Articles by "Δημογραφικό"

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημογραφικό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Επηρεάζει ο χώρος κατοικίας μας και πως την απόφαση μας για απόκτηση παιδιών;

Οι πολυκατοικίες στην Ελλάδα θεωρήθηκαν ως λύση στο στεγαστικό πρόβλημα που
είχε δημιουργηθεί λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης αλλά και μία επικερδής επένδυση για τους κατόχους οικοπέδων οι οποίοι με την αντιπαροχή αποκτούσαν διαμερίσματα τα οποία είτε μεταπωλούσαν είτε ενοικίαζαν.

Ρομαντικοί αρχιτέκτονες και πολιτικοί μηχανικοί υποστήριζαν ότι οι πολυκατοικίες έφερναν σε επαφή τις διάφορες κοινωνικές τάξεις και θα περιορίζονταν οι κοινωνικές ανισότητες, κάτι που δεν θα ήταν εφικτό διαφορετικά. Η σημερινή κατάσταση απέδειξε το αντίθετο και ανέδειξε διάφορα άλλα προβλήματα.

Ένα από αυτά είναι η υπογεννητικότητα. Η συζήτηση για την υπογεννητικότητα στη χώρα μας δεν λαμβάνει υπόψη της χωροταξικές συνθήκες ενώ σε επίπεδο οικονομικών συνθηκών εξαντλείται σε πολιτικές μικρών επιδομάτων.

Θα εστιάσω όμως στις χωροταξικές συνθήκες και πως η πυκνότητα πληθυσμού στα αστικά κέντρα επηρεάζει τον ρυθμό γεννήσεων.

Είναι γεγονός ότι η πυκνότητα επηρεάζει όσον αφορά τον αστικό ή μη χώρο. Σημαντικότερη όμως είναι η πυκνότητα του χώρου διαβίωσης ο οποίος είναι συνήθως μικρός στις πολυκατοικίες.

Σε σχετική έρευνα στην Αμερική, οι γυναίκες που ζουν σε διαμερίσματα ενός ή δύο υπνοδωματίων έχουν δείκτη γονιμότητας 1,2-1,35, βαθμός παρόμοιος με της Ιαπωνίας ή της Ιταλίας (στην Ελλάδα ο δείκτης είναι κάτω από 1,3 παιδιά ανά γυναίκα). Οι γυναίκες που έμεναν σε διαμερίσματα/κατοικίες με 3 υπνοδωμάτια είχαν κατά μέσο όρο1,9 – 2 παιδιά που είναι κοντά στον βαθμό αναπλήρωσης ενώ οι γυναίκες που ζούσαν σε μεγαλύτερα διαμερίσματα/κατοικίες είχαν 1,7-1,95 παιδιά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι ο δείκτης γονιμότητας στα μικρά διαμερίσματα/κατοικίες είναι κατά πολύ μικρότερος.



Το θέμα γίνεται χειρότερο για όσες γυναίκες ζουν σε διαμερίσματα και ειδικότερα οι γυναίκες που ζουν σε γκαρσονιέρες, διαμερίσματα με 1 ή δύο υπνοδωμάτια έχουν πολύ μικρότερο δείκτη γονιμότητας σε σχέση με τις γυναίκες που ζουν σε σπίτια με 1 – 2 υπνοδωμάτια. Αντίθετα, ο δείκτης γονιμότητας δεν επηρεάζεται είτε οι γυναίκες ζουν σε σπίτια είτε σε διαμερίσματα με 3 ή περισσότερα υπνοδωμάτια.

Σημαντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι τα μικρά διαμερίσματα και η πυκνότητα του πληθυσμού στην περιοχή που βρίσκονται συμβάλλουν στη χαμηλή γονιμότητα.

Σε περιοχές χαμηλής πυκνότητας πληθυσμού ακόμα και εάν οι κατοικίες είναι μικρές δεν επηρεάζει τη γονιμότητα.

Συνεπώς, η υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα μιας περιοχής μπορεί να προκαλέσει χαμηλή γονιμότητα γιατί οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να μένουν σε μικρότερες κατοικίες.

Σε παλαιότερες έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι δεν είναι μόνο η πυκνότητα του πληθυσμού που είναι σημαντική για μία περιοχή και μία κατοικία αλλά και η αίσθηση που έχουν οι άνθρωποι για την πυκνότητα ή τη μελλοντική πληθυσμιακή πυκνότητα μιας περιοχής (υποκειμενική πυκνότητα).

Τα διαμερίσματα δημιουργούν αυτή την αίσθηση της υποκειμενικής πυκνότητας γιατί οι αυστηρές πολεοδομικές ρυθμίσεις απαγορεύουν την επέκταση των χώρων.

Πέραν όμως αυτού, η υποκειμενική αίσθηση της πυκνότητας του χώρου σε μία πολυκατοικία εντείνεται από την έλλειψη κήπου, την ασφάλεια στην περιοχή και τους θορύβους και τις μυρωδιές που αναγκαστικά μοιράζονται όλα τα διαμερίσματα.

