Σε μια πρόσφατη ανάρτησή μου, απέδωσα στην δεξιά ευθύνες για τις τρείς σημαντικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας στον 20ο αιώνα (Μικρασιατικός Πόλεμος, Κατοχή -Εμφύλιος, Κύπρος) και μου έκανε εντύπωση η έντονη αντίδραση νέων ατόμων με γερό υπόβαθρο παιδείας και ήπιων στον χαρακτήρα. Σε μια εποχή, μάλιστα, που οι έννοιες Δεξιά-Αριστερά έχουν θολώσει. Παρόλα αυτά υπάρχουν στη συνείδηση ανθρώπων που δεν έζησαν τίποτε, άρα δεν είχαν άμεσες προσλαμβάνουσες, από όσα χαρακτήριζαν τους πολιτικούς αυτούς χώρους στην ιστορική διαδρομή του νεότερου ελληνισμού.
Η δεξιά ως πολιτική έννοια που αντιστοιχεί σε ένα πλήθος ανθρώπων με κοινές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές επιδιώξεις αρχίζει να συγκεκριμενοποιείται επι Δημητρίου Γούναρη και Λαϊκού Κόμματος. Προηγουμένως, τα κοινωνικά στρώματα που την εξέφραζαν ήταν αυτά που συσπειρώθηκαν, αρχικά, γύρω από τον Όθωνα και στη συνέχεια τα φιλοβασιλικά.
Η πρώτη ρήξη της Δεξιάς Πολυκατοικίας επήλθε κατά την προετοιμασία, την διάρκεια και στην συνέχεια την πτώση της Δικτατορίας του 67 και από τότε το χάσμα δεν καλύφθηκε.
Μεταπολιτευτικά, έγινε σαφής η διάκριση Δεξιάς και Ακροδεξιάς και μετά την παράκληση Γκένσερ στον Κωνσταντίνο Καραμανλή να δεχθεί στη Νέα Δημοκρατία τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη (το αντάλλαγμα δεν το γνωρίζω), άρχισε να γίνεται λόγος για φιλελεύθερη Δεξιά, για Κεντροδεξιά και άλλα παρόμοια.
Γενικώς, όποιος αισθανόταν άβολα στη Δεξιά Πολυκατοικία έβρισκε και μια ονομασία για το διαμέρισμα στο οποίο έμενε.
Σήμερα ο όρος αμφισβητείται, όπως και ο αντίστοιχος Αριστερά αλλά χρησιμοποιούνται προς διευκόλυνσή μας.
Τα κόμματα, σήμερα, δεν έχουν ιδεολογία. Είναι συσσωματώσεις ενός μικρού αριθμού ανθρώπων που εξυπηρετούν, συνήθως, τα συμφέροντά τους και τα συμφέροντα εκείνων που τα βοηθούν να καταλάβουν την εξουσία. Δεν έχουν καμιά σχέση ούτε με την κοινωνική διαστρωμάτωση ούτε με τις ανάγκες και τις επιδιώξεις της χώρας και του κράτους στο οποίο λειτουργούν.
Από αυτήν την πλευρά η ρήξη Σαμαρά-Μητσοτάκη δονεί τα θεμέλια της Δεξιάς Πολυκατοικίας αλλά δεν θα την ρίξει διότι άλλαξε όνομα και περιτύλιγμα.
Ο Σαμαράς είναι ο κλασικός δεξιός του Λαϊκού Κόμματος. Έχει ιδεολογία και, μάλιστα, κρατική ιδεολογία. Ο Μητσοτάκης είναι ο καιροσκόπος πολιτικός, όπως και ο πατέρας του, που αναζήτησε κομματική στέγη (οικογενειακά την βρήκαν στη Νέα Δημοκρατία μετά το αποτυχημένο κομματικό πείραμα του πατρός και την παράκληση Γκένσερ στον Καραμανλή).
Είναι οι κλασικοί καιροσκόποι που δεν τους ενδιαφέρει η ιδεολογία. Όλη τους η δράση περνά από την επιθυμία τους να κερδίσουν χρήματα από την πολιτική μέσω διευκολύνσεων και να απολαμβάνουν την εξουσία και τις τιμές που τους προσφέρει. Θα μπορούσαν άνετα να το κάνουν, ακόμη, και με το ΚΚΕ, αν οι προϋποθέσεις συνέτρεχαν και τους εξυπηρετούσαν.
