Τέσσερις νέες αιτήσεις συνολικά 115 νοσοκομειακών γιατρών και διοικητικών υπαλλήλων νοσοκομείων οι οποίοι στρέφονταν κατά του μέτρου της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού για τον κοροναϊό απέρριψε με προσωρινή διαταγή του το Γ Θερινό Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο υπό την προεδρία της αντιπροέδρου του ΣτΕ κυρίας Κώνσταντινίδου είπε «όχι» με την προσωρινή απόφαση του στο αίτημα των νοσοκομειακών γιατρών και των υπαλλήλων από διάφορα νοσοκομεία της χώρας οι οποίοι έχουν προσφύγει στη δικαιοσύνη ζητώντας να «παγώσει’ το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού.
Υπενθυμίζεται ότι εκκρεμεί στην Ολομέλεια ΣτΕ ανάλογο αίτημα της ΠΟΕΔΗΝ (έκδοση δηλαδή προσωρινής διαταγής και αναστολή απόφασης για υποχρεωτικότητα.
Εγκύκλιος του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στο Υπουργείο Μετανάστευσης γνωστοποιεί στους υπαλλήλους του υπουργείου πως δεν επιτρέπεται να προσέρχονται ως μάρτυρες σε δίκες που το δημόσιο εγκαλείται για παράνομες πράξεις διαφορετικά θα διώκονται, καθώς αποτελεί «πειθαρχικό παράπτωμα και ποινικό αδίκημα».
Όπως αναφέρεται η κατάθεση του δημόσιου υπαλλήλου θα πρέπει μόνο να στηρίζει τα επιχείρηματα της κυβέρνησης, με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χριστόφορο Βερναρδάκη, ο οποίος δημοσίευσε και το σχετικό έγγραφο, να κάνει λόγο για «καθεστώς εκτροπής» και «επιτομή της συγκάλυψης κάθε έκνομης πράξης εκ μέρους του Κράτους που δεν έχει προηγούμενο ούτε και στα χρόνια της Χούντας». Ο κ. Βερναρδάκης έγραψε χαρακτηριστικά στην ανάρτησή του: «Υπάρχει πλέον και με τη βούλα “καθεστώς εκτροπής” μέσα στο Δημόσιο. Η χθεσινή εγκύκλιος του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου διατάζει τους υπαλλήλους του να μην προσέρχονται ως μάρτυρες σε δίκες που το δημόσιο εγκαλείται για παράνομες πράξεις, διαφορετικά θα διώκονται πειθαρχικά. Η πρωτοφανής εγκύκλιος, μνημείο καταστρατήγησης της ελευθερίας της Δικαιοσύνης, επιτομή της συγκάλυψης κάθε έκνομης πράξης εκ μέρους του Κράτους, δεν πρέπει να έχει προηγούμενο ούτε και στα χρόνια της χούντας. Τα υπόλοιπα αύριο…».
Αναλυτικά η εγκύκλιος του Νομικού Συμβούλου του Κράτους αναφέρει:
«Αναφορικά με την εξέταση υπαλλήλων των υπηρεσιών του υπουργείου ως μαρτύρων σε δίκες με διάδικο το ελληνικό δημόσιο και επειδή έχει παρατηρηθεί η πρόθεση πληρεξούσιων δικηγόρων των αντιδίκων του ελληνικού δημοσίου να ζητούν από αυτούς να καταθέτουν ενόρκως ενώπιων του ακροατηρίου ή γραπτώς δια λήψης ένορκης βεβαιώσεως ενώπιων συμβολαιογράφου, προς απόδειξη των ισχυρισμών τους, παρακαλούνται οι προϊστάμενοι όλων των υπηρεσιών του υπουργείου, προς διασφάλιση των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου, να ενημερώσουν τους υπηρετούντες σε αυτές υπαλλήλους ότι η ένορκη κατάθεση υπέρ των αντιδίκων και εις βάρος του ελληνικού δημοσίου, σε δίκες με διάδικο το ελληνικό δημόσιο, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα και ποινικό αδίκημα, καθώς και ότι η ένορκη κατάθεση υπαλλήλων των υπηρεσιών του υπουργείου είναι δυνατή μόνο προς επίρρωση των ισχυρισμών του ελληνικού δημοσίου, κατόπιν έγγραφου αιτήματος του γραφείου μας και κατόπιν έγγραφου αιτήματος του γραφείου μας και κατόπιν συνεννόησης με τον αρμόδιο χειριστή της υπόθεσης».