Συνεπώς, έχει διαπιστωθεί, ότι η υποκειμενική αίσθηση της πυκνότητας και η ζωή στα διαμερίσματα μειώνουν τη γεννητικότητα.

Η ζωή στα διαμερίσματα έχει και την κοινωνική της διάσταση.

Η έρευνα έδειξε επίσης ότι όταν τα παιδιά εξακολουθούν να ζουν για μεγάλο χρονικό διάστημα με τους γονείς, όπως συμβαίνει αρκετά χρόνια στην Ελλάδα λόγω παράδοσης αλλά κυρίως λόγω οικονομικής στενότητας, τόσο μειώνεται ο δείκτης γονιμότητας.

Όσον αφορά τις κοινωνικές τάξεις, η ζωή στα διαμερίσματα μελών της χαμηλής,μεσαίας και ανώτερης εργατικής τάξης περιόρισε τη γεννητικότητα τους ειδικότερα όταν είχαν να αντιμετωπίσουν συνθήκες στην αγορά που καθιστούν απαγορευτική τη μετάβαση σε μεγαλύτερους χώρους (βλ. Άνοδος της τιμής των κατοικιών).




Η ιδιοκτησία επηρεάζει επίσης τη γεννητικότητα. Οι ιδιοκτήτες κατοικιών έχουν μεγαλύτερη γεννητικότητα σε σχέση με τους ενοικιαστές και αυτό γιατί τα ζευγάρια θέλουν πρώτα να εξασφαλίσουν σταθερότητα στη στέγη και μετά να αποκτήσουν παιδιά.

Η συζήτηση για το μέγεθος των κατοικιών χρονολογείται ήδη από τη δεκαετία του 1970 στα πλαίσια μίας επικρατούσας μαλθουσιανής λογικής περιορισμού του πληθυσμού (ο Τόμας Μάλθους υποστήριζε ότι όταν ο πληθυσμός δεν περιοριστεί θα αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο ενώ η διατροφή αυξάνεται με αριθμητική πρόοδο).

Θεωρήθηκε λοιπόν, με άλλα λόγια, ότι ο περιορισμός του πληθυσμού θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συγκέντρωση του σε πυκνοκατοικημένες πόλεις και θα διασφάλιζε την επιβίωση του αλλά με μειωμένη γεννητικότητα, σε μικρά διαμερίσματα.

Στις ημέρες μας η μαλθουσιανή αυτή λογική για περιορισμό δεν έχει αλλάξει εάν κρίνουμε από τις συζητήσεις για υπερπληθυσμό του πλανήτη. Συνεπώς, η συζήτηση για την υπογεννητικότητα είναι μάλλον υποκριτική. Ειδικότερα δε εάν λάβουμε υπόψιν μας τα πλάνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις πόλεις οι οποίες θεωρούνται κέντρα υπηρεσιών για τις γύρω περιοχές τους, χώροι δημιουργικότητας αλλά και κινητήριος δύναμη της οικονομίας. Ειδικότερα δε η πυκνότητα των πόλεων υποστηρίζεται από τη λογική ότι λόγω της πληθυσμιακής πυκνότητας θα περιοριστούν οι εκπομπές άνθρακα και θα γίνει εξοικονόμηση ενέργειας.

Η πυκνότητα όμως περιορίζει τη γεννητικότητα, όπως προαναφέρθηκε. Κατά συνέπεια, η υπογεννητικότητα δεν φαίνεται να αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα ενώ η πληθυσμιακή πυκνότητα των πόλεων μπορεί να ενισχυθεί με τα μεταναστευτικά ρεύματα παρά με τη γεννητικότητα των αυτοχθόνων.

Διαπιστώνουμε λοιπόν την περίπλοκη σχέση μεταξύ των χωροταξικών συνθηκών και της υπογεννητικότητας. Η συγκέντρωση του πληθυσμού σε μικρά διαμερίσματα σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπως είναι η Αθήνα, φαίνεται ότι ασκεί αρνητική επίδραση στη γεννητικότητα. Η συνεχιζόμενη αύξηση του πληθυσμού στις πόλεις και οι οικονομικές πιέσεις (βλ. Ανεργία, οικονομική κρίση κτλ.) ενισχύουν περαιτέρω την υπογεννητικότητα. Οι πολιτικές για τις πόλεις δίνουν έμφαση στην ενεργειακή αποδοτικότητα ενώ παραβλέπουν τη σημαντικότητα δημιουργίας ενός φιλικού προς την οικογένεια περιβάλλοντος.

