Manlio Dinucci/ Reseau International/ 28-7-21
Μετάφραση: Μ. Στυλιανού
Η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ – γράφει ο Αλμπέρτο Νέγκρι (il manifesto,23 Ιουλίου) – αντιστάθηκε στις πιέσεις τριών κυβερνήσεων – Ομπάμα, Τραμπ και Μπάιντεν – να εξαλείψουν τον North Stream 2, τον αγωγό φυσικού αερίου που συμπληρώνει τον North Stream ο οποίος είχε εγκαινιαστεί πριν από δέκα χρόνια, διπλασιάζοντας την παροχή ρωσικού αερίου στη Γερμανία. Από την άλλη πλευρά, «ο Νότιος Αγωγός, ο αγωγός αερίου Eni-Gazprom, απέτυχε». Ο Νέγκρι ορθώς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Μέρκελ «κέρδισε το παιχνίδι που χάσαμε».
Αμέσως τίθεται το ερώτημα: γιατί κέρδισε η Γερμανία και έχασε η Ιταλία; Ο τίτλος της Washington Post είναι σημαντικός: «ΗΠΑ και Γερμανία καταλήγουν σε συμφωνία για τον ρωσικό αγωγό, τερματίζοντας μια διαφωνία μεταξύ συμμάχων». Η συμφωνία, στην οποία κατέληξε ο Πρόεδρος Μπάιντεν με την Καγκελάριο Μέρκελ, έγινε και χαιρετίζεται έντονα από μια δικομματική ομάδα του Κογκρέσου, με επικεφαλής τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τζέι Ρις, ο οποίος προτείνει νόμο κατά του «κακόβουλου ρωσικού σχεδίου». Έτσι, πράγματι, η συμφωνία είναι μια «ανακωχή» (όπως την ορίζει ο Νέγκρι).
Ο λόγος που η κυβέρνηση Μπάιντεν αποφάσισε να την υπογράψει ήταν για να τερματίσει τη «διαφωνία» που επιδεινώνει τις σχέσεις με τη Γερμανία. Ωστόσο, η τελευταία πλήρωσε το «pizzo»(λύτρα που καταβάλλονται στη Μαφία) στον Αμερικανό αρχηγό, δεσμευόμενη – όπως ζήτησε η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ – να «προστατεύσει την Ουκρανία» (ουσιαστικά ήδη μέλος του ΝΑΤΟ) μέσω ενός επενδυτικού ταμείου ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων ως αποζημίωση για τις μειωμένες προσόδους της, καθώς οι δίδυμοι αγωγοί φυσικού αερίου North Stream περνούν από τη Βαλτική Θάλασσα παρακάμπτοντας το έδαφός της Ουκρανίας. Σε αντάλλαγμα, η Γερμανία έχει, τουλάχιστον προς το παρόν, την άδεια των ΗΠΑ να εισάγουν 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως από τη Ρωσία.
Τον αγωγό διαχειρίζεται η διεθνής κοινοπραξία Nord Stream AG, αποτελούμενη από 5 εταιρείες: Τη ρωσική Gazprom, τη γερμανική Wintershall και την Pegi/E.On, την ολλανδική Gasunie και τη γαλλική Engie. Έτσι, η Γερμανία γίνεται ο ενεργειακός κόμβος για τη διανομή ρωσικού φυσικού αερίου στο ευρωπαϊκό δίκτυο.
Τον ίδιο ρόλο θα μπορούσε να διαδραματίσει η Ιταλία με τον αγωγό φυσικού αερίου South Stream. Το έργο γεννήθηκε το 2006, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Prodi II, με τη συμφωνία που υπέγραψαν η Eni και η Gazprom. Ο αγωγός αερίου θα διέσχιζε τη Μαύρη Θάλασσα (στα ρωσικά, βουλγαρικά και τουρκικά χωρικά ύδατα) συνεχίζοντας διά ξηράς μέσω Βουλγαρίας, Σερβίας, Ουγγαρίας, Σλοβενίας και Ιταλίας προς το Ταρβίσιο (Ουντίν). Από εκεί το αέριο θα μοιραζόταν στο ευρωπαϊκό δίκτυο.
