Μπορεί να “έφυγε” ο πρωτεργάτης του Κινήματος των Λοχαγών και σύμβολο της Επανάστασης των Γαρυφάλλων του 1974 στην Πορτογαλία, ωστόσο μένει η σημαντική παρακαταθήκη του.
Του Γιώργη – Βύρωνα Δάβου
26 Ιουλίου 2021
Την Κυριακή 25 Ιουλίου έφυγε από τη ζωή στα 84 του χρόνια, ο στρατηγός Οτέλο Σαράιβα ντε Καρβάλιο, η τελευταία, ίσως, ηρωϊκή και αυθεντική μορφή της Ιστορίας του τελευταίου τέταρτου του 20ου αιώνα, πρωτεργάτης του Κινήματος των Λοχαγών και σύμβολο της Επανάστασης των Γαρυφάλλων της 25ης Απριλίου 1974 στην Πορτογαλία. Είναι ο άνθρωπος που συνέβαλε όσο κανείς άλλος στην ανατροπή της πολύχρονης δικτατορίας στη χώρα του και ο οποίος σε ολάκερη τη ζωή του πάλεψε για τον δημοκρατικό μετασχηματισμό, την κοινωνική ανάπλαση και δικαιοσύνη μέσα στη χώρα του, αλλά και για το δίκαιο, την ισονομία και την παγκόσμια ειρήνη κι ευημερία για όλον τον κόσμο.
Όσο ζούσε, ο Καρβάλιο, όπως αποκαλύπτεται και από τα μηνύματα για τη μνήμη του απ’ όλο το πολιτικό φάσμα της Πορτογαλίας, αποτελούσε για τη χώρα του μία ζωντανή υπόμνηση των ένδοξων στιγμών του 1974 και των 19 μηνών της άμεσης δημοκρατίας που ακολούθησαν ίσαμε το 1976 (καρπός των οποίων ήταν το προοδευτικό Σύνταγμα της χώρας), αλλά, κυρίως και χάρις στις αμεταποίητες πεποιθήσεις του ίσαμε τα στερνά του, την χαλυβδωμένη θέληση και καρτερία του, που αποδείχθηκε περίτρανα στα χρόνια της δίκης και της φυλακής του, στάθηκε πάντα έμπνευση για τους νέους αγώνες, ιδίως στις δύσκολες στιγμές της κρίσης το 2011, όταν με τις έδινε θάρρος και διασάλπιζε τον αγώνα ενάντια στην υποτέλεια και τη μιζέρια της λιτότητας,
“Δεν θα έκανα την 25η Απριλίου, εάν σκεφτόμουν ότι θα ξεπέφταμε στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα. Θα παραιτούμην από αξιωματικός του στρατού και εάν σιωπούσα, όπως πολλοί νέοι το πράττουν σήμερα, θα είχε φύγει στο εξωτερικό”, είχε πει τότε, προσθέτοντας πως ένας λαός που έζησε 48 χρόνια κάτω από στρατιωτική δικτατορία “άξιζε περισσότερα από δύο εκατομμύρια Πορτογάλους που ζούνε σε κατάσταση έσχατης φτώχειας”. Λόγια ενός ανθρώπου, που ουδέποτε απαρνήθηκε τις ιδέες του και τα οράματά του, ακόμη και εάν ήσαν εμποτισμένα με μία ρομαντική απόχρωση – όσο και οι επαναστατικές προθέσεις του μεγάλου του ινδάλματος, του Κουβανού ηγέτη Φιδέλ Κάστρο.
Γεννημένος στις 31 Αυγούστου 1936 στο Μαπούτο (τότε Λοουρένσο Μάρκες) της τότε πορτογαλικής αποικίας της Μοζαμβίκης, ο Καρβάλιο υπηρέτησε ως λοχαγός στην Αγκόλα (1961-63) και τη Γουινέα (1970-1973) και προήχθη στον βαθμό του ταξιάρχου ως δικοικητής της ηπειρωτικής επιχειρησιακής διοίκησης (COPCON) το 1975. Ο Καρβάλιου ήταν ένα από τους κύριους αρχιτέκτονες του δημοκρατικού Κινήματος των Ενόπλων Δυνάμεων (MFA) και υπεύθυνος για την εκπόνηση του σχεδίου του στρατιωτικού κινήματος που οδήγησε στην πολιορκία του Λάργκου του Κάρμου, στη Λισαβόνα. Είναι το κίνημα, που ξεσήκωσε ολάκερο τον πληθυσμό, γαλβάνισε και τους ίδιους τους κυβερνητικούς στρατιώτες, που ως ένδειξη συναδέλφωσης έβαλαν στις κάννες των όπλων τους γαρύφαλλα, μετονομάζοντας με τη συμβολική τούτη εικόνα το κίνημα σε “Επανάσταση των Γαρυφάλλων” που ως τέτοια έμελλε να μείνει διαπαντός στην Ιστορία.