Ένα παράθυρο εξόδου ανοίγεται για τις συντάξεις στο Δημόσιο και για 20.000 δημοσίους υπαλλήλους που θέλουν να βγουν σε πρόωρη σύνταξη.
Πρόκειται για ασφαλισμένους που είχαν κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα με 25ετία ασφάλισης το 2010, το 2011 ή το 2012 αλλά δεν είχαν «κλειδώσει» και την απαραίτητη ηλικία των 55 ετών πριν τον Αύγουστο του 2015, όταν δηλαδή ψηφίστηκε η μεγάλη μεταβατική περίοδος των νέων ορίων ηλικίας έως και το 2022.
Με ευνοϊκή ερμηνεία που έχει δώσει η αρμόδια διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία ανήκει πλέον στον ΕΦΚΑ, σε διατάξεις των νόμων 4336/2015, 4387/2016 και 4488/2017 έχει ανοίξει η πόρτα της πρόωρης σύνταξης κυρίως σε γυναίκες ασφαλισμένες αλλά και σε άντρες που έχουν κατοχυρωμένο δικαίωμα μετά την 1/1/2011 ακόμη κι αν δεν είχαν συμπληρώσει το όριο ηλικίας της μειωμένης τον Αύγουστο του 2015. Περί τους 20.000 υπαλλήλους, που κλείνουν ακόμη και φέτος τα 55, τα 56 ή τα 58 μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με μειωμένη / πρόωρη σύνταξη στην οποία όμως η μείωση θα είναι αρκετά μικρότερη από το αναμενόμενο.
Ειδικότερα:
Το ανώτατο «πέναλτι» για όσους φύγουν με πρόωρη είναι 115,2€. Επί της ουσίας, η εν λόγω ερμηνεία δέχεται πως ο νόμος 4336 του 2015 δεν επηρέασε τα κατοχυρωμένα μέχρι και το 2012 δικαιώματα και τα όρια των μειωμένων συντάξεων στο Δημόσιο. Η εν λόγω αλλαγή αφορά σύμφωνα με τον δικηγόρο Διονύση Ρίζο, ειδικό σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης, τρεις βασικές περιπτώσεις ασφαλισμένων :
Γυναίκες ασφαλισμένες στο Δημόσιο με τουλάχιστον 25 έτη ασφάλισης το 2010. Οι ασφαλισμένες αυτής της κατηγορίας μπορούν να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικία 55 ετών με μειωμένη σύνταξη ακόμη κι αν συμπληρώνουν τα 55 σήμερα. Δεν υπάρχει επιβάρυνση στο όριο ηλικίας για τις εν λόγω γυναίκες.
Γυναίκες και άνδρες ασφαλισμένοι στο Δημόσιο με τουλάχιστον 25 έτη ασφάλισης το 2011. Οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας μπορούν να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικία 56 ετών με μειωμένη σύνταξη ακόμη κι αν συμπληρώνουν τα 56 σήμερα. Δεν υπάρχει επιβάρυνση στο όριο ηλικίας για τους εν λόγω ασφαλισμένους.
Γυναίκες και άνδρες ασφαλισμένοι στο Δημόσιο με τουλάχιστον 25 έτη ασφάλισης το 2012. Οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας μπορούν να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικία 58 ετών με μειωμένη σύνταξη ακόμη κι αν συμπληρώνουν τα 58 σήμερα. Δεν υπάρχει επιβάρυνση στο όριο ηλικίας για τους εν λόγω ασφαλισμένους.