Η κατασκευή του αγωγού ξεκίνησε το 2012. Τον Μάρτιο του 2014, η Saipem (Eni) έλαβε μια πρώτη σύμβαση ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή του υποθαλάσσιου τμήματος. Αλλά εν τω μεταξύ, ενώ το πραξικόπημα στην πλατεία Mεϊντάν του Κιέβου επέσπευσε την ουκρανική κρίση, η κυβέρνηση Ομπάμα, μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενεργούσε για να βυθίσει το South Stream.
Τον Ιούνιο του 2014, μια αντιπροσωπεία της Γερουσίας των ΗΠΑ, με επικεφαλής τον Τζον Μακέιν, αφίχθη στη Σόφια, και διαβίβασε τις εντολές της Ουάσινγκτον στη βουλγαρική κυβέρνηση. Αμέσως, ανακοινώθηκε ότι οι εργασίες για το South Stream, στο οποίο η Gazprom είχε ήδη επενδύσει 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια, θα τερματιστούν. Έτσι, η Ιταλία έχανε όχι μόνο συμβάσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και τη δυνατότητα να έχει στο έδαφός της τον ρωσικό κόμβο διανομής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, από τον οποίο θα προέρχονταν ισχυρές εισροές και σημαντική ανάπτυξη θέσεων εργασίας.
Γιατί η Ιταλία τα έχασε όλα αυτά; Επειδή η κυβέρνηση Renzi (υπεύθυνη από το 2014 έως το 2016) και το Κοινοβούλιο αποδέχθηκαν με σκυμένο κεφάλι την εντολή της Ουάσιγκτον. Η Γερμανία της Μέρκελ, από την άλλη πλευρά, αντιτάχθηκε σε αυτήν. Έτσι, άνοιξε τη «διαμάχη μεταξύ συμμάχων» που ανάγκασε την Ουάσιγκτον να δεχθεί τον διπλασιασμό του North Stream, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν την αξίωση να αποφασίζουν με ποιες χώρες η Ευρώπη μπορεί να εισάγει φυσικό αέριο ή όχι. Θα τολμούσε μια ιταλική κυβέρνηση να ανοίξει μια διαμάχη κατά της Ουάσιγκτον για να υπερασπιστεί το εθνικό μας συμφέρον; Το γεγονός είναι ότι η Ιταλία έχει χάσει όχι μόνο τον αγωγό φυσικού αερίου αλλά και την εθνική κυριαρχία της.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Μετάφραση: Μ. Στυλιανού
Η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ – γράφει ο Αλμπέρτο Νέγκρι (il manifesto,23 Ιουλίου) – αντιστάθηκε στις πιέσεις τριών κυβερνήσεων – Ομπάμα, Τραμπ και Μπάιντεν – να εξαλείψουν τον North Stream 2, τον αγωγό φυσικού αερίου που συμπληρώνει τον North Stream ο οποίος είχε εγκαινιαστεί πριν από δέκα χρόνια, διπλασιάζοντας την παροχή ρωσικού αερίου στη Γερμανία. Από την άλλη πλευρά, «ο Νότιος Αγωγός, ο αγωγός αερίου Eni-Gazprom, απέτυχε». Ο Νέγκρι ορθώς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Μέρκελ «κέρδισε το παιχνίδι που χάσαμε».
Αμέσως τίθεται το ερώτημα: γιατί κέρδισε η Γερμανία και έχασε η Ιταλία; Ο τίτλος της Washington Post είναι σημαντικός: «ΗΠΑ και Γερμανία καταλήγουν σε συμφωνία για τον ρωσικό αγωγό, τερματίζοντας μια διαφωνία μεταξύ συμμάχων». Η συμφωνία, στην οποία κατέληξε ο Πρόεδρος Μπάιντεν με την Καγκελάριο Μέρκελ, έγινε και χαιρετίζεται έντονα από μια δικομματική ομάδα του Κογκρέσου, με επικεφαλής τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τζέι Ρις, ο οποίος προτείνει νόμο κατά του «κακόβουλου ρωσικού σχεδίου». Έτσι, πράγματι, η συμφωνία είναι μια «ανακωχή» (όπως την ορίζει ο Νέγκρι).