Η Επανάσταση των Γαρυφάλλων, με επικεφαλής τους “πεφωτισμένους” (πραγματικά) αξιωματικούς τερμάτισε στις 25 Απριλίου 1974 το Estado Novo (Νέο Κράτος), το κλεψίτυπο σημειολογικά και πραγματικά καθεστώς στυγνής δικτατορίας που είχε επιβάλει από το 1932 ο οικονομολόγος Αντόνιου ντε Ολιβέιρα Σαλαζάρ, όταν του παρέδωσε την εξουσία ο τοτινός πρόεδρος Καρμόνα. Ο Καρβάλιο αναδείχθηκε στον ιθύνοντα νου της όλης επιχείρησης, διευθύνοντας τις επιχειρήσεις από το διοικητικό κέντρο που εγκαταστάθηκε στον στρατώνα της Πουντίνια και ξεκίνησε με το σύνθημα που δόθηκε από τα ραδιόφωνα, όταν έπαιξαν το διάσημο τραγούδι του αντιστασιακού συνθέτη Ζέκα Αφόνσο “Grandola vila morena” (Γκραντόλα μελαμψή πόλη).
Η πτώση της δικτατορίας, που έθετε οριστικά τέλος στη μεγαλομανία και τον εθνικισμό, πασπαλισμένο με τη κοινωνικά μαυλιστική και ιδεολογικά αποπροσανατολιστική μεγαλοϊδεάτικη και μεμψίμοιρη συνάμα ιδέα της saudade (νόστου) και εκφραζόταν με την άφρονα διατήρηση των αποικιών (που απορροφούσαν το 40% του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ ο πληθυσμός στέναζε), κατέληξε στη μακρά σειρά της ανεξαρτησίας κρατών όπως η Γουϊνέα-Μπισάου, το Πράσινο Ακρωτήρι, η Μοζαμβίκη και η Αγκόλα. Η πτώση του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία έμοιαζε έτσι σαν “εισαγωγή” στο έδαφος της ευρωπαϊκής πρώην αποικιακής δύναμης, του αποτυπώματος των αντιαποκιακών εθνικοαπαλευθερωτικών κινημάτων που αποτέλεσαν τη σημαντικότερη εξέλιξη του μεταπολεμικού κόσμου.
Παράλληλα, η Επανάσταση των Γαρυφάλλων εγκαινίασε την πτώση των επίσης παραπαιουσών δικτατοριών στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο: το καλοκαίρι του 1974 ξεψύχησε η Χούντα στην Ελλάδα και το 1975, με τον θάνατο του Φράνκο, βρήκε και η Ισπανία τον δρόμο της για τη δημοκρατία.
Μολαταύτα, η επανάσταση στην Πορτογαλία δεν εξαντλήθηκε, ή τουλάχιστον δεν θέλησε να εξαντληθεί, στην εκδίωξη της δικτατορίας.
Στους 19 μήνες που ακολούθησαν, οι προοδευτικοί στρατιωτικοί με επικεφαλής τον Καρβάλιο θέλησαν να προωθήσουν, σε συνεργασία με τα πολιτικά κόμματα, ένα πρόγραμμα κοινωνικής ανασυγκρότησης, απο-φασιστικοποίησης και εθνικής αυτοδιάθεσης, που θα σεβόταν τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα, θα καταργούσε τη λογοκρισία, θα προχωρούσε σε αναδασμούς των λατιφουντίων των πλούσιων γαιοκτημόνων, θα θέσπιζε κατώτατο μισθό και 40ωρη εβδομαδιαία εργασία με άδεια μετ’ αποδοχών. Πρόγραμμα ριζοσπαστικό για την εποχή του, που όμως υπονομεύθηκε άγρια, τόσο από τους εσωτερικούς παράγοντες (ελίτ και δεξιούς αξιωματικούς), όσο κυρίως από το εξωτερικό, με πρωτεργάτες τους Αμερικανούς, που δεν ήθελαν έναν νέο Φιδέλ Κάστρο στην Ευρώπη, με δεδομένη και την ισχύ του κομμουνιστικού και αντεξουσιαστικού κινήματος στη γειτονική Ιταλία.