Υπενθυμίζεται πως με πρόσφατη ρύθμιση του υπουργείου Εργασίας, το ποσοστό της μείωσης για τις μειωμένες – πρόωρες συντάξεις υπολογίζεται πλέον και στο Δημόσιο με ανώτατο πλαφόν το 30% για όλους τους ασφαλισμένους, πράγμα που σημαίνει ότι και για τους ασφαλισμένους του Δημοσίου το ανώτατο “πέναλτι” είναι 30% όπως και για τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα η έκδοση των ερμηνευτικών εγκυκλίων του ασφαλιστικού νόμου 4387/2016 επεφύλασσε μια έκπληξη στους ασφαλισμένους που αποχωρούν με πρόωρη / μειωμένη σύνταξη. Η ερμηνεία των διατάξεων του νόμου έδειξε πως το πέναλτι εφαρμόζεται μόνο στο ποσό της Εθνικής Σύνταξης και όχι στο σύνολο. Η Ανταποδοτική Σύνταξη χορηγείται πλήρης. Ταυτόχρονα, καταργήθηκε και η επιπλέον ποινή μείωσης 10% για όσους το όριο ηλικίας τους είχε επηρεαστεί από τον νόμο 4336 του Αυγούστου του 2015. Αυτό σημαίνει πως η μείωση για όσους φύγουν με πρόωρη από το Δημόσιο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 115,2€.
Τα νέα δεδομένα
Με τα νέα δεδομένα συμφέρει πλέον να αποχωρήσουν με μειωμένη σύνταξη οι δημόσιοι υπάλληλοι, των οποίων το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη έχει «πετάξει» αρκετά άνω των 62 ετών. Ο περιορισμός της ποινής μείωσης μόνο στην Εθνική Σύνταξη, ο οποίος οδηγεί σε ένα πολύ πιο ελκυστικό ποσό για όσους αποχωρήσουν με μειωμένη, καθιστά συμφέρουσα την πρόωρη έξοδο, την ίδια στιγμή μάλιστα που τα όρια ηλικίας για πλήρη σύνταξη έχουν απομακρυνθεί σημαντικά μετά την αύξησή τους με το νόμο 4336/2015. Στο πλαίσιο αυτό η έξοδος καθίσταται συμφέρουσα για όλους τους υπαλλήλους που έχουν κατοχυρωμένο δικαίωμα μειωμένης αλλά απέχουν πολύ από τα νέα όρια για πλήρη. Για παράδειγμα εξαιρετικά συμφέρουσα είναι η επιλογή της εξόδου για υπαλλήλους που συμπληρώνουν τα 58 μετά το 2019, καθώς η πλήρης με 35ετία στην περίπτωση αυτή τοποθετείται μετά τα 61. Πλέον με μια μικρή ποινή μπορούν οι ασφαλισμένοι του Δημοσίου να αποχωρήσουν με αξιοπρεπή πρόωρη συνταξιοδότηση.
Περιορισμός του πέναλτι μόνο στην Εθνική Σύνταξη
«Ως γνωστόν από την ψήφιση του νόμου 4387/2016 κι έπειτα, δηλαδή για όσους υπέβαλλαν και υποβάλλουν αιτήσεις συνταξιοδότησης από την 13η Μαΐου 2016 κι έπειτα η σύνταξη αποτελείται από δύο τμήματα, την Εθνική και την Ανταποδοτική Σύνταξη. Στις περιπτώσεις που πρόκειται κάποιος να εξέλθει με πρόωρη/μειωμένη, το πέναλτι ανάλογα με το όριο της πλήρους και με ανώτατο πλαφόν το 30% εφαρμόζεται μόνο στην Εθνική Σύνταξη και όχι στην Ανταποδοτική, η οποία καταβάλλεται πλήρης», εξηγεί ο κ. Ρίζος. Έτσι το ποσό που μειώνεται ποσοστιαία είναι μόνο το ποσό των 384€. Αντίθετα το υπόλοιπο ποσό που αναλογεί στις εισφορές του ασφαλισμένου και σχηματίζει την Ανταποδοτική Σύνταξη καταβάλλεται πλήρες χωρίς καμιά ποινή. Συνεπώς το ανώτατο όριο μείωσης σύνταξης σε περίπτωση εξόδου με μειωμένη είναι 115,2€. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί η μείωση να ξεπεράσει το ποσό αυτό.
Καταργήθηκε η επιπλέον ποινή του 10% για όσους αποχωρούν με το νέο σύστημα. Υπενθυμίζεται πως με την ψήφιση του νόμου 4336/2015 (τρίτο μνημόνιο) σε περιπτώσεις εξόδου με μειωμένη σύνταξη και εφόσον το εκάστοτε όριο ηλικίας είχε επηρεαστεί από την αλλαγή των ορίων, επιβαλλόταν μια επιπλέον προσωρινή περικοπή της τάξης του 10% μέχρι συμπληρώσεως του νέου ορίου εξόδου με πλήρη σύνταξη. Το εν λόγω ποσοστό του 10% απαλειφόταν στη συνέχεια, όταν συμπληρωνόταν το νέο όριο ηλικίας λήψης πλήρους σύνταξης, ενώ ακολουθούσε εφ’ όρου ζωής η αρχική ποινή.
Ορίστηκε και για το Δημόσιο πλαφόν μείωσης στο 30%. Υπενθυμίζεται πως μετά την ψήφιση του νόμου 4336/2015 (τρίτο μνημόνιο) επιβαλλόταν σε περιπτώσεις εξόδου με μειωμένη από το Δημόσιο πέναλτι το οποίο σε πολλές περιπτώσεις έφτανε έως και το 50%. Αυτό συνέβαινε καθώς ήταν πολύ μεγάλη η αύξηση του ορίου ηλικίας της πλήρους σύνταξης. Πλέον τέθηκε πλαφόν μείωσης στο 30%.
Παράδειγμα 1
Γυναίκα ασφαλισμένη στο Δημόσιο με συμπληρωμένη 25ετία το 2010 και ηλικία 56 ετών σήμερα μπορεί να υποβάλει άμεσα αίτημα συνταξιοδότησης για μειωμένη σύνταξη. Η ποινή θα είναι 30% και θα περιορίζεται μόνο στην Εθνική Σύνταξη (επομένως η μέγιστη μείωση θα είναι 115,2€).
Παράδειγμα 2
Δημόσια υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα με 25 έτη ασφάλισης το 2010 (33 έτη το 2018) και γίνεται 55 ετών φέτος. Η εν λόγω ασφαλισμένη μπορεί να αποχωρήσει άμεσα με ποινή μείωσης 30% στην Εθνική Σύνταξη. Η σύνταξη της σήμερα θα είναι 787 €.
Παράδειγμα 3
Δημόσιος υπάλληλος ΤΕ κατηγορίας συμπλήρωσε το 2011 τα απαραίτητα 25 έτη ασφάλισης και θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα ώστε να μπορεί να συνταξιοδοτηθεί σε ηλικία 56 ετών με μειωμένη σύνταξη. Είναι σήμερα 57 ετών. Ο εν
λόγω υπάλληλος μπορεί άμεσα να πάρει μειωμένη σύνταξη κατά 30% επί της Εθνικής Σύνταξης. Έτσι με παραίτηση σήμερα θα λάβει 669,8 € κύρια σύνταξη.
Παράδειγμα 4
Γυναίκα υπάλληλος ΔΕ κατηγορίας έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα με 25 έτη ασφάλισης το 2010. Η εν λόγω ασφαλισμένη εμπίπτει στην κατηγορία των μειωμένων συντάξεων που δεν άλλαξαν με το νόμο 4336/2015 με συνέπεια να μπορεί άμεσα να αποχωρήσει με ποινή μείωσης 30% στην Εθνική Σύνταξη. Έτσι με αποχώρηση σήμερα θα λάβει 613,7 € κύρια σύνταξη.