Ο λόγος που η κυβέρνηση Μπάιντεν αποφάσισε να την υπογράψει ήταν για να τερματίσει τη «διαφωνία» που επιδεινώνει τις σχέσεις με τη Γερμανία. Ωστόσο, η τελευταία πλήρωσε το «pizzo»(λύτρα που καταβάλλονται στη Μαφία) στον Αμερικανό αρχηγό, δεσμευόμενη – όπως ζήτησε η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ – να «προστατεύσει την Ουκρανία» (ουσιαστικά ήδη μέλος του ΝΑΤΟ) μέσω ενός επενδυτικού ταμείου ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων ως αποζημίωση για τις μειωμένες προσόδους της, καθώς οι δίδυμοι αγωγοί φυσικού αερίου North Stream περνούν από τη Βαλτική Θάλασσα παρακάμπτοντας το έδαφός της Ουκρανίας. Σε αντάλλαγμα, η Γερμανία έχει, τουλάχιστον προς το παρόν, την άδεια των ΗΠΑ να εισάγουν 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως από τη Ρωσία.
Τον αγωγό διαχειρίζεται η διεθνής κοινοπραξία Nord Stream AG, αποτελούμενη από 5 εταιρείες: Τη ρωσική Gazprom, τη γερμανική Wintershall και την Pegi/E.On, την ολλανδική Gasunie και τη γαλλική Engie. Έτσι, η Γερμανία γίνεται ο ενεργειακός κόμβος για τη διανομή ρωσικού φυσικού αερίου στο ευρωπαϊκό δίκτυο.
Τον ίδιο ρόλο θα μπορούσε να διαδραματίσει η Ιταλία με τον αγωγό φυσικού αερίου South Stream. Το έργο γεννήθηκε το 2006, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Prodi II, με τη συμφωνία που υπέγραψαν η Eni και η Gazprom. Ο αγωγός αερίου θα διέσχιζε τη Μαύρη Θάλασσα (στα ρωσικά, βουλγαρικά και τουρκικά χωρικά ύδατα) συνεχίζοντας διά ξηράς μέσω Βουλγαρίας, Σερβίας, Ουγγαρίας, Σλοβενίας και Ιταλίας προς το Ταρβίσιο (Ουντίν). Από εκεί το αέριο θα μοιραζόταν στο ευρωπαϊκό δίκτυο.
Η κατασκευή του αγωγού ξεκίνησε το 2012. Τον Μάρτιο του 2014, η Saipem (Eni) έλαβε μια πρώτη σύμβαση ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή του υποθαλάσσιου τμήματος. Αλλά εν τω μεταξύ, ενώ το πραξικόπημα στην πλατεία Mεϊντάν του Κιέβου επέσπευσε την ουκρανική κρίση, η κυβέρνηση Ομπάμα, μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενεργούσε για να βυθίσει το South Stream.
Τον Ιούνιο του 2014, μια αντιπροσωπεία της Γερουσίας των ΗΠΑ, με επικεφαλής τον Τζον Μακέιν, αφίχθη στη Σόφια, και διαβίβασε τις εντολές της Ουάσινγκτον στη βουλγαρική κυβέρνηση. Αμέσως, ανακοινώθηκε ότι οι εργασίες για το South Stream, στο οποίο η Gazprom είχε ήδη επενδύσει 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια, θα τερματιστούν. Έτσι, η Ιταλία έχανε όχι μόνο συμβάσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και τη δυνατότητα να έχει στο έδαφός της τον ρωσικό κόμβο διανομής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, από τον οποίο θα προέρχονταν ισχυρές εισροές και σημαντική ανάπτυξη θέσεων εργασίας.
Γιατί η Ιταλία τα έχασε όλα αυτά; Επειδή η κυβέρνηση Renzi (υπεύθυνη από το 2014 έως το 2016) και το Κοινοβούλιο αποδέχθηκαν με σκυμένο κεφάλι την εντολή της Ουάσιγκτον. Η Γερμανία της Μέρκελ, από την άλλη πλευρά, αντιτάχθηκε σε αυτήν. Έτσι, άνοιξε τη «διαμάχη μεταξύ συμμάχων» που ανάγκασε την Ουάσιγκτον να δεχθεί τον διπλασιασμό του North Stream, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν την αξίωση να αποφασίζουν με ποιες χώρες η Ευρώπη μπορεί να εισάγει φυσικό αέριο ή όχι. Θα τολμούσε μια ιταλική κυβέρνηση να ανοίξει μια διαμάχη κατά της Ουάσιγκτον για να υπερασπιστεί το εθνικό μας συμφέρον; Το γεγονός είναι ότι η Ιταλία έχει χάσει όχι μόνο τον αγωγό φυσικού αερίου αλλά και την εθνική κυριαρχία της.
Προσθέσετε το σχόλιό σας:
0 comments:
Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.