Ο φίλος Άκης, ένας εραστής της επεξεργασίας ξύλου, ένας αυθεντικός τεχνίτης μας ετοίμασε για τις φετινές γιορτές όμορφα ξύλινα στολίδια για την Χριστουγεννιάτικη διακόσμηση του σπιτιού μας αλλά και του Δέντρου μας. Στολίδια που δεν θα σπάσουν όπως τα εύθραυστα που χρησιμοποιούσαμε ως τώρα, που θα μπορούμε να τα χρησιμοποιούμε κάθε χρόνο και το κυριότερο σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές που προκαλούν έκπληξη.
Σας δίνουμε ένα μπουκέτο φωτογραφιών από τις ιδέες του.
Μπορείτε να παραγγείλετε στο τηλέφωνο 6984095728 σε επικοινωνία με τον δημιουργό ή στο mail akiser1969@gmail.com Μπορείτε επίσης να επισκεφθείτε τον ιστότοπό του πατώντας εδώ.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Τα κάλαντα ως έθιμο μας έρχονται από την εποχή του Ομήρου, στην ρωμαϊκή εποχή απέκτησαν το όνομά του από τις “καλένδες” που τραγουδιόταν στην αρχή κάθε μήνα και στη βυζαντινή περίοδο ενσωματώθηκαν στον χριστιανισμό, διατηρήθηκαν κι έφτασαν στις μέρες μας. Σε κάθε περιοχή αναλόγως με τις ιδιαιτερότητές της, τα κάλαντα διαφοροποιούνται τόσο στο στίχο όσο και στη μουσική.
Στην παρούσα ανάρτηση, ενδεικτικά παρουσιάζουμε πρωτοχρονιάτικα κάλαντα περιοχών της Καππαδοκίας, του Πόντου, της Θράκης, της Κρήτης, της Μακεδονίας, της Χίου, και της Ικαρίας
Καππαδοκία
Άρχιν, άρχιν τα κάλαντα κι άρχιν κάλα χρόνια
τα πουλιά λαλούν και χερολόνια πάλι κράζνε.
Άγιον Βασίλειον καλόν ζευγάρι λάμνει
καλόν εν’ αφέντημ, καλόν κι ευλογημένον
Έχει και τα βόδια του, παράδεισου πουλίτσι έχει και το τσίφτσι του παν όλιομ παλικάρι.
Έχει και τ’ αλέτιρι τ’ σάγχου βουτημένο έχει και το γύνι του σ’ ασήμι κονωμένο
καλόν εν’ αφέντημ, καλόν κι ευλογημένον
Έχει και το βέρκενι τ’ κιπριγιού καλέμι, έχει και τα ζεύγουλα τ’ κοκιά μαργαριτάρια
έχει και τα ράματα τ’ ξανά κλωστιά μετάξια, καλόν εν’ αφέντημ, καλόν κι ευλογημένον
Στον ξερόν το πέτρα εσπείρα πολύ φακουδίτσι δώκεν ο Θεός κι εγένεν παρουρίτσι
ήρθεν ‘να πουλίτισι το ‘κα τσακωσα το κίτσι τ’ ήρθεν μαυρομάνα τ,
κλαίγ’ και καμουρίτσει ήρθεν μαυροκάκα τ, κλαίγ’ και καμουρίτσει.
Άκουτα νουνάκα μ’ αν κείσαι κι αν κοιμάσαι
ύψε το τσιρέκι σ' και σέμα σο κελάρι σ' σέμα στο κελάρι σ’ και φώτ΄σε το φενέρι σ’
φώτ’σε το φενέρ μας κι όλη τη γενιά μας, φώτ’σε το φενέρ μας κι ας ‘σε φωτισ' Θέ(γ)ος. Και του χρον’
Πόντος
Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου κι αρχή του χρόνου.
Πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου πάντα του χρόνου.
Αρχή μήλον εν κι αρχή κυδών εν κι αρχή κυδών εν
Κι αρχή βάλσαμον το μυριγμένον το μυριγμένον.
Εμυρίστεν ατό ο κόσμος όλον ο κόσμος όλον.
Για μύριστ ατό και εσύ αφέντα καλέμ αφέντα.
