισάϊ παρατηρεί σωστά ότι όλα αυτά σημειώνονται όταν «το Ιράν έχει μιαν αξιόπιστη ικανότητα να απειλήσει το Ισραήλ με πυρηνικά όπλα και βαλλιστικούς πυραύλους.» Ο Μπεν Γισάϊ προβλέπει ότι η ισραηλινή κοινωνία θα καταρρεύσει εσωτερικά και οι Εβραίοι που αναζητούν μια καλύτερη ζωή και είναι «αρκετά χαλασμένοι» για να ενεργήσουν σύμφωνα, θα διασκορπιστούν σε όλο τον κόσμο, σε αναζήτηση μιας πιο ήσυχης και ασφαλέστερης θέσης κάτω από τον ήλιο.
Καμιά από αυτές τις παρατηρήσεις δεν είναι νέα για εμένα. ΄Ηδη από τα 1980, μετά την πρώτη Ιντιφάντα (άοπλη παλαιστινιακή εξέγερση), άκουσα Ισραηλινούς στρατηγούς να ομολογούν δημόσια ότι «για να νικήσουν οι Παλαιστίνιοι το μόνο που έχουν ανάγκη είναι να επιζήσουν». Παλαιστίνοι αναλυτές έχουν γράψει επί χρόνια ότι «μπορεί το Ισραήλ να έχει πολλά φονικά όπλα, αλλά οι Παλαιστίνιοι διαθέτουν μιαν βόμβα, την δημογραφική βόμβα».
΄Εχω επισημάνει κατ΄επανάληψη στα γραφτά μου ότι το Ισραήλ δεν κέρδισε ούτε έναν πόλεμο μετά το 1967. Ακόμη και όταν νίκησε στο πεδίο της μάχης (όπως το 1973), δεν μπόρεσε να πετύχει τους στρατιωτικούς στόχους του. Και περιέργως, η μεγαλύτερη στρατιωτική νίκη του Ισραήλ το 1967 επιφόρτισε την χώρα με ορισμένα πολιτικά, στρατηγικά και δημογραφικά προβλήματα που έχουν καταστήσει την μελλοντική επιβίωση του εβραϊκού κράτους, στη σημερινή μορφή του, ένα μη ρεαλιστικό σενάριο. ΄Όπως ο Ρον Μπεν Γισάϊ (αλλά πολύ πριν από αυτόν) υποστήριζα πάντα ότι το Ισραήλ ζει σε δανεικό χρόνο.
Αλλά το Ισραήλ και ο στρατός του δεν είναι μόνοι. Οι στρατοί της Αμερικής, της Βρετανίας και της Γαλλίας, μαζί με του ΝΑΤΟ γενικά, είναι επίσης ανίκανοι να κερδίσουν πολέμους. Ο σοβιετικός στρατός ηττήθηκε στο Αφγανιστάν για τους ίδιους λόγους. Οι σύγχρονοι στρατοί δεν κερδίζουν πολέμους, είναι καλοί για να σπέρνουν παράπλευρες απώλειες. Είναι μάλιστα πιθανό οι σύγχρονοι στρατοί να μη προορίζονται για να κερδίζουν πολέμους. Η πραγματική αποστολή τους είναι να συντηρούν το στρατιωτικό-βιομηχανικό πλέγμα συμφερόντων, με συνεχή πόλεμο.
Μια σύγκρουση με την Χαμάς, για παράδειγμα, οδηγεί σε αυξανόμενη ζήτηση για τον Ισραηλινό Σιδερένιο Θόλο. Η Βρετανία, η Αμερική και η Γαλλία εξαπολύουν τον ένα εγκληματικό πόλεμο μετά τον άλλο, δεν νικούν ποτέ, αλλά συντηρούν σταθερά την παραγωγή φονικών μηχανών. Η Ρωσία πράγματι κέρδισε πρόσφατα έναν πόλεμο μαζί με το Ιράν. Αυτό αμέσως μεταφράστηκε σε αγορές όπλων.
Αλλά το πράγμα πηγαίνει μακρύτερα. Οι Δυτικοί στρατοί καλούνται να ακολουθούν στρατιωτικούς αντικειμενικούς σκοπούς που καθορίζονται από δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Στην μετά-πολιτική εποχή, η όλη πολιτική τάξη είναι ανησυχητικά δυσλειτουργική και μοναδική στην ανικανότητά της να παραγάγει μελετημένες αποφάσεις, για να μην πούμε για στρατιωτικούς αντικειμενικούς σκοπούς. Οι πολεμοχαρείς κομπορρημοσύνες του Προέδρου Τραμπ εναντίον της Συρίας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας είναι τέλεια παραδείγματα των πιο πάνω. Ο Τραμπ απειλεί να εξαπολύσει πολέμους με την συχνότητα που αλλάζει τις κάλτσες του, αλλά ποτέ δεν παρέχει στους στρατηγούς του ένα εύλογο σύνολο επιδιώξεων. Ο Ομπάμα, ο Κάμερον και ο Σαρκοζί δεν ήσαν καλύτεροι. Δεν κατάφεραν να ορίσουν τους στόχους για την εισβολή στην Λιβύη ή για οποιαδήποτε άλλη εγκληματική νεοσυντηρητική σύρραξη που εξαπέλυσαν.
Περιέργως, θα επιτρέψω στον εαυτό μου να αναφέρω ότι ένας από τους μόνους κρατικούς ηγέτες που έχουν πλήρη συναίσθηση της ανικανότητας των συγχρόνων στρατών να κερδίσουν πολέμους είναι ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ έχει συνείδηση του γεγονότος ότι ο στρατός του είναι ασθενής και ότι οι Ισραηλινοί είναι ακόμη πιο αδύνατοι. Αντίθετα προς τους προκατόχους του, ο Νετανιάχου προσπαθεί στην πραγματικότητα να αποφύγει συγκρούσεις μεγάλης κλίμακας με την Γάζα, την Συρία ή το Εσμπολά, όσο του είναι δυνατό. Ο Νετανιάχου δεν είναι «λάτρης της ειρήνης» ή «ανθρωπιστής». Είναι ευτυχής να αναθέτει σε εκπαιδευμένους σκοπευτές να σημαδεύουν αμάχους και « τους αφήνει» να σκοτώνουν παιδάκια που πλησιάζουν πάρα πολύ στο συρματόπλεγμα των συνόρων. Ο Νετανιάχου στέλνει «Ντρόουνς» να βομβαρδίζουν ιρανικούς στόχους στην Συρία. Αλλά είναι πολύ προσεκτικός να μην παρασύρει την περιοχή σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου δεν χρειαζόταν τον Ρον Μπεν Γισάϊ. Κατάλαβε πολλά χρόνια πριν ότι ο ισραηλινός στρατός και η ισραηλινή κοινωνία δεν μπορούν να κερδίσουν πολέμους. Αντί γι΄αυτό, αγοράζει χρόνο.
*Ο συντάκτης του ανωτέρω άρθρου είναι πολύ γνωστός Βρετανός συγγραφέας και μουσικός, εβραϊκής καταγωγής και θρησκεύματος, αποσυνάγωγος όμως και στόχος εχθρότητας στα δυναμικά λόμπυ της ισραηλινής διασποράς, για την παρρησία του λόγου και των κειμένων του στην αδιάλλακτη, αγωνιστική υπεράσπιση της αλήθειας, του δικαίου και της ειρήνης.
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.