Εάν λοιπόν, οι προθέσεις για την καταπολέμηση της υπογεννητικότητας είναι ειλικρινείς θα πρέπει να συνοδεύονται από στοχευμένες πολιτικές στήριξης στις οποίες ο χωροταξικός σχεδιασμός με ανάπτυξη περιοχών φιλικές προς τις οικογένειες σε συνδυασμό με μία ολοκληρωμένη οικονομική πολιτική μείωσης της φορολόγησης της ιδιοκτησίας, και όχι μόνο παροχή οικογενειακών επιδομάτων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όπως και οι ανάγκες στέγασης των οικογενειών. Διαφορετικά, μήπως θυσιάζουμε τις μελλοντικές γενιές, κυρίως αυτοχθόνων, για τις σύγχρονες πολιτικές αστικού σχεδιασμού;



Πηγές

Browning, M. (1992) Children and Household Economic Behavior, Journal of Economic Literature, 30(3), σελ. 1434-1475.

Felson, M. , Solaun, M. (1975) The Fertility - Inhibiting Effect of Crowded Apartment Living in a Tight Housing Market, American Journal of Sociology, 80(6), σελ.. 1410-1427.

Kulu, H., Vikat, A. (2007) Fertility differences by housing type: The effect of housing conditions or of selective moves?, Demographic Research, 17, σελ. 775-802.

Παυλέας, Σ. (2014) Η Δομή και η Ανάπτυξη του ελληνικού συστήματος αστικών κέντρων/. Διαθέσιμο στο: https://www.academia.edu 
Simon, J.L. (1969) The Effect of Income on Fertility, Population Studies, 23(3), σελ. 327-341.

Stone, L. (2024) More Crowding, Fewer Babies: The Effects of Housing Density on Fertility. Διαθέσιμο στο: https://ifstudies.org/blog/more-crowding-fewer-babies-the-effects-of-housing-density-on-fertility




Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Νέα στοιχεία προβλέπουν ότι ο πληθυσμός της θα μειωθεί απότομα έως και 25% έως το 2070, πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 4%. 

Το 2022, η χώρα κατέγραψε λιγότερες από 77.000 γεννήσεις, τις χαμηλότερες εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, ενώ οι θάνατοι έφτασαν τις 140.000. 

Οι οικονομικές προκλήσεις, οι χαμηλοί μισθοί και η υψηλή ανεργία έχουν οδηγήσει πολλούς νέους Έλληνες στο εξωτερικό, επιδεινώνοντας την κρίση. 

Το ποσοστό γονιμότητας στην Ελλάδα είναι πλέον μόλις 1,32 γεννήσεις ανά γυναίκα, οδηγώντας σε γήρανση του πληθυσμού. 



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Γράφει ο Καθηγητής Γιώργος Πιπερόπουλος*

Ξεκινώ δηλώνοντας ότι προσωπικά ΔΕΝ μου άρεσαν καθόλου, επειδή εγκυμονούν πολλούς κινδύνους και δεν συνιστούν στείρα ΑντιΚυβερνητική κριτική, οι χθεσινές ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΚΕΣ αναφορές στην «επίλυση» του Δημογραφικού μας προβλήματος με τη βοήθεια των μεταναστών!..

Συνεχίζω δηλώνοντας ότ ΔΕΝ είμαι ο μόνος που ασχολήθηκε με το χρόνιο οξύ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ μας πρόβλημα στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Καθώς, όμως, αναδύεται και πάλι στην επικαιρότητα η δραματική μείωση του πληθυσμού της Πατρίδας μας φέρνω στην προσοχή σας το παρακάτω κείμενό μου που φιλοξενήθηκε στον Τύπο τέλη της δεκαετίας του 1980, και μετά στις αρχές του 2000 (τότε που ανθούσε το Χρηματιστήριο στη χώρα του «Σημιτικού Εκσυγχρονισμού»).

Είναι κοινά αποδεκτό, με αντικειμενικά κριτήρια χωρίς πολιτικές εμπάθειες και σκοπιμότητες, ότι εξαιτίας των τελευταίων 13 μηνών της καταστροφικής πανδημίας covid-19 θα πρέπει να διαχειριστούμε στο εγγύς μέλλον (και πάλι μετά το 2010 τότε που οι «Σύμμαχοι» μας γονάτισαν με τα «Μνημόνια»), πολύ δύσκολες οικονομικά, κοινωνικά και υγειονομικά ημέρες φοβάμαι ότι για μια ακόμη φορά θα αποθέσουμε το ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ στις περιβόητες συμβολικές «Ελληνικές καλένδες».

Δείτε παρακάτω το σχετικό ηχητικό από την ομιλία μου για το ΟΞΥ δημογραφικό μας πρόβλημα που έκανα στη Σχολή Γονέων Κατερίνης τον Νοέμβριο του 1992 και ευχαριστώ το αγαπημένο blog για την φιλοξενία!

https://www.youtube.com/watch?v=DwlNfXDLgR4

Δεν θα τολμήσω να κάνω μια βαθιά τομή στο καυτό ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ μας πρόβλημα διότι δεν το επιτρέπει ο χώρος, αλλά θα σκιαγραφήσω, σύντομα, τις ψυχοκοινωνικές του διαστάσεις επειδή σε αυτές πιστεύω ότι εστιάζονται και οι αιτίες και μαζί και οι πιο αποδοτικές λύσεις του.

Στις δεκαετίες που μας πέρασαν διάφορες Επιτροπές της Βουλής κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι βασικές αιτίες του δημογραφικού μας προβλήματος ήταν μεταξύ άλλων:

Ο χώρος κατοικίας (32 % των Ελλήνων ζει εγκλωβισμένο σε μικρά διαμερίσματα ενώ πολλά νέα ζευγάρια δεν έχουν δική τους στέγη)

Το πολύ ψηλό κόστος ανατροφής των παιδιών και η παροχή παιδείας και (παραπαιδείας)

Η ανεργία των νέων που μεταθέτει το γάμο και την απόκτηση παιδιών

Ο υπέρμετρος ατομικός ευδαιμονισμός

Προχωρώντας με αυτά τα δεδομένα και αυτούς τους ρυθμούς βλέπουμε ότι το έτος 2021 ο πληθυσμός της Ελλάδος έφτασε να είναι μόλις 10,423,054, της Αλβανίας 2,877,797 (δεν υπολογίζονται όσοι ζούνε σε γειτονικές χώρες όπως π.χ. στην Ελλάδα), της Β. Μακεδονίας 2,083,374, της Βουλγαρίας 6,948,445. και της Τουρκίας 84,339,067, (από τα οποία τα 51 εκατ. στις ηλικίες ανάμεσα στα 15 και 64 χρόνια!)

https://www.worldometers.info/population/countries-in-europe-by-population/

Εξετάζοντας συνοπτικά τα δημογραφικά μας στοιχεία διαπιστώνουμε ότι ανέκαθεν η χώρα μας ήταν κοινωνία «προσφύγων και ξενιτεμένων».

Το 1907 η Ελλάδα αριθμούσε 2,631,952 ψυχές και αργότερα μετά τους βαλκανικούς πολέμους και τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο φτάσαμε το 1920 τον αριθμό 5,061,889. Τελικά το 1923 μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών φτάσαμε να είμαστε 6,010,000 άτομα.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ενσωματώθηκαν στον κορμό της Ελλάδας και νέα κύματα προσφύγων, χάσαμε σχεδόν ένα εκατομμύριο στην δεκαετία του 1940 και στη συνέχεια η αστυφιλία γέμισε τις πόλεις μας με άνεργο πληθυσμό ενώ ερημώθηκε η περιφέρεια.

Στη δεκαετία του 1960 κορυφώθηκε και η μεγάλη πληθυσμιακή διαρροή σχεδόν ενός εκατομμυρίου συμπολιτών μας στις αγορές εργασίας της Ευρώπης και κυρίως της Δυτικής Γερμανίας, αφού είχαν ήδη προηγηθεί τα επίσης μεγάλα μεταναστευτικά κύματα της μεταπολεμικής δεκαετίας του 1950 προς τον Καναδά, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ.

Και μετά την υπαγωγή στα Μνημόνια, μεταξύ του 2010 – 2019 υπολογίζεται ότι «χάσαμε» από 150- 400 χιλιάδες νέους από τους οποίους πάρα πολλοί πτυχιούχοι Πανεπιστημίων και ΑΤΕΙ και πολλοί κάτοχοι Μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών που προτίμησαν την ξενιτιά από την ανεργία και από απολαβές που θυμίζουν χαρτζιλίκι και όχι μηνιαίους μισθούς...

Αστυφιλία και νέο «στυλ ζωής»

Οι ελληνικές οικογένειες της υπαίθρου λειτουργώντας μέσα στο κοινωνικό-οικονομικό σύστημα μιας γεωργοκτηνοτροφικής Ελληνικής πραγματικότητας παρέμειναν “εκτεταμένες” στη δομή τους (τρείς γενιές συμβίωναν στον ίδιο οικολογικό χώρο) και πολυμελείς ενώ, αντίθετα, οι οικογένειες των αστικό-βιομηχανικών μας κέντρων προσαρμοζόμενες στις απαιτήσεις και τις ιδιομορφίες του νέου τρόπου ζωής μεταλλάχθηκαν σε “πυρηνικές” όπου το κάθε ζευγάρι προσαρμοζόμενο στις απαιτήσεις της ζωής αποκτούσε ένα ή το πολύ δύο παιδιά. Αναμφίβολα η έλλειψη χώρου, η απασχόληση και των δύο γονέων και η έλλειψη παππούδων και γιαγιάδων που θα μπορούσαν να αναλάβουν την φροντίδα των παιδιών οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια τη σύγχρονη ελληνική οικογένεια στη σμίκρυνση…

Για να διατηρηθεί μια σταθερή αυξητική τάση στην δημογραφική οντότητα και τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας πρέπει οι γεννήσεις να υπερβαίνουν τους θανάτους αλλά ήδη στην Ε.Ε. ο μέσος όρος είναι σχεδόν μηδενικός. Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η φυσική αύξηση του ελληνικού πληθυσμού (γεννήσεις μείον θάνατοι) ήταν της τάξης του 12 και 13 % για να φτάσει τώρα στο εντυπωσιακό επίπεδο πολύ κάτω του 1 % δηλαδή σε ΑΡΝΗΤΙΚΑ μεγέθη καθώς εδώ και μερικά χρόνια στην Ελλάδα έχουμε σε ετήσια βάση περισσότερους θανάτους από γέννες και μάλιστα στις γέννες υπολογίζονται και δεκάδες χιλιάδες αλλοεθνών (νόμιμων προσφύγων μεταναστών αλλά και λαθρομεταναστών!)