Έρθαν καλά παιδία ‘ς σην πόρτα σ’ και ξαν’ ‘ς σην πόρτα σ’, άψον το κερί κι έλα σην πόρτα σ’.
Δέβα σο ταρέζ κι έλα σην πόρταν δόσ’ μας ούβας και λεφτοκάραια…κι αν ανοί’εις μας χαρά σην πόρτας!
Λύσον την κεσέ σ και δος παράδας και δος παράδας. Κι αν ανιοιείς μας χαράν σην πόρτας σ χαράν σην πόρτας σ.
Ευχές Χρόνια Πολλά, πάντα και του χρόνου Καλή χρονία και σ όλα τα σπίτ(ι)α υείαν κι ευλοίαν
Θράκη
Π' αρχοντικό κι αν βγήκαμε σ' αρχοντικό θα πάμε.
Θα πάμε στον Αφέντη μας τον πολυχρονισμένο.
Που'χει τα σπίτια τα ψηλά τα μαρμαροστρωμένα,
που'χει κι κόρη έμορφη λιγνή και μαυρομάτα.
Άνοιξε πόρτα μ' άνοιξε, πόρτα της μαυρομάτας,
έχω δυο λόγια να σου πω κι εκείνα ζαχαράτα.
Δε φταίει αφέντη μ' το κρασί δε φταίει το ποτήρι
μον’ φταίει η θυγατέρα σου που΄ναι στο παραθύρι.
Σ' αυτό το σπίτι που' ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει, κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει.
και του χρόν' καλύτερα.
Κρήτη
Ταχιά ταχιά ν’ αρχιμενιά ταχιά ν’ αρχή του χρόνου. Αρχή που βγήκεν ο Χριστός στη Γη να πορπατήξει
και βγήκε και χαιρέτηξε ούλους τσί ζευγολάτες κι ο πρώτος που τ’ απάντηξε ήταν Άγιος Βασίλης
Άγιε Βασίλη δέσποτα καλό ζευγάριν έχεις. Καλό το λέω αφέντη μου καλό και βλοημένο
Απού το βλόησε ο Χριστός με το δεξιό του χέρι
Με το δεξιό με το ζερβό με το μαλαματένιο
Να σε ρωτήξω δέσποτα πόσα μουζούρια σπέρνεις, μετά χαράς αφεντη μου να σου το μολοήσω
σπέρνω σταράκι δώδεκα κριθάρι δεκαπέντε, ταϊ και ρόβι δεκοχτώ και από νωρίς στο σταύλο
Ασήμι να ’ν τ ’αλέτρι σου χρουσάφι ο ζυγός. Ως και το βουκεντράκι σου τ’ Αγιοργιού κοντάρι
Κι η χέρα απού το κρατεί χρουσό μαργαριτάρι. Ξύπνησε αφέντη ξύπνησε να φάμε και να πιούμε
Κι ακόμα δεν τον ηύρηκες το μάνταλο ν’ ανοίξεις, να μας εβάλεις τίβοτσι κι ύστερα να σφαλίξεις.
Και φέρε και τον πετεινό και φέρε και την όρθα, κι αν είναι από τη γαλανή κιανένα αυγουλάκι
Κι αν είναι από την κόκκινη ας είν` και ζευγαράκι, κι απού το λαδοπύθαρο κιαμιά σταλιά λαδάκι
Κι αν και περισσότερο βαστούμε εμείς τ’ ασκάκι, κι αν είναι με το θέλημα χρύση μου περιστέρα
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα, επά που καλαντήσαμε καλά μας επλερώσαν
Καλά να ’ναι τα έχει τών και τα αποδοματά των κι απού ’χει θηλυκό παιδί χρυσή μοίρα να κάμει
Πάλι και αν είναι αρσενικό στη σέλα καβαλάρης να σιέται να λυγίζεται να πέφτει το λογάρι
Να το μαζώνει η μάνα του να ’χει χαρά μεγάλη. Κι εις έτη πολλά.
Μακεδονία
Ήρθε πάλι νέο έτος εις την πρώτη του μηνός,
ήρθα να σας χαιρετήσω, δούλος σας ο ταπεινός.
Ο Βασίλειος ο Μέγας, ιεράρχης θαυμαστός,
εις την οικογένειά σας να ‘ναι πάντα βοηθός.