Σύντομα, την ηγεσία και τον συμβολισμό της Επανάστασης και της Μεταπολίτευσης σφετερίσθηκε ο “στρατηγός με το μονόκλ” Αντόνιο ντε Σπίνολα (με πλούσιο φασιστικό παρελθόν), που ουσιαστικά και υποχθόνια ακύρωσε κάθε προσπάθεια εθνικοποιήσεων, κοινωνικών αλλαγών και αλλοίωσε την ορμή της κοινωνίας, μεταστρέφοντάς της σε ένα όραμα για μία γαλήνια επαναφορά στην καθημερινότητα, χωρίς κοινωνικά και οικονομικά πειράματα, στον “νόστο” (saudade) της φτωχής, πλην ασφαλούς κι ακύμαντης, ζωής.
Η προσπάθεια του Καρβάλιο (που πλέον και εκείνη υπονομευόταν από τη διχόνοια και τον αναπόφευκτο φατριασμό των προοδευτικών αξιωματικών) να διασώσει το όραμα της επανάστασης, έσβησε στο αποτυχημένο κίνημα της 25ης Νοεμβρίου 1975, που η αποτυχία του είχε ως αποτέλεσμα το τέλος της συνεχιζόμενης επαναστατικής διαδικασίας.
Συνδεδεμένος με την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της MFA, ο Καρβάλιο συνελήφθη μετά τα γεγονότα της 25ης Νοεμβρίου, που αποτράπηκαν από τις δεξιές δυνάμεις του στρατηγού και μετέπειτα προέδρου, Ραμάλιο Εάνες, παύθηκε από την COPCON και απελευθερώθηκε τρεις μήνες αργότερα. Στη συνέχεια κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 1976 και του 1980, χρονιά που δημιούργησε το αριστερό κόμμα του Μετώπου της Λαϊκής Ενότητας (FUP), όμως και τις δύο φορές ηττήθηκε από τον Εάνες.
Η δράση του όμως δεν σταμάτησε: η πύρινη φωνή του καθιστούσε τον Καρβάλιο τον πιο φέρελπι πολιτικό. Η Επανάσταση των Γαρυφάλλων, που έμεινε ατέλειωτη, συνέχιζε να συνεγείρει τον πληθυσμό, ιδίως καθώς οι αυταπάτες για την μετριοπαθή αλλαγή που θα έφερνε η ανάληψη της εξουσίας από τον σοσιαλιστή Μάριο Σοάρες (τον φίλο του Ανδρέα Παπανδρέου, αν θυμόμαστε καλά) διαψεύσθηκαν όταν εκείνος αποδείχθηκε καλός μαθητής των ξένων συμφερόντων, βάζοντας την Πορτογαλία στην ΕΟΚ και εφαρμόζοντας όλα τα οικονομικά προγράμματα που του υπαγόρευαν οι αγορές, επαναλαμβάνοντας, όπως κάποτε κι ο Φράνκο στην Ισπανία ή ο Παπαδόπουλος στην Ελλάδα: “εγώ σας έσωσα από τον κομμουνισμό”.
Η μόνη παρουσία που μπορούσε να διακόψει την πορεία της υποτέλειας ήταν ο Καρβάλιο, ο οποίος τη δεκαετία του ‘80 εξακολοθούσε να μην απεμπολεί τα ιδανικά του. Τούτη τη φωνή έπρεπε να πνίξουν και ο καλύτερος τρόπος είναι πάντα η συκοφαντία, η απονομιμοποίηση και η μετατροπή σε “εχθρό του λαού”.
Το 1984, ο Καρβάλιο συνελήφθη από τη δικαστική αστυνομία με την κατηγορία ότι ηγείτο της ακροαριστεράς τρομοκρατικής οργάνωσης FP-25 (Forças Populares 25 de Abril, Λαϊκές Δυνάμεις της 25ης Απριλίου), η οποία έδρασε μεταξύ 1980 και 1987 και ήταν υπεύθυνη για τις πολιτικές δολοφονίες 17 ανθρώπων τη δεκαετία του 1980. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης δεν παρουσιάσθηκε κανένα υπαρκτό στοιχείο ότι ο Καρβάλιο διηύθυνε την οργάνωση ή ευθυνόταν για τη δράση της και το μόνο νομικό έρεισμα στο οποίο βασίσθηκε η καταδίκη του σε 15 χρόνια φυλάκιση ήταν η αναπόδεικτη “ηθική αυτουργία” του, που βασίσθηκε στο μανιφέστο του του Projeto Global (παγκόσμιο σχέδιο) του 1977 για τον συντονισμό οργανώσεων και δράσεων για την προστασία και επαύξηση των δημοκρατικών κατακτήσεων σε όλον τον κόσμο.
Η δίκη του Καρβάλιο, που διήρκεσε από τις 22 Ιουνίου 1985 έως τις 20 Μαΐου 1987, ήταν η πιο μακρά και μία από τις πλέον επίπονες στην ιστορία της Πορτογαλίας και κινητοποίησε σχεδόν όλους τους προοδευτικούς ανθρώπους, σημαντικές προσωπικότητες και δραστηριοποίησε πολλά κινήματα διεθνώς. Σαν φοιτητής τότε δεν θυμάμαι συνέλευση που να μην τελειώνει με ένα ψήφισμα υπέρ του Καρβάλιο και τον Απρίλιο του 1988 ακόμη θυμάμαι τη συγκέντρωση λαού και φοιτητών στην στην Κοΐμπρα, που αναθεμάτιζε την κράτησή του και την καταγγελία ότι η χαλκευμένη κατηγορία ήταν μία στοχευμένη ενέργεια για τη φίμωση του FUP και κάθε ανεξάρτητης φωνής στη χώρα.
Μάλιστα, η δίκη του Καρβάλιου είχε και έντονα ελληνικό χρώμα, καθώς από το βήμα των μαρτύρων υπέρ του Καρβάλιο είχαν περάσει τότε ο Στάθης Παναγούλης και ο Μανώλης Γλέζος, όπως παραθέτει γλαφυρά κι ο ίδιος στο βιβλίο του για την πολύκροτη δίκη, που κυκλοφορεί και στα ελληνικά, τότε με την αίγλη της “αλλαγής” και του “σοσιαλισμού” στην Ελλάδα να αποτελεί ακόμη μία σημαντική πολιτική παράμετρο σε όλον τον κόσμο.
Παράλληλα, ο πρώην γραμματέας της Τετάρτης Διεθνούς και παντοτινός φίλος του, Μιχάλης Ράπτης ή “Πάμπλο” μέσα από τη συνεργασία του με παλιούς συναγωνιστές και κύκλους από τη Μοζαμβίκη και Ανγκόλα είχαν εκπονήσει σχέδιο απόδρασης του Καρβάλιου. Όμως εκείνος με ακαταπόνητη καρτερία και σθένος, όπως και το απέθαντο ξύλο της δρυός που μαρτυρά το όνομά του (Carvalho=δρυς, στα πορτογαλικά), παρέμεινε στο εδώλιο να υπερασπισθεί τον εαυτό του και τους 31 συγκατηγορούμενούς του και αργότερα να υπομείνει τη φυλάκισή του, που έληξε με τρόπον πανηγυρικό τον Μάιο του 1989 και ενώ λίγο πριν, με αφορμή τα 15 χρόνια από την Επανάσταση, ένα τεράστιο πλήθος είχε αξιώσει την αποφυλάκισή του.
Το 1991, ο Καρβάλιου έλαβε χάρη και πέντε χρόνια αργότερα του αποδόθηκε αμνηστία κατόπιν αιτήματος, (οποία ειρωνεία) του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Μάριο Σοάρες, δηλ. του ανθρώπου που του έστησε την πλεκτάνη.
Ο Καρβάλιο δεν ξαναβρήκε έκτοτε τη θέση που του άρμοζε στην πολιτική κονίστρα της Πορτογαλίας. Οι καιροί είχαν αλλάξει, η επαναστατική ψυχορμησία του κόσμου είχε καταλαγιάσει οριστικά, η Πορτογαλία ζούσε στην χιμαιρική ευμάρεια των κοινοτικών πόρων και επιδοτήσεων, των μεγάλων έργων και της καινοτομίας, που συγκροτούσαν το ψευδεπίγραφο “πορτογαλικό θαύμα”. Εκείνο το θαύμα που η φούσκα του έμελλε να σπάσει στα τέλη της δεκαετίας του 2000. Όμως ο στρατιώτης πάντα Καρβάλιου δεν ήταν ο άνθρωπος των πολιτικών και προσωπικών συμβιβασμών. Και ως τέτοιος έμεινε πάντα να συμβολίζει τον εμβληματικό τύπο του ιδαλγού της αιώνιας επανάστασης.
Πηγή: kosmodromio.gr