Αξίζει να σημειωθεί ότι:

1) Οι οικογένειες που ΔΕΝ έχουν παιδιά ήταν 785,452 το 2001 και έφτασαν τις 913,279 το 2011.

2) Οι οικογένειες με ΕΝΑ παιδί ήταν 642,450 το 2001 και αυξήθηκαν στις 715,342 το 2011

3) Οι οικογένειες με ΔΥΟ παιδιά ήταν 693,830 το 2001 και έπεσαν στις 680,955 το 2011

4) Οι οικογένειες με ΤΡΙΑ παιδιά ήταν 150,171 το 2001 και έπεσαν στις 140,639 το 2011

5) Οι οικογένειες με ΤΕΣΣΕΡΑ παιδιά ήταν 32,083 το 2001 και έπεσαν στις 27,051 το 2011

6) Οι οικογένειες με περισσότερα από 4 παιδιά από 8,374 το 2001 έπεσαν στις 6,435 το 2011

Με άλλα λόγια αυτά καθ’ αυτά τα δημογραφικά μας μεγέθη ΕΙΝΑΙ ανησυχητικά και γίνονται περισσότερο δραματικά εξαιτίας συγκεκριμένων κοινωνικών και οικονομικών συγκυριών και Εθνικών λόγων.

Ήδη αυτό φαίνεται στην διαπίστωση της ανατροπής της πληθυσμιακής πυραμίδας που έχει επιδεινώσει τα προβλήματα είσπραξης πόρων από οικονομικώς ενεργά άτομα και απόδοσης συντάξεων σε απόμαχους της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και στις επεκτατικές βλέψεις των Τούρκων.

Εάν η Ελλάδα γειτόνευε με Αυστριακούς, Ελβετούς, Βέλγους ή Γερμανούς τότε το δημογραφικό μας πρόβλημα δεν θα είχε την ιδιόμορφη οξύτητα που σήμερα έχει.

Αυτό φυσικά είναι μιά ουτοπία…

Σίγουρα δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους γεωπολιτικούς μας γείτονες και τους δικούς τους ρυθμούς δημογραφικών εξελίξεων. Μπορούμε, όμως, και επιβάλλεται να αλλάξουμε τις νέες αξίες μας που μεγέθυναν την αίσθηση του στείρου ατομικισμού και της καταναλωτικής μανίας, εξουδετέρωσαν την ιδέα ότι μέσα από τα παιδιά μας προεκτείνεται, με την ευλογία του Θεού, η υπαρξιακή μας οντότητα στο μέλλον και η συνέχιση της εθνικής μας υπόστασης.

Οι ψυχοκοινωνικές διαστάσεις του προβλήματος μπορούν να αλλάξουν εάν θυμηθούμε την πατροπαράδοτη αγάπη μας για την οικογένεια και τα παιδιά. Τόσες και τόσες γενιές κατατρεγμένων προσφύγων Ελλήνων Ποντίων, Μικρασιατών και άλλων (όπως ο υπογράφων γιός Πόντιου εκ Ρωσίας πατέρα και Σμυρνιάς - Μικρασιάτισσας μητέρας) επιβιώσαμε σε ασύγκριτα χειρότερες συνθήκες αλλά τότε τα παιδιά ήταν ευλογία ενώ τώρα…Βάρος!

Αναμφισβήτητα για πολλές δεκαετίες το Ελληνικό Πολιτικό Σύστημα αδράνησε με αποτέλεσμα από σοβαρό να μετουσιωθεί σε ΟΞΥ το χρόνιο ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ πρόβλημα!...