Είναι ενδεικτικό του πόσο απροκάλυπτα άλλαξε ο Μητσοτάκης την στάση και τον δημόσιο λόγο του μετά την εκλογή Τράμπ. Διαισθάνθηκε το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, συναντήθηκε με τον Πομπέο, σε μια προφανή προσπάθεια να βρει οδό επικοινωνίας με την νέα διοίκηση την οποία επικοινωνία φρόντισε να δυσχεράνει με δηλώσεις του όταν εξελέγησαν οι Δημοκρατικοί αλλά, κυρίως, να αλλάζει απόψεις ως προς την Woke ατζέντα την οποία επέβαλε η απερχόμενη αμερικανική διοίκηση, την υιοθέτησε ο Μητσοτάκης και την επέβαλε νομοθετικά στην Ελλάδα καλώντας σε κομματική πειθαρχία την κοινοβουλευτική του Ομάδα, διχάζοντας την κοινωνία και μιλώντας για τυραννία της πλειοψηφίας. Τότε. Τώρα, που άλλαξε …ιδεολογία που δεν έχει, μιλά με την ίδια ευκολία για την τυραννία των μειονοτήτων.
Σε ανάρτησή του ο υποναύαρχος ε.α. Δημήτρης Τσαϊλάς υποστήριξε πως στο ανακοινωθέν της 4ης Συνάντησης του Στρατηγικού Διαλόγου Ελλάδας -ΗΠΑ που υπέγραψαν οι Υπουργοί Εξωτερικών στην Ουάσιγκτον, στις 21/2/2024, περιλαμβάνεται ως Ελληνική υποχρέωση, στρατηγικής υφής, η πλήρης εξομοίωση των Συμφώνων Συμβίωσης μεταξύ ΛΟΑΤΚΙ ατόμων με τον γάμο.
Και, όμως, υπάρχουν οπαδοί του κόμματός τους που τον χειροκροτούν για όλα αυτά και για πολλά άλλα. Γιατί;
Γιατί; Διότι ο κοτζαμπασισμός είναι βασικό στοιχείο της (θα έλεγα αστικής τάξης της αλλά οι κοτζαμπάσηδες δεν είναι αστοί) ελληνικής ολιγαρχίας και οι οθωμανικές λογικές και συμπεριφορές, της πολιτικής της νοοτροπίας. Ευτυχώς, νωρίς, η χώρα έγινε μέλος της ευρωπαϊκής τάξης και αποφύγαμε να ζούμε σήμερα μεσαιωνικές καταστάσεις. Υπάρχει ο Μητσοτάκης, υπάρχει και ρεύμα το οποίο εκφράζει ο Μητσοτάκης.
Όπως ο Τράμπ στην Αμερική, έτσι και ο Μητσοτάκης στην Ελλάδα, εκφράζει ρεύμα κοινωνικό. Το εξέφρασε νωρίτεραάλλος πολιτικός, ανταγωνιστικού πολιτικού χώρου.
Είναι οι καιροσκόποι. Οι άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να παροικούν κοντά στην εξουσία και να κάνουν διαμεσολαβητικές δουλειές. Τρέφονται από τα αποφάγια των κεντρικών προσώπων. Δεν πολυενδιαφέρονται σε ποιον ανήκουν τα νησιά, αν είναι εξοπλισμένα και αν τα απειλεί η Τουρκία. Φοβούνται στο άκουσμα της λέξης Τουρκία. Έχουμε, τόσα, σου λένε, ας πάρει και κανένα νησί η Τουρκία. Τι θέλετε, πόλεμο;
Διαλάθουν της ζωής αλλά επηρεάζουν την ζωή των άλλων με το δικαίωμα επιλογής που έχουν.
Ο Μητσοτάκης είναι προϊόν της νομοτελειακής αποτυχίας της τσιπραίας Αριστεράς απο την οποία φρόντισε να απαλλαγούμε ο καλός Θεός της Ελλάδας. Κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό δεν τον διέκρινε αλλά, μπροστά στην αγανάκτηση που προκάλεσαν οι προηγούμενοι η κοινωνία τον είδε με ανακούφιση. Και με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο Έλληνας, δημιούργησε ψευδαισθήσεις αναμονής. Αυτές εκμεταλλεύτηκε και εκμεταλλεύεται ο Μητσοτάκης.