Τη μείωση των συντάξιμων αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων λόγω του ότι δεν υπολογίζεται σε αυτές η προσωπική διαφορά καταγγέλλει με ΕΠΙΣΤΟΛΗ της στους υπουργού Εργασίας και Οικονομικών η ΑΔΕΔΥ. «Το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό για το μέλλον του συνόλου των εργαζομένων στο Δημόσιο και ως τέτοιο πρέπει να το διαχειριστεί η κυβέρνηση. Η αυθαίρετη και παντελώς αβάσιμη ερμηνεία των προαναφερθεισών εγκυκλίων, πρέπει άμεσα να ανασκευαστεί και να ανακληθεί από τα αρμόδια Υπουργεία, που καλούνται να εφαρμόσουν την νομιμότητα και να προστατεύσουν τις συντάξεις των συναδέλφων, οι οποίοι πρέπει να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια τόσο ως εργαζόμενοι όσο και ως συνταξιούχοι», τονίζεται στην επιστολή.
Όπως αναφέρει η ΑΔΕΔΥ το θέμα έχει προκύψει με εσφαλμένη ερμηνεία του διάταξη του άρθρου 27 του Ν.4354/2015 σε δύο εγκυκλίου στις οποίες αναφέρεται ότι «η προσωπική διαφορά του άρθρου 27, παρ.1 του Ν.4354/2015 δεν αποτελεί σταθερή παράμετρο του Ενιαίου Μισθολογίου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελεί τμήμα των συντάξιμων αποδοχών».
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ:
Θέμα: Υπολογισμός της προσωπικής διαφοράς για τη σύνταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου και των ΟΤΑ.
Κύριοι Υπουργοί,
Η Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., αφού έλαβε υπόψη της το υπ’ αριθμ. πρωτ. 77/5-2-2020 έγγραφο της ΠΟΕ ΟΤΑ, το οποίο σας απεστάλη, επισημαίνει τα εξής:
Με τη διάταξη του άρθρου 27, παρ.1 του Ν.4354/2015 προβλέφθηκε, ότι σε όλους τους υπαλλήλους, στους οποίους από την εφαρμογή των διατάξεων του νέου Ενιαίου Μισθολογίου προκύπτει βασικός μισθός ή τακτικές μηνιαίες αποδοχές, χαμηλότερες από τις καταβαλλόμενες στις 31-12-2015, η διαφορά διατηρείται ως προσωπική.
Λόγω των διαφοροποιήσεων, που παρατηρούνται στις καταβαλλόμενες αποδοχές του υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ο.Τ.Α., το ύψος της προσωπικής διαφοράς μπορεί να διαφέρει σημαντικά από υπάλληλο σε υπάλληλο. Και ενώ καμία διάταξη στον Ν.4354/2015 δεν συνάδει προς την κατεύθυνση αυτή, με την υπ’ αριθμ. πρωτ.: 2/24112/ΔΕΠ/31-3-2017 εγκύκλιο του Υπουργού Οικονομικών, κ. Γ. Χουλιαράκη και του Υφυπουργού Εργασίας κ. Τ. Πετρόπουλου, παρασχέθηκαν οδηγίες για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών και των σχετικών κρατήσεων των Δημοσίων Υπαλλήλων. Μεταξύ άλλων, στην ως άνω εγκύκλιο προβλέπεται, ότι ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών, που έλαβε ο ασφαλισμένος, οι οποίες υπόκεινται σε κρατήσεις. Στο κεφάλαιο Α3 της ίδιας ως άνω εγκυκλίου όλως αυθαίρετα, αναφέρεται «Η προσωπική διαφορά του άρθρου 27, παρ.1 του Ν.4354/2015 δεν αποτελεί σταθερή παράμετρο του Ενιαίου Μισθολογίου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελεί τμήμα των συντάξιμων αποδοχών».
