Articles by "Ήρωες"

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ήρωες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων




Ήταν 4 Φεβρουαρίου του 1843. Ο Γέρος του Μοριά, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης άφηνε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 73 ετών τις πρώτες πρωινές ώρες κι αφού την προηγουμένη είχε γλεντήσει στον χορό των ανακτόρων.

Ο θάνατός συγκλόνισε ολόκληρη την Ελλάδα.

«Σε κλαίνε χώρες και χωριά, σε κλαίνε βιλαέτια, σε καίει κ’ η Ντρομπολιτζά, μαζί με την Αθήνα». Και ο Σούτσος στον επικήδειο λόγο του τόνιζε: « Ανήρ μέγας ετελεύτησε. Και ο προσκληθείς να πλέξη το εγκώμιο αυτού, ανάγκη να περιλάβη ολόκληρον τον μέγαν ελληνικόν αγώνα». Τα λόγια του Κολοκοτρώνη ήταν η πίστη των αγωνιστών για μια ολόκληρη ζωή. «Ο θεός έδωσε την υπογραφή του για την ελευθερία της πατρίδας. Δεν την παίρνει πίσω». Και με αυτή την πίστη πορεύτηκε στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδος.


« Εγεννήθηκα- έλεγε- εις τα 1770, Απριλίου 3, την δευτέραν ημέραν της Λαμπρής, εις ένα βουνό, εις ένα δένδρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι».

Ο Κολοκοτρώνης καταλάβαινε πως πλησίαζε το τέλος της ζωής του και συχνά το μαρτυρούσε αυτό. Την τελευταία Αγία Τεσσαρακοστή λίγους μήνες πριν πεθάνει, θα καβαλήσει το άλογο του και θα επισκεφτεί τον αγαπημένο του Μωριά για να τον αποχαιρετήσει. Ήθελε να συγχωρέσει και να συγχωρεθεί από τους ανθρώπους που τον έβλαψαν και άλλου έβλαψε ο ίδιος. Παντού από όπου περνούσε δεχόταν θαυμασμό και αγάπη, τον χαιρετούσαν τα βουνά όπου κρυβόταν και τον καλωσόριζαν οι κάμποι. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, η μόνη εκκρεμότητα που του απόμενε ήταν να παντρέψει το γυιό του Κολίνο.

Τον είχε σπουδάσει και τον προόριζε για την πολιτική και τον πάντρεψε με την πλούσια εγγονή του άλλοτε ηγεμόνα της Βλαχίας πρίγκιπα Καρατζά. Στο γάμο που ήταν ένα από τα «κοσμικότερα» γεγονότα της εποχής, παραβρέθηκε ολόκληρη η Αθηναϊκή κοινωνία, ενώ ο Όθων πρόσταξε τη στρατιωτική μουσική να πάει στο σπίτι του Κολοκοτρώνη και να παίζει όλη την ημέρα.

Στις 3 Φεβρουαρίου δύο ημέρες μετά τον γάμο του γυιού του, στο παλάτι δόθηκε ένας μεγάλος χορός, όπου από τους πρώτους καλεσμένους ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Θυμήθηκε τα νιάτα του. Χόρεψε συρτό, τσάμικο και ήπιε παραπάνω.

Το υπουργικό συμβούλιο έκανε το πρόγραμμα της κηδείας και κήρυξε τριήμερο πένθος. Του φόρεσαν τη στολή του στρατηγού, του έζωσαν το σπαθί που είχε όταν πρωτοξεκίνησε ο αγώνας, του φόρεσαν τσαρούχια και τον τοποθέτησαν στο φέρετρο.

Κάτω στα πόδια του έβαλαν μια τούρκικη σημαία με το μισοφέγγαρο για να «πατάει για πάντα την Τουρκιά». Δεξιά και αριστερά του την περικεφαλαία, τον θώρακα του και τον σκέπασαν με τη Γαλανόλευκη.

1930 Η μεταφορά των οστών του στην Τρίπολη



Απόσπασμα από τα Απομνημονεύματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη

“Ήταν μια εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…

Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν.

Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.

– Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι.

– Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του”.


ΠΗΓΗ



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Μέσα στο παλιό νεκροταφείο της πόλης του Μονάχου, Alter Sudlicher Friedhof – Kapuziner Str., 80469 Munchen, υπάρχει ένας τάφος με το όνομα Λεωνίδας Ανδρούτσος, όπου είναι θαμμένος ο γιος του ήρωα του 1821 Οδυσσέα Ανδρούτσου.