Όσοι τον γνώριζαν καλά, όπως η αδελφή του η οποία υποστήριξε στις εκλογές για την ηγεσία τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη (άλλη δεξιά φυσιογνωμία που η πολιτική ορολογία της περιστρεφόταν στην υπογάστριο χώρα) έλεγαν σε φίλους τους Νεοδημοκράτες «δεν πιστεύω να ψηφίσετε αυτό το φαντασιόπληκτο», εννοώντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο Μητσοτάκης διακατέχεται από ένα αλαζονικό σύνδρομο και έναν αυταρχισμό που ο κόσμος της παράταξής του του τα αναγνωρίζει και του τα επιτρέπει. Προϊόντα αυτής της νοοτροπίας ήταν η διαγραφή του Σαμαρά, ενός πρώην πρωθυπουργού και προέδρου του κόμματος, θεσμών που παραδοσιακά δίνουν το δικαίωμα στους κατόχους τους να έχουν δημόσιο λόγο, ακόμη και διακριτό από το κόμμα τους για το καλό της κοινωνίας και του πολιτειακού μορφώματος που ζει. Για να το πω λαϊκά, είναι τα καμπανάκια τα οποία χτυπούν φίλοι, όχι πολιτικοί αντίπαλοι οι οποίοι διακατέχονται από σκοπιμότητες.
Είναι τόσο αυταρχικός, αλαζόνας και φαντασιόπληκτος ο Μητσοτάκης που αφού εξαφάνισε από το δημόσιο λόγο κάθε φωνή που θα μπορούσε να του κάνει κριτική, εξαγοράζοντας με κρατικό χρήμα τα Μέσα Ενημέρωσης, εξοβελίζει από τα ίδια αυτά μέσα στο μέτρο του δυνατού την αντιπολίτευση, επιβάλλει σιδηρά πειθαρχία στο κόμμα και την κοινοβουλευτική ομάδα και διαγράφει έναν πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο του κόμματός του επειδή χτύπησε το καμπανάκι για επικίνδυνες προσεγγίσεις με την Τουρκίας.
Μια τριάδα η οποία θα πρέπει να δώσει λόγο για τις επιλογές της ακόμη και ενώπιον της δικαιοσύνης, διαχειρίζεται τις εθνικές υποθέσεις με τον τρόπο που κατήγγειλε ο Σαμαράς και με την αδιαφορία Γεραπετρίτη «ας με πούν μειοδότη». Δηλαδή, με το 11,5% του ποσοστού που κυβερνούν αδιαφορούν για τα εθνικά συμφέροντα και τις αγωνίες της κοινωνίας.
Ο εξωκοινοβουλευτικός κ. Γεραπετρίτης, εν ονόματι του κ. Μητσοτάκη, έχει μια εντελώς αυταρχική συμπεριφορά, ακόμη και απέναντι σε υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας.
Όσο διαφέντευε στην καμαρίλα του Μαξίμου, θεωρούσε υπαλλήλους τρίτης διαλογής τους υπουργούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι την επομένη της αποστολής ενός νομοσχεδίου να το υπογράψει αρμόδιος υπουργός, του τηλεφωνεί ο κ. Γεραπετρίτης και του λέει: δεν μας έστειλες πίσω το νομοσχέδιο. Ο υπουργός του απαντά: να του ρίξω μια ματιά πρώτα.
Η απάντηση του Γεραπετρίτη ήταν: δεν σε βάλαμε εκεί για να διαβάζεις τα νομοσχέδια Αλλά για να τα υπογράφεις.
Λεπτομέρεια: ο κ. Γεραπετρίτης διδάσκει Συνταγματικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Για να έχουμε μια ευρύτερη εικόνα της ποιότητας των δημοσίων προσώπων.
Εν κατακλείδι, με την διαγραφή Σαμαρά και όσα θα ακολουθήσουν, η Νέα Δημοκρατία θα περάσει κρίση που μπορεί να οδηγήσει σε νέα πολιτικά κόμματα.
Αν εξαιρέσει κανείς το ΚΚΕ που δεν είναι κόμμα αλλά θρησκευτικό δόγμα και οικονομική επιχείρηση, όλοι οι πολιτικοί φορείς της μεταπολίτευσης κατέρρευσαν και μεταλλάχτηκαν. Απομένει να το κάνει και η Νέα Δημοκρατία. Μόνο τότε θα πούμε πως η μεταπολίτευση έκλεισε τον κύκλο της.
Μια νέα γενιά εισέρχεται στην πολιτική. Το μέχρι τώρα στίγμα της δεν είναι ενθαρρυντικό. Δεν έχει καν αντιληφθεί τις διεργασίες που συντελούνται παγκοσμίως και που θα οδηγήσουν. Η λογική της είναι ό,τι προκύψει.
Πολλοί (στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνομαι) πιστεύουν πως η τάση αυτή θα σταματήσει με τον Τράμπ στην αμερικανική προεδρία. Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος.
Μια νέα κοινωνία αναδύεται και βρίσκεται στα αρχικά της στάδια.