----------------------------------------------------------------

*O Γιώργος Πιπερόπουλος, Δρ Κοινωνιολογίας - Ψυχολογίας, είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου




Γράφει ο Καθηγητής Γιώργος Πιπερόπουλος

Ξεκινώ δηλώνοντας ότι ΔΕΝ είμαι ο μόνος που ασχολήθηκε με το χρόνιο οξύ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ μας πρόβλημα στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Καθώς, όμως, αναδύεται και πάλι στην επικαιρότητα η δραματική μείωση του πληθυσμού της Πατρίδας μας (το 2020 σημειώθηκαν 131.839 θάνατοι και 85.605 γεννήσεις) φέρνω στην προσοχή σας το παρακάτω κείμενό μου που φιλοξενήθηκε στον Τύπο τέλη της δεκαετίας του 1980, και μετά στις αρχές του 2000 (τότε που ανθούσε το Χρηματιστήριο στη χώρα της «φαιδρής πορτοκαλιάς»).
https://www.kathimerini.gr/economy/561309769/meiothike-oso-pote-o-ellinikos-plithysmos-tin-perasmeni-chronia/

Είναι κοινά αποδεκτό, με αντικειμενικά κριτήρια χωρίς πολιτικές εμπάθειες και σκοπιμότητες, ότι εξαιτίας των τελευταίων 13 μηνών της καταστροφικής πανδημίας covid-19 θα πρέπει να διαχειριστούμε στο εγγύς μέλλον (και πάλι μετά το 2010 τότε που οι «Σύμμαχοι» μας γονάτισαν με τα «Μνημόνια»), πολύ δύσκολες οικονομικά, κοινωνικά και υγειονομικά ημέρες φοβάμαι ότι για μια ακόμη φορά θα αποθέσουμε το ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ στις περιβόητες συμβολικές «Ελληνικές καλένδες».

Δείτε παρακάτω το σχετικό ηχητικό από την ομιλία μου για το ΟΞΥ δημογραφικό μας πρόβλημα που έκανα στη Σχολή Γονέων Κατερίνης τον Νοέμβριο του 1992 και ευχαριστώ το αγαπημένο blog για την φιλοξενία!

https://www.youtube.com/watch?v=DwlNfXDLgR4

***********************************************************

Δεν θα τολμήσω να κάνω μια βαθιά τομή στο καυτό ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ μας πρόβλημα διότι δεν το επιτρέπει ο χώρος, αλλά θα σκιαγραφήσω, σύντομα, τις ψυχοκοινωνικές του διαστάσεις επειδή σε αυτές πιστεύω ότι εστιάζονται και οι αιτίες και μαζί και οι πιο αποδοτικές λύσεις του.

Στις δεκαετίες που μας πέρασαν διάφορες Επιτροπές της Βουλής κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι βασικές αιτίες του δημογραφικού μας προβλήματος ήταν μεταξύ άλλων:

  • Ο χώρος κατοικίας (32 % των Ελλήνων ζει εγκλωβισμένο σε μικρά διαμερίσματα ενώ πολλά νέα ζευγάρια δεν έχουν δική τους στέγη)
  • Το πολύ ψηλό κόστος ανατροφής των παιδιών και η παροχή παιδείας και (παραπαιδείας)
  • Η ανεργία των νέων που μεταθέτει το γάμο και την απόκτηση παιδιών
  • Ο υπέρμετρος ατομικός ευδαιμονισμός

Προχωρώντας με αυτά τα δεδομένα και αυτούς τους ρυθμούς βλέπουμε ότι το έτος 2021 ο πληθυσμός της Ελλάδος έφτασε να είναι μόλις 10,423,054, τηςΑλβανίας 2,877,797 (δεν υπολογίζονται όσοι ζούνε σε γειτονικές χώρες όπως π.χ. στην Ελλάδα), της Β. Μακεδονίας 2,083,374, της Βουλγαρίας 6,948,445. και της Τουρκίας 84,339,067, (από τα οποία τα 51 εκατ. στις ηλικίες ανάμεσα στα 15 και 64 χρόνια!)
https://www.worldometers.info/population/countries-in-europe-by-population/

Εξετάζοντας συνοπτικά τα δημογραφικά μας στοιχεία διαπιστώνουμε ότι ανέκαθεν η χώρα μας ήταν κοινωνία «προσφύγων και ξενιτεμένων».

Το 1907 η Ελλάδα αριθμούσε 2,631,952 ψυχές και αργότερα μετά τους βαλκανικούς πολέμους και τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο φτάσαμε το 1920 τον αριθμό 5,061,889. Τελικά το 1923 μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών φτάσαμε να είμαστε 6,010,000 άτομα.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ενσωματώθηκαν στον κορμό της Ελλάδας και νέα κύματα προσφύγων, χάσαμε σχεδόν ένα εκατομμύριο στην δεκαετία του 1940 και στη συνέχεια η αστυφιλία γέμισε τις πόλεις μας με άνεργο πληθυσμό ενώ ερημώθηκε η περιφέρεια.

Στη δεκαετία του 1960 κορυφώθηκε και η μεγάλη πληθυσμιακή διαρροή σχεδόν ενός εκατομμυρίου συμπολιτών μας στις αγορές εργασίας της Ευρώπης και κυρίως της Δυτικής Γερμανίας, αφού είχαν ήδη προηγηθεί τα επίσης μεγάλα μεταναστευτικά κύματα της μεταπολεμικής δεκαετίας του 1950 προς τον Καναδά, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ.

Και μετά την υπαγωγή στα Μνημόνια, μεταξύ του 2010 – 2019 υπολογίζεται ότι «χάσαμε» από 150- 400 χιλιάδες νέους από τους οποίους πάρα πολλοί πτυχιούχοι Πανεπιστημίων και ΑΤΕΙ και πολλοί κάτοχοι Μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών που προτίμησαν την ξενιτιά από την ανεργία και από απολαβές που θυμίζουν χαρτζιλίκι και όχι μηνιαίους μισθούς...


Αστυφιλία και νέο «στυλ ζωής»

Οι ελληνικές οικογένειες της υπαίθρου λειτουργώντας μέσα στο κοινωνικό-οικονομικό σύστημα μιας γεωργοκτηνοτροφικής Ελληνικής πραγματικότητας παρέμειναν “εκτεταμένες” στη δομή τους (τρείς γενιές συμβίωναν στον ίδιο οικολογικό χώρο) και πολυμελείς ενώ, αντίθετα, οι οικογένειες των αστικό-βιομηχανικών μας κέντρων προσαρμοζόμενες στις απαιτήσεις και τις ιδιομορφίες του νέου τρόπου ζωής μεταλλάχθηκαν σε “πυρηνικές” όπου το κάθε ζευγάρι προσαρμοζόμενο στις απαιτήσεις της ζωής αποκτούσε ένα ή το πολύ δύο παιδιά. Αναμφίβολα η έλλειψη χώρου, η απασχόληση και των δύο γονέων και η έλλειψη παππούδων και γιαγιάδων που θα μπορούσαν να αναλάβουν την φροντίδα των παιδιών οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια τη σύγχρονη ελληνική οικογένεια στη σμίκρυνση…

Για να διατηρηθεί μια σταθερή αυξητική τάση στην δημογραφική οντότητα και τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας πρέπει οι γεννήσεις να υπερβαίνουν τους θανάτους αλλά ήδη στην Ε.Ε. ο μέσος όρος είναι σχεδόν μηδενικός. Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η φυσική αύξηση του ελληνικού πληθυσμού (γεννήσεις μείον θάνατοι) ήταν της τάξης του 12 και 13 % για να φτάσει τώρα στο εντυπωσιακό επίπεδο πολύ κάτω του 1 % δηλαδή σε ΑΡΝΗΤΙΚΑ μεγέθη καθώς εδώ και μερικά χρόνια στην Ελλάδα έχουμε σε ετήσια βάση περισσότερους θανάτους από γέννες και μάλιστα στις γέννες υπολογίζονται και δεκάδες χιλιάδες αλλοεθνών (νόμιμων προσφύγων μεταναστών αλλά και λαθρομεταναστών!)

Αξίζει να σημειωθεί ότι:

1) Οι οικογένειες που ΔΕΝ έχουν παιδιά ήταν 785,452 το 2001 και έφτασαν τις 913,279 το 2011.

2) Οι οικογένειες με ΕΝΑ παιδί ήταν 642,450 το 2001 και αυξήθηκαν στις 715,342 το 2011

3) Οι οικογένειες με ΔΥΟ παιδιά ήταν 693,830 το 2001 και έπεσαν στις 680,955 το 2011

4) Οι οικογένειες με ΤΡΙΑ παιδιά ήταν 150,171 το 2001 και έπεσαν στις 140,639 το 2011

5) Οι οικογένειες με ΤΕΣΣΕΡΑ παιδιά ήταν 32,083 το 2001 και έπεσαν στις 27,051 το 2011

6) Οι οικογένειες με περισσότερα από 4 παιδιά από 8,374 το 2001 έπεσαν στις 6,435 το 2011

Με άλλα λόγια αυτά καθ’ αυτά τα δημογραφικά μας μεγέθη ΕΙΝΑΙ ανησυχητικά και γίνονται περισσότερο δραματικά εξαιτίας συγκεκριμένων κοινωνικών και οικονομικών συγκυριών και Εθνικών λόγων.

Ήδη αυτό φαίνεται στην διαπίστωση της ανατροπής της πληθυσμιακής πυραμίδας που έχει επιδεινώσει τα προβλήματα είσπραξης πόρων από οικονομικώς ενεργά άτομα και απόδοσης συντάξεων σε απόμαχους της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και στις επεκτατικές βλέψεις των Τούρκων.

Εάν η Ελλάδα γειτόνευε με Αυστριακούς, Ελβετούς, Βέλγους ή Γερμανούς τότε το δημογραφικό μας πρόβλημα δεν θα είχε την ιδιόμορφη οξύτητα που σήμερα έχει.

Αυτό φυσικά είναι απλά ουτοπία…

Σίγουρα δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους γεωπολιτικούς μας γείτονες και τους δικούς τους ρυθμούς δημογραφικών εξελίξεων. Μπορούμε, όμως, και επιβάλλεται να αλλάξουμε τις νέες αξίες μας που μεγέθυναν την αίσθηση του στείρου ατομικισμού και της καταναλωτικής μανίας, εξουδετέρωσαν την ιδέα ότι μέσα από τα παιδιά μας προεκτείνεται, με την ευλογία του Θεού, η υπαρξιακή μας οντότητα στο μέλλον και η συνέχιση της εθνικής μας υπόστασης.