Με αγάπη και ειρήνη όλη την αρχιχρονιά
να περάσετε και φέτος δίχως να’ χετε ζημιά
Τα παιδιά εις το σχολείο να πηγαίνουμε συχνά,
να μαθαίνουμε το βίο, της πατρίδας τα ιερά.
Δώστε μας τώρα την κότα δώστε μας και αυγά και κανένα ταληράκι ο Θεός να σας βλογά
Και για τους ξενιτεμένους έχω να σας πω πολλά, σας αφήνω «καληνύχτα», και του χρόνου με υγειά.
Χίος
Καλησπερίζω φέρνοντας αγέρα μυρωμένο απ' τ' αφρισμένα κύματα χιλιοτραγουδισμένο.
Σ΄αυτό το σπίτι πούρθαμε πέτρα να μη ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει.
Άγιε μου Βασιλάκη μου και Άγιε μου Νικόλα
προστάτευε τους ναυτικούς την ώρα του κυκλώνα.
Χρόνια πολλά να 'στε καλά και σεις και οι δικοί σας
να 'ρθουνε τα ξενάκια σας κι όλοι οι ναυτικοί σας.
Σε όλους σας ευχόμαστε αγάπη ειρήνη υγεία, καλή καρδιά χαμόγελο και θεία ευλογία.
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψιλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή κι αρχή του Γεναρίου του Μεγά του Μεγάλου Βασιλείου
Βασίλη μ' από πού 'ρχεσαι κι από κι από πού κατεβαίνεις και βαστάς- και βαστάς ρόδα και ραίνεις.
Κάτσε να φας κάτσε να πιείς κάτσε τον πόνο σου να πεις, κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλωσορίσεις.
Κι έβγα να μας κεράσεις που να ζεις που να ζεις και να γεράσεις. Και του χρόνου!
Ικαρία
Άγιος Βασίλης έρχεται πο πίσω απ' το καμάρι
βαστά μυζήθρες και τυριά βαστά κι ένα γκινάρι.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε.
Σ' αυτό το σπίτι που 'ρθαμε τα ράφια είν' ασημένια
του χρόνου σαν και σήμερα να ναι μαλαματένια.
Σένα σου πρέπ' αφέντη μου καρέκλα καρυδένια
για ν' ακουμπάει η μέση σου η μαργαριταρένια.
Πολλά 'παμε τ'αφέντη μας ας πούμε της κυράς μας
Κυρά ψηλή κυρά λιγνή κυρά μαυροματούσα.
Κι αν έχεις κόρη έμορφη βάλτη μας κεράσει να ευχηθούμε όλοι μας να ζήσει να γεράσει.
Κι αν έχεις γιο στα γράμματα βαλ' τονε στο ψαλτήρι και ν' αξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.
Σ' αυτό το σπίτι που 'ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει.
Ερυθραίας 1. (Μελί, Καράμπουρνα κ.α.)
Βασίλης βόσκει πρόβατα, Βασίλης βόσκει γίδια, στο ’να μαντρί τυροκομά, στ’ άλλο στερφοχωρίζει,
στ’ άλλο χύνει το τσίρο του (τυρόγαλα), να μην πνιγούν τ’ αρνιά του,
Κλέφτες τον απαντήσανε, σαράντα Σαϊμτζήδες (αρματωμένοι κλέφτες)!
-Βασίλη δέσε τα σκυλιά να μη μας χαραμίσουν.
-Πως να τα δέσω τα σκυλιά, που είστε χαραμτζήδες (κλέφτες-φονιάδες);
και μένα θα σκοτώσετε, να πάρετε τα γίδια!
-Στη πίστη μας, στο λόγο μας, Βασίλη στ’ άρματα μας.
Πιάνει και δένει τα σκυλιά, με δεκαοκτώ αλυσίδες!
Δένει τη σκύλα την κακιά και την ανθρωποφάγα,
και το τρεμολοκούλουκο (μαύρο κουτάβι), με δεκαοχτώ αλυσίδες,
παίρνει και πα’ και δένει τα, σ’ ενά ξερό πηγάδι!