Η ερμηνεία αυτή επαναλήφθηκε στην υπ’ αριθμ. πρωτ.: Φ80020/45578/Δ15.780/16-6-2017 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, αναφορικά με τις κρατήσεις για Επικουρική Ασφάλιση και παροχή Εφάπαξ Βοηθήματος ενώ με την υπ’ αριθμ. πρωτ.: Φ10042/57802/1618/22-5-2018 εγκύκλιο του Υφυπουργού Εργασίας, κ. Τ. Πετρόπουλου, με θέμα: «Σχετικά με τις ασφαλιστικές κρατήσεις επί της προσωπικής διαφοράς του άρθρου 27, παρ.1 του Ν.4354/2015, των υπαλλήλων με σχέση εργασίας Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου» κατέστη σαφές πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η προσωπική διαφορά των μονίμων Δημοσίων υπαλλήλων δεν υπόκειται σε κρατήσεις υπέρ κύριας Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ παροχής ενώ για λόγους «ισότητας» προβλέφθηκε, ότι από 1-7-2018 τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου (Ορισμένου ή Αορίστου Χρόνου) στο Δημόσιο, που αμείβονται με τις διατάξεις του Ν.4354/2015.
Η ερμηνεία αυτή, σε καμία δεν προκύπτει από την διάταξη του άρθρου 27 του Ν.4354/2015.
Πρόκειται για μία παντελώς αυθαίρετη ερμηνεία, που σκοπό έχει την μείωση των συντάξεων, που τελικώς θα λάβουν όλοι οι απασχολούμενοι στο Δημόσιο και στους Ο.Τ.Α. Εύκολα κατανοεί κανείς, ότι η μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών επί ενός μέρους των μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ο.Τ.Α., οδηγεί τελικώς μέσω του υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών για την εξαγωγή της συντάξεως, στο να λάβουν οι υπάλληλοι αυτοί σημαντικά μειωμένες συντάξεις, όταν τελικώς αφυπηρετήσουν. Ο παραλογισμός δε της δοθείσας από τα συναρμόδια Υπουργεία παντελώς αυθαίρετης ερμηνείας, καθίσταται ακόμα πιο εμφανής εάν αναλογιστεί κανείς, ότι μέσω της μη υποβολής της προσωπικής διαφοράς σε κρατήσεις υπέρ ασφάλισης, υπάλληλοι με σημαντική προσωπική διαφορά θα λάβουν την ίδια ακριβώς σύνταξη που θα λάβουν συνάδελφοι τους, που δεν έχουν καμία προσωπική διαφορά. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, επέρχεται ουσιαστικά μείωση των συντάξεων, που θα καταβληθούν στους συναδέλφους στο μέλλον, ενώ το Δημόσιο είναι ο μεγάλος κερδισμένος αφού κερδίζει διπλά, αφενός διότι καλείται να καταβάλλει μικρότερες συντάξεις και αφετέρου διότι μειώνει εις όφελος του το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, που και το ίδιο καλείται να καταβάλλει στον Ε.Φ.Κ.Α. για την ασφάλιση των εργαζομένων.
Κύριοι Υπουργοί,
Το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό για το μέλλον του συνόλου των εργαζομένων στο Δημόσιο και ως τέτοιο πρέπει να το διαχειριστεί η κυβέρνηση. Η αυθαίρετη και παντελώς αβάσιμη ερμηνεία των προαναφερθεισών εγκυκλίων, πρέπει άμεσα να ανασκευαστεί και να ανακληθεί από τα αρμόδια Υπουργεία, που καλούνται να εφαρμόσουν την νομιμότητα και να προστατεύσουν τις συντάξεις των συναδέλφων, οι οποίοι πρέπει να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια τόσο ως εργαζόμενοι όσο και ως συνταξιούχοι.