Οι ψυχοκοινωνικές διαστάσεις του προβλήματος μπορούν να αλλάξουν εάν θυμηθούμε την πατροπαράδοτη αγάπη μας για την οικογένεια και τα παιδιά. Τόσες και τόσες γενιές κατατρεγμένων προσφύγων Ελλήνων Ποντίων, Μικρασιατών και άλλων (όπως ο υπογράφων γιός Πόντιου εκ Ρωσίας πατέρα και Σμυρνιάς - Μικρασιάτισσας μητέρας) επιβιώσαμε σε ασύγκριτα χειρότερες συνθήκες αλλά τότε τα παιδιά ήταν ευλογία ενώ τώρα…Βάρος!

Αναμφισβήτητα για πολλές δεκαετίες το Ελληνικό Πολιτικό Σύστημα αδράνησε με αποτέλεσμα από σοβαρό να μετουσιωθεί σε ΟΞΥ το χρόνιο ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ πρόβλημα!...



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου




Με παραλλαγή του παραπάνω τίτλου, που προσθέτει την λέξη «οικονομική» πριν την εξαφάνιση, το οικονομικό δελτίο ZeroHedge αναδημοσιεύει από τους Τάϊμς της Νέας Υόρκης τα ακόλουθα:

Οι άνθρωποι στην Ελλάδα δεν έχουν τα μέσα να συντηρήσουν περισσότερα από ένα παιδί και πολλοί διαλέγουν να μην κάνουν κανένα.
Ο γιατρός γονιμότητας Μηνάς Μαστρογιάννης δήλωσε στους Τάϊμς ότι ορισμένες γυναίκες αποφάσισαν να μη συλλάβουν και γονείς ενός παιδιού του ζητούν να καταστρέψει τα ακόλουθα έμβρυα.
Είπε: Μετά οκτώ χρόνια οικονομικής στασιμότητας, οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τα όνειρά τους.
Δεν είναι μόνο η Ελλάδα που υποφέρει από υπογεννητικότητα. Στην πραγματικότητα η τάση εξαπλώνεται στη περισσότερη Ευρώπη, με την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία να αναφέρουν επίσης επικίνδυνα χαμηλή γεννητικότητα.


  
Γιατί  συμβαίνει αυτό;
Η ανεργία εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα στην Ελλάδα. Τα ποσοστά είναι λίγο χαμηλότερα από το 2016, όταν ήταν23,9 %, αλλά ακόμη πολύ υψηλά, με 23,5%.
Η ανεργία έπληξε περισσότερο τις γυναίκες, με ποσοστά 27%, έναντι 20% των ανδρών.
(Σημ.μτφρ: Πρόκειται εξόφθαλμα για τα ποσοστά Γεωργίου, Μέρκελ, Τσίπρα)
Φορολογικές μειώσεις και επιδόματα σε πολυμελείς οικογένειες μειώθηκαν και η Ελλάδα βρίσκεται με τον χαμηλότερο στην Ε Ε  προϋπολογισμό επιδομάτων για την οικογένεια και το παιδί.


Εργαζόμενες γυναίκες.
Στο κορύφωμα της κρίσης γυναίκες ανέβαλαν την μητρότητα χάριν της απασχόλησης. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, ο βαθμός γονιμότητας έπεφτε, κάνοντας δυσκολότερη τη σύλληψη. Επίσης η ισότητα των φύλων ατόνησε και πολλές γυναίκες σε ηλικία μητρότητας συναντούσαν άρνηση πρόσληψης, ή υφίσταντο αναγκαστική αλλαγή του συμβολαίου τους σε προσωρινής απασχόλησης  με την έναρξη της εγκυμοσύνης.
Ποιες οι επιπτώσεις της υπογεννητικότητας;
΄Ενας από τους σημαντικότερα πληττόμενους τομείς είναι οι συντάξεις και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Επιπλέον, σύμφωνα με την Eurostat, τόσο χαμηλή γεννητικότητα   -κάτω του 2,1%- μπορεί να προκαλέσει δημογραφική καταστροφή.
Αυτό θα δώσει τη χαριστική βολή στις συντάξεις, καθώς λιγότεροι νέοι θα εργάζονται.

Μειωμένες συντάξεις για τους πρεσβύτες, που συνήθως φροντίζουν για τα παιδιά της οικογένειας, σημαίνει ότι οι γονείς θα έχουν να αντιμετωπίσουν και το οικονομικό πρόβλημα φροντίδας των παιδιών τους.
΄Ολες αυτές οι συνθήκες συνιστούν ένα συνθλιπτικό περιβάλλον για την απόκτηση παιδιών, δημιουργώνας ένα φαύλο κύκλο πτώσεως της γεννητικότητας.


Μετάφραση Μ.Σ.