Οι κλέφτες τον συλλάβανε, πισθάγκωνα τον δένουν! -Βασίλη πού ‘ναι τα χρυσά και πού ‘ναι τα φλουριά σου;
-Τα πρόβατα, τα κτήματα, τα γίδια, τα φλουριά μου. Περικαλώ σας βρε παιδιά, περικαλιά μεγάλη, για λύστε μου το χέρι μου να παίξω το παγιαύλι (φλογέρα), ν’ αφήκω γεια στα πρόβατα και γεια εις τα καλά μου, και γεροσύνη (υγεία) και χαρά ν΄αφήκω στα παιδιά μου!
Και το παγιαύλι ήλεγε, ανθρώπινη μιλίτσα (ομιλία):
- Για λύσου βρε σκύλα τζουβεργκιά (αιμοβόρα) και συ ανθρωποφάγα, και συ τρεμηλοκούλουκο, σπάσε τις αλυσίδες!
Και λύσαν όλα τα σκυλιά και τους εχαραμίσαν!
Χρόνια Πολλά!!! Και του χρόνου!!!
Ερυθραίας 2. (Τσεσμέ-Κρήνης κ.α)
Αρχιμηνιά κερά κι αρχιχρονιά, κι αρχή καλός μας χρόνος, κι εκεί που βγήκε κερά μου ο Χριστός, τριώ χρονών παιδάκι, όλο τον κόσμο κερά μου γύρισε, σαν το καλογεράκι!
Κι εκεί που περιπάτησε, χρυσή μηλίτσα βγήκε, και μες τα φύλλα κερά μου της μηλιάς, δυό μήλα χρυσομήλα, οποιός τα πάρει κερά μου χρύσωσε, ο ήλιος της ημέρας, το φεγγαράκι κερά μου της νυκτός, που βγαίνει την εσπέρα!
Σ' αυτά τα σπίτια κερά μου τα ψηλά, τα μαρμαροχτισμένα, που 'ναι οι πέτρες κερά μου μάλαμα, το χώμα με ασήμι, και μεσ' τη μέση κερά μου του σπιτιού, κοιμάται Άγιος Βασίλης!
Ποιός είναι άξιος κερά μου και αρκετός, να πα τον εξυπνήσει, εγώ είμαι άξιος κερά μου και αρκετός, να πα τον εξυπνήσω, δω μου και μήλα κερά μου δώδεκα, κυδώνια δεκαπέντε, και μια φασκιά κερά μου απ' το νερό, να πα τον εξυπνήσω!
Ξύπνα αφέντη, τσ' αφεντιάς, και μη πολυκοιμάσαι, γιατί ο ύπνος κερά μου ο πολύς, μαραίνει και χαλάσε. Σ' αυτό το σπίτι κερά μου που 'ρθαμε, τα ράφια είναι ξυλένια, του χρόνου σα ξανάρθωμε, να 'ναι μαλαματένια!
Για σφάξε τε κερά τον πετεινό, σφάξε τε και τη κότα, δω μας και μας κερά τον κόπο μας, να πάμε σ' άλλη πόρτα! Και εις έτη πολλά!!!
Κύπρος
Πάλι ακούσετε άρκοντες τζι' ήρταμεν να σας πούμεν πως αύριον είναι γιορτή τζιαί πρέπει να χαρούμεν
Αύριον εν Αρχιχρονιά πρώτη Ιανουαρίου όπου γιορτάζεται παντού τ ' Αγίου Βασιλείου
Ζητώ χάρην που τον Θεόν τα λόγια μου να δέσω τον Άγιον Βασίλειον να σας, να σας τον επαινέσω
Που τον αφέντην τον Θεόν ήτανε φωτισμένος τζι στων γραμμάτων την σπουδήν, σοφίαν πλουμισμένος
Γέννημαν της Καισσάρειας βλαστός Καππαδοκίας τζιαί ποιητής θεόπνευστος της θείας λειτουργίας
Πρωτομηνιά, Πρωτoχρονιά τζιαί πάλ ' αρχή του Λόγου τζιαί ' μεις καλός σας ήβραμεν, να ζιείτε τζιαί του χρόνου
Για τα κάλαντα Χριστουγέννων και Θεοφανείων βλ. στους παρακάτω συνδέσμους αντίστοιχα: