Articles by "Υπογεννητικότητα"

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Υπογεννητικότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Maria Denaxa@mdenaxa

Μην απορείτε με την υπογεννητικότητα στην Ευρώπη, κάνουν ότι μπορούν για να εξαθλιώσουν τις νέες γενιές και τους Ευρωπαίους γενικότερα. Γαλλία 2024 =>   Στις μεγάλες πόλεις, δεν είναι πλέον ασυνήθιστο να βλέπεις ουρές νέων ανθρώπων να περιμένουν για να παραλάβουν συσκευασμένα γεύματα απο τα κοινωνικά παντοπωλεία. Ακόμη κι αν λαμβάνουν υποτροφίες και εργάζονται παράλληλα, οι φοιτητές στρέφονται όλο και περισσότερο σε εθελοντικές οργανώσεις για να τα βγάλουν πέρα.  Την ίδια ώρα το ποσοστό των νέων κάτω των 25 ετών που εκπορνεύονται αυξήθηκε από 8% σε 24% μεταξύ 2019 και 2021. Σήμερα το 3% έως 4% των φοιτητών δηλώνουν ότι έχουν έρθει αντιμέτωποι με μια κατάσταση φοιτητικής πορνείας και το 8% έως 12% δηλώνουν ότι το σκέφτονται.
https://senat.fr/questions/base/2024/qSEQ240310515.html…




Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Επηρεάζει ο χώρος κατοικίας μας και πως την απόφαση μας για απόκτηση παιδιών;

Οι πολυκατοικίες στην Ελλάδα θεωρήθηκαν ως λύση στο στεγαστικό πρόβλημα που
είχε δημιουργηθεί λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης αλλά και μία επικερδής επένδυση για τους κατόχους οικοπέδων οι οποίοι με την αντιπαροχή αποκτούσαν διαμερίσματα τα οποία είτε μεταπωλούσαν είτε ενοικίαζαν.

Ρομαντικοί αρχιτέκτονες και πολιτικοί μηχανικοί υποστήριζαν ότι οι πολυκατοικίες έφερναν σε επαφή τις διάφορες κοινωνικές τάξεις και θα περιορίζονταν οι κοινωνικές ανισότητες, κάτι που δεν θα ήταν εφικτό διαφορετικά. Η σημερινή κατάσταση απέδειξε το αντίθετο και ανέδειξε διάφορα άλλα προβλήματα.

Ένα από αυτά είναι η υπογεννητικότητα. Η συζήτηση για την υπογεννητικότητα στη χώρα μας δεν λαμβάνει υπόψη της χωροταξικές συνθήκες ενώ σε επίπεδο οικονομικών συνθηκών εξαντλείται σε πολιτικές μικρών επιδομάτων.

Θα εστιάσω όμως στις χωροταξικές συνθήκες και πως η πυκνότητα πληθυσμού στα αστικά κέντρα επηρεάζει τον ρυθμό γεννήσεων.

Είναι γεγονός ότι η πυκνότητα επηρεάζει όσον αφορά τον αστικό ή μη χώρο. Σημαντικότερη όμως είναι η πυκνότητα του χώρου διαβίωσης ο οποίος είναι συνήθως μικρός στις πολυκατοικίες.

Σε σχετική έρευνα στην Αμερική, οι γυναίκες που ζουν σε διαμερίσματα ενός ή δύο υπνοδωματίων έχουν δείκτη γονιμότητας 1,2-1,35, βαθμός παρόμοιος με της Ιαπωνίας ή της Ιταλίας (στην Ελλάδα ο δείκτης είναι κάτω από 1,3 παιδιά ανά γυναίκα). Οι γυναίκες που έμεναν σε διαμερίσματα/κατοικίες με 3 υπνοδωμάτια είχαν κατά μέσο όρο1,9 – 2 παιδιά που είναι κοντά στον βαθμό αναπλήρωσης ενώ οι γυναίκες που ζούσαν σε μεγαλύτερα διαμερίσματα/κατοικίες είχαν 1,7-1,95 παιδιά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι ο δείκτης γονιμότητας στα μικρά διαμερίσματα/κατοικίες είναι κατά πολύ μικρότερος.



Το θέμα γίνεται χειρότερο για όσες γυναίκες ζουν σε διαμερίσματα και ειδικότερα οι γυναίκες που ζουν σε γκαρσονιέρες, διαμερίσματα με 1 ή δύο υπνοδωμάτια έχουν πολύ μικρότερο δείκτη γονιμότητας σε σχέση με τις γυναίκες που ζουν σε σπίτια με 1 – 2 υπνοδωμάτια. Αντίθετα, ο δείκτης γονιμότητας δεν επηρεάζεται είτε οι γυναίκες ζουν σε σπίτια είτε σε διαμερίσματα με 3 ή περισσότερα υπνοδωμάτια.

Σημαντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι τα μικρά διαμερίσματα και η πυκνότητα του πληθυσμού στην περιοχή που βρίσκονται συμβάλλουν στη χαμηλή γονιμότητα.

Σε περιοχές χαμηλής πυκνότητας πληθυσμού ακόμα και εάν οι κατοικίες είναι μικρές δεν επηρεάζει τη γονιμότητα.

Συνεπώς, η υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα μιας περιοχής μπορεί να προκαλέσει χαμηλή γονιμότητα γιατί οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να μένουν σε μικρότερες κατοικίες.

Σε παλαιότερες έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι δεν είναι μόνο η πυκνότητα του πληθυσμού που είναι σημαντική για μία περιοχή και μία κατοικία αλλά και η αίσθηση που έχουν οι άνθρωποι για την πυκνότητα ή τη μελλοντική πληθυσμιακή πυκνότητα μιας περιοχής (υποκειμενική πυκνότητα).

Τα διαμερίσματα δημιουργούν αυτή την αίσθηση της υποκειμενικής πυκνότητας γιατί οι αυστηρές πολεοδομικές ρυθμίσεις απαγορεύουν την επέκταση των χώρων.

Πέραν όμως αυτού, η υποκειμενική αίσθηση της πυκνότητας του χώρου σε μία πολυκατοικία εντείνεται από την έλλειψη κήπου, την ασφάλεια στην περιοχή και τους θορύβους και τις μυρωδιές που αναγκαστικά μοιράζονται όλα τα διαμερίσματα.

Συνεπώς, έχει διαπιστωθεί, ότι η υποκειμενική αίσθηση της πυκνότητας και η ζωή στα διαμερίσματα μειώνουν τη γεννητικότητα.

Η ζωή στα διαμερίσματα έχει και την κοινωνική της διάσταση.

Η έρευνα έδειξε επίσης ότι όταν τα παιδιά εξακολουθούν να ζουν για μεγάλο χρονικό διάστημα με τους γονείς, όπως συμβαίνει αρκετά χρόνια στην Ελλάδα λόγω παράδοσης αλλά κυρίως λόγω οικονομικής στενότητας, τόσο μειώνεται ο δείκτης γονιμότητας.

Όσον αφορά τις κοινωνικές τάξεις, η ζωή στα διαμερίσματα μελών της χαμηλής,μεσαίας και ανώτερης εργατικής τάξης περιόρισε τη γεννητικότητα τους ειδικότερα όταν είχαν να αντιμετωπίσουν συνθήκες στην αγορά που καθιστούν απαγορευτική τη μετάβαση σε μεγαλύτερους χώρους (βλ. Άνοδος της τιμής των κατοικιών).




Η ιδιοκτησία επηρεάζει επίσης τη γεννητικότητα. Οι ιδιοκτήτες κατοικιών έχουν μεγαλύτερη γεννητικότητα σε σχέση με τους ενοικιαστές και αυτό γιατί τα ζευγάρια θέλουν πρώτα να εξασφαλίσουν σταθερότητα στη στέγη και μετά να αποκτήσουν παιδιά.

Η συζήτηση για το μέγεθος των κατοικιών χρονολογείται ήδη από τη δεκαετία του 1970 στα πλαίσια μίας επικρατούσας μαλθουσιανής λογικής περιορισμού του πληθυσμού (ο Τόμας Μάλθους υποστήριζε ότι όταν ο πληθυσμός δεν περιοριστεί θα αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο ενώ η διατροφή αυξάνεται με αριθμητική πρόοδο).

Θεωρήθηκε λοιπόν, με άλλα λόγια, ότι ο περιορισμός του πληθυσμού θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συγκέντρωση του σε πυκνοκατοικημένες πόλεις και θα διασφάλιζε την επιβίωση του αλλά με μειωμένη γεννητικότητα, σε μικρά διαμερίσματα.

Στις ημέρες μας η μαλθουσιανή αυτή λογική για περιορισμό δεν έχει αλλάξει εάν κρίνουμε από τις συζητήσεις για υπερπληθυσμό του πλανήτη. Συνεπώς, η συζήτηση για την υπογεννητικότητα είναι μάλλον υποκριτική. Ειδικότερα δε εάν λάβουμε υπόψιν μας τα πλάνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις πόλεις οι οποίες θεωρούνται κέντρα υπηρεσιών για τις γύρω περιοχές τους, χώροι δημιουργικότητας αλλά και κινητήριος δύναμη της οικονομίας. Ειδικότερα δε η πυκνότητα των πόλεων υποστηρίζεται από τη λογική ότι λόγω της πληθυσμιακής πυκνότητας θα περιοριστούν οι εκπομπές άνθρακα και θα γίνει εξοικονόμηση ενέργειας.

Η πυκνότητα όμως περιορίζει τη γεννητικότητα, όπως προαναφέρθηκε. Κατά συνέπεια, η υπογεννητικότητα δεν φαίνεται να αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα ενώ η πληθυσμιακή πυκνότητα των πόλεων μπορεί να ενισχυθεί με τα μεταναστευτικά ρεύματα παρά με τη γεννητικότητα των αυτοχθόνων.

Διαπιστώνουμε λοιπόν την περίπλοκη σχέση μεταξύ των χωροταξικών συνθηκών και της υπογεννητικότητας. Η συγκέντρωση του πληθυσμού σε μικρά διαμερίσματα σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπως είναι η Αθήνα, φαίνεται ότι ασκεί αρνητική επίδραση στη γεννητικότητα. Η συνεχιζόμενη αύξηση του πληθυσμού στις πόλεις και οι οικονομικές πιέσεις (βλ. Ανεργία, οικονομική κρίση κτλ.) ενισχύουν περαιτέρω την υπογεννητικότητα. Οι πολιτικές για τις πόλεις δίνουν έμφαση στην ενεργειακή αποδοτικότητα ενώ παραβλέπουν τη σημαντικότητα δημιουργίας ενός φιλικού προς την οικογένεια περιβάλλοντος.

Εάν λοιπόν, οι προθέσεις για την καταπολέμηση της υπογεννητικότητας είναι ειλικρινείς θα πρέπει να συνοδεύονται από στοχευμένες πολιτικές στήριξης στις οποίες ο χωροταξικός σχεδιασμός με ανάπτυξη περιοχών φιλικές προς τις οικογένειες σε συνδυασμό με μία ολοκληρωμένη οικονομική πολιτική μείωσης της φορολόγησης της ιδιοκτησίας, και όχι μόνο παροχή οικογενειακών επιδομάτων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όπως και οι ανάγκες στέγασης των οικογενειών. Διαφορετικά, μήπως θυσιάζουμε τις μελλοντικές γενιές, κυρίως αυτοχθόνων, για τις σύγχρονες πολιτικές αστικού σχεδιασμού;



Πηγές

Browning, M. (1992) Children and Household Economic Behavior, Journal of Economic Literature, 30(3), σελ. 1434-1475.

Felson, M. , Solaun, M. (1975) The Fertility - Inhibiting Effect of Crowded Apartment Living in a Tight Housing Market, American Journal of Sociology, 80(6), σελ.. 1410-1427.

Kulu, H., Vikat, A. (2007) Fertility differences by housing type: The effect of housing conditions or of selective moves?, Demographic Research, 17, σελ. 775-802.

Παυλέας, Σ. (2014) Η Δομή και η Ανάπτυξη του ελληνικού συστήματος αστικών κέντρων/. Διαθέσιμο στο: https://www.academia.edu 
Simon, J.L. (1969) The Effect of Income on Fertility, Population Studies, 23(3), σελ. 327-341.

Stone, L. (2024) More Crowding, Fewer Babies: The Effects of Housing Density on Fertility. Διαθέσιμο στο: https://ifstudies.org/blog/more-crowding-fewer-babies-the-effects-of-housing-density-on-fertility




Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Νέα στοιχεία προβλέπουν ότι ο πληθυσμός της θα μειωθεί απότομα έως και 25% έως το 2070, πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 4%. 

Το 2022, η χώρα κατέγραψε λιγότερες από 77.000 γεννήσεις, τις χαμηλότερες εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, ενώ οι θάνατοι έφτασαν τις 140.000. 

Οι οικονομικές προκλήσεις, οι χαμηλοί μισθοί και η υψηλή ανεργία έχουν οδηγήσει πολλούς νέους Έλληνες στο εξωτερικό, επιδεινώνοντας την κρίση. 

Το ποσοστό γονιμότητας στην Ελλάδα είναι πλέον μόλις 1,32 γεννήσεις ανά γυναίκα, οδηγώντας σε γήρανση του πληθυσμού. 



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την πατρίδα μας. Ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1.


Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9‰) στην ΕΕ, μετά τη Γερμανία (8,4‰) και την Πορτογαλία (8,5‰). Σαν αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800.000 μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.

Το μεγάλο αυτό πρόβλημα που όλες οι πολιτικές παρατάξεις ξορκίζουν αλλά καμμία κυβέρνηση δεν έκανε κάτι για την αντιμετώπιση του δυσοίωνου αυτού φαινομένου για τη χώρα μας, φαίνεται πως έρχεται ένας ιδιωτικός μη κερδοσκοπικός φορέας να το αντιπαλέψει με μια πρωτοποριακή πρωτοβουλία.


Ελπίδες δημιουργίας οικογένειας σε υπογόνιμα ζευγάρια, τα οποία δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν τις δαπάνες των προσπαθειών της εξωσωματικής γονιμοποίησης στη χώρα μας που μαστίζεται από την υπογεννητικότητα ευελπιστεί να δώσει ένας νέος φορέας που δημιουργήθηκε στη χώρα μας.

Πρόκειται για το μη κερδοσκοπικό Σωματείο Be-Live που έχει ως κύριο σκοπό να βοηθήσει τα υπογόνιμα ζευγάρια που ονειρεύονται να αποκτήσουν παιδί, προσφέροντας δωρεάν τις υπηρεσίες τους. Το όραμα που εμπνεύστηκαν οι γιατροί αναπαραγωγής Βασίλης Κελλάρης και Χάρης Χηνιάδης πλέον γίνεται πραγματικότητα.

Για όλα εκείνα τα ζευγάρια που βλέπουν το όνειρο της τεκνοποίησης να απομακρύνεται από κοντά τους λόγω οικονομικής δυσχέρειας, τώρα φαίνεται ότι χαμόγελα ανθίζουν, χάρη σε μια νέα πρωτοβουλία.

Ένα όραμα που ευελπιστεί να φέρει πολλά χαμόγελα

Σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, που παρουσιάζει όλο και υψηλότερη υπογεννητικότητα και σταθερή μείωση του ενεργού πληθυσμού, το σωματείο Be-Live δημιουργήθηκε για να προσφέρει προοπτική σε υπογόνιμα ζευγάρια, που παράλληλα αντιμετωπίζουν και οικονομικά προβλήματα.
Το σωματείο παράλληλα στοχεύει:

• στην υποστήριξη των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (εξωσωματική γονιμοποίηση) στους οικονομικά ασθενέστερους
• στη δράση για ένα καλύτερο μέλλον στη χώρα μας με περισσότερες γεννήσεις και λιγότερα προβλήματα υπογονιμότητας.

Πώς θα συμμετάσχετε στο πρόγραμμα

Η ένταξη στο πρόγραμμα της Be-Live μπορεί να γίνει μόνο μέσω ηλεκτρονικής αίτησης στην ιστοσελίδα του Be-Live.
Δικαίωμα συμμετοχής έχουν ζευγάρια από κάθε γωνιά της Ελλάδας, εφόσον πληρούν τα οικονομικά και ιατρικά κριτήρια. Όλες οι αιτήσεις αξιολογούνται με διαφάνεια από την επιστημονική επιτροπή του σωματείου.

Οι ιδρυτές της Be-Live δήλωσαν: «Επιθυμία μας είναι η πρωτοβουλία της Be-live να προσφέρει τη χαρά της οικογένειας σε όσο το δυνατόν περισσότερα υπογόνιμα ζευγάρια στη χώρα μας. Ευχόμαστε στην πορεία να βρούμε πρόθυμους αρωγούς και υποστηρικτές που θα πιστέψουν και θα αγκαλιάσουν αυτήν την προσπάθεια».


Ας δούμε όμως με αριθμούς το πρόβλημα της υπογεννητικότητας και υπογονιμότητας στην Ελλάδα:

Μέχρι το έτος 2050 θα είμαστε λιγότεροι (8,8 εκ. σύμφωνα με το μεσαίο σενάριο)
Γηραιότεροι: το 33% του πληθυσμού > 65 ετών, (από 20% αντίστοιχα σήμερα)
Ο αριθμός γεννήσεων ανά έτος είναι μικρότερος από τον αντίστοιχο αριθμό των θανάτων
Το 5.4% είναι μητέρες ηλικίας άνω των 40 ετών (από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη)
Υπογόνιμα ζευγάρια σήμερα: 250.000-300.000 (μόνο το 35% κάνει προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης)
12.000 – 15.000 κύκλοι IVF* / έτος
4.000-5.000 παιδιά από εξωσωματική / έτος
150.000 αμβλώσεις / έτος
Κόστος εξωσωματικής 3.000 – 4.000 ευρώ

Όλα αυτά ενώ η χώρα μας πρωτοπορεί στην IVF* σε εγκαταστάσεις, μεθόδους, τεχνογνωσία και Νομοθεσία.

* IVF = In Vitro Fertilization (εξωσωματική γονιμοποίηση)


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου