Η Ελλάδα πριν από έξι χρόνια αντιμετώπισε μια κρίση χρέους και προσέφυγε σε ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Οι κατευθυντήριές οδηγίες των εμπειρογνωμόνων της Ε.Ε, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ πρότειναν τη επιβολή περιοριστικών μέτρων και αυξημένης φορολογίας για την αντιμετώπιση του φλέγοντος προβλήματος. Η πολιτική αυτή αποδείχθηκε ατυχής. Η χώρα βυθίστηκε ακόμη περισσότερο στην Ύφεση και το Χρέος της παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα. Στο μεταξύ η αποβιομηχάνιση, η διακοπή λειτουργίας επιχειρήσεων, η μετεγκατάσταση παραγωγικών μονάδων στο εξωτερικό εντάθηκε και η ανεργία αυξήθηκε. Η επιβολή υφεσιακών μέτρων υπονομεύει την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα μερικοί Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε όλη τη χώρα βρέθηκαν αντιμέτωποι με υψηλά ελλείματα και χρέη στις λογιστικές τους καταστάσεις, που συνήθως οφείλονταν σε λανθασμένες επιλογές διαχείρισης. Δυστυχώς δε διδάχτηκαν από την εθνική μας περιπέτεια. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος επιλέγουν την ίδια αποτυχημένη συνταγή: αύξηση της δημοτικής φορολογίας εν μέσω της ύφεσης.
Στην οικονομία όμως δεν υπάρχει χώρος για μαθητευόμενους μάγους. Η διεθνής βιβλιογραφία διδάσκει πως η απερίσκεπτη επιβολή ενός μέτρου τοπικής φορολόγησης σε μια οικονομία ελεύθερης υπερτοπικής διακίνησης του κεφαλαίου και της εργασίας μπορεί να επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην τοπική οικονομία. Οι δημοτικοί φόροι επιδρούν ανασχετικά στην ανάπτυξη μιας περιοχής τόσο σε βραχυχρόνιο, όσο και σε μακροχρόνιο ορίζοντα. Επιπλέον, συμπιέζουν την τοπική ζήτηση, αποθαρρύνουν την επιχειρηματικότητα και ενδέχεται να εξοβελίσουν στην ανεργία μέρος του εργατικού δυναμικού, ιδίως νέους και γυναίκες.
Η χρήση του μέτρου της φορολόγησης σε τοπική κλίμακα πρέπει να γίνεται με φειδώ. Μολονότι η άντληση ορισμένων εσόδων μπορεί βραχυπρόθεσμα να προσδώσει μια σχετική ευρωστία στους τοπικούς προϋπολογισμούς, οι μεσο-μακροπρόθεσμες συνέπειες μπορεί να είναι δυσμενείς. Η σημαντική επιδείνωση ενός από τα στοιχεία που συνιστούν το συγκριτικό πλεονέκτημα μιας περιοχής (φορολογικό βάρος) και η αφαίμαξη εισοδήματος (άρα και ζήτησης) μπορεί να οδηγήσει σε σταδιακή από-επένδυση και απώλεια θέσεων εργασίας.
Μια ανάλογη εξέλιξη θα υπονομεύσει τη δυνατότητα μιας περιοχής να παραμείνει σε αναπτυξιακή τροχιά και την μελλοντική ικανότητα του τοπικού παραγωγικού συστήματος να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Και το χειρότερο για μια περιοχή: οι επιχειρήσεις και οι θέσεις εργασίας που θα φύγουν, δύσκολα θα ξαναγυρίσουν, ακόμη κι αν στο μέλλον η δημοτική φορολογία μειωθεί εκ νέου.
* ΕΠΙΚ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