Κάποια μέρα ο πρόεδρος του συλλόγου «Λόγου, Τέχνης και ελληνικού πολιτισμού της Βαυαρίας» Χρήστος Χατζησπυρίδης, διάβασε γι΄αυτόν τον τάφο και μαζί με την γυναίκα του Γεωργία έψαξαν και τον βρήκαν χορταριασμένο και παρατημένο.
Τον περιποιήθηκαν, καθιέρωσαν ετήσιο μνημόσιο μέσω του συλλόγου για τον άγνωστο γιο του Ήρωα και διηγήθηκαν την ιστορία του:


Γεννήθηκε το 1824 στις Λιβανάτες Φθιώτιδας από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και την γυναίκα του, Ελένη Καρέλη. Βαφτίστηκε Λεωνίδας προς τιμήν του ήρωα της Μάχης των Θερμοπυλών.
Όταν δολοφονήθηκε ο υπερήφανος Σταυραετός της Ρούμελης Οδυσσέας Ανδρούτσος, την νύχτα 4 προς 5 Ιουνίου 1825, η γυναίκα του Ελένη Καρέλη – Ανδρούτσου και ο γιος του Λεωνίδας, μόλις ενός έτους, βρέθηκαν σε τραγική κατάσταση.
Είχαν να αντιμετωπίσουν από την μιά την απειλή της ζωής τους αφού ο Ι. Γκούρας έπειτα από εντολή του Κωλέττη, είχε οργανώσει αποσπάσματα, τα οποία έψαχναν να τους βρουν και να τους δολοφονήσουν καί από την άλλη την φτώχεια και την ανέχεια.

Ο άτυχος ήρωας Οδυσσέας Ανδρούτσος, είχε διαθέσει όλη του την περιουσία, για τον Ιερό Αγώνα του Γένους και με δικά του χρήματα είχε οχυρωθεί η Ακρόπολη της Αθήνας.

Αλλά τι τραγική ειρωνία, το 1825 σ’ αυτό το φρούριο τον βασάνισαν (στόν Πύργο διπλα από τα Προπύλαια) και πέταξαν κάτω από τον Πύργο της Ακρόπολης το νεκρό του σώμα.
Έτσι μητέρα και γιος αναγκάστηκαν να κρύβονται σε σπίτια φίλων και σε σπηλιές, κατατρεγμένοι και φτωχοί.


Βασιλιάς στη Βαυαρία ήταν τότε ο φιλέλληνας Λουδοβίκος ο Α’, ο οποίος συγκινήθηκε από το δράμα της οικογένειας τού ήρωα και αποφάσισε να προστατέψει τον μικρό Λεωνίδα και την μητέρα του.
Έτσι λοιπόν τους κάλεσε στην Βαυαρία και τους φιλοξένησε στο παλάτι του.
Το μέλλον για τον μικρό Λεωνίδα ήταν πλέον λαμπρό, ο Λουδοβίκος τον είχε σαν γιο του και τον μεγάλωνε με τους καλύτερους δασκάλους.
Όμως δυστυχώς, η επιδημία χολέρας που θέριζε εκείνη την εποχή, δεν έκανε διάκριση σε κανένα, ούτε στον γιο του ήρωα, ούτε στον ευνοούμενο τού Βασιλιά.


Ο Λεωνίδας πέθανε στα δώδεκά του χρόνια, χτυπημένος από την φοβερή αρρώστια στις 11 Δεκεμβρίου 1836.
Ο Λουδοβίκος τον έθαψε με τιμές και κατέθεσε ένα ποσό στην τράπεζα, με την εντολή, να γίνεται η συντήρηση του τάφου, από τους τόκους των χρημάτων.
Μεσολάβησαν όμως τα γεγονότα του παγκοσμίου πολέμου, χάθηκαν τα χρήματα και ο μικρός Λεωνίδας ξεχάστηκε!


Στο ταφικό μνημείο του Λεωνίδα Ανδρούτσου χαράχτηκε δίγλωσση επιγραφή του φιλέλληνα ουμανιστή Θείρσιου στα ελληνικά και γερμανικά.
Εκτός από τα προσωπικά στοιχεία και την ιστορία του μνημείου, φέρει την εξής επιγραφή:


«Ειμί θάλος πολυανθές, υπ’ ανδρών βλαστέν αρίστων,οίτινες αντ’ αρετής έργ οδυνηρά πάθον.
Τον δε πάππον ελών νηλεώς εφόνευσ ο τύραννος,ου βία αλλά δολω, φάρμακα λυγρά διδούς.
Τον δ ου γεννητήρα, τον εν πολέμοις αδάμαστον, εχθροδαποί πύργον κρήμνισαν εκ μεγάλου.
Μήτηρ δε, η Παρνασσού ενί σπηλαίοις μ’έτικτεν,ενθάδε δωδεκάτη κλαύσεν αποφθίμενον»



Η μετάφραση στα νέα ελληνικά:
"Είμαι ένας μικρός θάμνος με πολλά άνθη, που με φύτεψαν με στοργή ξεχωριστοί άνθρωποι, οι οποίοι αντί για αγάπη, δόξα και τιμές, έπαθαν φοβερά δεινά.
Τον δοξασμένο παππού μου τον κυνήγησε και τον σκότωσε ο τύρανος Τούρκος που τον ξεγέλασε με τεχνάσματα και τον δηλητηρίασε.
Τον πατέρα μου, τον φοβερό και αδάμαστο πολεμιστή, αδερφικά ελληνικά χέρια, τον πέταξαν από τον ψηλό Πύργο της Ακρόπολης και τον σκότωσαν.
Η μητέρα μου, που με γέννησε στο απρόσιτο σπήλαιο του Παρνασσού, απαρηγόρητη με θρηνεί, εμένα το άτυχο παιδί της.
Κλάψε μητέρα κλάψε."


Athanasios Panagopoulos